Στις 20 Ιουλίου 1974, συμπλήρωνα δύο χρόνια στρατιωτική θητεία και θα απολυόμουν. Στις 15 Ιουλίου έγινε το πραξικόπημα και μας φόρτωσαν επιπλέον άλλες 7 μέρες. Μέχρι να περάσουν οι μέρες, να φτάσουμε στις 27 που θα απολυόμουν ξεκίνησε ο πόλεμος και η απόλυσή μας αναβλήθηκε επ’ αόριστον. Aπολύθηκα τον Αύγουστο του ’75 μετά από 37 μήνες, τρία χρόνια και ένα μήνα διαρκούς θητείας, ο τελευταίος χρόνος σε συνθήκες πολεμικές.
Υπηρέτησα στο αεροδρόμιο Τύμπου. Είναι αυτό που σήμερα οι Τουρκοκύπριοι το ονομάζουν «Ερτζάν». Ήμουν στην αεροπορία, ήμουν ανθυποσμηναγός. Το αεροδρόμιο της Τύμπου κατασκευάστηκε το 1948 από τους Αγγλογάλλους για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες τους για την επίθεση στο Σουέζ. Είναι ένα τεράστιο αεροδρόμιο.
Ήταν οργανωμένο πάρα πολύ καλά αμυντικά. Σε μια διάσπαρτη περιφέρεια που ήταν αυτή η έκταση, υπήρχαν δεκαπέντε πολυβολεία, τα οποία όταν έριχναν στον αέρα όποιος πιλότος περνούσε θα άλλαζε δρομολόγιο.
Εν καιρό ειρήνης, ήμουν υποδιοικητής του αεροδρομίου. Με την επιστράτευση βέβαια, η δύναμη του αεροδρομίου δεκαπλασιάστηκε, ξεπεράσαμε τους 250. Πριν πάω όμως στην επιστράτευση, θέλω να σας περιγράψω λίγο το κλίμα της εποχής, το κλίμα πόλωσης και αντιπαράθεσης που υπήρχε τότε.
Υπήρχε η ΕΟΚΑ Β, μια οργάνωση η οποία ανατίναζε αστυνομικούς σταθμούς, δολοφονούσε αριστερούς, ξυλοφόρτωνε κόσμο, ξυλοφόρτωνε μακαριακούς και βέβαια όλα αυτά δεν γινόντουσαν μόνο από την ΕΟΚΑ Β αλλά και την αστυνομία. Μέσα στην αστυνομία είχε αρκετή δύναμη η ΕΟΚΑ Β. Η Εθνική Φρουρά υπάγονταν στις οδηγίες του ΓΕΕΘΑ, του ελληνικού στρατού. Μάλιστα, υπήρξαν μεγάλες συγκρούσεις σε σχέση με αυτό το θέμα για τον έλεγχο που είχε η Ελληνική Χούντα πάνω στην Εθνική Φρουρά. Όταν τα πράγματα αγρίεψαν, ο Μακάριος αρνήθηκε να ορκίσει αξιωματικούς. Είπε ότι δεν ορκίζω αυτούς που εσείς επιλέξατε, τους Χουντικούς. Παρ' όλα αυτά, μπήκαν στα στρατόπεδα.
Αυτή ήταν η κατάσταση εκείνη την περίοδο. Θα πρέπει να σας πω ότι για τις δολοφονίες των αριστερών θέλω να σας αναφέρω κάποια στοιχεία και κάποια ονόματα. Το θεωρώ οφειλόμενο φόρο τιμής για ανθρώπους που έκαναν επιλογές που στοίχισαν τη ζωή τους. Θα σας αναφέρω πρώτα τον γιο του Παπαλάζαρου. Ο γιος του ήταν 16 χρόνων παιδί, τον δολοφόνησαν και θέλω να σας πω ότι ο δολοφόνος του ήταν ο Γεώργιος Μπρούντος, αστυνομικός που υπηρετούσε στην Μητρόπολη Πάφου. Αυτά είναι τόσο πολύ γνωστά και κανείς δεν έχει τιμωρηθεί. Από κανέναν δεν έχει ζητηθεί ο λόγος.
