Διεθνή
Γερμανία: Πολιτικό κραχ

Καταρρέει ο κυβερνητικός συνασπισμός στη Γερμανία. Φωτό: AP

Η κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού των σοσιαλδημοκρατών (SPD), των Πρασίνων και του FDP -των «Φιλελεύθερων» της ελεύθερης αγοράς- μετά από αποχώρηση των τελευταίων, την περασμένη Τετάρτη είναι ένα ακόμη σημάδι της έντονης πολιτικής κρίσης στις χώρες της ΕΕ αλλά και της αποσύνθεσης του λεγόμενου «πολιτικού κέντρου». 

Ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Σολτς πρότεινε τη διεξαγωγή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνησή του τον Ιανουάριο, ανοίγοντας τον δρόμο για πρόωρες εκλογές τον Μάρτιο αλλά η δεξιά συμμαχία CDU/CSU πιέζει για εκλογές τον Ιανουάριο. 

Η δημοτικότητα των τριών κυβερνητικών κομμάτων βρισκόταν ήδη σε ελεύθερη πτώση εδώ και μήνες, καθώς η οικονομική ύφεση στη Γερμανία συνεχίζεται. Την περασμένη εβδομάδα, η κορυφαία αυτοκινητοβιομηχανία της χώρας, η Volkswagen, ανακοίνωσε πτώση των κερδών της κατά 60% και το κλείσιμο τριών μεγάλων εργοστασίων με απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας ειδικευμένου προσωπικού. Άλλες μεγάλες εταιρείες απειλούν ήδη να προχωρήσουν σε αντίστοιχες ενέργειες.

Μόλις πριν από τρία χρόνια, τα πράγματα φαίνονταν πολύ διαφορετικά. Ο συνασπισμός που προέκυψε μετά τις εκλογές του 2021 φαινόταν να προσφέρει ένα διάλειμμα από τα χρόνια της πολιτικής της άκαμπτης λιτότητας. Το SPD και οι Πράσινοι υπόσχονταν μια πράσινη οικονομία υψηλής τεχνολογίας που θα συνοδευόταν από υψηλούς μισθούς. Η ανάπτυξη, έλεγαν, θα φρόντιζε για την κατασκευή νέων κατοικιών και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου.

Αλλά υπήρχαν προβλήματα με το σχέδιό τους. Πρώτον, οι έδρες τους στο κοινοβούλιο δεν ήταν αρκετές για να σχηματίσουν κυβέρνηση και έπρεπε να επιστρατεύσουν την υποστήριξη του φιλελεύθερου κόμματος FDP. Με αντάλλαγμα το μικροσκοπικό FDP να πάρει τη θέση-κλειδί του υπουργού Οικονομικών, αρνούμενο να επιτρέψει στην κυβέρνηση να δανειστεί πέραν ορισμένων ορίων.

Αυτό σήμαινε ότι οι «εταίροι» βρίσκονταν σε αντιπαράθεση από την αρχή. Η κυβέρνηση συνασπισμού έφτιαχνε προϋπολογισμούς που δεν ικανοποιούσαν ούτε τους τραπεζίτες ούτε τους εργαζόμενους. Οι πιο θερμοί υποστηρικτές της «δημοσιονομικής σταθερότητας» που ήθελαν να περικόψουν τις δαπάνες και να μειώσουν το μέγεθος του κράτους τους θεωρούσαν «σπάταλους». Αλλά στην πραγματικότητα παρέμεναν προϋπολογισμοί λιτότητας που δεν μπόρεσαν να υλοποιήσουν ακόμη και τις πιο ήπιες υποσχέσεις τους για βελτίωση του βιοτικού επιπέδου.

Ύφεση

Δεύτερον, η γερμανική οικονομία κάθε άλλο παρά αναπτύχθηκε, αντίθετα πέρασε από τη στασιμότητα στην ύφεση. Τα πιο πρόσφατα στοιχεία έδειξαν αύξηση του ΑΕΠ μόλις κατά 0,2%. Η δραματική μεταπανδημική αύξηση του κόστους της ενέργειας και των τροφίμων έπληξε σκληρά τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους, τους άνεργους, όσους λαμβάνουν επιδόματα. Επιπλέον μέσα στην τελευταία τριετία η Γερμανία άλλαξε το στρατιωτικό της δόγμα με την «προοδευτική» κυβέρνηση συνασπισμού να αποφασίζει τεράστιες πολεμικές δαπάνες 100 δισ ευρώ για τα αμέσως επόμενα χρόνια εμπλεκόμενη όλο και πιο βαθιά στον πόλεμο του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία. 

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι περίεργο που τα δημοσκοπικά και εκλογικά ποσοστά του SPD κατέρρευσαν. Στις περιφερειακές εκλογές του Σεπτεμβρίου παραλίγο να χάσει το «προπύργιό» του στο Βραδεμβούργο από το ακροδεξιό-φασιστικό AfD. 

Την επομένη της κατάρρευσης του συνασπισμού, τα κυρίαρχα δεξιά κόμματα CDU/CSU, θεωρώντας ότι θα είναι τα άμεσα ωφελούμενα από την πολιτική κρίση ζήτησαν πρόωρες εκλογές τον Ιανουάριο με την υποστήριξη των βιομηχάνων και των τραπεζιτών. Ο Christian Sewing, διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank, προειδοποίησε ότι κάθε μήνας αδράνειας κινδυνεύει να προκαλέσει «ένα έτος χαμένης ανάπτυξης».

Αλλά την προκήρυξη εκλογών καλωσορίζει και το ακροδεξιό-ναζιστικό ΑfD έχοντας ακόμη μεγαλύτερες προσδοκίες μετά τις εκλογικές του επιτυχίες και την επανεκλογή Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, λίγες ώρες μόλις πριν καταρρεύσει ο κυβερνητικός συνασπιμός.

Η ρατσιστική, ισλαμοφοβική σκλήρυνση στην οποία προχώρησε όλο αυτό το διάστημα ο «προοδευτικός» συνασπισμός, με κορύφωση την άθλια απόφαση η Γερμανία να σταματήσει μονομερώς να αποδέχεται πρόσφυγες, είναι βούτυρο στο ψωμί της δεξιάς και κυρίως του AfD. Και το ίδιο ακριβώς ισχύει για την άκρατη υποστήριξή του στο γενοκτονικό πόλεμο του Ισραήλ στην Γάζα, την ακραία κατασταλτική και αντιδημοκρατική διολίσθηση με στόχο το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη.      

Ήδη, λίγες μέρες πριν την κατάρρευση της κυβέρνησης συνασπισμού το αντιφασιστικό κίνημα στην Γερμανία πήρε μια διεθνή πρωτοβουλία για να προχωρήσει σε περικύκλωση του επόμενου συνεδρίου του AfD (στο περσινό είχαν συγκεντρωθεί 70.000 αντιφασίστες) στη Λειψία, τη μεγαλύτερη πόλη της Σαξονίας, του κρατιδίου της ανατολικής Γερμανίας όπου το AfD πήρε 31,5% στις τοπικές εκλογές του Σεπτεμβρίου. Η κρίση και τα γεγονότα κάνουν ακόμη πιο άμεση την ανάγκη για μια μαζική πλατιά αντιφασιστική καμπάνια που θα σταματήσει το AfD καθώς και για τη δημιουργία μιας πραγματικά αριστερής αντικαπιταλιστικής εναλλακτικής στα ξεπουλήματα των Σοσιαλδημοκρατών και των Πράσινων.