Το μόνο που έλειπε ενόψει των αμερικάνικων εκλογών του Νοέμβρη ήταν μια απόπειρα δολοφονίας υποψήφιου προέδρου. Ο Τραμπ τη γλύτωσε με ένα τραυματισμένο αφτί, αλλά για το αμερικάνικο πολιτικό σύστημα ήταν ακόμη μια κλωτσιά στο στομάχι. Το ισχυρότερο κράτος του πλανήτη πηγαίνει προς τις εκλογές με έναν πρόεδρο που για το κατεστημένο των Δημοκρατικών μέχρι πριν από λίγους μήνες ήταν ο αδιαμφισβήτητος υποψήφιος, ο μοναδικός που είχε στο τσεπάκι του τη νίκη κατά του Τραμπ. Και εν μία νυκτί, μετά το θλιβερό ντιμπέιτ, κατέληξε να γίνεται καθημερινός στόχος από τα ίδια του τα στηρίγματα που τον ελέγχουν για το πόσα συντακτικά λάθη και πόσα κομπιάσματα κάνει σε κάθε ομιλία του. Αλλά ακόμη και όσοι του επιτίθενται από τα μέσα, αναγκάζονται να βαδίσουν τυφλά προς τη Σύνοδο των Δημοκρατικών στα Μέσα Αυγούστου. Εναλλακτική προς το παρόν, δεν υπάρχει.
Από την άλλη, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα έχει περάσει εξολοκλήρου στον έλεγχο του Τραμπ. Η ακροδεξιά από το περιθώριο έχει πλέον πάρει το τιμόνι του κόμματος και μάλιστα χωρίς αντίπαλο. Για το αρχαιότερο αμερικάνικο κόμμα, ο δρόμος για τη νίκη περνάει μέσα από έναν πρόεδρο που επιχείρησε πραξικόπημα το 2020 και καταδικάστηκε για 34 αδικήματα. Φτάσαμε μέσα στο 2024, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα να μην μπορεί να εκλέξει Πρόεδρο Βουλής γιατί ακόμη και οι υποστηρικτές του Τραμπ ανατρέπονταν ως “όχι αρκετά ακροδεξιοί”.
Εικόνα
Πρόκειται για σημάδια βαθιάς κρίσης. Οι αντιδράσεις των Δημοκρατικών μετά την απόπειρα κατά του Τραμπ ενισχύουν την εικόνα του πανικού τους μπροστά σε αυτή την κατάσταση. Ο ίδιος ο Μπάιντεν κάλεσε τον κόσμο να “κατεβάσει την πολιτική θερμοκρασία και την ένταση”. Κάνει δηλαδή το ίδιο που ζητάει ο Τραμπ, ο οποίος έγραψε μετά την απόπειρα εναντίον του ότι “οι Δημοκρατικοί και οι φίλοι τους στα ΜΜΕ ήξεραν πολύ καλά τι έκαναν όταν με παρομοίαζαν με το Χίτλερ.” Και τα δύο κόμματα λένε απροκάλυπτα πως το πρόβλημα είναι πως το κίνημα στοχοποίησε την ακροδεξιά, τους φασίστες και το ρατσισμό. Ζητάνε κατευνασμό της κριτικής απέναντι στους κήρυκες του μίσους, για να τους αφήσουν ανενόχλητους μέχρι το Νοέμβρη.
Η αλήθεια είναι πως κανείς δεν πρόκειται να υπακούσει στις εκκλήσεις του Μπάιντεν για ηρεμία. Ο ανταποκριτής του Λευκού Οίκου για τους Τάιμς της Νέας Υόρκης, Πίτερ Μπέικερ, γράφει πως “η απόπειρα δολοφονίας κατά πάσα πιθανότητα θα σκίσει τις ΗΠΑ στα δύο ακόμη περισσότερο”. “Ο πυροβολισμός ήρθε σε μια στιγμή που οι ΗΠΑ ήταν ήδη βαθιά πολωμένες πάνω σε ιδεολογικές, πολιτισμικές και κομματικές γραμμές, με έναν διχασμό που συχνά μοιάζει με δύο διαφορετικές χώρες, δύο πραγματικότητες. Ποτέ ξανά εδώ και πολλές γενιές, οι Αμερικανοί δεν έβλεπαν τον εαυτό τους τόσο λίγο ως τμήμα μιας κοινής προσπάθειας, αλλά αντίθετα σαν μέλη αντίπαλων στρατοπέδων”. Ο Μπέικερ επικαλείται μια έγκυρη δημοσκόπηση του περασμένου Μάη, σύμφωνα με την οποία 47% των Αμερικανών θεωρούν πως είναι πιθανό ή πολύ πιθανό να ζήσουν έναν καινούργιο εμφύλιο πόλεμο, προτρέποντας ακόμη και το Χόλιγουντ να βγάλει σχετική ταινία πριν από μερικούς μήνες.
