«Την επόμενη των εκλογών είναι προφανές ότι δεν θα υπάρχουν μνημόνια, τρόικα… Είμαι βέβαιος ότι θα βρεθεί αξιόπιστη και αμοιβαία αποδεκτή λύση... Έχουμε σχεδιασμό και στρατηγική συμμαχιών μέσα στην Ευρώπη…».
Αυτά δήλωνε ο Αλέξης Τσίπρας, δύο μέρες πριν από τις εκλογές της 25ης Γενάρη του 2015. Η προοπτική του συμβιβασμού σε μια «αμοιβαία αποδεκτή λύση» είχε ήδη αντικαταστήσει τις δηλώσεις «θα σκίσουμε όλα τα μνημόνια και θα είναι μέρα μεσημέρι» -που ένα χρόνο νωρίτερα έκανε από την ΔΕΘ.
Η εμπιστοσύνη του στη στρατηγική της μεταρρύθμισης του συστήματος ξεχειλίζει σε κάθε του λέξη. Η αλλαγή θα ερχόταν από τα πάνω από την κυβέρνηση της «πρώτης φοράς Αριστερά» που προέκυψε μέσα από τη συνεργασία με κομμάτι της λεγόμενης «λαϊκής δεξιας», τους ΑΝΕΛ του Καμμένου, που προβαλλόταν ως ένας «αναγκαίος, ρεαλιστικός συμβιβασμός» για να καταργηθούν τα μνημόνια.
Ανήμερα των εκλογών της 25ης Γενάρη του 2015 οι Financial Times ανέφεραν ότι ο πρόεδρος της ΕΚΤ Ντράγκι ετοιμάζεται για μια άγρια διαπραγμάτευση πάνω στη ρευστότητα των τραπεζών, «παρόμοια με αυτή που χρησιμοποιήθηκε το 2013 στην Κύπρο». Πέντε μήνες μετά, ο εκβιασμός ήταν σε πλήρη εξέλιξη.
Ακριβώς πέντε μήνες μετά, την Παρασκευή το απόγευμα της 25ης προς 26η Ιουνίου ο Τσίπρας ανακοίνωνε ότι θα προχωρούσε σε δημοψήφισμα για ένα «ναι» ή «όχι» στη δανειακή σύμβαση, το τρίτο μνημόνιο που τον πίεζε να υπογράψει η τρόικα ΔΝΤ-ΕΕ-ΕΚΤ. Πήρε σαν απάντηση ένα φοβερό 63% υπέρ του «ΟΧΙ». Το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ στα γρήγορα έκανε «ναι» υπογράφοντας τελικά, και ακόμη χειρότερα υλοποιώντας, το τρίτο μνημόνιο λιτότητας.
Δέκα χρόνια μετά, αξίζει να θυμόμαστε τους κρίσιμους εκείνους μήνες. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο όπου η οικονομική κρίση και η κρίση χρέους ήδη επιστρέφουν, αυτή τη φορά ακόμη πιο έντονα, συνοδευόμενες από μια πολεμική ανάφλεξη. Αξίζει να θυμόμαστε για να κάνουμε τις σωστές επιλογές. Να θυμόμαστε τον τρόμο που δημιούργησε στην ελληνική και ευρωπαϊκή άρχουσα τάξη εκείνο το τεράστιο κίνημα. Το πόσο ανελέητοι γίνονται όταν απειλούνται τα συμφέροντά τους. Το πόσο απατηλή είναι η «ρεαλιστική» εναλλακτική της «αριστερής διαχείρισης» του συστήματος. Αλλά και το πόσο επίκαιρη παραμένει η εργατική εναλλακτική της διαγραφής του χρέους, της ρήξης με την ΕΕ, της κρατικοποίησης των τραπεζών, της ενέργειας, των συγκοινωνιών κάτω από εργατικό έλεγχο, η εναλλακτική της σύγκρουσης με τα αφεντικά μέσα στην ίδια μας τη χώρα, που πρότεινε η αντικαπιταλιστική Αριστερά, τότε και τώρα.
Δημοσιεύουμε εδώ αποσπάσματα από δυο κείμενα από εκείνη την κρίσιμη περίοδο. Από ένα άρθρο στην Εργατική Αλληλεγγύη νο 1178 δύο μέρες πριν από το Γιούρογκρουπ της 18ης Ιούνη του 2015 και από τα φύλλα 1179-1180 φτάνοντας μέχρι την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος
«Διαπραγμάτευση»
«Η “διαπραγμάτευση” έχει εξελιχθεί, σε αυτό που ο Στάθης Κουβελάκης περιγράφει σαν καθοδικό σπιράλ υποχώρησης: “Για κάθε μια υποχώρηση της κυβέρνησης και μια νέα επίθεση των ‘θεσμών’. Για κάθε μια κίνηση ‘καλής θέλησης’ ένα νέο χτύπημα κάτω από τη μέση. Και για κάθε νέα ‘ειλικρινή’ δήλωση μια νέα λοιδορία”. Μια μικρή αναδρομή στους πέντε μήνες της “διαπραγμάτευσης” επιβεβαιώνει αυτήν την εικόνα.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ξεκίνησε κάνοντας, δια στόματος Βαρουφάκη, δύο μεγάλες υποχωρήσεις: Η πρώτη ήταν η υπαναχώρηση από την θέση του ΣΥΡΙΖΑ για διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους στην θέση για “απομείωση” του χρέους μέσα από ανταλλαγή ομολόγων με νέα ομόλογα αέναης διάρκειας και ομόλογα με ρήτρα ανάπτυξης. Η δεύτερη ήταν η ανακάλυψη και η αποδοχή της εφαρμογής ενός «καλού» 70% του μνημονίου.