Με το πραξικόπημα βέβαια, τα πράγματα αγρίεψαν πολύ περισσότερο, η σύγκρουση και η αντιπαράθεση κορυφώθηκε και εδώ θα σας πω ακόμα ένα όνομα.
Ο καταδρομέας Σαράντος Κωνσταντίνου. Για χρόνια ήταν θαμμένος στο κοιμητήριο, μαζί με τους καταδρομείς που επιτέθηκαν στο Προεδρικό Μέγαρο. Ανήκε στην ίδια μονάδα. Η οικογένειά του ήταν αριστερή. Ποτέ δεν πίστεψαν ότι ο γιος τους είχε συμμετοχή. Ο αδερφός του ήταν τερματοφύλακας της Ομόνοιας, για όσους ξέρουν τα αθλητικά δεδομένα της Κύπρου. Χρειάστηκαν πάρα πολλά χρόνια η οικογένεια του να παλέψει για να αποκαλυφθεί η αλήθεια.
Και η αλήθεια ήταν ότι ποτέ δεν επιτέθηκε στο Προεδρικό. Αυτά αποκαλύφθηκαν επί διακυβέρνησης Χριστόφια, η οποία προχώρησε σε έρευνες και εκταφή των οστών του ανθρώπου. Αποκαλύφθηκε ότι είχε πυροβοληθεί στο πίσω μέρος του κεφαλιού γιατί αρνήθηκε να επιτεθεί στο Προεδρικό.
Κανείς δεν γνωρίζει πόσοι ακριβώς ήταν οι νεκροί του πραξικοπήματος, γιατί στο τέλος αυτοί χάθηκαν μέσα στους έξι χιλιάδες νεκρούς που είχε συνολικά ο πόλεμος του ’74.
Αντίσταση
Και έρχομαι ακριβώς στις 20 Ιούλη όταν αρχίζει η εισβολή. Η Χούντα βρίσκεται πραγματικά σε δίλημμα στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Θα εξοπλίσει αυτόν τον λαό ο οποίος την πολεμούσε πέντε μέρες πριν; Ο κόσμος αντιστεκόταν, έδειξε φοβερή αντίσταση. Την Πάφο δεν μπόρεσαν ποτέ να την καταλάβουν οι πραξικοπηματίες. Αντίθετα έστειλαν ένα καταδρομικό το οποίο είχε μεταφέρει τους οπλίτες της ΕΛΔΥΚ έξω από την Πάφο και βομβάρδιζαν με το πλοίο τους αντιστασιακούς. Ποτέ όμως δεν μπόρεσαν να την καταλάβουν. Και η αντίσταση ήταν παντού, πραγματικά επικρατούσε ένα χάος.
Υπήρξαν αντιφατικές διαταγές που προκαλούν σύγχυση και τραγωδίες. Στις 20 του Ιούλιου, η 195 Μοίρα Πυροβολικού διατάσσεται το πρωί, αφού ξημέρωσε, να βγει από την μονάδα και να πάει στον χώρο διασποράς. Το να βγει το πρωί όταν έχει ξεκινήσει ο πόλεμος μια Μοίρα Πυροβολικού είναι σαν να τη στέλνεις στην αυτοκτονία, στο θάνατο.
Και αυτό έγινε. Τα μισά φορτηγά είχαν βγει από την πύλη και τα μισά ήταν μέσα στο σπρατόπεδο και βομβαρδίστηκαν από την τουρκική αεροπορία. Ήταν ολική η καταστροφή και δεκάδες οι νεκροί φαντάροι. Το ίδιο έγινε με την 194 Μοίρα Πυροβολικού, την οποία πάλι την διάταξαν μέρα μεσημέρι να κινηθεί από την Λευκωσία προς την Κερύνεια. Τη συνάντησε η τουρκική αεροπορία στα μισά του δρόμου. Ολική καταστροφή, δεκάδες νεκροί. Άμα λέμε χάος κι ακυβερνησία από τη Χούντα, μιλάμε για χάος το οποίο κόστιζε ανθρώπινες ζωές σε τεράστιο βαθμό.
