ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ 2010 - Η παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού

Οι καρέκλες του αμφιθέατρου Αντωνιάδου δεν έφτασαν για τον κόσμο που ήρθε να ακούσει τον Ντέιβιντ Χάρβει και τον Αλεξ Καλίνικος και πολλοί αναγκάστηκαν να κάτσουν στα σκαλιά ή να παρακολουθήσουν όρθιοι. Ο Ντέιβιντ Χάρβει θεωρείται ο σημαντικότερος ακαδημαϊκός στον τομέα της γεωγραφίας, βαθύς αναλυτής. Ο Αλεξ Καλίνικος, είναι ηγετικό στέλεχος του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος στη Βρετανία (SWP), και ως καθηγητής, βρίσκεται επικεφαλής του τμήματος Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Κολέγιο Κινγκς του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Ο Χάρβεϊ και ο Καλίνικος δεν ήρθαν βέβαια στην Ελλάδα ως πανεπιστημιακοί, αλλά ως ακτιβιστές του παγκόσμιου κινήματος που ήθελαν να συζητήσουν για τη σημασία των εξελίξεων στην Ελλάδα, τη συνολικότερη πορεία της οικονομίας και τις απαντήσεις που μπορεί να δώσει το κίνημα.

Η παρουσία του Χάρβεϊ και του Καλίνικος στην Αθήνα πήρε δημοσιότητα και μετά το τέλος του «Μαρξισμού». Η συνέντευξη που έδωσε ο Αλεξ Καλίνικος στην Κατερίνα Κιτίδη για το tvxs παραμένει μέρες στα πιο δημοφιλή άρθρα της ιστοσελίδας. Στο περιοδικό «Ε» της Κυριακάτικης Ελεθεροτυπίας, στις 23 Μάη, δημοσιεύτηκε εκτενής συνέντευξη που έδωσε ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ στην Αφροδίτη Πολίτη.

Αλεξ Καλλίνικος

Θα ήθελα κατ´ αρχήν να απολογηθώ που δεν θα μιλήσω στα ελληνικά. Νομίζω ότι θα πρέπει όλοι να μάθουμε να μιλάμε ελληνικά στους σημερινούς καιρούς. Είναι πολύ σημαντικό να μπορεί να καταλάβει κανείς τι γίνεται εδώ. Γιατί αυτό που γίνεται εδώ, το πρόγραμμα λιτότητας που προωθείται μέσα από την κυβέρνηση του Παπανδρέου, εξαπλώνεται σε ολόκληρο τον κόσμο. Στην Βρετανία έχουμε τώρα μια κυβέρνηση Συντηρητικών-Φιλελεύθερων. Ο βασικός πυρήνας της κυβερνητικής πολιτικής της είναι ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας και περικοπών. Και αυτό το βλέπουμε και σε άλλες χώρες. Η κυβέρνηση του Θαπατέρο στην Ισπανία ανακοίνωσε σκληρές περικοπές. Το ίδιο και η κυβέρνηση του Σόκρατες στην Πορτογαλία. 

Αυτό που ανησύχησε τόσο πολύ τις κυβερνήσεις, καθώς ξέσπαγε η κρίση, ήταν ο κίνδυνος να μην μπορέσουν τελικά να σώσουν την παγκόσμια οικονομία. 

Γιατί παρόλο που πρόκειται για μια εξόφθαλμη ταξική επίθεση, αυτή δεν διεξάγεται με κάποιον ορθολογικό, συντεταγμένο τρόπο. Οι ίδιοι οι καπιταλιστές μας λένε ότι πρέπει να μειώσουμε το κράτος, να μειώσουμε τον δημόσιο δανεισμό. Μόλις, όμως, παρουσιαστεί το παραμικρό πρόβλημα τρέχουν αμέσως στο κράτος απαιτώντας να τους σώσει.

Την περασμένη βδομάδα είχαμε αυτή τη φοβερή κρίση στις χρηματαγορές. Οι άρχουσες τάξεις, σε ολόκληρο τον κόσμο, πανικοβλήθηκαν. Γιατί είχαν αρχίσει να πείθουν τους εαυτούς τους ότι η κρίση είχε αρχίσει να περνάει. Και ξαφνικά βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια θύελλα που θύμιζε ξανά το φθινόπωρο του 2008.