Οι “δανειστές” υποδέχτηκαν αυτές τις υποχωρήσεις με φουλ επίθεση. Η ΕΚΤ αποφάσισε να σταματήσει να δέχεται ως ενέχυρο τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, κόβοντας την χρηματοδότηση 17 μέρες νωρίτερα από την λήξη της δίμηνης παράτασης του Σαμαρά. Ακολούθησαν υποβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας και των τραπεζών από τις λεγόμενες “αγορές”.
Στην ομιλία του στη διάρκεια των προγραμματικών δηλώσεων, ο Βαρουφάκης προσπάθησε να βαφτίσει την παράταση “γέφυρα”: “Η δική μας πρόταση είναι η εξής: Ούτε θα σκίσουμε το ισχύον πρόγραμμα, ούτε εσείς θα απαιτήσετε την τυφλή εφαρμογή του… να υπάρξει μια μεταβατική περίοδος, μια γέφυρα μεταξύ των συμβολαίων...”. Στο πρώτο Eurogroup της 11/2, όπως ανέφεραν εκπρόσωποι της κυβέρνησης “υπήρξαν απειλές ότι εάν δεν υπογράφαμε την παράταση του Μνημονίου δεν θα υπήρχε συνέχεια των διαβουλεύσεων”. Η “γέφυρα” πήγε περίπατο.
Ετσι φτάσαμε στη συμφωνία παράτασης του μνημονίου της 20ης Φλεβάρη 2015 η οποία δέσμευσε τον ΣΥΡΙΖΑ να κάψει όλες τις υποσχέσεις του ενώ ταυτόχρονα “οι ελληνικές αρχές" επαναδιατύπωσαν “την κατηγορηματική δέσμευσή τους για την τήρηση των οικονομικών τους υποχρεώσεων προς όλους τους πιστωτές τους στο ακέραιο και εγκαίρως”. “Η Ελλάδα θα πληρώσει το χρέος μέχρι το τελευταίο σεντ” όπως δήλωνε χαρακτηριστικά ο Βαρουφάκης. Μια σειρά από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, με κορυφαίο το Μανώλη Γλέζο κατήγγειλαν ότι πρόκειται για ένα νέο μνημόνιο.
Η πολιτική ασφυξίας συνέχισε. Στο Γιούρογκρουπ της 11 Μάη, αντί για για τα 11 δις ευρώ για τη συνέχιση της εξυπηρέτησης του χρέους που ανέμενε η κυβέρνηση από την ΕΚΤ, αυτό που πήρε από τους «εταίρους» ήταν το μεσαίο δάχτυλο υψωμένο. Στις 31 Μάη, στη συνέντευξή του στη Le Monde, ο Τσίπρας αποδέχτηκε την πλειοψηφία των σκληρών απαιτήσεων της “συμβιβαστικής” πρότασης: “Αποδεχθήκαμε να ολοκληρώσουμε το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων…να υλοποιήσουμε μια μεγάλη μεταρρύθμιση στο ΦΠΑ… μια μεγάλη μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό σύστημα. Mε την ενοποίηση ταμείων... Παρά τη δέσμευσή μας προς τους εργαζόμενους… αποδεχθήκαμε να υλοποιήσουμε την εργασιακή μεταρρύθμιση μόνο μετά από διαβούλευση με τον ILO…”
Ο Τσίπρας «επιβραβεύθηκε» με την πρόταση που του παρέδωσε εκ μέρους των θεσμών ο Γιούνκερ. Ηταν ένας οχετός νέων απαιτήσεων για μέτρα “εξοικονόμησης” 5,8 δις ευρώ για να καλυφθεί τάχα το “δημοσιονομικό κενό” της διετίας 2015-16.
“Όταν θα λήγει η τετράμηνη παράταση, η ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να εξασφαλίσει χρηματοδότηση θα πρέπει να υπογράψει ένα τρίτο μνημόνιο με την τρόικα, όπως πάντα με το πιστόλι στον κρόταφο” τέλειωνε το άρθρο της Eργατικής Aλληλεγγύης στο φύλλο της 25ης Φλεβάρη 2015, για τη συμφωνία της 20 Φλεβάρη. Επιβεβαιώνεται πλήρως σε αντίθεση με όσους, εκείνες τις μέρες, πανηγύριζαν γιατί “γλυτώσαμε το bankrun”, ανέπτυσσαν θεωρίες περί “κερδίσματος χρόνου” και “δημιουργικής ασάφειας” και έσπερναν αυταπάτες ότι “τον Απρίλιο έρχεται χρηματοδότηση”.