Σε κάθε μονάδα, μέσα στα συρτάρια υπάρχουν φυλαγμένα τα απόρρητα επιτελικά σχέδια για περίπτωση πολέμου. Αυτά αποδείχτηκαν ότι ήταν όλα τελείως άχρηστα. Όταν δηλαδή ξεκίνησε ο πόλεμος και ανοίξανε τα συρτάρια ξέρετε τι βρήκαμε μέσα; Βρήκαμε έγραφα τα οποία γράφτηκαν περίπου το 1963-65, σε άλλες εποχές, και μας εξηγούσαν πώς θα καταλάβουμε τους τουρκοκυπριακούς θύλακες. Αυτά ήταν τα επιτελικά σχέδια. Δεν ήταν επιτελικά σχέδια αντίστασης σε μια εισβολή, αλλά σχέδια για το πώς θα εξαλείψουμε τους τουρκοκύπριους από το νησί.
Έτσι λοιπόν στις 20 του Ιουλίου, ο τουρκικός στρατός κατέβαινε στο Πέντε Μίλι, μια όμορφη παραλία πέντε χιλιόμετρα δυτικά της Κερύνειας, σα να έκανε παρέλαση. Οι αλεξιπτωτιστές έπεφταν ανενόχλητοι.
Πανικόβλητη η Χούντα, αναγκάστηκε να ανοίξει τις φυλακές για να βγάλει έξω τους αξιωματικούς και το προσωπικό που υπηρετούσαν στο Εφεδρικό, ένα ειδικό σώμα που είχε καταρτήσει ο Μακάριος, πάνω από 5.000 άτομα, με πολύ καλό οπλισμό, τον οποίο είχε φέρει από τη Τσεχοσλοβακία τότε, για να τους στείλει στο μέτωπο. Και αυτό γίνεται. Μιλάμε για ηρωικά τμήματα, τα οποία έδωσαν την ψυχή τους, και είχαν τεράστιες απώλειες.
Και έρχομαι στο δικό μου. Στο αεροδρόμιο που υπηρετώ, φτάνουν 200 έφεδροι. Έρχονται με τα δικά τους αυτοκίνητα, παρκάρουν μέσα στα χωράφια, στους διαδρόμους του αεροδρομίου, ο καθένας όπου θέλει, και περιμένουν να τους δώσουμε ρούχα. Δεν είχαν να τους δώσουν ρούχα. Είχανε μείνει μερικές σκελέες.
Επαναλαμβάνω ότι μιλούμε για μια χαώδη κατάσταση, η οποία στοιχίζει ανθρώπινες ζωές. Πάρα πολύς κόσμος χάθηκε και στη δική μου μονάδα.
Και έρχομαι σε ένα τελευταίο παράδειγμα, για να εξηγήσω ακριβώς πόσο άθλια έγινε η κατάσταση, μέσα από μια προσωπική εμπειρία, για αυτό το χάος. Ο πόλεμος ξεκίνησε στις 20 του Ιουλίου, είναι ημέρα Σάββατο, και τη Δευτέρα 22 του Ιουλίου, υπογράφτηκε εκεχειρία, η οποία θα ξεκινούσε στις 6 το απόγευμα. Επειδή είχα υπόψη μου τι γίνεται σε τέτοιες καταστάσεις, θεώρησα καλό να πάρω τηλέφωνο την Αεροπορική Διοίκηση Κύπρου, και τους ρωτώ, σε περίπτωση που μας βομβαρδίσουν μετά τις 18.00, τι θα κάνουμε; Η απάντηση ήταν “κλείσε και θα ρωτήσω και θα σε πάρω” κλπ. Δεν με πήραν ποτέ.
Υπάρχουν πολλά τραγικά περιστατικά. Θα σας πω μόνο ένα, για τη διάθεση που υπήρχε μέσα στον κόσμο. Σε ένα από τα πολυβολεία στην Κερύνεια, όταν ξεκίνησε η εισβολή, οι έφεδροι που υπηρετούσαν ρωτούσαν “Να πυροβολήσω;”. Ο Ταγματάρχης απαντούσε “όχι, η διαταγή είναι να μην πυροβολήσουμε”. Αυτό επαναλήφθηκε 2-3 φορές. Ο έφεδρος, με τον οποίο έχω προσωπική γνωριμία, πήρε το πολυβόλο και ετοιμάστηκε να πυροβολήσει. Και πήγε να τον σταματήσει ο ταγματάρχης. Γύρισε το πολυβόλο, σκότωσε τον ταγματάρχη και συνέχισε προς την απόβαση.