Αυτές οι εικόνες επιβεβαιώνουν πόσο υποκριτικό είναι το γεγονός πως Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι ξαφνικά είδαν τον κίνδυνο της “πολιτικής βίας” στην απόπειρα δολοφονίας κατά του Τραμπ. Έχουν ξεχάσει ότι το 2017, επί προεδρίας Τραμπ, οι φασίστες σκότωναν τη Χέδερ Χάιερ στο Σάρλοτσβιλ και τραυμάτιζαν ακόμη 30 διαδηλωτές; Έχουν ξεχάσει τις εκατοντάδες δολοφονίες μαύρων στις ΗΠΑ που από τότε που οι μπάτσοι σκότωσαν τον Τζορτζ Φλόιντ, το 2020, δεν ήταν μόνο ρατσιστικές δολοφονίες, αλλά και κομμάτι της επιχείρησης καθυπόταξης του κινήματος Black Lives Matter; Αλλά, ακόμη κι αν τα έχουν ξεχάσει όλα αυτά, οι ΗΠΑ βίωσαν το Γενάρη του 2020 μια μαζική επιχείρηση κατάληψης του Καπιτωλίου από έναν ένοπλο ακροδεξιό όχλο που δεχόταν τις εντολές του Τραμπ και κυνηγούσε βουλευτές για να τους σκοτώσει.
Το πρωτοφανές κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη που απλώθηκε στα αμερικάνικα Πανεπιστήμια με πολιτική βία προσπάθησαν να το χτυπήσουν από όλες τις κατευθύνσεις, είτε με την αστυνομία και την επίσημη καταστολή, είτε με τις ίδιες ακροδεξιές συμμορίες που επιτέθηκαν στο Καπιτώλιο να περικυκλώνουν τις φοιτητικές κατασκηνώσεις και να βιαιοπραγούν.
Οι συγκρίσεις με το 1968 γίνονται πλέον καθημερινά, στα αμερικάνικα ΜΜΕ. Ρατσισμός και αντιρατσισμός, ξεσηκωμός των καταπιεσμένων, διαδηλώσεις για το Βιετνάμ που οδηγούν τον τότε πρόεδρο Λίντον Τζόνσον να παραιτηθεί από την προσπάθεια για επανεκλογή του. Αν αυτό ήταν το 1968, επιχειρηματολογεί ο Λιουκ Νίχτερ, ιστορικός και ειδικός στον Νίξον και το Γουότεργκειτ: “με τόσες ομοιότητες μεταξύ του 1968 και του 2024, η έλλειψη πολιτικής βίας φέτος ήταν ένα από τα σημεία διαφοροποίησης. Πλέον όμως όχι”.
Πίσω όμως από τις επιφανειακές συγκρίσεις, χρειάζεται να φέρνουμε στην επιφάνεια την αιτία αυτού που οι δημοσιογράφοι ονομάζουν πόλωση. Είναι τα αλλεπάλληλα και βαθιά διλήμματα που αντιμετωπίζει η ηγεσία του αμερικάνικου κράτους και στο εξωτερικό και στο εσωτερικό, στα οποία κανείς δεν έχει πειστικές απαντήσεις.
Ο ανταγωνισμός με την Κίνα απειλεί την ηγεμονία των ΗΠΑ στον πλανήτη. Ο πόλεμος με τη Ρωσία, έχοντας την Ουκρανία ως αντιπρόσωπο, αντί να δώσει ώθηση έχει μετατραπεί σε εστία καινούργιων διχασμών και διλημμάτων. Η Μέση Ανατολή, από την οποία διαρκώς αποχωρούν αλλά διαρκώς παραμένουν, το ίδιο.
