Στον καπιταλισμό, η πρόσβαση στα Πανεπιστήμια είναι αποτέλεσμα ενός ταξικού και άναρχου συστήματος, όπως ταξικός και άναρχος είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός. Δεν εξυπηρετεί ούτε τις επιθυμίες των παιδιών αλλά ούτε και τις ίδιες τις ανάγκες της κοινωνίας. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση καθορίζεται, όλο και περισσότερο, από το κέρδος, από την ελλιπή κρατική χρηματοδότηση, από την «αναρχία» της αγοράς εργασίας και η πρόσβαση σ’ αυτήν από την οικονομική δυνατότητα των οικογενειών των παιδιών που θέλουν να σπουδάσουν.
Σήμερα, το τί και το πού θα σπουδάσει ένα παιδί δεν καθορίζεται από τις επιθυμίες του αλλά από μία σειρά ταξικούς παράγοντες. Έτσι, η τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν είναι «καθολικό δικαίωμα», όπως θα έπρεπε να είναι, αλλά ένα «προνόμιο» για «λίγους και εκλεκτούς», ένα «προνόμιο» που για τα παιδιά της εργατικής τάξης γίνεται όλο και πιο απόμακρο γιατί θα πρέπει να ξεπεράσουν μία σειρά «ταξικών φραγμών».
Μέσα από το «σύστημα εισαγωγής», μέσω πανελλαδικών εξετάσεων, έχει μετατραπεί η δευτεροβάθμια εκπαίδευση, και κυρίως το Λύκειο, σε έναν «προθάλαμο» για τις πανελλαδικές εξετάσεις, στο πρώτο μεγάλο ταξικό «κόσκινο διαλογής». Πέρα από τον αντιεκπαιδευτικό παραλογισμό της «υποταγής» όλης της εκπαιδευτικής διαδικασίας στις πανελλαδικές εξετάσεις, όταν οι θέσεις εισαγωγής σε μία Σχολή είναι περιορισμένες, θα πρέπει τα παιδιά να «ανταγωνιστούν» άλλα παιδιά για να «γράψουν καλύτερα» στα εξεταζόμενα μαθήματα. Αυτός ο «ανταγωνισμός», σε συνδυασμό με την σκόπιμη διάλυση της δημόσιας δευτεροβάθμιας παιδείας, είναι που «σπρώχνει» προς τα ιδιωτικά σχολεία και φροντιστήρια.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το 2020 (τελευταίο έτος αναφοράς) τα νοικοκυριά έδωσαν 3,2 δις ευρώ (!) για «αγαθά» και «υπηρεσίες» (πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας) Εκπαίδευσης. Από τα 3,2 δις, το 1 δις αφορά δίδακτρα για ιδιωτικά σχολεία, τα 681 εκατομμύρια για φροντιστήρια ξένων γλωσσών, 621 εκατομμύρια για την προετοιμασία των μαθητών για μαθήματα του σχολείου και τις πανελλαδικές εξετάσεις. Είναι ενδεικτικό ότι αυτή η δαπάνη αυξάνεται ανάλογα με το εισόδημα του νοικοκυριού. Δηλαδή, όσο υψηλότερο είναι το εισόδημα, τόσο μεγαλύτερη ήταν και η δαπάνη για «αγαθά» και «υπηρεσίες» Εκπαίδευσης. Όμως, η σχέση μεταξύ της αναλογικής επιβάρυνσης των νοικοκυριών και του εισοδήματός τους είναι αντιστρόφως ανάλογη. Δηλαδή, τα νοικοκυριά με υψηλά εισοδήματα δαπανούν περισσότερα χρήματα αλλά μικρότερο ποσοστό του εισοδήματός τους ενώ τα φτωχότερα νοικοκυριά δαπανούν πολλαπλάσιο ποσοστό του εισοδήματός τους. Με λίγα λόγια, μία εργατική οικογένεια θα πρέπει να «θυσιάσει» το μισό εισόδημά της για να μπορεί να σπουδάσει τα παιδιά της. Στις μέρες μας, αυτή η «θυσία» γίνεται όλο και πιο δύσκολη.
Το κόστος των ίδιων των σπουδών καθορίζει και τις επιλογές φοίτησης. Σήμερα, το βασικό κριτήριο επιλογής είναι η Σχολή να βρίσκεται στη πόλη που μένει η οικογένεια και αυτό γιατί τα έξοδα στέγασης και διατροφής για μία εργατική οικογένεια που το παιδί τους ή τα παιδιά τους είναι σε άλλη πόλη είναι από δυσβάστακτα ως απαγορευτικά.
