«Ο αδελφός J.C. Crawford ξεκινά μια από τις πιο δυναμικές εισαγωγές στην ιστορία του ροκ: “Αδελφοί και αδελφές, θέλω να δω μια θάλασσα από χέρια εκεί έξω...” Όλο το πλήθος υψώνει τα χέρια κάνοντας το σήμα της ειρήνης και υψώνοντας τη γροθιά, σύμβολο της εξουσίας στο λαό. “Θέλω να δω μια μικρή επανάσταση εκεί έξω” συνεχίζει. “Ήρθε η ώρα, αδέρφια. Ήρθε η ώρα να επιλέξετε. Χρειάζονται πέντε δευτερόλεπτα για να αποφασίσετε. Πέντε δευτερόλεπτα για να αποφασίσετε το σκοπό σας εδώ στον πλανήτη. Πέντε δευτερόλεπτα για να αποφασίσετε αν θα είστε μέρος του προβλήματος ή αν θα είστε μέρος της λύσης. Πρέπει να επιλέξετε. Θέλω να ξέρω αν είστε έτοιμοι να καταθέσετε. Σας δίνω μια μαρτυρία - οι MC5!". Το πλήθος ουρλιάζει εν χορώ. Πηδάω όσο πιο ψηλά μπορώ στον αέρα, στριφογυρίζω και προσγειώνομαι μπροστά στη σκηνή για την εισαγωγή της κιθάρας του Ramblin' Rose…»
Έτσι θυμάται ο κιθαρίστας των MC5 (Motor City 5), Γουέιν Κρέιμερ, που έφυγε σε ηλικία 75 χρονών την περασμένη Παρασκευή, τις δύο συναυλίες που έδωσαν στο Ντιτρόιτ στη γιορτή του Haloween στις 30-31 Οκτώβρη του 1968. Σημειολογικά δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη στιγμή για να περιγράψει τη μεταμόρφωση μιας ολόκληρης γενιάς από παιδιά που ήθελαν να κάνουν το «δικό τους συγκρότημα» το 1964 σε παιδιά που θέλησαν να τα βάλουν με το σύστημα το 1968.
Η συναυλία ηχογραφήθηκε και έγινε ο πρώτος δίσκος του συγκροτήματος. Στην εταιρία που πήρε την δύσκολη απόφαση να τον τυπώσει (για να το μετανοιώσει αργότερα) μπήκε σαν προϋπόθεση, κάτι πρωτοφανές για την εποχή, ο πρώτος δίσκος να είναι ζωντανός. Χάρη στα live τους οι ΜC5 είχαν καταφέρει ήδη να γίνουν η μεγαλύτερη ροκ μπάντα σε μια πόλη που κυριαρχούσε η Motown και η μαύρη μουσική και η μαύρη κοινότητα. Στο εσώφυλλο του δίσκου στα γυμνά σώματά τους είχαν περασμένες καρφίτσες των Μαύρων Πανθήρων.
Φυσικά βυνίλιο και περιτύλιγμα λογοκρίθηκαν από την εταιρία. Αλλά έγιναν πηγή μουσικής έμπνευσης για τις γενιές που τους ανακάλυπταν ξανά και ξανά τις επόμενες δεκαετίες -ξεκινώντας από τον Iggy Pop και τους Stoοges, που ξεκίνησαν τη μουσική τους πορεία σαν το μικρό αδελφάκι των MC5 στα κλαμπ και τις συγκεντρώσεις του Ντιτρόιτ. Και πολιτικής έμπνευσης. Για τον αμούστακο ακόμη γράφοντα στις αρχές της δεκαετίας του ‘80, όπως και για πολλούς άλλους και άλλες, το «ήρθε η ώρα να επιλέξετε» στις πρώτες στροφές αυτού του δίσκου ήταν μια από τις βασικές αφετηρίες πολιτικής στράτευσης.
Οι ίδιοι οι ΜC5 ήταν μια στρατευμένη μπάντα. Ήταν η μοναδική μπάντα που δεν αποσύρθηκε αλλά έπαιξε στην ιστορική συγκέντρωση διαμαρτυρίας που έγινε στο Σικάγο του 1968 έξω από το Συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος απαιτώντας τον τερματισμό του πολέμου, κόντρα στην άγρια καταστολή. Τα μέλη της ήταν μέλη του Κόμματος των Λευκών Πανθήρων που δημιουργήθηκε ένα μήνα αργότερα ακολουθώντας την απάντηση του Ηuey P. Newton των Μαύρων Πανθήρων στο ερώτημα πως μπορεί να βοηθήσει η λευκή νεολαία τον αγώνα τους: Κάνετε Λευκούς Πάνθηρες.