Για να καθησυχάσουν τις αγορές οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανακοίνωσαν ένα τεράστιο πακέτο διάσωσης. Από που θα έρθουν αυτά τα χρήματα; Θα έρθουν από τα κράτη τα οποία θα χρειαστεί να δανειστούν και ύστερα να τα συγκεντρώσουν από φόρους. Από τη μια μεριά θέλουν να μειώσουν το κράτος, αλλά από την άλλη χρειάζονται το κράτος για να τους ενισχύει. 

Το πρώτο πράγμα πού χρειάζεται να ξεκαθαρίσουμε είναι από που προέρχεται αυτή η κρίση. Όλοι ξέρουν ότι ξεκίνησε από τις χρηματαγορές, από την κερδοσκοπία. Για να καταλάβει κανείς, όμως, πραγματικά πως φτάσαμε εδώ νομίζω ότι πρέπει να αντιμετωπίσει την σημερινή κατάσταση σαν την συνέπεια μιας πολύ πιο μακροχρόνιας κρίσης υπερσυσσώρευσης και χαμηλής κερδοφορίας που υποσκάπτει συνεχώς το καπιταλιστικό σύστημα. Οι απαρχές της σημερινής κρίσης βρίσκονται 40 χρόνια πίσω. 

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 παρατηρείται μια ραγδαία πτώση στα ποσοστά κέρδους στις ΗΠΑ και τις άλλες αναπτυγμένες οικονομίες. Αυτό ήταν πολύ ενδιαφέρον γιατί ο Μαρξ στο Κεφάλαιο είχε υποστηρίξει ότι στον καπιταλισμό το μέσο ποσοστό κέρδους θα είχε την τάση να πέφτει. Αυτό, έλεγε, θα έσπρωχνε τον καπιταλισμό συνεχώς σε κρίσεις. 

Ο νεοφιλελευθερισμός ήταν μια προσπάθεια για την αποκατάσταση της κερδοφορίας μέσα από διάφορες μεθόδους αύξησης της εκμετάλλευσης. Αυτό το σχέδιο πέτυχε, όμως, μόνο μερικά: οι ρυθμοί εκμετάλλευσης αυξήθηκαν αλλά το σύστημα, συνολικά, δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει τα μακροχρόνια προβλήματα της κερδοφορίας του.

Και εδώ θα ήθελα να αναφερθώ στο έργο του Ντέιβιντ Χάρβει. Ο Χάρβεϊ, σε ένα πολύ σημαντικό βιβλίο που έχει τίτλο ´Τα όρια του κεφαλαίου´ περιγράφει πώς, για να διατηρήσουν τους ρυθμούς επέκτασης της οικονομίας, τα αφεντικά κατέφυγαν σε διάφορα κόλπα. Και ένα από αυτά τα κόλπα συνδέεται με το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η ραγδαία επέκταση των χρηματοπιστωτικών αγορών βοήθησε την διατήρηση της οικονομικής ανάπτυξης σε πείσμα των προβλημάτων της κερδοφορίας.

Είχαμε ένα τεράστιο κύμα από φτηνές πιστώσεις που επέτρεψαν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα να επεκταθεί σε τέτοια κλίμακα. Και ταυτόχρονα είχαμε μια εξίσου ραγδαία άνθηση των τιμών διαφόρων αγαθών στις πλούσιες αγορές, όπως ήταν τα σπίτια που γίνονταν όλο και πιο ακριβά -με μια αίσθηση ότι αυτό θα μπορούσε να συνεχιστεί για πάντα. Η αύξηση της αξίας της γης ειδικά σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία ή η Ιρλανδία έπαιξε πολύ βασικό ρόλο. Οι εργατικές οικογένειες μπορούσαν να συμπληρώσουν το εισόδημά τους, που συμπιεζόταν από τη μείωση των μισθών, με φτηνά δάνεια και εγγύηση το σπίτι τους -που άξιζε όλο και περισσότερο. Με αυτό τον τρόπο τα νοικοκυριά μπορούσαν να ξοδεύουν περισσότερα -παρόλο που οι μισθοί τους έπεφταν -και με αυτή την κατανάλωση να στηρίζουν την επέκταση της οικονομίας. Ο Κρις Χάρμαν το είχε εκφράσει πολύ καλά μιλώντας για τη ´διαρκή οικονομία του χρέους´. 

