Δεν έχει περάσει ούτε ένας μήνας από τις 9 Ιούνη και η κρίση βαθαίνει, όχι μόνο στη Νέα Δημοκρατία αλλά και στα κόμματα της κεντροαριστεράς -που στις ευρωεκλογές όχι μόνο δεν πέτυχαν να κερδίσουν το παραμικρό από την τεράστια φθορά της αλλά δεν μπόρεσαν να συσπειρώσουν ούτε τους ψηφοφόρους τους, χάνοντας εκατοντάδες χιλιάδες ψήφους συγκριτικά με τις περσινές βουλευτικές εκλογές του Ιούνη.
Το κοινά αποδεκτό πλέον γεγονός -ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι μια κυβέρνηση επί ξύλου κρεμάμενη- βάζει ακόμη πιο επιτακτικά την πίεση στις ηγεσίες στο ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ να βρουν «τι έφταιξε», τι μπορεί να αλλάξει και προς ποια κατεύθυνση, ανεβάζοντας την πόλωση στο εσωτερικό τους. Και στα δύο κόμματα ανάβει η συζήτηση για αλλαγές προσώπων και αλλαγές συμμαχιών που θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν όσο το δυνατό το ταχύτερο μια κυβερνητική εναλλακτική απέναντι στη ΝΔ.
Η πίεση και η συζήτηση για «ενότητα» έρχεται από ένα κομμάτι του κόσμου που θέλει να ξεφορτωθεί -και δικαίως- τον Μητσοτάκη το ταχύτερο δυνατό. Πίεση για «συνεργασίες» υπάρχει όμως και από τα πάνω, από τις ηγεσίες που κινούνται όλο και δεξιότερα προκειμένου να κερδίσουν την εμπιστοσύνη της άρχουσας τάξης (που βλέπει τη ΝΔ αργά ή γρήγορα να καταρρέει) ότι η όποια εναλλακτική διακυβέρνηση ακολουθήσει, δεν θα αποτελεί απειλή για τη «σταθερότητα» και βέβαια για τα συμφέροντά της.
Οι πολιτικές αναζητήσεις των στελεχών και του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ που κινούνται στην προοπτική του «ανοίγματος» δεν κινούνται επουδενί σε μια κατεύθυνση ανατροπής των πολιτικών που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ όλα τα προηγούμενα χρόνια. Πολιτικών που προσαρμόστηκαν ολοένα και περισσότερα στη νεοφιλελεύθερη ατζέντα της ΝΔ δίνοντάς της τη δυνατότητα να επανέλθει το 2019 κομπάζοντας ότι είναι «κυρίαρχη» στο πολιτικό σκηνικό. Πολιτικών των οποίων η στρατηγική εξακολουθεί να αποβλέπει σε μια διαχείριση που δεν επιδιώκει να «σπάσει αυγά», να συγκρουστεί με τους καπιταλιστές, τους διεθνείς «εταίρους» και τις απαιτήσεις τους.
Η «νέα εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης στη ΝΔ» που απεργάζονται τα επιτελεία ένθεν κακείθεν (αν κι εφόσον προκύψει το επόμενο διάστημα, μέσα από τις διεργασίες και τα πλακώματα στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ) θα είναι πολιτικά εξίσου δεξιά με τις αυτόνομες πορείες του Κασσελάκη και του Ανδρουλάκη -αν όχι δεξιότερη πλησιάζοντας προς την όποια αλλαγή διακυβέρνησης.
Η ανάγκη να ανατρέψουμε μια ώρα αρχύτερα τη Νέα Δημοκρατία, μια υπαρκτή άμεση προτεραιότητα για την εργατική τάξη, τη νεολαία, τους φτωχούς, δεν πρόκειται να γίνει πράξη αναμένοντας τα μαγειρεία των κομματικών επιτελείων του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ να καταλήξουν πόσο πιο «ρεαλιστική» και πόσο πιο δεξιά θα είναι η επόμενη πολιτική τους πρόταση.
Μπορεί να γίνει πράξη μέσα από την κλιμάκωση των απεργιών και των διαδηλώσεων για την ανατροπή της ΝΔ εδώ και τώρα. Πρακτικές που έχουν εγκαταλείψει εδώ και αρκετά χρόνια οι ηγεσίες τους, πολιτικές και συνδικαλιστικές -και είναι ο ρόλος της αντικαπιταλιστικής αριστεράς να τις κάνει πράξη μαζί με τα πιο μαχητικά κομμάτια της τάξης, κερδίζοντας τα συνδικάτα και όλο τον κόσμο της Αριστεράς σε ένα ενιαίο μέτωπο δράσης για την ανατροπή του.