Ας δούμε το ζήτημα της στέγασης. Οι Φοιτητικές Εστίες είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Συνολικά, σε όλη τη χώρα, διατίθενται αυτή τη στιγμή περίπου 13.000 κλίνες σε Φοιτητικές Εστίες, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΝΕΔΙΒΙΜ που έχει την ευθύνη και τη διαχείριση των Φοιτητικών Εστιών. Αν υπολογίσουμε ότι στην τριτοβάθμια εκπαίδευση εντάσσονται περίπου 70.000 φοιτητές ετησίως, για σπουδές από 4 έως 6 χρόνια, σημαίνει πως έχουμε ετησίως περίπου 400.000 φοιτητές. Δηλαδή, η πρόσβαση σε Φοιτητικές Εστίες αφορά αυτή τη στιγμή μόλις το 3,25% (!) των φοιτητών. Ακόμα, όμως, και αυτές οι υπάρχουσες Φοιτητικές Εστίες, εξαιτίας της παλαιότητας και της χρόνιας κρατικής εγκατάλειψης, είναι αχούρια με απουσία θέρμανσης, σάπια κουφώματα, πτώσεις σοβάδων, χαλασμένα υδραυλικά κλπ.
Ενοίκιο
Η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει την κατασκευή 8.150 νέων κλινών σε Φοιτητικές Εστίες πέντε πανεπιστημίων της χώρας. Στην Αθήνα, π.χ., σχεδιάζει στο Πάρκο Πόλης Ζεφυρίου, δίπλα από τον ΧΥΤΑ Φυλής (!), Φοιτητικές Εστίες για το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο και για το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής. Πέρα από το γεγονός ότι στέλνει φοιτήτριες και φοιτητές να μείνουν δίπλα από έναν μολυσμένο ΧΥΤΑ και σε απόσταση μίας ώρας από τις Σχολές τους, αυτές οι νέες Φοιτητικές Εστίες θα είναι μικρές, δεν θα είναι δημόσιες, θα κατασκευαστούν μέσω ΣΔΙΤ και θα έχουν ενοίκιο. Και άμα οι νέες Εστίες έχουν ενοίκιο, είναι θέμα χρόνου να μπει ενοίκιο και στις υπάρχουσες.
Χωρίς Φοιτητικές Εστίες, το κόστος στέγασης «πέφτει» πάνω στις οικογένειες των φοιτητών. Σύμφωνα με τα στοιχεία του δικτύου ηλεκτρονικών αγγελιών Spitogatos, σε πανελλαδικό επίπεδο, για το 2023, το μέσο ενοίκιο ανέρχεται σε πάνω από 10 ευρώ/τ.μ. Η τουριστικοποίηση και οι βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων (AirBnB) μειώνει συνεχώς το διαθέσιμο απόθεμα φοιτητικών κατοικιών (το 2023 ήταν 25% μικρότερο σε σχέση με το 2021) και αυτό αυξάνει συνεχώς τα νοίκια. Πολλοί φοιτητές που σπουδάζουν μακριά από τα σπίτια τους αναγκάζονται είτε να ξαναδώσουν εξετάσεις είτε να παρατήσουν τις σπουδές τους.
Το πόσες είναι οι ετήσιες διαθέσιμες θέσεις εισαγωγής για κάθε Σχολή δεν καθορίζεται από κάποιο επιστημονικό «κριτήριο» αλλά το πόσους φοιτητές μπορεί να «αντέξει» η Σχολή είτε από διδακτικό προσωπικό είτε από κτηριακές και εργαστηριακές υποδομές. Αυτή η «αντοχή» εξαρτάται, αποκλειστικά, από τη χρηματοδότηση της κάθε Σχολής.
Σύμφωνα με το Στατιστικό Δελτίο που συνέταξε το ΚΕΠΥ (Κέντρο Έρευνας και Εκπαίδευσης στη Δημόσια Υγεία, την Πολιτική Υγείας και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας), η τακτική κρατική χρηματοδότηση μειώνεται χρόνο με το χρόνο. Το 2021, η συνολική χρηματοδότηση για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, περιλαμβανομένων κρατικών και διεθνών πόρων, ήταν 1,82 δις ευρώ. Αυτό αντιστοιχεί σε μείωση της τάξης του 18% σε σχέση με το 2008. Από το 2008 έως το 2021, η απώλεια της χρηματοδότησης είναι συνολικά 6,1 δις ευρώ.
Αυτό «μεταφράζεται» σε έλλειψη και κακή συντήρηση υποδομών αλλά, κυρίως, σε ραγδαία μείωση του εκπαιδευτικού και επιστημονικού προσωπικού. Το ακαδημαϊκό έτος 2019-20 το εκπαιδευτικό προσωπικό των πανεπιστημίων ήταν μειωμένο κατά 33% (!) σε σχέση με το 2008. Μέσα σε 12 χρόνια χάθηκαν 7.904 θέσεις εργασίας. Το 2008 ήταν 24.619 άτομα ενώ το 2019 ήταν 16.566. Το 2020, η αναλογία προπτυχιακών φοιτητών προς μέλη ΔΕΠ ήταν σε 47 φοιτητές ανά 1 μέλος ΔΕΠ. Για να έχουμε μία εικόνα, ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 13 φοιτητές ανά 1 μέλος ΔΕΠ.
