Αντιφασιστικό και αντιρατσιστικό κίνημα
Στο πλευρό των 9 της Πύλου

16/5, Συνέντευξη τύπου των δικηγόρων υπεράσπισης των «9 της Πύλου». Φωτό: Λένα Βερδέ

Αντιμέτωποι με τις πολύ βαριές κατηγορίες της πρόκλησης ναυαγίου, της διακίνησης ανθρώπων, της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης και της παράνομης εισόδου -που επισύρουν εξοντωτικές ποινές κάθειρξης εκατοντάδων χρόνων και τρομακτικά πρόστιμα- βρίσκονται οι εννέα επιζώντες του ναυαγίου της Πύλου, στους οποίους η κυβέρνηση της ΝΔ επιχειρεί να φορτώσει το μεγαλύτερο ρατσιστικό έγκλημά της με τους πάνω από 600 νεκρούς. Το κατασκευασμένο κατηγορητήριο εναντίον τους ώστε να συγκαλυφτούν οι δολοφονικές ευθύνες του ελληνικού λιμενικού, ανέδειξαν οι συνήγοροι υπεράσπισης των εννέα σε συνέντευξη Τύπου που έδωσαν την Πέμπτη 16 Μάη, εν όψει της δίκης που είχε οριστεί για τις 21 Μάη στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Καλαμάτας.

Η Βίκυ Αγγελίδου, ο Δημήτρης Χούλης, η Έφη Δούση, η Χρυσάνθη Καούνη, ο Αλέξης Γεωργούλης, η Ευγενία Κουνιάκη, ο Σπύρος Πανταζής και η Νατάσα Νταϊλιάνη ήταν καταπέλτης στις καταγγελίες τους. «Το ναυάγιο της Πύλου δεν ήταν ένα τραγικό ατύχημα, ήταν ένα προμελετημένο, οργανωμένο και συνειδητό κρατικό έγκλημα», ξεκίνησε η Β. Αγγελίδου, περιγράφοντας αυτό που είναι ήδη γνωστό από όλες τις έρευνες ανεξάρτητων δημοσιογραφικών πλατφορμών, εγχώριων και διεθνών οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, από την ίδια την FRONTEX, και πάνω από όλα από τις μαρτυρίες επιζώντων: ότι το ελληνικό λιμενικό, όχι μόνο δεν προσπάθησε να διασώσει τους επιβαίνοντες του Αντριάνα, αλλά μετά από 15 ώρες που παρακολουθούσε το σκάφος, αποφάσισε να το ρυμουλκήσει προκαλώντας τη βύθισή του.

«Στη συνέχεια το ελληνικό κράτος αποφάσισε ότι θα πρέπει με οποιοδήποτε κόστος να απεκδυθεί των ευθυνών του κι έτσι διάλεξε στο σωρό εννιά ανθρώπους που κατά την πάγια τακτική του ποινικοποίησε με μηδενικά στοιχεία και τους έστειλε στη φυλακή για έναν χρόνο τώρα με πολύ βαριές κατηγορίες», συνέχισε. Και εκτίμησε ότι «οι ελληνικές αρχές θα προσπαθήσουν σε μια φαστ τρακ διαδικασία στο δικαστήριο, χωρίς το παραμικρό στοιχείο, να καταδικάσουν τους εννιά με σκοπό η Ελλάδα να συνεχίσει με τις ευλογίες της Ευρώπης τις θανατοπολιτικές στα σύνορα».

Ο Δ. Χούλης, αφού υπενθύμισε πως «άλλοι 2.000 άνθρωποι βρίσκονται στις φυλακές ακριβώς με τις ίδιες τακτικές, δηλαδή σύλληψη χωρίς μάρτυρες, καταθέσεις βίντεο», υπογράμμισε πως οι εννιά «δεν εμφανίζονται πουθενά να κάνουν οποιαδήποτε ενέργεια πάνω στο σκάφος». Το ελληνικό λιμενικό, συνέχισε, όχι μόνο έστειλε ένα περιπολικό καταστολής αντί για ναυαγοσωστικό, χωρίς καν σωσίβια πάνω, αλλά είχε και κλειστές τις κάμερες γιατί «ο σκοπός ήταν ένας από την αρχή: όχι διάσωση αλλά προώθηση ή επαναπροώθηση σε άλλη χώρα». Ενώ «μετά το αναποδογύρισμα του σκάφους που προκλήθηκε από τη ρυμούλκηση, έφυγε μακριά και έμεινε από τριάντα λεπτά έως δύο ώρες να τους ακούει να ουρλιάζουν και να πνίγονται χωρίς να κάνει τίποτα».

