Ιστορία
Οι συμβιβασμοί του “Λαϊκού Μετώπου” στη Γαλλία – από τον αντιφασισμό στον …Πετέν

Συνάντηση Πετέν-Χίτλερ στις 24 Οκτώβρη του 1940

Τον Φλεβάρη του 1934 οι φασίστες έκαναν έφοδο στο γαλλικό κοινοβούλιο. Αυτό το «επεισόδιο» που είχε κάμποσους νεκρούς, έκανε απτό τον κίνδυνο της φασιστικής απειλής. Και λειτούργησε σαν κέντρισμα για να εκδηλωθεί η εργατική αντεπίθεση. Η Γενική Απεργία της 12 Φλεβάρη αγκάλιασε εκατομμύρια και έγινε η αφετηρία για ένα κύμα εργατικών αγώνων. Ο αντιφασισμός τροφοδοτούσε τις απεργίες για ψωμί και δουλειά. 

Οι ηγεσίες της Αριστεράς προσαρμόστηκαν σε αυτή την πίεση. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα και το Κομμουνιστικό Κόμμα άρχισαν να συνεργάζονται. Και το 1935 έκαναν τη μεγάλη υπέρβαση: συγκρότησαν το Λαϊκό Μέτωπο. Δεν ήταν μόνα τους, στο μέτωπο συμμετείχε και το Κόμμα των Ριζοσπαστών. Ήταν το κόμμα του «μεσαίου χώρου» που υποτίθεται ότι έκφραζε τα μεσαία στρώματα. Στην πραγματικότητα ήταν, όπως έγραψε ο Τρότσκι: «το καλύτερα προσαρμοσμένο στις παραδόσεις και προκαταλήψεις των μικροαστών πολιτικό εργαλείο της μεγάλης αστικής τάξης».

Το Λαϊκό Μέτωπο κέρδισε τις εκλογές του Μάη του 1936. Ο Λεόν Μπλουμ εκλέχτηκε πρώτος σοσιαλιστής πρωθυπουργός στην ιστορία της χώρας. H Δεξιά ούρλιαζε για τον «Εβραίο» Μπλουμ και τους «μπολσεβίκους» υποστηρικτές του. Το Λαϊκό Μέτωπο διαμαρτυρόταν: έχουμε το πιο μετριοπαθές πρόγραμμα, έλεγε. 

Όμως, πριν προλάβει να ορκιστεί η νέα κυβέρνηση, η εργατική τάξη πανηγύρισε με τον δικό της τρόπο. Ξεκινώντας από τα μεγάλα εργοστάσια του Παρισιού, ένα τεράστιο απεργιακό κίνημα αγκάλιασε όλους τους χώρους δουλειάς. Οι απεργοί καταλάμβαναν τα εργοστάσια, τα μαγαζιά, τα γραφεία. Ήταν μια γιορτή, με κόκκινες σημαίες, τραγούδι και χορό, αλλά και τρόμο από την πλευρά των αφεντικών. 

Ο Μπλουμ, έσπευσε να μεσολαβήσει. Όμως, οι πρώτες, ανεπίσημες, συμφωνίες, έμειναν στα χαρτιά. Η Γενική Απεργία και οι καταλήψεις απλώθηκαν ακόμα περισσότερο. Έτσι αναγκάστηκαν οι καπιταλιστές να κάνουν παραχωρήσεις, τις περίφημες Συμφωνίες της Ματινιόν (πρωθυπουργική κατοικία). Η πιο εμβληματική δεν υπήρχε καν στο προεκλογικό πρόγραμμα του Λαϊκού Μετώπου:  δυο βδομάδες πληρωμένη άδεια. Η άλλη ήταν το 40ωρο, το πενθήμερο με οχτώ ώρες δουλειά τη μέρα. 

Αλλά οι απεργίες και οι καταλήψεις συνεχίζονταν. «Όλα είναι δυνατά!» έλεγε ένα σύνθημα που άρχισε να αποκτάει απήχηση. Είναι χαρακτηριστική η κοινή δήλωση των εκπροσώπων από τα εργοστάσια Σιτροέν, Ζάβελ, Ρατό που τελείωνε με τη φράση «μπορούμε εύκολα να οργανώσουμε τη δουλειά μας χωρίς τ’ αφεντικά». 

Στις 12 Ιούνη η Ουμανιτέ, η εφημερίδα του ΓΚΚ,  δημοσίευσε ομιλία του Μορίς Τορέζ, του γραμματέα του κόμματος που περιλάμβανε την περίφημη φράση: il faut savoir terminer une greve «πρέπει να ξέρουμε πώς να σταματάμε μια απεργία». Ο Τορέζ υποστήριξε ότι «Όχι, δεν είναι όλα δυνατά». Οι εργάτες κέρδισαν τα οικονομικά τους αιτήματα και αν συνεχίσουν θα «αποξενώσουν τα μεσαία στρώματα και την αγροτιά» ήταν το επιχείρημα. 