Η πορεία της «διαπραγμάτευσης» που περιγράψαμε δείχνει τι θα μπορούσε να αποφύγει η κυβέρνηση αν ακολουθούσε την στρατηγική “μιας πολιτικής όχι διαπραγμάτευσης, αλλά απόρριψης των εκβιασμών, δηλαδή μιας πολιτικής διαγραφής του χρέους, εξόδου από την ΕΕ και το ευρώ, κρατικοποίησης των τραπεζών και εργατικού ελέγχου” όπως προτείνε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΣΕΚ, και αυτή η εφημερίδα συγκεκριμένα στις 25 Φλεβάρη.
Ρήξη ή «καλή θέληση»
Ο κόσμος ήταν στην κατεύθυνση της ρήξης. Το ρεπορτάζ της Εργατικής Αλληλεγγύης νο 1179 είναι χαρακτηριστικό: «Tην Κυριακή 21/6 η Αυγή κυκλοφόρησε δημοσκόπηση της Public Issue που δείχνει ότι το 84% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ είναι με την άποψη να μην υποχωρήσει η κυβέρνηση. Αυτό φάνηκε και στους δρόμους με τη μαζικότητα του συλλαλητήριου της ΑΔΕΔΥ στο Σύνταγμα. Διαδηλωτές από εργατικά σωματεία και την αριστερά ανεβαίνουν από τα σκαλιά στο περιστύλιο της Βουλής. Η Κατερίνα, σχολική φύλακας από την Κόρινθο δηλώνει στην Εργατική Αλληλεγγύη: “Είμαι υπέρ της ρήξης. Ανήκω στον ΣΥΡΙΖΑ, στηρίζω τον πρωθυπουργό στην προσπάθεια που κάνει, αλλά δεν πρέπει να υποκύψει σε κανένα εκβιασμό. Δεν θέλουμε συμβιβασμό. Δεν αντέχουμε άλλο”».
Στην αντίθετη κατεύθυνση η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ πάει στην Σύνοδο Κορυφής στις 22 Ιούνη κάνοντας μια ακόμη κίνηση «καλής θέλησης» προτείνοντας η ίδια στην τρόικα ένα μνημόνιο μέτρων 7,9 δις ευρώ από περικοπές και φορολογία και 5,1 δις από ιδιωτικοποιήσεις μέσα στην επόμενη διετία –χειρότερο από αυτό που είχε προτείνει η τρόικα στις αρχές Ιούνη. Αρχικά η τρόικα απάντησε στην κυβέρνηση μιλώντας για “βάση συμφωνίας”. Αλλά αμέσως μετά, κατά την γνώριμη διαπραγματευτική τους τακτική, και τα τρία της άλογα ξεχύθηκαν σε ένα τελικό σπριντ στην αντίθετη κατεύθυνση.
Ετσι φτάσαμε την Παρασκευή 26/6, ο Αλέξης Τσίπρας και το επιτελείο του, αντί για έντιμο συμβιβασμό, να παραλαμβάνουν από την τρόικα ένα τελεσίγραφο, μέχρι το βράδυ της Κυριακής 28/6 να έχουν υπογράψει μια συμφωνία, με τους “εταίρους” να τα παίρνουν όλα. Η τρόικα, αντί να διευκολύνει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, να πλασάρει έναν τάχα “αμοιβαίο συμβιβασμό” στο εργατικό κίνημα, της προσέφερε ένα “πακέτο” σκληρό.
Η ανησυχία στις αίθουσες βασανιστηρίων του Γιούρογκρουπ, της Ευρωζώνης και της ΕΕ, καθώς και η γενικότερη αναστάτωση των «αγορών» στο άκουσμα του δημοψηφίσματος είναι το αποτέλεσμα. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δηλώνει ήδη έτοιμη να σπαταλήσει αυτό το ΟΧΙ, για να ξαναμπεί σε ένα φαύλο κύκλο διαπραγμάτευσης.
Το «ΟΧΙ στη συμφωνία» στο επερχόμενο δημοψήφισμα ανοίγει τη δυνατότητα η Ελλάδα να γίνει το παράδειγμα εξάπλωσης της αντίστασης σε όλη την Ευρώπη. Είναι στο χέρι του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς, ιδιαίτερα της αντικαπιταλιστικής, να πάρουν τη μπάλα στα δικά τους πόδια, να αξιοποιήσουν τη δυναμική που διαμορφώνεται και να μετατρέψουν το “ΟΧΙ στη συμφωνία” σε ένα ΟΧΙ σε όλες τις συμφωνίες, σε όλα τα μνημόνια, στην ΕΕ, το ευρώ, την πληρωμή του χρέους, σε ένα ΟΧΙ στους τραπεζίτες και τους βιομήχανους ντόπιους και ξένους.