Ανατροπή
Ο «αδελφός Crawford» που άνοιξε για τους MC5 τη συναυλία έγινε «υπουργός για θέματα Θρησκείας» στην Κ.Ε. του κόμματος, ο Κρέιμερ και άλλα τρία μέλη της μπάντας «υπουργοί Πολέμου», ο τραγουδιστής τους Τάινερ, «υπουργός Πολιτισμού» ενώ ο πρόεδρος ήταν ο ποιητής Τζον Σινκλέρ! To «πρόγραμμα» του κόμματος αποδεχόταν τα δέκα σημεία των Μαύρων Πανθήρων και καλούσε σε ανατροπή του καπιταλισμού μέσα από μια «πολιτιστική επανάσταση» που περιλάμβανε μια σειρά διεκδικήσεις «rock’n’ roll, ελεύθερη χρήση μαριχουάνας και ψυχότροπων, ελεύθερο σεξ». Επιπλέον, τα μέλη των MC5 φωτογραφίζονταν κρατώντας κιθάρες αλλά και όπλα μιμούμενα τα μέλη των Μαύρων Πανθήρων.
Πως φτάσαμε σε αυτή τη μεταμόρφωση; Aκολουθεί ένα κολάζ αναμνήσεων από μια σειρά συνεντεύξεις του Γουέιν Κρέιμερ:
«Ήμασταν από το Ντιτρόιτ και περήφανοι γι' αυτό. Το Ντιτρόιτ, η Πόλη των Αυτοκινήτων, όπου μπορούσαμε να χτίσουμε τα πάντα. Οι γονείς μας είχαν πολεμήσει στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο με τις μεγάλες πολεμικές μηχανές που είχαν κατασκευαστεί στο Ντιτρόιτ. Ήμασταν στην πατρίδα του οργανωμένου εργατικού κινήματος. Το Ντιτρόιτ είχε πολύ ισχυρά εργατικά συνδικάτα. Ford, Chrysler, GM και MC5! Μπορούσες να μεγαλώσεις μια οικογένεια με το μισθό ενός εργάτη. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που έρχονταν στην πόλη για να δουλέψουν έφεραν μαζί τους την κουλτούρα τους. Δουλέψαμε σκληρά. Συνδυάζοντας τα μπλουζ του Howlin' Wolf και του John Lee, τους νέους ήχους που έρχονταν από τους Rolling Stones, τους Who και τους Yardbirds, και την ισχυρή δύναμη του πρωτοποριακού κινήματος της free-jazz, δουλέψαμε σε μικρά κλαμπ σε όλες τις μεσοδυτικές Πολιτείες. Νύχτα με τη νύχτα, δουλεύαμε για να τελειοποιήσουμε τον ήχο μας και το σκηνικό μας σόου.
Κάναμε πρόβες στο κέντρο του Ντιτρόιτ κοντά στο πανεπιστήμιο σε μια υποβαθμισμένη περιοχή με φτηνά νοίκια. Στη γειτονιά ήταν το γραφείο της Επιτροπής για τον Τερματισμό του Πολέμου στο Βιετνάμ, το Fifth Estate (underground εφημερίδα), το Artists Workshop. Από εκεί παρακολούθησα την πόλη του Ντιτρόιτ να γίνεται εμπόλεμη ζώνη στις ταραχές του μεγάλου καυτού καλοκαιριού του 1967. Παρακολουθούσα τανκς και τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού από το παράθυρο της κρεβατοκάμαράς μου. Με συνέλαβε ο στρατός λίγο πιο πάνω ως ύποπτο ελεύθερο σκοπευτή επειδή είχα ένα τηλεσκόπιο στο παράθυρό μου.
Εργάτες
Τα πολιτικά μας είδωλα ήταν το Κόμμα των Μαύρων Πανθήρων και “τρελοί” ποιητές όπως ο Άλεν Γκίνσμπεργκ, ο Τσαρλς Όλσον και ο Εντ Σάντερς. Απέναντι στα μίντια που κατηγορούσαν τους εργάτες ότι είναι αντιδραστικοί απέναντι στους χίπις, εμείς τους απαντάγαμε, “έι, αυτοί είναι οι δικοί μας άνθρωποι”.