Αργότερα, ο Λεόν Μπλουμ θα δήλωνε ότι οι εργοδότες τον θεώρησαν «σωτήρα» τους για τον ρόλο του στις συμφωνίες της Ματινιόν. Ο «σωτήρας» βέβαια ήταν περισσότερο ο Τορέζ παρά ο Μπλουμ. Όμως, η αστική τάξη κάθε άλλο παρά μεγαλόψυχη στάθηκε. Από την επόμενη μέρα άρχισε να ανασυγκροτείται και να αντεπιτίθεται. Έλεγχε το κράτος, την οικονομία. Η Αριστερά έλεγχε τα έδρανα της βουλής που κάθονταν οι αντιπρόσωποί της. 

Σε κάθε επίθεση και εκβιασμό, το Λαϊκό Μέτωπο έκανε πίσω. Ο πρώτος συμβιβασμός ήταν πολιτικός. Η κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου αρνήθηκε να βοηθήσει την κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου στην Ισπανία όταν έκαναν πραξικόπημα οι φασίστες του στρατηγού Φράνκο. 

Οι Ριζοσπάστες με τις πλάτες του Γενικού Επιτελείου και του διπλωματικού σώματος, έβαλαν βέτο. Οι σοσιαλιστές το αποδέχτηκαν. Και το ΓΚΚ έκανε κάποιες πλατωνικές διαμαρτυρίες και προσαρμόστηκε. Δεν συμμετείχε στην κυβέρνηση αλλά δήλωνε ότι κατέχει το «υπουργείο του λαού», δηλαδή ήταν η δύναμη που θα κρατούσε το Λαϊκό Μέτωπο στο δρόμο του. Όμως, ξανά και ξανά τους επόμενους μήνες όταν έφτανε η στιγμή να διαλέξει ανάμεσα στους Ριζοσπάστες και τους εργάτες, η ηγεσία του ΚΚ διάλεγε τους πρώτους. 

«Παύση»

Τον Φλεβάρη του 1937 ο Μπλουμ ανακοίνωσε την προσωρινή «παύση» των μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης. Παύση σήμαινε πισωγύρισμα: ο πληθωρισμός εξανέμιζε τα μεροκάματα, τα αφεντικά στα εργοστάσια πίεζαν για «ξεχείλωμα» του 40ωρου. Τον Ιούνη του 1937 ο Μπλουμ παραιτήθηκε, όταν η Γερουσία (δηλαδή οι Ριζοσπάστες και η Δεξιά) μπλόκαρε ένα νόμο που άφηνε να εννοηθεί ότι θα επιβληθούν κάποιοι έλεγχοι στο συνάλλαγμα (οι καπιταλιστές φυγάδευαν κεφάλαια). 

Η νέα κυβέρνηση στηριζόταν από όλα τα κόμματα του Λαϊκού Μετώπου. Αλλά όλο και περισσότερο πήγαινε προς τα δεξιά. Απεργίες ξεσπούσαν αλλά κάθε φορά οι ηγεσίες των συνδικάτων και των κομμάτων της Αριστεράς έπαιζαν τον ρόλο του «πυροσβέστη». Ο Μπλουμ έγινε για δεύτερη φορά πρωθυπουργός τον Απρίλη του 1938. Πρότεινε τη συγκρότηση μιας «εθνικής κυβέρνησης» (με τη Δεξιά). Το ΓΚΚ ήταν πρόθυμο. Όμως, η άρχουσα τάξη δεν ήταν. 

Ο Μπλουμ παραιτήθηκε και λίγο μετά πρωθυπουργός ανέλαβε ο Νταλαντιέ, ο ηγέτης των Ριζοσπαστών. Τον Αύγουστο δήλωσε ότι είναι καιρός «η Γαλλία να ξαναστρωθεί στη δουλειά», με άλλα λόγια όλες οι κατακτήσεις των αγώνων του 1936, με πρώτο το 40ωρο, έπρεπε να θυσιαστούν στο πρόγραμμα επανεξοπλισμού. Αυτό δεν τον εμπόδισε να υπογράψει τη Συμφωνία του Μονάχου με τον Χίτλερ τον Σεπτέμβρη. Ο βρετανικός και ο γαλλικός ιμπεριαλισμός θυσίασαν την Τσεχοσλοβακία σαν ύστατο δείγμα της πολιτικής «κατευνασμού» απέναντι στη ναζιστική Γερμανία. Και άρχισαν να προετοιμάζονται για τον πόλεμο. Το κόστος έπρεπε να το πληρώσει η εργατική τάξη. 

