Στο Βρανδεμβούργο, το γερμανικό κρατίδιο που περιβάλει το Βερολίνο, το ακροδεξιό AfD απέτυχε τελικά να καταλάβει την πρώτη θέση στις τοπικές εκλογές της περασμένης Κυριακής. Η ηγεσία της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» ήλπιζε να επαναλάβει την «επιτυχία» των εκλογών της 1ης Σεπτέμβρη της Θουριγγίας όπου το AfD αναδείχτηκε σε πρώτη δύναμη με ένα ανατριχιαστικό 33% και μια διαφορά σχεδόν δέκα μονάδων από το δεύτερο κόμμα, τους Χριστιανοδημοκράτες (την παραδοσιακή δεξιά της Γερμανίας).
Πολλοί ανάσαναν με ανακούφιση μετά την ανακοίνωση των exit polls του Βρανδεμβούργου. Και όχι άδικα. Το AfD εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή πριν από μια περίπου δεκαετία, την εποχή που η κρίση χρέους χτυπούσε άγρια την Ευρωζώνη, με μια ευρωσκεπτιστική, ρατσιστική ρητορική: να μην πληρώσουν οι Γερμανοί τα σπασμένα της κρίσης που προκλήθηκε από τους σπάταλους και τεμπέληδες λαούς τους «ευρωπαϊκού νότου» - τους Πορτογάλους, τους Ισπανούς και κύρια τους Έλληνες που όπως έγραφαν τότε οι κίτρινο-φυλλάδες της Γερμανίας έκαναν μόνιμα διακοπές με δανεικά. Στη συνέχεια μετατράπηκε σε ένα κλασσικό ακροδεξιό κόμμα που βάζει κύρια στο στόχαστρό του τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που υποτίθεται ότι έχουν κατακλύσει την Ευρώπη, απομυζούν το «γενναιόδωρο» κοινωνικό κράτος της Γερμανίας και «απειλούν την κουλτούρα και τον πολιτισμό της».
Το AfD έχει σήμερα στο εσωτερικό του έναν μεγάλο και ισχυρό νεοναζιστικό πυρήνα που εκφράζει, με κάθε ευκαιρία, τον θαυμασμό του για τον Χίτλερ και την «ισχυρή Γερμανία» της εποχής του. Ο Μπγερν Χέκε, ο ηγέτης του AfD της Θουριγγίας, έχει καταδικαστεί πολλές φορές για την χρήση απαγορευμένων ναζιστικών φράσεων στις ομιλίες του.
Το AfD προηγείτο σταθερά στα γκάλοπ που γίνονταν μέχρι και τις τελευταίες εβδομάδες στο Βρανδεμβούργο με τρις περίπου μονάδες διαφορά από το δεύτερο κόμμα, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), το κόμμα του καγκελάριου Όλαφ Σολτς που κυβερνάει αδιάκοπα από το 1991 μέχρι σήμερα το κρατίδιο. Η τρικομματική ομοσπονδιακή κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών, Πράσινων και Φιλελεύθερων είναι πλέον, ύστερα από σχεδόν τρία χρόνια στην εξουσία, μια από τις πιο μισητές κυβερνήσεις της μεταπολεμικής ιστορίας της Γερμανίας.
Μετά τα καταστροφικά αποτελέσματα της Θουριγγίας και της Σαξονίας της 1ης Σεπτέμβρη, όπου και τα τρία κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού «πάτωσαν», ο Σολτς προσπάθησε να φρενάρει την άνοδο της ακροδεξιάς με την γνωστή ηλίθια συνταγή που βλέπουμε αυτόν το καιρό στη μια μετά την άλλη τις ευρωπαϊκές χώρες: υιοθετώντας την ρατσιστική ατζέντα του ίδιου του AfD. Στις 9 Σεπτέμβρη το υπουργείο Εσωτερικών της Γερμανίας ανακοίνωσε την «προσωρινή επαναφορά των ελέγχων στα σύνορα» με στόχο την αναχαίτιση της «παράνομης μετανάστευσης».
Θα ήταν τελείως λάθος να πιστέψει κανείς ότι η εκλογική αντιστροφή του Βρανδεμβούργου οφείλεται σε αυτή την απόφαση της κεντρικής κυβέρνησης. Όπως έχει δείξει -και συνεχίζει να δείχνει- η ιστορία, η υιοθέτηση της ρατσιστικής πολιτικής της ακροδεξιάς νομιμοποιεί και ενισχύει τα κόμματα σαν το AfD αντί να τα αδυνατίζει.
Αυτό που αντέστρεψε τα προγνωστικά στο Βρανδεμβούργο ήταν τα αντιφασιστικά αντανακλαστικά του ίδιου του κόσμου, που έσπευσε να ψηφίσει «με κλειστή τη μύτη» το κόμμα του Σολτς, όχι γιατί τρέφει κάποια ελπίδα για αυτό αλλά γιατί, όντας το δεύτερο κόμμα στα γκάλοπ, είχε τις περισσότερες ελπίδες να βρεθεί μπροστά από το AfD την Κυριακή. Το SPD δεν πήρε ψήφους από το AfD: πήρε ψήφους από τους συνεταίρους του στην κεντρική κυβέρνηση -τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους. Και πήρε ψήφους από το CDU, την δεξιά που ελπίζει να πάρει την εξουσία στις ομοσπονδιακές εκλογές που θα γίνουν του χρόνου.
Για την άνοδο της ακροδεξιάς δεν φταίει ο «κόσμος που έχει γίνει φασίστας». Φταίει η ποδοπάτηση της δημοκρατίας από τα κόμματα του «κέντρου». Στη γειτονική Γαλλία ο Μακρόν διόρισε πριν λίγες ημέρες «την πιο δεξιά κυβέρνηση της τελευταίας δεκαετίας» με επικεφαλής τον Μισέλ Μπαρνιέ παρόλο που τις εκλογές τις είχε κερδίσει το Νέο Λαϊκό Μέτωπο της Αριστεράς. Σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση η οικονομική πολιτική –ο νεοφιλελευθερισμός– είναι «δεδομένη» από τις ευρωπαϊκές συνθήκες και ανεξάρτητη από το τι και ποιόν ψηφίζουν οι πολίτες.
Στην Γερμανία του 1930 οι κυβερνήσεις που προηγήθηκαν του Χίτλερ κυβερνούσαν συστηματικά με «προεδρικά διατάγματα» αδιαφορώντας όχι μόνο για την βούληση του λαού αλλά και για το ίδιο το κοινοβούλιο. Το τέλος αυτής της διαδρομής ήταν η παράδοση της εξουσία από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στον Χίτλερ (που δεν κέρδισε ποτέ πραγματικά την εξουσία μέσα από εκλογές).
Ο κόσμος όλος υποδέχτηκε με ανακούφιση τα αποτελέσματα του Βρανδεμβούργου. Αλλά η μάχη ενάντια στην ακροδεξιά και τους φασίστες δεν έχει τελειώσει ακόμα, ούτε στη Γερμανία ούτε πουθενά. Ούτε οι υποχωρήσεις απέναντι στον ρατσισμό, ούτε οι εκβιασμοί «ψηφίστε SPD» για να μην έρθει το AfD, «ψηφίστε Μακρόν για να μην έρθει η Λεπέν» πρόκειται να τους σταματήσουν. Η μοναδική μας ελπίδα για να τους σταματήσουμε είμαστε εμείς οι ίδιοι – το αντιφασιστικό και αντιρατσιστικό κίνημα, το «πεζοδρόμιο» μπορεί να τους στείλει πίσω στους υπονόμους τους.