«Το μέλλον μας δεν είναι ο καπιταλισμός» είναι ένα σύνθημα που το φωνάζουμε πολλές φορές στις διαδηλώσεις και στις εκδηλώσεις. Αλλά όταν συνοδεύει τη φωτογραφία των απεργών καθαριστριών που διαδηλώνουν με υψωμένες γροθιές, αποκτάει μια άλλη, πολύ χειροπιαστή διάσταση. Ποια είναι αυτή, το αναλύει η Μαρία Στύλλου στο ομότιτλο άρθρο το οποίο «ανοίγει» το νέο τεύχος του περιοδικού Σοσιαλισμός από τα Κάτω που κυκλοφορεί αυτή τη βδομάδα.
«Το πόσοι πολλοί άνθρωποι είναι ανοιχτοί στην ιδέα ότι μπορούν να αλλάξουν την κοινωνία είναι κάτι που βρίσκεται σε κίνηση όταν συμμετέχουν σε μεγάλες μάχες» γράφει. Και από αυτή την άποψη «η αλλαγή είναι πιο έντονη τους τελευταίους μήνες». Φούντωμα των απεργιακών μαχών σε συνδυασμό με πολιτικές μάχες «για τα Τέμπη, την Πύλο, τις πλημμύρες στη Θεσσαλία, τις πυρκαγιές στην Αττική και βέβαια ενάντια στην εθνοκάθαρση των Παλαιστινίων και τον πόλεμο του Ισραήλ στον Λίβανο». Μια κατάσταση που θυμίζει τη σύνδεση που έκανε η Ρόζα Λούξεμπουργκ ανάμεσα στους οικονομικούς και τους πολιτικούς αγώνες στο κλασσικό της βιβλίο Μαζική Απεργία Κόμμα και Συνδικάτα.
«Το ίδιο το σύστημα δημιουργεί καταστάσεις όπου οι εξελίξεις παίζονται ανάμεσα στην καταστροφή και τις εξεγέρσεις. Ο ρόλος της Αριστεράς είναι να σπρώξει προς το δεύτερο σκέλος και να το ανεβάσει σε νικηφόρες επαναστάσεις. Αλλά αυτό απαιτεί ρήξη με τις στρατηγικές και τις επιλογές μιας προηγούμενης περιόδου». Είναι απαραίτητο να δυναμώσουμε την επαναστατική Αριστερά όχι για να «ταμπουρωθεί» μέχρι «ν’ αλλάξουν οι συσχετισμοί» αλλά για να πάρει πρωτοβουλίες νικηφόρων μαχών που θα τη συνδέουν με την «κοινωνική αντιπολίτευση», με προοπτική την σύγκρουση με το σύστημα και όχι τη διαχείρισή του.
«Δεν είναι αρκετό να τρέχουν όλες οι ηγεσίες των διαφορετικών φορέων της Αριστεράς να χαιρετίσουν τους πυροσβέστες εκ των υστέρων, όταν έχουν φτάσει να συγκρούονται με τα ΜΑΤ. Η σωστή αντιμετώπιση είναι να έχουν αυτόν τον προσανατολισμό έγκαιρα και πρωτοβουλιακά. Η κοινή δράση ενάντια στις επιθέσεις των αφεντικών, της κυβέρνησης και της ακροδεξιάς αποτελεί βασικό καθήκον και πρέπει να είναι στις προτεραιότητες της επαναστατικής Αριστεράς, ακριβώς επειδή είναι εκείνο το τμήμα της Αριστεράς που έχει εμπιστοσύνη στην κίνηση της εργατικής τάξης και στα προχωρήματα που αυτή φέρνει (...). Μπαίνουμε μπροστά στην πάλη για την ανατροπή της κυβέρνησης ακριβώς γιατί βλέπουμε αυτή την ανατροπή σαν αφετηρία για να προχωρήσει η εργατική τάξη στο μέλλον που της αξίζει, στην ανατροπή του ίδιου του συστήματος του κέρδους».
Ο Πάνος Γκαργκάνας στο άρθρο «Πολιτική κρίση, συστημική κρίση» εξηγεί γιατί το «στρίμωγμα» της κυβέρνησης δεν είναι απλά ζήτημα «φυσιολογικής φθοράς» αλλά κομμάτι μιας ευρύτερης κρίσης που αποσταθεροποιεί όχι μόνο οικονομικά αλλά και ιδεολογικά και πολιτικά την άρχουσα τάξη. Γράφει συγκεκριμένα: «Η σημερινή πολιτική κρίση έχει υπόβαθρο στον πολιτικό σεισμό του 2012, τότε που η Νέα Δημοκρατία έπεφτε από το 33% στο 18,8% και το ΠΑΣΟΚ από το 44% στο 13,2%. Ο σημερινός κατακερματισμός αποτελεί συνέχεια από εκείνον τον κατακερματισμό μέσα σε συνθήκες όπου τα προβλήματα επανέρχονται σε όλα τα επίπεδα».