Παγκόσμια

Ολόκληρη η οικονομία πληθωριζόταν στη βάση μιας φούσκας χρέους που στηριζόταν σε φτηνά δάνεια. Η ιστορία του καπιταλισμού είναι γεμάτη από επεκτάσεις στηριγμένες σε παρόμοιες οικονομικές φούσκες. Στη διάρκεια της επέκτασης τα αφεντικά πιστεύουν ότι αυτό θα συνεχιστεί για πάντα. Αλλά αναπόφευκτα πάντα καταρρέει. Και αυτό είναι που είδαμε να συμβαίνει το 2007 και το 2008. Ξεκίνησε από τις ΗΠΑ και από εκεί εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία. Και επειδή ο χρηματοπιστωτικός τομέας είχε εισχωρήσει με διάφορους σκοτεινούς τρόπους πάρα πολύ βαθιά στην παγκόσμια οικονομία, το αποτέλεσμα ήταν το φθινόπωρο του 2008, με την κατάρρευση της αμερικανικής τράπεζας επενδύσεων Λήμαν Μπράδερς το μεγαλύτερο Κραχ από την εποχή του 1929.

Για αυτό τρομοκρατήθηκαν τόσο πολύ την περασμένη βδομάδα τα αφεντικά. Φοβήθηκαν ότι θα επιστρέφαμε στις καταστάσεις και τις συνθήκες που επικρατούσαν μετά την κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς -στη χειρότερη οικονομική ύφεση μετά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Πολλοί παραφράζουν σήμερα τον Μαρξ λέγοντας ότι είχε προβλέψει ότι ο καπιταλισμός θα βυθιστεί αναπόφευκτα σε μια τόσο μεγάλη κρίση που θα τον αφανίσει. Αλλά αυτό δεν έχει καμιά σχέση με αυτό που έλεγε ο Μαρξ. Γιατί παρόλο που οι κρίσεις είναι προϊόντα του καπιταλισμού, ταυτόχρονα προσφέρουν στο σύστημα μια προσωρινή διέξοδο από αυτή την κρίση -καταστρέφοντας, για παράδειγμα αναποτελεσματικές επιχειρήσεις ή αναγκάζοντας τους εργάτες να αποδεχτούν χειρότερους ρυθμούς εκμετάλλευσης. Η σημερινή κρίση, όμως, δεν πρόκειται να λύσει κανένα από τα προβλήματα που την γέννησαν. 

Και αυτό συνδέεται με τα τεράστια πακέτα σωτηρίας που έτρεξαν να δώσουν οι κυβερνήσεις. Στις ΗΠΑ, την Βρετανία, την Ιαπωνία και την Ευρωζώνη οι κυβερνήσεις ξόδεψαν 14 τρισεκατομμύρια δολάρια για να σταματήσουν την κρίση. Αυτό σημαίνει ότι ο πυρήνας του τραπεζικού συστήματος έχει επιβιώσει, έχει γίνει δυνατότερος και ακόμα πιο παρανοϊκός από ότι ήταν. Και αυτό το βλέπουμε, για παράδειγμα και στην αυτοκινητοβιομηχανία. Η παγκόσμια παραγωγή αυτοκινήτων είναι εξαιρετικά μεγάλη για να επιτρέπει μια κερδοφόρα παραγωγή. Πολλοί αστοί οικονομικοί αναλυτές έλεγαν ότι η κρίση αυτή θα είναι χρήσιμη γιατί θα εξαλείψει τις πιο αναποτελεσματικές αυτοκινητοβιομηχανίες -δηλαδή τις αμερικανικές. Η αμερικανική κυβέρνηση έτρεξε να διασώσει την αυτοκινητοβιομηχανία της.