«Εκφράζουμε έντονη δυσπιστία για το πώς αξιολογήθηκε όλο το αποδεικτικό υλικό που περιλαμβάνεται στη δικογραφία, αυτό που εισέφερε η υπεράσπιση κατά την προδικασία, αλλά και αυτό που είναι δημοσιευμένο και διαθέσιμο στις αρχές, όχι μόνο από τον Τύπο αλλά και από τις ίδιες τις ελληνικές αρχές», σημείωσε η Έ. Δούση, παρουσιάζοντας όλα τα αιτήματα της υπεράσπισης που απορρίφθηκαν χωρίς καμιά ουσιαστική αιτιολογία.

Ενώ αποκαλύπτοντας το πώς εξετάστηκαν οι -μόλις άλλοι εννιά από τους 104- επιζώντες πάνω στους οποίους στηρίζονται οι κατηγορίες, η Χ. Καούνη περιέγραψε πως «ο πρώτος μάρτυρας εξετάζεται στις 6 το απόγευμα της 14ης Ιούνη, λίγες ώρες αφότου οι άνθρωποι έχουν βγει με τα ρούχα βρεγμένα κι έχουν γλυτώσει από το θάνατο, μέχρι τις 3 τα ξημερώματα της 15ης Ιούνη. Σημειωτέον όλοι οι άνθρωποι με το που πάτησαν το πόδι τους στη στεριά συνελήφθησαν» -οι καταθέσεις δε, όπως είπώθηκε στη συνέχεια, έγιναν παρουσία μη πιστοποιημένων διερμηνέων, με κάποιους να μιλούν άλλη γλώσσα από αυτή των επιζώντων.

«Μιλάμε για ανθρώπους που φτάνουν στην Ελλάδα για να διεκδικήσουν ένα καλύτερο αύριο για αυτούς και τις οικογένειές τους και καταλήγουν να καταδικάζονται σε εκατοντάδες χρόνια κάθειρξης με έωλα, διάτρητα κατηγορητήρια», συμπλήρωσε ο Α. Γεωργούλης. «Η υπόθεση της Πύλου είναι πρώτης τάξεως ευκαιρία να δοθεί φως στην ακραία ποινικοποίκηση των αιτούντων άσυλο, να λάμψει η αλήθεια σε σχέση με τις πρακτικές που ακολουθούνται τα τελευταία χρόνια από το ελληνικό κράτος και να αποδοθεί επιτέλους δικαιοσύνη».

«Για όσους ασχολούμαστε με το προσφυγικό το ναυάγιο της Πύλου ήταν ένα προαναγγελθέν έγκλημα», είπε η Ε. Κουνιάκη. «Ξέρουμε επίσης ότι ο κίνδυνος να κατηγορηθείς ως διακινητής δεν αφορά μόνο τους επιβαίνοντες αλλά και τους υπερασπιστές των προσφύγων», συνέχισε, τονίζοντας πως «για μας είναι μια πολιτική δίκη γιατί πολιτική είναι η συνοριακή πολιτική» και καλώντας στις κινητοποιήσεις αλληλεγγύης στους εννιά διωκόμενους.

«Δικαστικό τείχος» για τους συνηγόρους υπεράσπισης χαρακτήρισε την προδικασία ο Σ. Πανταζής. Ενώ στις πάμπολλες μαρτυρίες που συγκλίνουν στην ρυμούλκηση από το λιμενικό ως αιτία της ανατροπής του σκάφους, στάθηκε και η Ν. Νταϊλιάνη, γεγονός που, όπως είπε, καταδεικνύει «τις κατάφωρες παραβιάσεις διεθνούς ναυτικού δικαίου, εθνικού δικαίου, ανθρωπίνων δικαιωμάτων με βασικότερο το δικαίωμα στη ζωή». Και κατέληξε: «Οι εννιά δεν είναι νούμερα, είναι άνθρωποι με ονόματα και ιστορίες. Είναι υποχρέωση όλων μας να μην κλείνουμε μάτια και αυτιά στη συγκάλυψη, στον αποπροσανατολισμό, στον ακραίο κυνισμό».

Τη συνέντευξη, που δόθηκε σε μια γεμάτη αίθουσα στην ΕΣΗΕΑ, συντόνισε ο Δημήτρης Αγγελίδης, δημοσιογράφος στην Εφημερίδα των Συντακτών.