Μια τέτοια ανάλυση δεν γίνεται για να εφησυχάσουμε. «Οι διαχειριστές ενός συστήματος σε πολύπλευρη κρίση χάνουν το όποιο κύρος διέθεταν, αλλά αυτό δεν μεταφράζεται σε αυτόματη ανατροπή της μισητής κυβέρνησης, ούτε του συστήματος που υπηρετεί». Για να αντιμετωπίσουν αυτή την κρίση οξύνουν τις ρατσιστικές επιθέσεις ανοίγοντας το δρόμο στην ακροδεξιά και τους φασίστες. «Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας μέσα στην κρίση της είναι και αποδυναμωμένη πολιτικά αλλά και επικίνδυνη. Η εμπειρία έχει δείξει ότι δεν μπορούμε να στηριζόμαστε στην κοινοβουλευτική Αριστερά για να δώσει λύσεις. Η επαναστατική Αριστερά έχει μπροστά της την πρόκληση να αξιοποιήσει τις δυνατότητες που ανοίγονται για την ανατροπή, κλιμακώνοντας τους αγώνες σε όλα τα μέτωπα: ενάντια και στη φτώχεια και στον πόλεμο και στην περιβαλλοντική καταστροφή και στον ρατσισμό και στον σεξισμό».
Σχολεία
Οι πολιτικές καταστολής και η διάλυση των σχολείων αυξάνουν τη βία των νέων παιδιών, εξηγεί η Λίλιαν Μπουρίτη στο άρθρο «’Πάταξη της βίας των ανηλίκων’-Επίθεση στη νεολαία». Η κυβέρνηση «από τη μία διαλύει τις ζωές των παιδιών και των εφήβων με την ακρίβεια και τις περικοπές στα σχολεία, στα νοσοκομεία και συνολικά στο κράτος πρόνοιας. Από την άλλη εξαγγέλλει μέτρα καταστολής και αυστηροποίηση των ποινών. Απειλεί με φυλακές ανηλίκων τους εφήβους και με φυλακίσεις τους γονείς τους προσπαθώντας να ξεφύγει από τις δικές της ευθύνες.(...). Στην πραγματικότητα φοβούνται τη νεολαία και το κίνημα της για αυτό προσπαθούν να την τρομοκρατήσουν».
Καθημερινά ζούμε την εκτόξευση των ενοικίων, κομμάτι της ακρίβειας που κατατρώγει το εργατικό εισόδημα. Ο Δημήτρης Στεφανάκης προτείνει αντικαπιταλιστικές λύσεις στο άρθρο «Κρίση στέγης-εργατικές απαντήσεις». Μια πτυχή των αντικαπιταλιστικών λύσεων που προτείνει ο Δημήτρης είναι «το αίτημα για την επανασύσταση του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας. Είναι ένα πολύ συγκεκριμένο αίτημα που μπορεί να γίνει κομμάτι της διεκδίκησης όλων των συνδικάτων». Δεμένο με την προοπτική του εργατικού ελέγχου. «Βάζοντας μπροστά τη δύναμη της εργατικής τάξης μπορούμε όχι μόνο να πετύχουμε μεγαλύτερες νίκες αλλά να φθάσουμε σε μια κοινωνία που το δικαίωμα στη στέγη μέσα σε ασφαλείς και ανθρώπινες πόλεις θα είναι πάνω από τα κέρδη τους».
«Πώς τσακίζουμε την ακροδεξιά απειλή» είναι ένα ζήτημα που απασχολεί όλον τον κόσμο της Αριστεράς και στο οποίο δίνει απάντηση το σχετικό άρθρο του Γιώργου Ράγκου, αξιοποιώντας την επαναστατική παράδοση. Ο Γιώργος καταρχήν εξηγεί ότι η άνοδος της ακροδεξιάς δεν είναι «αυτόματο αντανακλαστικό» του κόσμου στην κρίση. Είναι αποτέλεσμα τριών παραγόντων: των ρατσιστικών επιθέσεων της άρχουσας τάξης που ανοίγουν το πεδίο στην ακροδεξιά και τους φασίστες, τη δράση των σχηματισμών της ακροδεξιάς και των αδυναμιών της ρεφορμιστικής Αριστεράς να απαντήσει.
