Η κρίση του ευρώ: Τρέχουν να αποφύγουν “αποκαλυπτικές διαστάσεις”

Και δεν έχει καθόλου άδικο. Η βδομάδα που μας πέρασε ήταν σημείο καμπής για την Ευρωζώνη: την περασμένη Τετάρτη η Γερμανία απέτυχε να πουλήσει τα ομόλογά της. Από τα 6 δισεκατομμύρια που ήθελε να συγκεντρώσει βρήκε αγοραστές μόνο για τα 4. Ηταν η χειρότερη δημοπρασία κρατικών τίτλων από το 2001, από την εισαγωγή του ευρώ.

Οι οικονομικοί σχολιαστές υποστηρίζουν ότι αυτό που έφταιξε ήταν οι μηδαμινές αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων, που βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα: λίγο κάτω από το 2% για τους δεκαετείς τίτλους. Τα επιτόκια, όμως, είναι αυτή τη στιγμή ακόμα χαμηλότερα στη Βρετανία χωρίς να της δημιουργούν αντίστοιχα προβλήματα.

Η γερμανική αποτυχία και η εκτίναξη των επιτοκίων της Ιταλίας και της Ισπανίας στα ουράνια δείχνουν ένα πράγμα: τα κεφάλαια εγκαταλείπουν μαζικά την Ευρωζώνη, όχι γιατί οι αποδόσεις είναι χαμηλές, αλλά γιατί το ρίσκο είναι πια πολύ μεγάλο. Οι "αγορές" φοβούνται ότι σε λίγο η Ευρωζώνη θα έχει πάψει να υπάρχει. Δεν είναι μόνο οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αυτές που στερεύουν από λεφτά: είναι και οι ευρωπαϊκές τράπεζες.

Στο Βερολίνο, το Παρίσι και τις Βρυξέλλες έχει σημάνει συναγερμός. Όλοι αντιλαμβάνονται ότι αν δεν κάνουν κάτι η κρίση θα πάρει, όπως έλεγε ο υπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας τη Δευτέρα, "αποκαλυπτικές διαστάσεις". Αλλά στο τι ακριβώς θα πρέπει να κάνουν, ακόμα και τώρα, στο δώδεκα παρά πέντε, οι ηγέτες της Ευρώπης δυσκολεύονται να συμφωνήσουν. Τα προβλήματα είναι πολλαπλά και τα διαφορετικά και αντικρουόμενα συμφέροντα ακόμα περισσότερα.

Η Γερμανία επιμένει στη γραμμή της πειθαρχίας και των περικοπών. Αυτό που έχει διαβρώσει την εμπιστοσύνη των αγορών στο ευρώ, λέει, είναι τα μεγάλα δημόσια ελλείμματα και τα δυσθεώρητα χρέη του ευρωπαϊκού "Νότου". Η λύση λέει ο Σόιμπλε, ο υπουργός Οικονομικών της Μέρκελ, βρίσκεται στην μεγαλύτερη δημοσιονομική ενοποίηση της Ευρωζώνης -στην μεταφορά ενός μεγάλου τμήματος των αρμοδιοτήτων για την κατάρτιση και την υλοποίηση των προϋπολογισμών των κρατών της Ευρωζώνης από τις πρωτεύουσές τους στις Βρυξέλλες. Ομως αυτή η λύση απαιτεί αλλαγές στις ευρωπαϊκές συνθήκες -και αυτό χρειάζεται όχι απλά μήνες αλλά χρόνια για να γίνει. Και ο χρόνος δεν υπάρχει.

Για να παρακάμψει αυτό το πρόβλημα η Μέρκελ σκέφτεται τώρα να πιέσει για την δημιουργία μιας "ενοποιημένης ζώνης των προθύμων" μέσα στην Ευρωζώνη με διμερείς, διακρατικές συμφωνίες -όπως είχε γίνει παλιότερα και με την συμφωνία του Σένγκεν. Αλλά και αυτή η λύση έχει τρομαχτικά προβλήματα να ξεπεράσει: πρώτα απ' όλα, πολιτικά, δημιουργεί τεράστιες τριβές μέσα στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση και για να ξεπεραστούν αυτές οι δυσκολίες θα χρειαστεί και πάλι χρόνος.

