Μέχρι και το ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας και Σταθερότητας που υπεγράφη στην Άγκυρα στα 1930, από τους Ελευθέριο Βενιζέλο και Ισμέτ Ινονού, θυμήθηκαν διάφοροι σχολιαστές στα ΜΜΕ για να τονίσουν τη «μέγιστη» σημασία της κοινής διακήρυξης που υπέγραψαν ο Μητσοτάκης και ο Ερντογάν στην Αθήνα. Η συνάντηση έγινε στο πλαίσιο του Ανώτατου Συμβούλιου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας που κατέληξε σε 15 «μνημόνια συνεργασίας» και συμφωνία για εκκίνηση του 65ου γύρου, αν δεν έχουμε χάσει το λογαριασμό, «διερευνητικών συνομιλιών».
Οι οποιεσδήποτε συγκρίσεις με το παρελθόν είναι τουλάχιστον γελοίες. Το ελληνοτουρκικό σύμφωνο φίλιας ανάμεσα στον Βενιζέλο και την κυβέρνηση του Ατατούρκ σημάδεψε το κλείσιμο του πολεμικού κύκλου που άνοιξε ανάμεσα στην ελληνική άρχουσα τάξη -που έβλεπε στη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την στήριξη που θεωρούσε ότι της παρείχαν οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές, την ευκαιρία για τη «Μεγάλη Ελλάδα των δυο ηπείρων και των πέντε θαλασσών- με την τουρκική άρχουσα τάξη που διεκδικούσε το δικό της σύγχρονο κράτος. Αυτός ο κύκλος έκλεισε με τους δύο λαούς να πληρώνουν το τίμημα με θάνατο, «ανταλλαγή πληθυσμών» και μαζική προσφυγιά. Το σύμφωνο του 1930 δεν ήταν αποτέλεσμα της «φιλειρηνικής» διάθεσης αυτών που το υπέγραψαν, αλλά η κατάληξη των πολέμων από το 1912 ως το 1922.
Η κοινή ένταξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ το 1951 που υποτίθεται θα βάθαινε ακόμη περισσότερο τη συνεργασία είκοσι χρόνια αργότερα, αντ’ αυτού αποτέλεσε την αφετηρία για μια σταδιακή κλιμάκωση των ανταγωνισμών στο πλαίσιο της νατοϊκής συμμαχίας με τις δύο άρχουσες τάξεις να διεκδικούν η κάθε μια για τον εαυτό της τον ρόλο του πιο «αξιόπιστου» συμμάχου των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή –και την Κύπρο να αποτελεί το βασικό διακύβευμα των ανταγωνισμών. Η κλιμάκωσή τους οδήγησε στον πόλεμο του 1974 στην Κύπρο, όταν με πρωτοβουλία της χούντας του Ιωαννίδη η ελληνική άρχουσα τάξη επιχείρησε με το πραξικόπημα του Σαμψών να ανοίξει το δρόμο για την «Ένωση» με την Ελλάδα με αποτέλεσμα την τουρκική εισβολή.
Από τότε μέχρι σήμερα, επί πέντε δεκαετίες, ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα δύο κράτη δεν έχει σταματήσει και συχνά-πυκνά βρίσκεται στην κόψη ενός θερμού επεισοδίου. Αρχικά το Αιγαίο, τα χωρικά ύδατα και η υφαλοκρηπίδα, μετά οι αγωγοί και οι ζώνες επιρροής στα Βαλκάνια, πιο πρόσφατα οι ΑΟΖ και η Λιβύη -και μόνιμα η Κύπρος- αποτελούν βαθιά και αγεφύρωτα πεδία ανταγωνισμού ανάμεσα στον ελληνικό και τον τουρκικό καπιταλισμό, που ο καθένας τους ελπίζει να επιλύσει προς το δικό του συμφέρον αξιοποιώντας τη συμμετοχή του στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς.
Ισορροπία
Η σημερινή «στροφή» των κυβερνήσεων Μητσοτάκη-Ερντογάν, μετά από μια τριετία όξυνσης, έχει σαν στόχο να στείλει το μήνυμα στις ΗΠΑ ότι και οι δύο πλευρές, δεν πρόκειται να διαταράξουν την ισορροπία της Νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ σε μια περίοδο που απειλείται με γενική ανάφλεξη η Μέση Ανατολή και συνεχίζει να μαίνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία. Αλλά πέραν τούτου αφήνει ανέγγιχτους τους ανταγωνισμούς μεταξύ τους που συνεχίζονται υπογείως πάνω στο πεδίο των ανταλλαγμάτων, στρατιωτικών, εξοπλιστικών, οικονομικών και διπλωματικών που ζητάει η κάθε πλευρά για τον εαυτό της, εγκυμονώντας μια νέα κρίση στην επόμενη στροφή.
Στο πλαίσιο αυτής της λυκοφιλίας, στο κείμενο της «Διακήρυξης των Αθηνών Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας», που υπέγραψαν ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Ταγίπ Ερντογάν έκλιναν σε όλες τις πτώσεις τις λέξεις «συνεργασία, ειρήνη, φιλία, ευημερία» για να καταλήξουν στο τέλος της στο εξής: «Αυτή η Διακήρυξη δεν αποτελεί διεθνή συμφωνία, δεσμευτική για τα Μέρη κατά το διεθνές δίκαιο. Καμία πρόνοια της Διακήρυξης αυτής δεν πρέπει να ερμηνεύεται ότι παράγει νομικά δικαιώματα ή υποχρεώσεις για τα Μέρη». Έπεα πτερόεντα, που έγραφε και ο Όμηρος.
Επί του πρακτέου, στο οικονομικό μέρος βάζουν σαν στόχο να αυξήσουν τις ήδη υπάρχουσες συναλλαγές των δύο χωρών στους τομείς της ενέργειας, του τουρισμού, του εμπορίου -«τα 5 δισ ετησίως να διπλασιαστούν» όπως είπε ο φιλόδοξος Ερντογάν. Στην πραγματικότητα το βασικό πεδίο συμφωνίας στο οποίο τα βρήκαν (αναμένοντας κι εκεί ανταλλάγματα από την ΕΕ) οι Ερντογάν και Μητσοτάκης ήταν αυτό της καλύτερης συνεργασίας στο κυνήγι των προσφύγων και των μεταναστών στα νερά του Αιγαίου και στα σύνορα του Έβρου. Με τον Μητσοτάκη να ευχαριστεί τον Ερντογάν για τη «σημαντική μείωση των ροών το τελευταίο διάστημα» και τον Ερντογάν να ευχαριστεί τον Μητσοτάκη για το κλείσιμο της δομής των Κούρδων προσφύγων στο Λαύριο.
Διαβάστε επίσης