Η Σύνοδος του ΝΑΤΟ που ολοκληρώθηκε την περασμένη βδομάδα στην Ουάσιγκτον επιβεβαίωσε όλα αυτά τα ερωτήματα που δεν μπορούν να παραμείνουν αναπάντητα για καιρό. Ο Μπάιντεν είπε πως το ΝΑΤΟ είναι “η μεγαλύτερη συμμαχία που γνώρισε ποτέ ο κόσμος”. Αλλά για το πώς θα νικήσουν τη Ρωσία η απάντηση ήταν πως θα συνεχίσουν να εξοπλίζουν την Ουκρανία. Αυτό δηλαδή που κάνουν όλα τα τελευταία χρόνια χωρίς θετικά γι’ αυτούς αποτελέσματα Υποσχέθηκαν πως η Ουκρανία κινείται “προς το ΝΑΤΟ, χωρίς επιστροφή”, αλλά λίγο παρακάτω στην ίδια διακήρυξη σημειώνουν πως η ένταξη θα γίνει “όταν συμφωνήσουν οι χώρες-μέλη”, δηλαδή μπορεί και ποτέ. Ο Τραμπ είχε κάνει σημαία του όταν ήταν πρόεδρος και αν ξαναβγει θα το κάνει ακόμη περισσότερο, το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι δεν πληρώνουν αρκετά για τους εξοπλισμούς του ΝΑΤΟ. Όπως γράφει ο Άλεξ Καλλίνικος, στην τελευταία στήλη του, “Ο Τραμπ την περασμένη βδομάδα είπε πως η Ευρώπη χρωστάει 100 δισεκατομμύρια τουλάχιστον στις ΗΠΑ για να ισοφαρίσει τα υπέρ Ουκρανίας έξοδα. Υπάρχουν πολλά στελέχη των Ρεπουμπλικάνων όπως ο Έλμπριτζ Κόλμπι, διανοούμενος που ασχολείται με τα ζητήματα Άμυνας, που υποστηρίζουν πως οι ΗΠΑ πρέπει να αφήσουν τους Ευρωπαίους μόνους τους να αντιμετωπίσουν τις αμυντικές τους ανάγκες και οι ίδιες οι ΗΠΑ να επικεντρωθούν στην Κίνα. Ο Τραμπ ήταν ήδη λίγο μπροστά από τον Μπάιντεν στις δημοσκοπήσεις πριν από την απόπειρα δολοφονίας. Τώρα μοιάζει πολύ πιθανό ότι θα κερδίσει το Νοέμβρη. Το ΝΑΤΟ έχει μπροστά του αβέβαιο μέλλον”.
Κοινωνία
Αλλά οι διαχωριστικές γραμμές δεν έχουν να κάνουν μόνο με τα ζητήματα γεωστρατηγικής. Έχουν να κάνουν με τη διαχείριση μιας κοινωνίας σε κρίση. Μιας κρίσης που έχει οδηγήσει στην πτώση του προσδόκιμου επιβίωσης μέσα στις ΗΠΑ, ιδιαίτερα για τις πιο καταπιεσμένες ομάδες του πληθυσμού και εκφράζεται με εκτίναξη των εξαρτήσεων από κάθε είδους παλιά και νέα ναρκωτικά.
Μιας κοινωνίας όμως που έχει γεννήσει νέα μαζικά κινήματα, μαύρων, γυναικών, αντιπολεμικά και νεολαίας, ενώ σε μια σειρά μάχες έχει δείξει δυναμική ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος (αυτοκινητοβιομηχανία, ηθοποιοί, εκπαιδευτικοί, εμπόριο). Οι Δημοκρατικοί συνεχίζουν να ελπίζουν στις δυνατότητες που έχουν για ενσωμάτωση των κινημάτων. Ο Τραμπ απειλεί με νέα κύματα ρατσισμού και καταστολής, ακόμη και με απελάσεις αγωνιστών για καθυποτάξει τους εξεγερμένους. Ακόμη και η Αριστερά του Δημοκρατικού Κόμματος δεν έκανε την παραμικρή προσπάθεια να οργανώσει αυτές τις μαζικές δυνάμεις αντίστασης και να τις στρέψει ενάντια στον Τραμπ, την ακροδεξιά. Αντίθετα επέλεξε να στηρίξει τον Μπάιντεν μέχρι τέλους, ακόμη και τη στιγμή που τον εγκαταλείπει κομμάτι του κατεστημένου.
Οι δυνάμεις του κινήματος που κατάφεραν και έφεραν τα πάνω κάτω και στα Πανεπιστήμια και στους χώρους δουλειάς χωρίς να έχουν καμιά επίσημη βοήθεια, μπορούν ακόμη και τώρα να φράξουν το δρόμο στον Τραμπ.