Είναι μόνο αυτή η δράση που μπορεί να γκρεμίσει τη ΝΔ, να κλείσει το δρόμο στην ακροδεξιά, να δυναμώσει όλη την Αριστερά. Αυξάνοντας ταυτόχρονα την πίεση στις ηγεσίες της ρεφορμιστικής αριστεράς ότι ο κόσμος που πάλεψε για να φύγει η ΝΔ δεν πρόκειται να επιτρέψει τις πολιτικές της να επιστρέψουν ξανά.
Μέσα σε αυτή τη δράση ανοίγουν σήμερα όλες οι δυνατότητες για τη διαμόρφωση μιας πραγματικής εργατικής εναλλακτικής σε μια στρατηγική σύγκρουσης με τα αφεντικά και τους «εταίρους» τους στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ που μπορεί να σπάσει τον φαύλο κύκλο της αστικής διαχείρισης με εργαλείο τη δύναμη της εργατικής τάξης να ανατρέψει αυτό το σύστημα και να οργανώσει μια κοινωνία για τις δικές της ανάγκες.
Θα γίνει ο Κασσελάκης «παρένθεση»;
Η σύγκρουση έχει ανοίξει για τα καλά μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, η Κεντρική Επιτροπή του οποίου συνεδριάζει στις 7 Ιούλη.
Την περασμένη Τετάρτη οι Τεμπονέρας, Κοτσακάς και Τσιόκας σε κοινό τους κείμενο ανακοίνωσαν ότι αποχωρούν από το οργανωτικό σκέλος του ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλοντας τον Κασσελάκη και επιμένοντας στην «ανάγκη ανασύνθεσης του ευρύτερου αριστερού και προοδευτικού χώρου σε τροχιά προοδευτικής διακυβέρνησης».
Ακολούθησε δύο μέρες μετά η επιστολή 80 στελεχών και 7 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ (ανάμεσα στα ονόματα οι Ο. Γεροβασίλη, Κ. Ζαχαριάδης, Αθ. Λινού, Γ. Ραγκούσης, Χρ. Σπίρτζης, Γ. Τσίπρας, Αλ. Φλαμπουράρης) στην οποία δηλώνουν ότι «η συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων είναι πλειοψηφικό κοινωνικό αίτημα και σε αυτό το αίτημα είμαστε υποχρεωμένοι να ανταποκριθούμε, με τη συγκρότηση μιας μεγάλης προοδευτικής συμμαχίας, ενός μετώπου σε κοινοβουλευτικό και κοινωνικό επίπεδο, που θα κερδίσει την Ν.Δ. στις επόμενες εθνικές εκλογές».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Κασσελάκης από τις ΗΠΑ στις οποίες βρίσκεται εδώ και πολλές μέρες απάντησε απευθυνόμενος στον Αλέξη Τσίπρα, θεωρώντας τον υπεύθυνο για την «ανταρσία»: «Αλέξη, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έγινε για να ρευστοποιηθεί σε ένα κεντρώο σχήμα με συμφωνίες κορυφής έξω από την κοινωνία… Έλα και ανάλαβε και θα είμαι συντεταγμένος στρατιώτης στην προσπάθειά σου χωρίς να σε υπονομεύσω ούτε στιγμή. Αν όμως δεν το επιθυμείς, στήριξέ με να κάνω την προσπάθεια για το κόμμα μας, χωρίς παιχνίδια».
Είχε προηγηθεί την περασμένη εβδομάδα το συνέδριο του «ινστιτούτου Τσίπρα» όπου ανάμεσα στους καλεσμένους ήταν οι Ολάντ, Γιώργος Παπανδρέου, Χάρης Δούκας και ο υπουργός του Μπάιντεν Τζ. Πάιατ. Εκεί ο Τσίπρας χαρακτήρισε καθήκον την ανάληψη «τολμηρών πρωτοβουλιών» τονίζοντας ότι «η πραγματικότητα, τα εκλογικά μαθηματικά, οι πιεστικές ανάγκες της κοινωνίας, επιβάλλουν στα πολιτικά κόμματα της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς να μιλήσουν στον πληθυντικό αριθμό και όχι στον ενικό δίνοντας ρεαλιστική υπόσταση στην προοπτική μιας νικηφόρας Προοδευτικής Συμμαχίας».
