Tσίπρας και Καμμένος. Φωτό: Reuters
Η περίοδος «Κασσελάκη» έκλεισε οριστικά για τον ΣΥΡΙΖΑ την περασμένη Κυριακή, με την εκλογή του Σωκράτη Φάμελλου στην προεδρία του κόμματος. Αλλά η κρίση που έχει χτυπήσει την μέχρι πριν από λίγες ημέρες «αξιωματική αντιπολίτευση» δεν έχει πει ακόμα την τελευταία της λέξη. Ούτε καν την προτελευταία.
Η εκλογική διαδικασία, γράφουν τα ΜΜΕ, ήταν σύμφωνα με «κομματικές πηγές» μια μεγάλη επιτυχία.
Το πρώτο στοιχείο αυτής της «επιτυχίας» ήταν η συμμετοχή, που ξεπέρασε τις προσδοκίες. «Μια συμμετοχή περί τις 60.000 θα έφερνε χαμόγελα τη Δευτέρα στην Κουμουνδούρου» έγραφε την Κυριακή η Καθημερινή (που κανένας δεν μπορεί να κατηγορήσει ότι στηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ). Τελικά προσήλθαν στις κάλπες πάνω από 70 χιλιάδες. Από αυτές τις 70 χιλιάδες, οι 11 χιλιάδες ήταν νέοι ψηφοφόροι, που δεν είχαν εγγραφεί σε κάποια από τις προηγούμενες ψηφοφορίες στον κατάλογο των μελών του κόμματος, ένα γεγονός που δείχνει, υποτίθεται, τη δυναμική που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την εκδίωξη του Κασσελάκη, μέσα στην κοινωνία.
Το δεύτερο στοιχείο των πανηγυρισμών ήταν η ίδια η εκλογική διαδικασία που κύλησε ήρεμα και ομαλά -μια εικόνα πολύ διαφορετική από τις εικόνες της έντασης, των καταγγελιών και των συγκρούσεων των προηγούμενων ημερών και εβδομάδων. Σε μια συμβολική κίνηση «σοβαρότητας» και «ενότητας» ο Παύλος Πολάκης, αποδέχτηκε από την πρώτη Κυριακή τη νίκη του Φάμελλου, παρόλο που τυπικά δεν είχε πάρει την απόλυτη πλειοψηφία και η διαφορά μεταξύ τους ήταν μικρή (ο Φάμελλος πήρε 49,4% και ο Πολάκης 43,5%). «Θα είμαι εδώ», είπε, αφού συνεχάρη πρώτα τον Φάμελλο για τη νίκη του, «θα είμαι παρών στην επόμενη μέρα … στρατιώτης της παράταξης… (για) να ανοίξουμε έναν άλλο δρόμο για την κοινωνία, για εμάς και τα παιδιά μας».
Το τρίτο στοιχείο της «επιτυχίας» ήταν η εμφάνιση του Αλέξη Τσίπρα -που προσήλθε στο εκλογικό του τμήμα για να ψηφίσει και αυτός για τον νέο πρόεδρο του κόμματος. Στο debate των τεσσάρων υποψηφίων προέδρων που είχε γίνει λίγες ημέρες πριν ο Φάμελλος είχε χαρακτηρίσει «παράλογες» τις επιθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ της εποχής του Κασσελάκη σε βάρος του Τσίπρα. Και ο Τσίπρας δυο μέρες πριν τις εκλογές είχε, έμμεσα, επιτεθεί στον Κασσελάκη, λέγοντας ότι η «λατρεία της εικόνας... έχει διεισδύσει και στο στρατόπεδο της προόδου». Η προσέλευσή του στο εκλογικό κέντρο θεωρήθηκε σαν μια άμεση δήλωση υποστήριξης του κόμματος στην κόντρα του με τον έκπτωτο πρόεδρο.