Ευρωζώνη των προθύμων

Αλλά και οικονομικά: είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι για παράδειγμα τα κινέζικα κεφάλαια θα τρέξουν ξαφνικά να χρηματοδοτήσουν τα χρέη της "ζώνης των προθύμων" -επειδή υπόσχεται ότι θα διαχειρίζεται πλέον τους προϋπολογισμούς τους μια επιτροπή "ειδικών" στην Φρανκφούρτη. Ενώ φυσικά έχουν να αντιμετωπίσουν και την οργή του κόσμου -όχι για την διάβρωση της "εθνικής κυριαρχίας" αλλά για την αντιδημοκρατική μεταβίβαση άλλης μιας εξουσίας σε μια διορισμένη, μη εκλεγμένη, επιτροπή "τεχνοκρατών".

Η Γαλλία, από την άλλη μεριά (που κινδυνεύει να δει και η ίδια την πιστοληπτική της ικανότητα να υποβαθμίζεται από την Standard & Poor’s και τις αδελφές της) πιστεύει ότι το πρόβλημα μπορεί να λυθεί μόνο με την παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Οι Κεντρικές Τράπεζες έπαιζαν παραδοσιακά τον ρόλο του δανειστή "έκτακτης ανάγκης". Θεωρητικά μια κεντρική τράπεζα δεν μπορεί να ξεμείνει ποτέ από λεφτά: το μόνο που χρειάζεται να κάνει είναι να βάλει μπροστά τα πιεστήρια. Αλλά δεν αρκεί να τα τυπώσει: τα λεφτά θα πρέπει να φτάσουν και στον προορισμό τους.

Η FED, η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ έχει δύο μηχανισμούς μέσα από τους οποίους προσπαθεί να διοχετεύσει τα λεφτά στην πραγματική οικονομία: τον δανεισμό των εμπορικών τραπεζών και την αγορά κρατικών ομολόγων.

Η ΕΚΤ, όμως, έχει μόνο τον πρώτο: η αγορά κρατικών τίτλων, αυτό που ονομάζεται "ποσοτική χαλάρωση" απαγορεύεται. Οι (ακραία νεοφιλελεύθερες) ευρωπαϊκές συνθήκες δίνουν μόνο στις εμπορικές τράπεζες το δικαίωμα να αγοράζουν κρατικούς τίτλους. Στη συνέχεια οι τράπεζες αυτές μπορούν να καταθέτουν τους κρατικούς τίτλους σαν εγγύηση στην ΕΚΤ και να δανείζονται τα λεφτά που δάνεισαν π.χ. με επιτόκιο 7,2% στην Ισπανία, με 1,25% από την ΕΚΤ.

Φυσικά για να αλλάξουν αυτές οι ρυθμίσεις χρειάζονται και πάλι αλλαγές των ευρωπαϊκών συνθηκών -και αυτό θα κρατήσει και πάλι χρόνια. Αλλά και αυτό το πρόβλημα μπορεί να παρακαμφθεί, μέσω του EFSF, του "Ταμείου Διάσωσης" της Ευρωπαϊκής Ενωσης: αρκεί να θεωρηθεί "εμπορική τράπεζα" ή "ασφαλιστική εταιρεία" (και αυτές έχουν κάποια παρόμοια δικαιώματα).

Αυτό θα μπορούσε να δώσει βραχυπρόθεσμα μια διέξοδο -αλλά δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα. Οι επενδυτές, για να το πούμε απλά, δεν πρόκειται να επιστρέψουν στην Ευρωζώνη, επειδή η ΕΚΤ τυπώνει χρήμα: το αντίθετο θα συμβεί. Το τύπωμα χρήματος κινδυνεύει να δημιουργήσει πληθωρισμό, όπως τη δεκαετία του 1970 -και ο πληθωρισμός και η υποτίμηση του νομίσματος διώχνει αντί να προσελκύει τα κεφάλαια.

Το τι θα γίνει, αυτό κανένας δεν μπορεί να το προβλέψει σήμερα. Το πιο πιθανό είναι ότι τελικά θα βρεθεί, μέχρι τη σύνοδο κορυφής της 9ης Δεκέμβρη μια συμβιβαστική λύση: η Γαλλία έχει ήδη συμφωνήσει στο γερμανικό σχέδιο για την δημιουργία της "ζώνης των προθύμων". Και η Γερμανία θα δεχτεί, σαν αντάλλαγμα υποτίθεται, να παίξει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο η ΕΚΤ τον ρόλο του "εσχάτου δανειστή". Με αυτόν τον συμβιβασμό ίσως να καταφέρουν να ξεπεράσουν τον άμεσο κίνδυνο και να μην πάρει η κατάσταση "αποκαλυπτικές διαστάσεις". Αλλά την κρίση δεν θα καταφέρουν να την ξεπεράσουν. Ούτε την οργή μας.