Η κυβέρνηση Νταλαντιέ αντλούσε τη νομιμοποίησή της από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία των κομμάτων του Λαϊκού Μετώπου. Οι Ριζοσπάστες απλά αποχώρησαν από το συντονιστικό του Λαϊκού Μετώπου στις 10 Νοέμβρη. Ο Νταλαντιέ θα συνέχιζε να κυβερνά με έκτακτα διατάγματα. 

Υπουργός Οικονομικών είχε ήδη αναλάβει ο Πολ Ρεϊνό, ένας πολιτικός που προερχόταν από τη δεξιά Δημοκρατική Συμμαχία. Λίγες μέρες πριν την επίσημη διάλυση του Λαϊκού Μετώπου χρησιμοποίησε τις έκτακτες εξουσίες του και έβγαλε μια σειρά διατάγματα. Αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, πετσόκομμα των κοινωνικών και κατάργηση του 40ωρου. 

Τα διατάγματα θα εφαρμόζονταν από τις 21 Νοέμβρη. Δεκάδες εργοστάσια στο Παρίσι καταλήφθηκαν από τους απεργούς. Ανάμεσά τους και η Ρενό. Ήταν το «σύμβολο» του Μάη-Ιούνη του 1936. Επίσης, ήταν το προπύργιο του ΓΚΚ με 7.500 μέλη σε 25.000 εργάτες τον Δεκέμβρη του 1937. Ο Νταλαντιέ έστειλε 2.000 μπάτσους με τεθωρακισμένα και δακρυγόνα να την εκκενώσουν στις 24 Νοέμβρη. 

Όταν οι εργάτες αναγκάστηκαν να βγουν με τα χέρια ψηλά περνούσαν μέσα από τις γραμμές των μπάτσων που τους κλωτσούσαν, τους χτυπούσαν με γκλομπ και σιδηροσωλήνες με έναν αξιωματικό να ουρλιάζει σε κάθε χτύπημα: «μια για τον Μπλουμ, μια για τον Τορέζ, μια για τον Τιμπό» (τον πρόεδρο του συνδικάτου).

Διαμαρτυρία

Η ηγεσία της CGT, της συνομοσπονδίας των συνδικάτων, αναγκάστηκε τελικά να κηρύξει την Γενική Απεργία, που είχε υποσχεθεί πριν μερικές βδομάδες, για τις 30 Νοέμβρη. Θα ήταν μια αυστηρά 24ωρη διαμαρτυρία «συντεταγμένη και νόμιμη». Ήταν αποκλιμάκωση, και οι εργάτες την εισέπρατταν έτσι. Ο Νταλαντιέ, αντίθετα, κλιμάκωσε. Κήρυξε πολιτική επιστράτευση στους σιδηροδρόμους, όλες τις συγκοινωνίες, όπως και σε άλλες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας. Η Ομοσπονδία Σιδηροδρομικών (με κομμουνιστική πλειοψηφία στην ηγεσία) συμμορφώθηκε. 

Η απεργία απέτυχε. Σε κάποιους κλάδους η συμμετοχή ήταν μεγάλη, αλλά με τις συγκοινωνίες να λειτουργούν ο αντίχτυπός της ήταν περιορισμένος. Το «πνεύμα» της σε τίποτα δεν θύμιζε την ορμητική Γενική Απεργία της 12 Φλεβάρη του 1934 που είχε βάλει σε κίνηση όλες τις διεργασίες που οδήγησαν στην έκρηξη του 1936. Η ελπίδα έδωσε τη θέση της στην απογοήτευση και την αποστράτευση. Τον επόμενο χρόνο τα συνδικάτα έχασαν 1,5 εκατομμύριο μέλη. 

Ενάμιση χρόνο μετά, ο Ρεϊνό ως πρωθυπουργός πλέον, παρέδιδε τη θέση του σε έναν υπουργό της κυβέρνησής του, τον γηραλέο στρατάρχη Πετέν για να συνθηκολογήσει με τη ναζιστική Γερμανία. Το κοινοβούλιο που είχε προκύψει από τις εκλογές του 1936, δηλαδή το κοινοβούλιο της πλειοψηφίας του Λαϊκού Μετώπου, ενέκρινε με συντριπτική πλειοψηφία όχι μόνο τη συνθηκολόγηση αλλά και την κατάργηση του Συντάγματος. Ο Πετέν έγινε «Κεφαλή του Κράτους» και του δωσιλογικού καθεστώτος του Βισί (της έδρας της κυβέρνησής του). 

Το Λαϊκό Μέτωπο είχε συγκροτηθεί το 1935 με δηλωμένο σκοπό να φράξει τον δρόμο στον φασισμό. Έφραξε τη δυναμική της εργατικής τάξης, της μόνης δύναμης που μπορούσε να ξεμπερδέψει με τον φασισμό. Και έτσι, τελικά, συνθηκολόγησε μαζί του.