Ο Κασσελάκης είναι παρελθόν για τον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά όλα αυτά που τον έφεραν πριν από ενάμιση περίπου χρόνο στην ηγεσία του κόμματος συνεχίζουν να είναι παρόντα. Και θα συνεχίσουν, όπως όλα δείχνουν, να καθορίζουν τη φυσιογνωμία, την πορεία και το μέλλον ενός κόμματος που κατάφερε πριν από μόλις δέκα χρόνια να μετατραπεί στον εκλογικό εκφραστή των ελπίδων εκατομμυρίων ανθρώπων που πάλευαν ενάντια στην κρίση και τα μνημόνια.
Πρώτα απ’ όλα παραμένουν στον ΣΥΡΙΖΑ οι άνθρωποι που στήριξαν τον Κασσελάκη –ακόμα και όταν διέγραφε τους παλιούς τους συντρόφους, μιλούσε για «μαύρα ταμεία», ψήφιζε τις στρατιωτικές δαπάνες του Μητσοτάκη και υιοθετούσε αντιδραστικές θέσεις. Ο Πολάκης έκανε την αυτοκριτική του, όχι γιατί είχε στηρίξει στην προεδρία του κόμματος έναν μάνατζερ που δεν είχε καμιά σχέση με την Αριστερά αλλά «για την εμπιστοσύνη που του είχε δείξει», γιατί είχε πιστέψει ότι δεν είχε πια σχέσεις με «15, 16, 26 εταιρείες που είχε φτιάξει … από το 2014 μέχρι το 2022 που είναι όλες εξωχώριες… Ναι έπρεπε να το έχω ψάξει».
Ανεξαρτητοποιήσεις
Την Πέμπτη, τέσσερις ημέρες πριν τις εκλογές για την ανάδειξη του νέου προέδρου του κόμματος η Θεοδώρα Τζάκρη και η Γιώτα Πούλου, δυο βουλευτίνες με στενές σχέσεις με τον Κασσελάκη έστειλαν στο προεδρείο της Βουλής δηλώσεις ανεξαρτητοποίησης. Τέσσερις ακόμα (Πέτρος Παππάς, Αλέξανδρος Αυλωνίτης, Κυριακή Μάλαμα και Ραλλία Χρηστίδου) είχαν αποχωρήσει λίγο νωρίτερα ενώ διάφοροι παραμένουν ακόμα στον ΣΥΡΙΖΑ, είτε γιατί θεωρούν ότι δεν έχει έρθει ακόμα η κατάλληλη στιγμή, είτε από καθαρή ιδιοτέλεια (περιμένοντας τα πρώτα γκάλοπ).
Οι βουλευτές αυτοί δεν μπήκαν στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ επί Κασσελάκη. Μπήκαν την εποχή που δεν είχε χαθεί ακόμα η «σοβαρότητα» -την οποία υπόσχεται τώρα ο Φάμελλος να αποκαταστήσει. Είχαν μπει στα ψηφοδέλτια το 2019, την εποχή που πρόεδρος του κόμματος ήταν ακόμα ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ακόμα ενιαίος.
Πολλοί από αυτούς (είτε σκοπεύουν να μείνουν, είτε σκοπεύουν να φύγουν) έχουν, όπως και ο Κασσελάκης, από καμιά ως ελάχιστη σχέση με την Αριστερά. Ο Βασίλης Κόκκαλης ήταν μέχρι το 2019 βουλευτής των Ανεξάρτητων Ελλήνων (ΑΝΕΛ) –μιας ακροδεξιάς διάσπασης της Νέας Δημοκρατίας με την οποία συγκυβερνούσε ο ΣΥΡΙΖΑ στο μεγαλύτερο διάστημα που ήταν στην εξουσία. Τον Ιανουάριο του 2019 ο Πάνος Καμμένος, ο αρχηγός των ΑΝΕΛ, τον διέγραψε από μέλος της κοινοβουλευτικής ομάδας. Στις εκλογές του Ιουλίου του 2019 εκλέχτηκε βουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο Ευάγγελος Αποστολάκης ήταν, πριν εκλεγεί βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ, ναύαρχος του Πολεμικού Ναυτικού, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, αρχηγός Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας και υπουργός Άμυνας. Το καλοκαίρι του 2021 ο Μητσοτάκης του προσέφερε μια θέση στο υπουργικό του Συμβούλιο –την οποία τελικά, είναι αλήθεια, δεν αποδέχτηκε.
Ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ είναι το προϊόν της «διεύρυνσης» που επιχείρησε -και επιχειρεί- η ηγεσία του από την εποχή του Αλέξη Τσίπρα μέχρι σήμερα προς τον «μεσαίο χώρο». Το ίδιο το debate των τεσσάρων υποψηφίων προέδρων ήταν αποκαλυπτικό. Ο Φάμελλος επιτέθηκε στην πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση του Μητσοτάκη σε σχέση με το ουκρανικό όχι γιατί στηρίζει την πολεμοκάπηλη πολιτική του ΝΑΤΟ που σπρώχνει τον πλανήτη ολοένα και πιο κοντά στον πυρηνικό όλεθρο, αλλά γιατί … αδυνάτισε την άμυνα της χώρας παίρνοντας τα τανκς από τα νησιά για να τα στείλει στην Ουκρανία. Όσο για τη συμμαχία με το Ισραήλ, το βασικό πρόβλημα, κατά την άποψή τους, δεν είναι η γενοκτονία της Γάζας αλλά η υπονόμευση των φιλικών μας σχέσεων με τις αραβικές χώρες. Αυτό που επείγει δεν είναι η υπεράσπιση της ειρήνης αλλά η «αδέσμευτη εξωτερική πολιτική» της χώρας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πάσχει σήμερα από την ίδια «ασθένεια» που έχει χτυπήσει όλα σχεδόν τα «κεντροαριστερά» κόμματα του πλανήτη: είναι ένα μεταρρυθμιστικό κόμμα που έχει ξεμείνει από μεταρρυθμίσεις.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέβηκε στην εξουσία το 2015 με την αυταπάτη ότι θα μπορούσε με ένα «μετριοπαθές» πρόγραμμα να γεφυρώσει τις αντιθέσεις ανάμεσα στους «από πάνω» και τους «από κάτω», με μια πολιτική αμοιβαίων υποχωρήσεων που θα ήταν τελικά προς «όφελος όλων». Αλλά πολύ γρήγορα ανακάλυψε ότι οι «από πάνω» δεν είχαν καμιά διάθεση να κάνουν την οποιαδήποτε υποχώρηση – το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να συντρίψουν με κάθε μέσο τους «από κάτω» που είχαν την αυθάδεια να ψηφίσουν μαζικά το λάθος κόμμα.
Οι «θεσμοί της δημοκρατίας» αντί να υπερασπίζονται τη «δημοκρατία» υπερασπίζονταν απλά την εξουσία των πλούσιων και των ισχυρών. Λίγες μόνο ημέρες μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Τσίπρα τον Γενάρη του 2015 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έκλεισε τη στρόφιγγα της χρηματοδότησης προς τις ελληνικές τράπεζες. Μέσα στους μήνες που ακολούθησαν δεν υπήρξε ούτε ένας «θεσμός» που να μην στράφηκε ενάντια στην κυβέρνηση: οι νόμοι που ψήφιζε η Βουλή κρίνονταν αντισυνταγματικοί από το Συμβούλιο της Επικρατείας, Η Τράπεζα της Ελλάδας σε συνωμοσία με την Κομισιόν και την ΕΚΤ έσπρωξε την οικονομία στα Capital Controls. Στο τέλος ο ΣΥΡΙΖΑ προσαρμόστηκε. Εγκατέλειψε τα οράματα και τις αυταπάτες, αγνόησε το δημοψήφισμα, ψήφισε το τρίτο μνημόνιο και διέγραψε όσους διαφωνούσαν. Σοβαρεύτηκε.
Η περίοδος του Κασσελάκη ήταν μια τραγωδία. Αλλά η επιστροφή στην «σοβαρότητα» που υπόσχεται τώρα ο Φάμελλος δεν είναι παρά επιστροφή στο μηδέν. Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν μόνο ο Κασσελάκης: ήταν η προσκόλληση στον «κοινοβουλευτικό δρόμο» -μια προσκόλληση σε ένα δρόμο που φαίνεται, δια γυμνού οφθαλμού, πλέον ξεκάθαρα ότι είναι κλειστός.