Θέλω να κλείσω με το γιατί έγιναν αυτά. Ένα, ο Μακάριος δεν ήθελε να συγκρουστεί με κανένα τρόπο με το “εθνικό κέντρο”. Άσχετα αν το εθνικό κέντρο ήταν η Χούντα. Γι' αυτόν ήταν πάντα το εθνικό κέντρο και δεν ήθελε να συγκρουστεί μαζί του.
Έφτασε στο απροχώρητο όταν οι Έλληνες αξιωματικοί υπονόμευαν κι ετοιμάζονταν για το πραξικόπημα. Ήξερε για το πραξικόπημα. Και ζήτησε από την Χούντα να ανακαλέσει τους Έλληνες αξιωματικούς και έδωσε διορία μέχρι τις 15 Ιούλη να φύγουν. 15 Ιούλη δεν έφυγαν. Πήραν την εξουσία.
Δυστυχώς ούτε αυτός, ούτε άλλες πολιτικές δυνάμεις και κυρίως η Αριστερά ενδιαφέρθηκαν να χτίσουν ένα κίνημα μέσα στην κοινωνία και ιδιαίτερα στην εργατική τάξη που θα μπορούσε να αντισταθεί σε αυτήν την συνομωσία και τις επιβολές.
Υπήρχε ένας ολόκληρος κόσμος ο οποίος ήθελε και συγκρουόταν με τη Χούντα. Ο οποίος ήθελε και ήταν έτοιμος να υπερασπιστεί τη δημοκρατία. Το 1972, θα σας δώσω ένα μόνο παράδειγμα, έγινε απόπειρα ενάντια στο Μακάριο, βομβιστική στον Άγιο Σέργιο. Ο Μακάριος κάλεσε συλλαλητήριο. Ξέρετε πόσο κόσμος μαζεύτηκε σε αυτό το συλλαλητήριο; 180.000 άνθρωποι.
Ήταν το μεγαλύτερο συλλαλητήριο που είχε συμβεί μέχρι εκείνη τη στιγμή στην Κύπρο. Όλος αυτός ο κόσμος είχε δείξει τη διάθεσή του και ήταν έτοιμος να παλέψει. Δυστυχώς, για άλλη μια φορά, η ιστορία μας έδινε ένα μάθημα.
Πως η δύναμη της αλλαγής, της ανατροπής, αυτή που μπορεί να πάει την κοινωνία μπροστά είναι η εργατική τάξη και το κίνημα από τα κάτω. Προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να δουλέψουμε αν δεν θέλουμε να έχουμε ξανά επανάληψη των όσων έγιναν στην Κύπρο 1974.
Ντίνος Αγιομαμίτης
Ο Ντίνος έβαλε την εικόνα του τι σήμαινε αντίσταση στο πραξικόπημα που έγινε στην Κύπρο στις 15 Ιουλίου το 1974. Είναι μια εικόνα που έρχεται να καταρρίψει μια κυρίαρχη αφήγηση για το τι έγινε το 1974. Είναι πάρα πολύ σύνηθες να ακούμε ότι η Κύπρος θυσιάστηκε για να έχουμε δημοκρατία στην Ελλάδα. Είναι πραγματικό αυτό; Οι εικόνες που έφερε ο Ντίνος του τί σήμαινε η αντίσταση λένε πως όχι.
Η Χούντα προχώρησε να κάνει πραξικόπημα στην Κύπρο διότι είχε να λύσει και δικές της εσωτερικές αντιφάσεις. Η Χούντα πρέπει να θυμηθούμε ότι ήταν λαβωμένη μετά από την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Υπήρχαν τρεις ομάδες πρακτικά, του Ιωαννίδη, του Παπαδόπουλου και αυτοί οι οποίοι ήθελαν να κάνουν το άνοιγμα στους πολιτικούς. Η εξόρμηση της Χούντας προς την Κύπρο είχε πολλούς σκοπούς. Αυτό που ήθελαν να κάνουν ήταν μια πετυχημένη επέμβαση στην Κύπρο, γρήγορη, κερδίζουμε και αποχτούμε λαϊκό έρεισμα.