Η ΕΒΕ, που νομοθετήθηκε το 2021 από τη ΝΔ με πρόσχημα την «ποιοτική αναβάθμιση των σπουδών», ορίζει ένα βαθμολογικό κατώφλι για να εισαχθεί κάποιος υποψήφιος σε κάποιο πανεπιστημιακό Τμήμα. Αν δεν το πετύχει, ακόμα και αν υπάρχουν διαθέσιμες θέσεις, δεν εισάγεται. Έτσι, μόνο η ΕΒΕ αφήνει κάθε χρόνο χιλιάδες υποψηφίους, κυρίως από τα παιδιά της εργατικής τάξης, εκτός ΑΕΙ. Το 2022 έμειναν κενές περίπου 11.00 θέσεις υποψηφίων στα ΑΕΙ. Αυτό, εκτός των άλλων, είναι και παραλογισμός. Έχουμε, π.χ., έλλειψη νοσηλευτών αλλά η κυβέρνηση επέτρεψε στο Τμήμα Νοσηλευτικής στο Διδυμότειχο να «κρατήσει» για τρία χρόνια 100 κενές θέσεις νοσηλευτών κάθε χρόνο. Το ίδιο και για τις Σχολές Δασολογίας, όταν τα δάση καίγονται και τα Δασαρχεία μένουν «γυμνά» από ειδικευμένο προσωπικό.
Η κυβέρνηση «σπρώχνει» τα παιδιά που «μένουν» έξω από τα Πανεπιστήμια στα περίφημα «ιδιωτικά κολλέγια». Το 2021 λειτουργούσαν στην Ελλάδα 32 ιδιωτικά κολλέγια, με 18.100 σπουδαστές/στριες, και ετήσιο κύκλο εργασιών 46,7 εκατ. ευρώ. Κατά την πενταετία 2016-21 σημείωσαν συνολικά κέρδη που ξεπέρασαν τα 16,5 εκ. ευρώ. Οι τίτλοι σπουδών που παρέχουν έχουν ισοδύναμα επαγγελματικά δικαιώματα με αυτά των δημοσίων πανεπιστημίων.
Οι Έλληνες φοιτητές του εξωτερικού ξεπερνούν τους 55.000. Η Ελλάδα είναι, διεθνώς, στην τέταρτη θέση κατ’ απόλυτους αριθμούς και στη πρώτη θέση ανά εκατομμύριο σε φοιτητές εξωτερικού.
Γι’ αυτό, το μεγαλειώδες κίνημα των φοιτητικών καταλήψεων, ενάντια στην ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων, κάνει επίκαιρο το αίτημα για ελεύθερη πρόσβαση όλων στα Πανεπιστήμια. Σε μία αποκλειστικά δημόσια και πραγματικά δωρεάν τριτοβάθμια εκπαίδευση όπου ο καθένας και η καθεμία θα μπορούν να σπουδάζουν αυτό που θέλουν, στη Σχολή που θέλουν, για να μπορούν να προσφέρουν και να καλύπτουν τις ανάγκες της κοινωνίας.
Αυτό σημαίνει αγώνες για την αντιστροφή των προτεραιοτήτων και της κυβέρνησης της ΝΔ και του ίδιου του συστήματος που υπηρετεί.
Δεν θέλουμε να κερδοσκοπούν κάποιοι από την εκπαίδευση των παιδιών μας. Δεν θέλουμε η εκπαίδευση να καθορίζεται από το κέρδος των λίγων αλλά από τις ανάγκες της κοινωνίας. Δεν θέλουμε δισεκατομμύρια για πολεμικούς εξοπλισμούς αλλά δισεκατομμύρια για την Εκπαίδευση. Για καινούρια και σύγχρονα σχολεία με προσλήψεις χιλιάδων μόνιμων καθηγητών όλων των ειδικοτήτων και όχι σχολεία «εξεταστικά κέντρα», για καινούριες Σχολές με σύγχρονες υποδομές και προσλήψεις καθηγητών, με αποκλειστικά κρατική χρηματοδότηση και όχι από «εταιρίες - χορηγούς», για εκπαίδευση και έρευνα που θα προάγει την επιστήμη για να καλύπτει τις ανάγκες της κοινωνίας και όχι για το κέρδος, για Φοιτητικές Εστίες και Εστιατόρια που θα καλύπτουν την στέγαση και την σίτιση όλων των φοιτητών, με πτυχιούχους όλων των ειδικοτήτων που θα μπορούν να δουλέψουν σ’ αυτό που έχουν σπουδάσει και επιθυμούν. Γι’ αυτό το «κίνημα των καταλήψεων» μπορεί και πρέπει να νικήσει και γι’ αυτό πρέπει να έχει την συμπαράσταση όλης της εργατικής τάξης. Γιατί η γνώση είναι δύναμη και για να αλλάξουμε αυτό τον κόσμο αλλά και για να «κτίσουμε ένα νέο κόσμο» που θα καλύπτει όλες τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας.