Δημήτρης Λιβιεράτος: “Όταν κυβερνούσε ο κόσμος της Αντίστασης”

Μέχρι τότε η εξουσία στις επαρχίες, τις κοινότητες και τους νομούς ήταν άνθρωποι της δικτατορίας, είχαν διοριστεί από το Μεταξά και ποιοτικά δεν ήταν ό,τι καλύτερο είχε η ελληνική κοινωνία. Από το τέλος του ‘41 άρχισαν να αποσύρονται από φόβο μην τους πλακώσουν στο ξύλο οι χωριάτες και οι κάτοικοι των επαρχιακών πόλεων. Το ίδιο συνέβη και με τη χωροφυλακή. Οι σταθμοί είτε άρχισαν να καταλαμβάνονται από τους αντάρτες οι οποίοι έπαιρναν τα όπλα τους είτε μερικοί προσχωρούσαν στο αντάρτικο ή άλλοι αποσύρονταν στις μεγάλες πόλεις. Τότε λοιπόν παρουσιάστηκε ένα κενό εξουσίας.

Αρχισε ένα κύμα κατάληψης των κοινοτικών καταστημάτων και της λειτουργίας της εξουσίας. Και στο μέτρο που απελευθερωνόταν η Ελλάδα στα βουνά απάνω και πολλαπλασιάζονταν οι αντάρτες και τα αντάρτικα τμήματα, αυτή η εξουσία επεκτεινόταν. Κάποια στιγμή αυτή η ποσοτική κίνηση πήρε και την ποιοτική της μορφή. Το Δεκέμβρη του 1942 στο χωριό Κλειτσός της επαρχίας Δολόπων του Καρπενησίου συναντήθηκε η αχτιδική της εποχής εκείνης. Ηταν ένας δημοσιογράφος του Καρπενησίου, ένας δάσκαλος, δύο αγρότες και ένας τελειόφοιτος της Νομικής. Αποφάσισαν εκεί να καταγράψουν τους κανόνες με τους οποίους πρέπει να λειτουργούν οι κοινότητες.

Από εκείνη τη συζήτηση εβγήκε ο “Κώδικας Ποσειδών” όπως ονομάστηκε, ο Κώδικας της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης. Τα αντάρτικα τμήματα του Αρη στην περιοχή κατάλαβαν τη σημασία αυτού του κώδικα που είναι μνημείο ακόμα και της ελληνικής γλώσσας από άποψη γραφής. Ο Αρης ιδιαίτερα κατάλαβε τη σημασία αυτής της λαϊκής αυτοδιοίκησης και την έκανε διαταγή του γενικού αρχηγείου που εφαρμοζόταν μετά σε όλη την ελεύθερη Ελλάδα. Και φανταστείτε ότι φτάσαμε κάποια στιγμή η ελεύθερη Ελλάδα, των βουνών δηλαδή το κράτος, να είναι τα τρία τέταρτα. Η εξουσία ήταν δηλαδή στα χέρια εργατών και χωρικών και απλά την παρέδωσαν. Αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση για άλλη ώρα.

Να σταθούμε σε μερικές λεπτομέρειες της λαϊκής αυτοδιοίκησης, πόσο ώριμο ήταν το πράγμα της κατάληψης της εξουσίας. Η λαϊκή αυτοδιοίκηση στηριζόταν σε μια επιτροπή που έβγαινε από τη γενική συνέλευση των κατοίκων. Οι κάτοικοι ψήφιζαν. Για πρώτη φορά συμμετείχαν άντρες και γυναίκες. Και ψήφιζαν άντρες και γυναίκες και μάλιστα από 18 ετών. Γι’ αυτό είναι ψέμα όταν λένε ότι η ψήφος των γυναικών καθιερώθηκε το 1952. Καθιερώθηκε το 1942 το Δεκέμβρη και λειτούργησε σε όλη την ελεύθερη Ελλάδα ακόμα κι όταν έγιναν οι παράνομες εκλογές του εθνοσυμβουλίου και στις παράνομες περιοχές όπως η Αθήνα, ο Πειραιάς, η Θεσσαλονίκη.

Επιτροπή

Η λειτουργία του είναι να λύνει όλα τα προβλήματα του χωριού. Απέκλειε τα διαζύγια και τις προδοσίες που ήταν αρμοδιότητες του ανταρτοδικείου. Ολα τα άλλα μπορούσαν να δικαστούν από τη λαϊκή δικαιοσύνη. Η γενική συνέλευση του κάθε χωριού έβγαζε μια επιτροπή η οποία δίκαζε όλες τις διαφορές. Ο Γεωργούλας Μπέικος ο οποίος ήταν επικεφαλής της επιτροπής γράφει στα απομνημονεύματα του ότι πολύ ήθελαν να την ονομάσουν σοβιετική ή επαναστατική, αλλά για μεγαλύτερη συμμετοχή την ονόμασαν λαϊκή επιτροπή, λαϊκή εξουσία, λαϊκή δικαιοσύνη, λαϊκή πολιτοφυλακή.

Λειτούργησε τόσο καλά ώστε για πρώτη φορά στην ελληνική ύπαιθρο έσβησε η παρανομία, η ληστεία, οι βιασμοί, οι κλοπές, τα πάντα. Ηταν για πρώτη φορά δυνατόν οι γυναίκες να κυκλοφορούν μόνες τους στο βουνό χωρίς να φοβούνται. Ακόμα πιο σημαντικό έφερε κοντά σε κοινωνίες καθυστερημένες φοβερά τα αγόρια και τα κορίτσια. Κάθε απόγευμα προς βράδυ μετά τις δουλειές είχε καθιερωθεί να μαζεύονται στις πλατείες του χωριού και εκεί με το χωνί γιατί δεν υπήρχαν ραδιόφωνα η οργάνωση να τους μεταδίδει τις ειδήσεις, τι γινόταν στα μέτωπα, τις άλλες περιοχές, τις άλλες χώρες. Εκεί συναντιόνταν και χωρίς κανένα εμπόδιο από τις οικογένειές τους πια τα αγόρια και τα κορίτσια.

Ηταν μια μεγάλη επανάσταση στην κοινωνία την ελληνική. Ακόμα και οι τηλεπικοινωνίες δουλέψαν εκείνο τον καιρό, ακόμα και με συρματοπλέγματα συνδεθήκανε τα φορητά τηλέφωνα για να έχει επικοινωνία όλη η ελεύθερη Ελλάδα. Επίσης δούλεψε άριστα η εκπαίδευση, η αλληλεγγύη της εποχής γι’ αυτό δεν έχουμε θανάτους πείνας ακόμα και στα πιο φτωχά χωριά όπως είχαμε στην Αθήνα και τις άλλες μεγάλες πόλεις. Οι επιτροπές κατανέμανε τη σοδειά, κανείς δεν έμενε νηστικός, χωρίς εκπαίδευση και περίθαλψη. Νοσοκόμοι και γιατροί από τις πόλεις γυρίζανε με τα άλογα σε όλα τα χωριά σε αυτή την εξουσία.

Εκεί που άρχισαν να χαλάν τα πράγματα ήταν όταν ανέβηκε η ηγεσία πάνω, από την Ανοιξη του ‘44. Η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος σε καμιά περίπτωση δεν ήθελε τη λαϊκή αυτοδιοίκηση. Δεν ήθελε να δώσει λαβή στις εθνικές κυβερνήσεις ότι κάνει λαϊκή εξουσία και επειδή δεν μπορούσε πια να την καταργήσει, θέλησε να την εκφυλίσει. Ο Σιάντος που έγινε τότε γραμματέας Εσωτερικών της τότε κυβέρνησης πήρε τον κώδικα Ποσειδώνα και τον “βελτίωσε”. Δηλαδή του έκοψε όλα τα κομμάτια εκείνα που έλεγαν για πολύ λαϊκή εξουσία.

Ακόμα οι επιτροπές αυτές προχώρησαν μέσα στις πόλεις. Οταν απελευθερώθηκε για μερικές μέρες η Καρδίτσα, η Καλαμπάκα, ο Βόλος, οι λαϊκές επιτροπές αυτές έγιναν εξουσία. Και έτρεξε αμέσως η ηγεσία του κόμματος να τις καταργήσει. Δεν παίρνουμε την εξουσία έλεγε. Εμείς μετά τον πόλεμο θα κάνουμε εκλογές και ο λαός θα αποφασίσει. Έδειχνε την καλή της διαγωγή απέναντι στην αστική τάξη. Ηταν το ίδιο που συνέβη στη Θεσσαλονίκη που άφησε την απεργία χωρίς πληροφόρηση, χωρίς καθοδήγηση.

Ομως αυτή η εξουσία λειτούργησε όλα αυτά τα χρόνια. Οταν πήγα στην Καβάλα είδα ότι τον Απρίλη του ‘45 ακόμα λειτουργούσαν οι επιτροπές δικαιοσύνης της λαϊκής δικαιοσύνης. Δεν είχε καταφτάσει ακόμα το κράτος της Αθήνας και των Άγγλων εκεί πάνω. Και ο λαός της περιοχής εμπιστευόταν αυτές τις αποφάσεις.

Είναι μια παράδοση που κρύβεται. Η ελληνική ιστορία έχει πολλές εκρήξεις λαϊκές, εργατικές, αγροτικές και δουλειά δικιά μας είναι να τις βγάλουμε στην επιφάνεια. Εκείνη την εποχή έγινε αυτό που λέμε επανάσταση. Η βδομάδα ήταν ώρα, ο μήνας γινόταν μέρα, τόσο γρήγορα πηγαίναν τα πράγματα. Η επανάσταση ξυπνά συνειδήσεις. Δεν είναι η επίθεση στα χειμερινά ανάκτορα. Γίνεται σε κάθε χώρα και σε κάθε τόπο διαφορετικά. Το ίδιο ισχύει και σήμερα. Οταν ανεβαίνει το επίπεδο του λαού, των εργατών, των χωρικών να ξέρουμε τι θα τους πούμε. Να μη μείνουν σε αμηχανία, να τους πούμε πώς καταλαμβάνεται η εξουσία. Εκπαιδευόμαστε εδώ για να μπορεί ο καθένας να επέμβει.

Διαβάστε επίσης

Μαρία Στύλλου: Ο δρόμος για τον επαναστατικό μετασχηματισμό