Και βέβαια αυτό που ήθελε να καταφέρει μέσα από αυτή την διαδικασία ήταν στην πραγματικότητα να πάρει το πάνω χέρι στους ανταγωνισμούς που υπήρχαν και εντείνονταν εκείνη την περίοδο. Τους ανταγωνισμούς Ελλάδας-Τουρκίας στην περιοχή, που γίνονταν μέσα σε συνθήκες πραγματικά τεράστιων ανακατατάξεων που είχε μεγάλη σημασία το ποιος θα έπαιρνε το πάνω χέρι. Ταυτόχρονα, η Χούντα ήθελε να βάλει χέρι σε μια προσπάθεια από την ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη, που εκφραζόταν μέσω του Μακαρίου, η οποία ήθελε να παίξει το δικό της ανεξάρτητο ρόλο, πέρα από το τι ήθελε να κάνει η “μητέρα πατρίδα”. Αυτό είναι ένα πλαίσιο στο τι διεκδίκησε η Χούντα μέσα από το πραξικόπημα στις 15 Ιουλίου.
Η εξόρμηση εκείνη κατάληξε σε μια «Επιστράτευση της Σαγιονάρας”. Όταν έγινε η εισβολή στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου, η Χούντα κάλεσε σε επιστράτευση που αποδείχτηκε ένα πραγματικό φιάσκο. Οι φαντάροι που καλούσαν να μπούν στους στρατώνες ήταν κόσμος ο οποίος ήξερε ότι αυτοί που μας καλούνε να πολεμήσουμε είναι οι μακελάρηδες του Πολυτεχνείου. “Για ποιον ακριβώς μας καλούνε να πάμε να πολεμήσουμε και πού είναι ακριβώς ο εχθρός” λέγανε. Υπήρχε ένα γνήσιο ταξικό ένστικτο που έλεγε ότι ο εχθρός μας είναι εδώ και δεν είναι στην Κύπρο. Ακόμα και οι ειδήσεις στις τηλεοράσεις της εποχής περιγράφουν ότι στους στρατώνες φτάνει ο κόσμος ο οποίος φορούσε σαγιονάρες, στους οποίους δεν μπορούσε με τίποτα να επιβληθεί η πειθαρχία. Και αυτό έμεινε και περιγράφεται εν συντομία ως η Επιστράτευση της Σαγιονάρας. Επί της ουσίας μιλάμε για την κατάρρευση της Χούντας από έναν κόσμο ο οποίος πραγματικά είχε όλη την οργή απέναντι στο καθεστώς.
Στην Κύπρο στις 15 Ιουλίου όταν έγινε το πραξικόπημα με σκοπό να ανατρέψουν το Μακάριο (να σκοτώσουν το Μακάριο βασικά) και να εγκαταστήσουν μια κυβέρνηση η οποία θα είναι απόλυτα ελεγχόμενη από την Ελλάδα, υπήρχε αντίσταση. Υπήρχε αντίσταση και στο ίδιο το Προεδρικό Μέγαρο, και στις γειτονιές της Λευκωσίας και στην Αρχιεπισκοπή. Υπήρχε κόσμος ο οποίος πραγματικά βρήκε όπλα, έστησε οδοφράγματα κλπ. Κι αυτά ήταν εντελώς ανοργάνωτα. Γιατί το ΑΚΕΛ που ήταν το βασικό κόμμα της Αριστεράς, δεν είχε αυτόν τον προσανατολισμό, παρότι ήξεραν ότι η απειλή του πραξικοπήματος ήτανε πραγματική.
Ναι υπήρχε αντίσταση στο πραξικόπημα και αυτά είναι που πυροδότησαν όλες τις εξελίξεις για την κατάρρευση της Χούντας.
Χρειάζεται όμως να απαντήσουμε και σε κάποια άλλα από τα βασικά και κυρίαρχα αφηγήματα για το τι ήτανε το 1974. Ξέρετε υπάρχουν κάποια αφηγήματα τα οποία τα υιοθετεί και η Αριστερά. Ένα πάρα πολύ σύνηθες είναι ότι το πραξικόπημα του 1974 που έκανε η Χούντα, ήτανε προδοτικό γιατί άνοιξε την κερκόπορτα για τον τούρκικο Αττίλα κι έδωσε το 36% των εδαφών της Κύπρου στην Τουρκία. Δεν είναι έτσι τα πράγματα.
