Μσε ένα κύμα οργισμένων απεργιών και διαμαρτυριών απάντησαν οι υγειονομικοί της Ινδίας στον βιασμό και τη γυναικοκτονία συναδέλφου τους γιατρού στην Κολκάτα (πρώην Καλκούτα) στη Δυτική Βεγγάλη. Με τις κινητοποιήσεις τους κατήγγειλαν τόσο την έλλειψη ασφάλειας στους χώρους δουλειάς απαιτώντας περισσότερα μέτρα προστασίας, όσο και το αστυνομικό-δικαστικό σύστημα της χώρας που πολύ συχνά συγκαλύπτει και αθωώνει τους δράστες των σεξιστικών επιθέσεων.
Η 31χρονη ειδικευόμενη γιατρός βρέθηκε νεκρή στις 9 Αυγούστου στο νοσοκομείο όπου δούλευε, μέσα στην αίθουσα σεμιναρίων όπου είχε πάει να κοιμηθεί το προηγούμενο βράδυ κατά τη διάρκεια της βάρδιας της. Ήταν ημίγυμνη, μέσα στα αίματα, με εκτεταμένα τραύματα σε όλο της το σώμα. Για το έγκλημα συνελήφθη ένας εθελοντής της αστυνομίας, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να σταματήσει τις αντιδράσεις.
Πέντε μέρες μετά, στις 13 Αυγούστου, 300.000 περίπου εργαζόμενοι/ες στην υγεία ξεκίνησαν απεργία διαρκείας, νεκρώνοντας όλα τα μη επείγοντα περιστατικά. Μαζικές διαμαρτυρίες, συγκεντρώσεις και αγρυπνίες γυναικών και αντρών ξεκίνησαν σε μια σειρά πόλεις. Οι κινητοποιήσεις κορυφώθηκαν με 24ωρη πανεθνική απεργία το Σάββατο 17 Αυγούστου με τη συμμετοχή πάνω από ενός εκατομμυρίου υγειονομικών.
Στη Μουμπάι, οι διαδηλωτές/ριες κρατούσαν πλακάτ που έγραφαν: «Οργή κατά του βιασμού» και «Ο πόνος της - η φωνή μας». Στο Δελχί φώναζαν «θέλουμε δικαιοσύνη» και τα πλακάτ έγραφαν: «Θα είμαστε ποτέ ασφαλείς;» και «Αξίζουμε ασφαλή νοσοκομεία». Σε ορισμένα νοσοκομεία, η απεργία συνεχίστηκε και την επόμενη μέρα, όπως στο Γκουτζαράτ από περισσότερους από 6.000 γιατρούς.
Οι απεργοί αντιμετώπισαν την καταστολή της αστυνομίας με δακρυγόνα και αντλίες νερού, καθώς και παρακρατικών συμμοριών. Γύρω στα 1500 άτομα συνελήφθησαν στη Δυτική Βεγγάλη κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων. Στο νοσοκομείο Lady Harding στο Δελχί, αστυνομικοί κλείδωσαν τις πύλες για να αποτρέψουν τους γιατρούς από την πορεία. Αλλά και στο νοσοκομείο όπου δολοφονήθηκε η γιατρός, τραμπούκοι επιτέθηκαν σε διαδηλωτές γιατρούς και λεηλάτησαν το τμήμα επειγόντων περιστατικών.
«Οι γιατροί, ιδιαίτερα οι γυναίκες, είναι ευάλωτοι στη βία λόγω της φύσης του επαγγέλματος», δήλωσε ο Ιατρικός Σύλλογος της χώρας. «Είναι ευθύνη των αρχών να φροντίσουν για την ασφάλεια των γιατρών μέσα σε νοσοκομεία και πανεπιστημιουπόλεις». Όπως αναφέρουν όλα τα δημοσιεύματα, οι συνθήκες εργασίας των γιατρών είναι εξοντωτικές, ενώ μετά από τις βάρδιες 24 ή 36 ωρών αναγκάζονται να κοιμούνται σε διαδρόμους, κρεβάτια ασθενών ή αίθουσες αναμονής.
«Χρησιμοποιώ τις τουαλέτες των ασθενών ή των νοσοκόμων αν μου το επιτρέπουν», είπε η γιατρός Madhuparna Nandi στο BBC. «Όταν δουλεύω μέχρι αργά, μερικές φορές κοιμάμαι σε ένα άδειο κρεβάτι ασθενών στον θάλαμο ή σε μια στενή αίθουσα αναμονής με κρεβάτι και νιπτήρα». Ενώ η Namrata Mitra, παθολόγος, δήλωσε ότι έφερνε τον πατέρα της στη δουλειά επειδή ένιωθε ανασφαλής. «Κατά τη διάρκεια της εφημερίας μου, έπαιρνα μαζί μου τον πατέρα μου. Όλοι γελούσαν, αλλά έπρεπε να κοιμηθώ σε ένα δωμάτιο κρυμμένο σε έναν μακρύ, σκοτεινό διάδρομο».
Οι γονείς του θύματος –στους οποίους η αστυνομία αρχικά είπε ότι η κόρη τους αυτοκτόνησε, ενώ περίμεναν τρεις ώρες για να δουν το σώμα της- πιστεύουν ότι στο έγκλημα εμπλέκονται περισσότερα άτομα. «Θέλουμε δικαιοσύνη για την κόρη μας. Δεν της άξιζε αυτό. Θέλουμε να βγει η αλήθεια», είπε ο πατέρας της.
Μετά τις κινητοποιήσεις και τις σφοδρές καταγγελίες για το χειρισμό της τοπικής αστυνομίας, τη διερεύνηση της υπόθεσης ανέλαβε το Κεντρικό Γραφείο Ερευνών της Ινδίας. Τελευταία εξέλιξη είναι η σύλληψη του Sandip Ghosh, πρώην διευθυντή του νοσοκομείου, ο οποίος αναγκάστηκε να παραιτηθεί αμέσως μετά τη δολοφονία, καθώς φέρεται να κατηγόρησε το θύμα λέγοντας «Ήταν ανεύθυνο εκ μέρους της κοπέλας να πηγαίνει μόνη της στην αίθουσα σεμιναρίων τη νύχτα». Δικαίως οι γιατροί του νοσοκομείου πανηγύρισαν το νέο της σύλληψής του.