Το 1968 ήταν ίσως η πιο δραματική χρονιά της ύπαρξης του συγκροτήματος. Ήταν η εστία ανάφλεξης του κινήματος κατά του πολέμου του Βιετνάμ και κάθε κοινωνικού κινήματος της εποχής.... “Και έτσι οι Λευκοί Πάνθηρες έγιναν ένα εργαλείο για να στείλουμε το μήνυμα στην Αμερική ότι θέλαμε να αλλάξουν τα πράγματα. Σαν ιδέες όλα τα σημεία των [Λευκών Πανθήρων] ήταν έγκυρα. Το τέλος της καταπίεσης είναι μια καλή αρχή. Το τέλος ενός οικονομικού συστήματος που βάζει το κέρδος πάνω από τους ανθρώπους είναι έγκυρο. Όλες αυτές είναι θεμελιώδεις αρχές που αξίζει να ληφθούν υπόψη» έλεγε δεκαετίες αργότερα ο Κρέιμερ σε μια από τις συνεντεύξεις του.
Τελικά ούτε η «πολιτιστική επανάσταση» με πολιορκητικό κριό το rock ούτε η ένοπλη πάλη αποδείχτηκαν τα κατάλληλα εργαλεία για να γίνουν οι θεμελιώδεις αρχές, πραγματικότητα. Το 1972 οι MC5 διαλύθηκαν έχοντας βγάλει μόνο τρεις δίσκους, το κόμμα των Λευκών Πανθήρων επίσης, βρέθηκε στο στόχαστρο της αστυνομίας και των μυστικών υπηρεσιών.
Το κόστος ήταν μεγάλο για τον Κρέιμερ που μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας αποστασιοποιήθηκαν από το κόμμα: «Τα περισσότερα συγκροτήματα τελικά διαλύονται, αλλά από την άλλη, τα περισσότερα συγκροτήματα δεν έχουν να αντιμετωπίσουν το FBI να παρακολουθεί τα τηλέφωνά τους ή την αστυνομία να τους κάνει έλεγχο κάθε φορά που βγαίνουν από το σπίτι... Τους MC5 τους έδιωξαν από τη μουσική βιομηχανία και στους Μαύρους Πάνθηρες, έφεραν τις ομάδες θανάτου του FBI... Εμείς είχαμε να αντιμετωπίσουμε την απόρριψη από τη μουσική βιομηχανία, την απόρριψη από τους ίδιους τους συγχρόνους μας, ακόμα και οι ίδιοι οι επαναστάτες σύντροφοί μας στράφηκαν εναντίον μας… Το τελικό αποτέλεσμα ήταν ιδιαίτερα καταστροφικό».
Την δεκαετία του ’70 ο Κρέιμερ, τοξικομανής ο ίδιος, κατέληξε να πουλαει ναρκωτικά, να κάνει φυλακή για πέντε χρόνια, να βγαίνει από την φυλακή, να ξανακυλάει στα ναρκωτικά και στο αλκοόλ -και να ξανακαθαρίζει συνεχίζοντας τη ζωή του σαν μαραγκός σε οικοδομές για μια δεκαετία, μέχρι αργότερα να ξαναστήσει τους MC5 με τα εναπομείναντα μέλη της μπάντας. Συνέχισε να δουλεύει σαν μουσικός και παρέμεινε πολιτικοποιημένος μέχρι το τέλος της ζωής του.
Τα τελευταία χρόνια συνεργάστηκε με τον Billy Bragg για τη δημιουργία του Jail Guitar Doors USA, ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού που παρέχει μουσικά όργανα στους φυλακισμένους. Το jail guitar doors ήταν τραγούδι των Clash στο οποίο μνημόνευαν την κατάληξη του Κρέιμερ στην φυλακή. Οι Clash είναι ένα μόνο από τα πολλά μεγάλα συγκροτήματα που πήραν τους MC5 σαν αφετηρία.
Σε μια από τις τελευταίες του συναυλίες στο Μίτσιγκαν το Μάιο του 2022 o Kρέιμερ είπε: «Είμαστε όλοι MC5 και αν για κάτι πάλεψαν οι MC5 αυτό είναι η δράση. Αυτό είναι που χρειαζόμαστε τώρα. Οι δυνάμεις που είναι εναντίον μας, οι Ρεπουμπλικάνοι, η θρησκευόμενη δεξιά, οι πολυεθνικές του χρήματος, οι διεφθαρμένοι αυταρχικοί πολιτικοί, δεν αστειεύονται. Χρειάζεται να σηκωθούμε και να δουλέψουμε όπως δεν έχουμε δουλέψει ποτέ ξανά στο παρελθόν».