Ανέκδοτο
Και εδώ προκύπτει εύλογα το ερώτημα, ποιο είναι το μεγαλύτερο ανέκδοτο; Να καταγγέλλει ο Κασσελάκης τον Τσίπρα και την αντιπολίτευση στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ότι θέλουν να «ρευστοποιήσουν» τον ΣΥΡΙΖΑ «σε ένα κεντρώο σχήμα με συμφωνίες κορυφής έξω από την κοινωνία»; Ή ότι το «νέο» και η «νικηφόρα» απάντηση στη Νέα Δημοκρατία θα έρθουν μέσα από «προοδευτικές συγκλίσεις» του Γιώργου Παπανδρέου και του Αλέξη Τσίπρα;
Ο ΓΑΠ δεν ήταν εκείνος που έφερε και εφάρμοσε το πρώτο μνημόνιο το 2010; Δεν ήταν ο Τσίπρας, που έφερε για ψήφιση το τρίτο μνημόνιο γυρίζοντας την πλάτη στο 62% του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα του 2015; Και οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ στο 17,8% στις εκλογές του 2023. Για να παραιτηθεί τελικά, ανοίγοντας διάπλατα το δρόμο στον Κασσελάκη να τον πάει στο 14,9% στις ευρωεκλογές.
Όποια και να είναι η εξέλιξη των συγκρούσεων στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για το ζήτημα των «συμμαχιών», έχουν σαν κοινό παρονομαστή τη συνέχιση της δεξιόστροφης πορείας του. Πέρα απ’ όλα τ’ άλλα αναδείχτηκε αυτό, μέσα στην προηγούμενη εβδομάδα κι από την πρωτοβουλία της ηγεσίας Κασσελάκη να ανακοινώσει τον «ξαφνικό θάνατο» της καθημερινής Αυγής. Η «επιστολή των 87» περιορίστηκε σε διαμαρτυρίες «επί της διαδικασίας».
Αχ ΠΑΣΟΚ ωραία χρόνια… από τον Ανδρέα ως τον Βενιζέλο
Στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ την περασμένη Κυριακή άνοιξε και επίσημα η μάχη για την ανάδειξη νέου προέδρου. Στη συνεδρίαση της κεντρικής του επιτροπής αποφασίστηκε οι εκλογές για την ανάδειξη της ηγεσίας του να γίνουν στις 6/10 και αν δεν αναδειχτεί πρόεδρος να ακολουθήσει δεύτερος γύρος στις 13/10. Ήδη την πρόθεσή τους να διεκδικήσουν την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ έχουν εκφράσει ο νυν πρόεδρος Νίκος Ανδρουλάκης, ο δήμαρχος Αθήνας Χάρης Δούκας, ο πρώην δημοτικός σύμβουλος Αθήνας Παύλος Γερουλάνος, η Μιλένα Αποστολάκη και ο Μιχάλης Κατρίνης και αναμένεται να ακολουθήσουν κι άλλοι.
Η συζήτηση στην κεντρική επιτροπή στην οποία ανακοινώθηκαν και οι υποψηφιότητες έγινε σε πολωμένο κλίμα. Στην εισήγησή του ο Νίκος Ανδρουλάκης τόνισε: «Κάποιοι μετατρέπουν την αναγκαία αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος σε πασαρέλα προσωπικών φιλοδοξιών… Δεν θα επιτρέψω να γίνει το ΠΑΣΟΚ συνιστώσα κάποιου κεντροαριστερού μορφώματος… Το ΠΑΣΟΚ μεγάλωσε και μπορεί να μεγαλώσει κι άλλο. Και μπορεί να ηγηθεί του προοδευτικού κόσμου της χώρας...να γίνει εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης».
Για τον Ανδρουλάκη, η συζήτηση στο ΠΑΣΟΚ δεν έχει λόγο ύπαρξης γιατί το «ΠΑΣΟΚ μεγαλώνει» και το πρόβλημα έγκειται σε «προσωπικές φιλοδοξίες» και σχέδια «συνωμοσίας» που θέλουν να το διαλύσουν και να το κάνουν «συνιστώσα». Είναι άξιον απορίας πώς μπορεί να καταλήγει σε ένα τέτοιο συμπέρασμα.
Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ στις ευρωεκλογές «πέτυχε» να χάσει 170.000 ψήφους από τις εκλογές του Μαϊου 2023 και 110.000 ψήφους από τις εκλογές του Ιουνίου του 2023. Δεν μπόρεσε να εκμεταλλευτεί ούτε την ευκαιρία της «χαλαρής ψήφου» που του προσέφεραν οι ευρωεκλογές και να πετύχει το βασικό του στόχο που ήταν να περάσει έστω και οριακά τον ΣΥΡΙΖΑ και να γίνει δεύτερο κόμμα.
Δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί αυτή η αποτυχία. Από το 2021, οπότε εκλέχτηκε πρόεδρος ο Ανδρουλάκης, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ ακολούθησε τυπικά μια γραμμή «ίσων αποστάσεων» απέναντι σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Προσβλέποντας, στην πράξη, περισσότερο στην σύγκρουση με τον ΣΥΡΙΖΑ παρά με τη ΝΔ. Στη διάρκεια της πρώτης τετραετίας Μητσοτάκη ο Ανδρουλάκης ψήφισε το 68% των νομοσχεδίων της ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ το 48%.
Υποκλοπές
Παρά τη συναίνεση που παρείχε όλα αυτά τα χρόνια στη ΝΔ, ο Ανδρουλάκης είχε μια τεράστια ευκαιρία να «βγει στον αφρό» ως «αντιπολιτευόμενος» με το σκάνδαλο των υποκλοπών. Ήταν ο ίδιος που βρέθηκε στο κέντρο των «παρακολουθήσεων» του Μεγάρου Μαξίμου. Αλλά πέρασαν μήνες από την αποκάλυψη του σκανδάλου μέχρι να ζητήσει να παραιτηθεί ο Μητσοτάκης κι αυτό με μισή καρδιά κρατώντας «χαμηλούς τόνους» και μην κινητοποιώντας ούτε κατά διάνοια τη βάση του στο δρόμο.
«Η 3η θέση στο πολιτικό σύστημα, δεν μας καθιστά δύναμη ανατροπής ούτε μας βάζει σε τροχιά διακυβέρνησης» ανέφερε ο Χάρης Δούκας στην παρέμβασή του στην ΚΕ του ΠΑΣΟΚ. «Πρέπει να ξαναπιάσουμε το νήμα της Ιστορίας, να φανούμε αντάξιοι της ιστορικής μας διαδρομής. Του Ανδρέα Παπανδρέου της αλλαγής, του Κώστα Σημίτη του εκσυγχρονισμού, του Γιώργου Παπανδρέου των μεγάλων τομών εν μέσω μιας κρίσης που ξεπερνούσε τα όρια και τις δυνάμεις της Ελλάδας, του Ευάγγελου Βενιζέλου που κράτησε την πατρίδα ζωντανή, της αείμνηστης Φώφης Γεννηματά που ξανάχτισε το ΠΑΣΟΚ από τις στάχτες του, και του Νίκου Ανδρουλάκη που ενίσχυσε τα ποσοστά μας. Είναι τώρα η ώρα να ανοίξουμε τον κύκλο της υπέρβασης. Όχι για να κερδίσουμε τον Κασσελάκη, αλλά για να νικήσουμε τη ΝΔ. Θέλουμε ένα μεγάλο ΠΑΣΟΚ που θα ανοίξει, θα ενώσει όλες τις προοδευτικές δυνάμεις και θα νικήσει την ΝΔ, όπως το κάναμε στην Αθήνα».
Το πρώτο που έχει να σχολιάσει κανείς είναι ότι αποτελεί λαθροχειρία εκ μέρους του Δούκα να θεωρεί ότι η ψήφος που του χάρισε τη νίκη στο δεύτερο γύρο της Αθήνας ήταν ψήφος εμπιστοσύνης στον ίδιο και το ΠΑΣΟΚ. Στη διπλανή στήλη ο δημοτικός σύμβουλος Αθήνας Κώστας Παπαδάκης εξηγεί τους λόγους.
Αλλά αυτό που είναι το πιο προβληματικό στην τοποθέτησή του είναι η «τιμητική» αποδοχή εκ μέρους του όλων εκείνων των πολιτικών που άσκησε το ΠΑΣΟΚ και το οδήγησαν στη σημερινή του κατάσταση: Από τα «ένδοξα χρόνια» της «αλλαγής» που έμεινε στα μισά του δρόμου και του σημιτικού «εκσυγχρονισμού» που άνοιξε το δρόμο στην αγορά και τις ιδιωτικοποιήσεις. Μέχρι την εφαρμογή των σκληρότερων μνημονίων από την κυβέρνηση ΓΑΠ και τις κυβερνήσεις σαμαροβενιζέλων που την ακολούθησαν.
Τι εμπιστοσύνη μπορεί να έχει κανείς άραγε στο εναλλακτικό σχέδιο που προβάλλει ο Δούκας απέναντι στη ΝΔ, βαφτίζοντας τα μνημόνια «μεγάλες τομές» και τον Βενιζέλο «σωτήρα» που μαζί με τον Σαμαρά και το ΛΑΟΣ «κράτησε τη χώρα ζωντανή», πεθαίνοντας στη λιτότητα, την ανεργία, τη φτώχεια και την καταστολή, τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού της;