Σφαγή
Ο Σαμψών, ένας ακροδεξιός τρομοκράτης, ο οποίος είχε το παρατσούκλι «ο σφαγέας της Ομορφίτας», ήταν επικεφαλής του πραξικοπήματος και είχε πίσω του χρόνια επιθέσεων σε βάρος των Τουρκοκυπρίων. Ήταν αυτός ο οποίος το 1963 ηγήθηκε μιας τεράστιας σφαγής Τουρκοκυπρίων στην Ομορφίτα, στη Λευκωσία. Αυτό το πρωτοπαλίκαρο έκαναν πρόεδρο της πραξικοπηματικής κυβέρνησης. Σκοπός του ήταν να προχωρήσει σε ένωση με την Ελλάδα. Και είχε σκοπό να σφάξει όλους τους αριστερούς, ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους.
Στο έδαφος της Κύπρου στην πραγματικότητα παίρνει σάρκα και οστά μία σύγκρουση μεταξύ ελληνικού και τουρκικού καπιταλισμού. Υπάρχουν πάρα πολλά στοιχεία για να δείξουν το κατά πόσο αυτό που ενδιέφερε είτε την ελληνική άρχουσα τάξη, είτε την τουρκική άρχουσα τάξη ήταν το “να σώσουν τους αδερφούς τους” στην Κύπρο. Αυτό που παιζόταν ήτανε ποια από τις δύο χώρες θα κατάφερνε να γίνει το κεφαλοχώρι της περιοχής μέσα σε μια περίοδο τεράστιων ανταγωνισμών. Πρέπει να θυμηθούμε ότι ένα χρόνο νωρίτερα είχαμε τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του Γιομ Κιπούρ. Υπήρχε το εμπάργκο στα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής και το ποιος θα είχε τον έλεγχο της περιοχής ήταν τεράστιο θέμα. Η Κύπρος ήτανε το “αβύθιστο αεροπλανοφόρο”.
Ερχόμασταν μετά από μια περίοδο όπου οι αποικίες της Αγγλίας καταρρέουν κάτω από το βάρος των αντιαποικιακών κινημάτων. Η Κύπρος είναι μέσα σε αυτό το κομμάτι και φτιάχνεται ένα θεωρητικά ανεξάρτητο κράτος το 1960. Και όλα αυτά μέσα σε μια περίοδο, όπου και η Ελλάδα και η Τουρκία εντάσσονται στο ΝΑΤΟ και διεκδικούν ότι μπορούν να εξασφαλίσουν τα συμφέροντα της Αμερικής στην περιοχή.
Θα διαβάσω δύο αποσπάσματα. Το πρώτο είναι μια συνομιλία που είχε ο Ιωαννίδης με τον επιτελάρχη της Εθνικής Φρουράς τον Παύλο Παπαδάκη τον Μάρτιο του 1974, προσπαθώντας να συνετίσει υποτίθεται την Εθνική Φρουρά. Λέει ο Ιωαννίδης «Κοιτάξτε, τώρα τα προβλήματα μας είναι πολύ πιο σοβαρά σε άλλους τομείς όπως βλέπετε. Να έχεις υπόψη σου Παύλο ότι το πετρέλαιο είναι πολύ ανώτερο από ό,τι υπολογίζαμε. Είναι πάρα πολύ και εν πάσει περιπτώσει θα την αγοράσουμε οχτώ φορές στην Κύπρο». Ήταν η περίοδος που είχαν ανακαλυφθεί τα κοιτάσματα του πετρελαίου του Πρίνου.
Στις 15 Ιουλίου του 1974 συνεδριάζει το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας της Τουρκίας. Ο υπουργός Οικονομικών, ο Μπαϊκάλ, λέει «Δεν μας απασχολεί αν θα γίνει πραξικόπημα ή όχι. Αν ανατράπηκε ο Μακάριος ή όχι. Το σημαντικό είναι ότι η Ελλάδα επίσημα θα μας κυκλώσει από τον Νότο. Θα είναι σε θέση να ελέγχει τη κεντρώα και την ανατολική Μικρασία και να δεσπόζει στην Ανατολική Μεσόγειο. Γιατί το φλέγον ζήτημα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις αναφέρεται στο Αιγαίο. Έχει σχέση με την υφαλοκριπίδα. Το πρόβλημα προέκυψε όταν η Ελλάδα ανακάλυψε τα πετρέλαια». Άρα, εν ολίγοις θέλω να πω ότι αυτό που έγινε το 1974 ήταν η σύγκρουση δύο υποϊμπεριαλιστικών δυνάμεων της περιοχής για το ποιος θα έχει το πάνω χέρι.