Η στρατηγική του ενιαίου μετώπου είναι απαραίτητη ως προς την απάντηση στο ερώτημα τι να κάνουμε «Έχουμε την εμπειρία από την μεγάλη, σκληρή αλλά και νικηφόρα πάλη ενάντια στη Χρυσή Αυγή, ότι ήταν η ΚΕΕΡΦΑ που έπαιξε κρίσιμο και αποφασιστικό ρόλο στο να ενώσει όλο τον κόσμο που θέλει να παλέψει ενάντια στο φασισμό που κορυφώθηκε στο γιγαντιαίο απεργιακό αντιφασιστικό συλλαλητήριο μπροστά από το Εφετείο, στις 7 Οκτώβρη του 2020, και σφράγισε την καταδίκη της». Και όπως επισημαίνει το άρθρο: «Εκτός από την ενότητα, το αντιφασιστικό κίνημα, για να νικήσει, θέλει και πολιτική συζήτηση. Θέλει καθαρές απαντήσεις απέναντι στην πολιτική του ρατσισμού, του εθνικισμού, του σεξισμού που θρέφει την ακροδεξιά και τους φασίστες. Μέσα από αυτή τη συζήτηση, οι επαναστάτες έχουν την δυνατότητα να κερδίσουν μεγάλα κομμάτια αντιφασιστών στην συνολική μάχη για την αντικαπιταλιστική ανατροπή».
Ο Τσίπρας μπορεί να διακηρύττει ως στόχο για την πολιτική συγκρότηση της «κοινωνικής αντιπολίτευσης» την «σύγκλιση με την Ευρώπη» αλλά την ίδια στιγμή η «καρδιά» της Ε.Ε στροβιλίζεται οικονομικά και πολιτικά όπως εξηγεί ο Νίκος Λούντος στο άρθρο «Γερμανία-Η ‘ατμομηχανή’ της Ε.Ε στη δίνη της κρίσης». Όπως επισημαίνει: «Η Γερμανία έχει μετατραπεί σε κέντρο εξαγωγής άγχους για την κατάσταση της οικονομίας, αναποφασιστικότητας για τις μεγάλες επιλογές του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και καινούργιων δόσεων ρατσιστικού δηλητηρίου». Κομμάτι αυτής της κρίσης και ταυτόχρονα κίνδυνος είναι η άνοδος του φασιστικού AfD.
Ο Νίκος εξηγεί πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο: «Η συγκυβέρνηση του SPD σπέρνει κι άλλη φτώχεια κι άλλη διάλυση… αλλά θέλει με το ζόρι να πει πως την άνοδο του AfD τη φέρνουν οι μετανάστες». Το πρόβλημα είναι ότι η Linke, το κόμμα της Αριστεράς, απέτυχε να δώσει οποιαδήποτε ριζοσπαστική απάντηση στις προκλήσεις των καιρών. Η κρίση της έγινε εξόφθαλμη με τη διάσπαση που της προκάλεσε η Ζάρα Βάγκενκνεχτ η οποία «ισχυριζόταν πως οι αριστερές πολιτικές στο ζήτημα των δικαιωμάτων έρχονται σε αντίθεση με την υπεράσπιση της εργατικής τάξης. Στην πραγματικότητα αναπαράγει τα γνωστά κυρίαρχα επιχειρήματα λέγοντας πως ‘δεν υπάρχει χώρος για όλους’».
«Παλαιστίνη-Για τη νίκη της Αντίστασης» είναι ο τίτλος του άρθρου του Γιώργου Πίττα. Ενας τίτλος που δεν είναι μια ευχή, αλλά πατάει στην πραγματικότητα, ενόσω ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή κλιμακώνεται. Επισημαίνει ότι: «Αν ο ισραηλινός στρατός δεν έχει καταφέρει να τσακίσει την παλαιστινιακή αντίσταση στη Γάζα, πόσες πιθανότητες έχει να το πετύχει ενάντια στην πολύ πιο δυνατή στρατιωτικά Χεζμπολάχ και εξίσου ριζωμένη με την Χαμάς στον πληθυσμό του Λιβάνου; Ιδιαίτερα τώρα που η πλειοψηφία των Λιβανέζων στρέφονται ενάντια στο Ισραήλ. Σε ένα εχθρικό φυσικά και πολιτικά έδαφος όπου ο ισραηλινός στρατός τα βρήκε σκούρα και αναγκάστηκε να υποχωρήσει ηττημένος το 2006».
Αυτή η ανάλυση χρειάζεται στο «κίνημα που επιβεβαίωσε τη δύναμή του κατεβάζοντας εκατομμύρια στους δρόμους του πλανήτη στην επέτειο του πρώτου χρόνου του πολέμου, είναι εδώ για να κάνει χαράδρες τις ρωγμές, όχι μόνο για τη νίκη της Παλαιστινιακής Αντίστασης. Αλλά και για τη δική μας νίκη ενάντια στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και την τάξη που εξυπηρετεί δένοντας τα συμφέροντά της περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στην περιοχή με το κράτος του Ισραήλ και τους πολέμους της Δύσης».
Το νέο τεύχος του Σοσιαλισμός από τα Κάτω περιλαμβάνει και την κριτική παρουσίαση -γραμμένη από τον Σωτήρη Κοντογιάννη- του βιβλίου «Πολιτικές διαιρετικές τομές και κοινωνικές ανισότητες» (εκδ. Τόπος) από ομάδα μελετητών με επικεφαλής τον Τομά Πικετί και επίμετρο των Ν. Στραβελάκη και Π. Τσούκαλη.
Λέανδρος Μπόλαρης