Θα βάλω ένα τελευταίο σημείο. Το τρίγωνο των ανταγωνισμών στην περιοχή έχει και έναν τρίτο πόλο που χρειάζεται να το βάλουμε και είναι η ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη. Η ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη παίρνει στα χέρια της ένα κράτος με τις συμφωνίες της Ζυριχής του 1960 που θεωρητικά δεν ήταν αυτός ο στόχος της με το εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα απέναντι στην αποικιοκρατία. Θεωρητικά ο στόχος ήταν η Ένωση. Και παίρνουν ένα κράτος στα χέρια τους όπου από την πρώτη στιγμή αυτό που προσπαθεί να κάνει η ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη είναι πρακτικά να εξαφανίσει τους Τουρκοκύπριους μέσα από αυτό το κράτος. Μέσα σε αυτά τα χρόνια που μεσολαβούν η ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη αντιλαμβάνεται τα δικά της ξεχωριστά αυτοτελή συμφέροντα στην περιοχή.
Ότι ίσως και να μην είναι προς το συμφέρον της να ενσωματωθεί η Κύπρος στο ελληνικό κράτος αλλά να είναι πολύ προτιμότερο για τα δικά της συμφέροντα να κινηθεί αυτοτελώς και ανεξάρτητα.
Το 1963 ο Μακάριος προχωράει στην κατάργηση 13 σημείων του Συντάγματος. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να ξεσπάσουν τεράστιες συγκρούσεις, οργανωμένες από την ελληνοκυπριακή πλευρά, και να καταλήξει στο ότι το 18% του πληθυσμού που ήταν οι Τουρκοκύπριοι να κλειστούν σε θύλακες που καταλάμβαναν μόνο το 4% των εδαφών της Κύπρου. Σε θύλακες που δεν μπήκαν οι Τουρκοκύπριοι επειδή μόνοι τους το ήθελαν ή τους ανάγκασε η ΤΜΤ, μια ακροδεξιά οργάνωση τουρκοκυπριακή, αλλά επειδή συστηματικά με σφαγές και δολοφονίες από την ελληνοκυπριακή πλευρά αναγκάστηκαν να κλειστούν εκεί πέρα και να είναι συστηματικά πολιορκούμενοι από την ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη. Όταν λέμε πολιορκούμενοι εννοούμε οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά. Πρακτικά γύρω τους λειτουργούσαν checkpoints και το 1963 όταν έγινε αυτό τότε χαράκτηκε η πράσινη γραμμή. Ο πρώτος Αττίλας φορούσε φουστανέλα και έγινε τότε.
Τελευταίο ζήτημα, ο ρόλος της Αριστεράς. Δυστυχώς, το ΑΚΕΛ μέσα σε αυτές τις συνθήκες υιοθέτησε την άποψη των σταδίων, την άποψη δηλαδή ότι χρειάζεται πρώτα να συνταχτούμε με τη δική μας άρχουσα τάξη, μέχρι να «λυθεί το εθνικό ζήτημα». Έφτασε να στηρίζει τον Μακάριο και την προσπάθεια να καταργήσει τα 13 σημεία του Συντάγματος και μία σειρά από άλλα ολέθρια λάθη που στην πραγματικότητα δεν έδωσαν τη δυνατότητα στην εργατική τάξη και των Ελληνοκύπριων και των Τουρκοκύπριων να δώσουν μια άλλη προοπτική μέσα στα γεγονότα του πολέμου του 1974.
Αργυρή Ερωτοκρίτου
• Τα κείμενα βασίζονται στις εισηγήσεις των δυο ομιλητών στη συζήτηση «Η Κύπρος και η επιστράτευση της σαγιονάρας» που έγινε στο φεστιβάλ ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ 2024