Έτσι λοιπόν αυτοί που προσπαθούν να σώσουν το σύστημα βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα δίλημμα. Αν αποφασίσουν να αφήσουν την κρίση να ακολουθήσει την πορεία της και να καταστρέψει το μη αποδοτικό κεφάλαιο αυτό που θα ακολουθήσει είναι μια ύφεση χειρότερη από της δεκαετίας του 1930. Αν, από την άλλη, αποφασίσουν να φρενάρουν την κρίση -και αυτό είναι που προσπαθούν να κάνουν- τα υποβόσκοντα προβλήματα της υπερσυσσώρευσης και της χαμηλής κερδοφορίας θα διαιωνιστούν. 

Οι άρχουσες τάξεις δεν έχουν κάποια πραγματική λύση. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν θα προσπαθήσουν να κάνουν τίποτα. Γιατί παρά τις διαιρέσεις και τους ανταγωνισμούς που έχουν μεταξύ τους, έχουν και ένα κοινό: και αυτό είναι η πεποίθηση ότι το σύστημά τους και τα κέρδη τους θα πρέπει να συνεχίσουν να επιβιώνουν. Και ποιος θα κληθεί να πληρώσει τον λογαριασμό; Οι εργάτες και οι φτωχοί. Και αυτό είναι το πιο σημαντικό στοιχείο της κρίσης που χτυπάει τώρα την Ελλάδα και εξαπλώνεται σε όλη την Ευρώπη. Η ΕΕ έχει γίνει ο φάρος της προσπάθειας της αστικής τάξης να φορτωθεί ο λογαριασμός της κρίσης στην εργατική τάξη. Και αυτός είναι ένας από τους λογούς πίσω από την κατακόρυφη πτώση της Γουόλ Στριτ την περασμένη βδομάδα.

Γιατί οι καπιταλιστές στις ΗΠΑ φοβήθηκαν ότι η αντίσταση των εργατών απειλεί να είναι τόσο μεγάλη που να καταστρέψει τις προσπάθειές τους αυτές όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και παντού. Για αυτό αυτά που γίνονται στην Ελλάδα, η αντίσταση στα προγράμματα λιτότητας είναι τόσο σημαντική. Γιατί αυτό που συμβαίνει είναι ένας αγώνας δρόμου. Ποιός θα νικήσει και θα επικρατήσει στην Ευρώπη: τα προγράμματα λιτότητας, στα οποία πρωτοστατεί σήμερα ο Παπανδρέου ή η εργατική αντίσταση. Έχουμε δει ήδη τα συνδικάτα στην Ισπανία να καλούν σε γενική απεργία ενάντια στα μέτρα λιτότητας της κυβέρνησης του Θαπατέρο. Βρισκόμαστε σε ένα πολύ σημαντικό ιστορικό σημείο. Και για αυτό έχει τόσο μεγάλη σημασία να μάθει κανείς να μιλάει ελληνικά. Γιατί τα ελληνικά είναι σήμερα η γλώσσα της αντίστασης.

Ντέιβιντ Χάρβεϊ

Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα είναι πολύ σημαντικό για ολόκληρο τον κόσμο. Γιατί υπάρχουν δυο εξαπλώσεις τις οποίες φοβάται η άρχουσα τάξη. Η μία είναι η εξάπλωση της οικονομικής κρίσης. 

Μια από τις πιο αποτυχημένες κυβερνήσεις σήμερα στον κόσμο είναι η κυβέρνηση της Καλιφόρνιας. Το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας καταστρέφεται αυτή τη στιγμή από τις περικοπές, οι δημόσιες υπηρεσίες καταρρέουν. Ο μόνος λόγος για τον οποίο η Καλιφόρνια δεν έχει γίνει Ελλάδα είναι ότι είναι ενσωματωμένη στο ομοσπονδιακό οικονομικό σύστημα των ΗΠΑ. 

Η κοινωνική ασφάλιση, το σύστημα υγείας παρέχονται από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και όχι από την πολιτειακή κυβέρνηση. Υπάρχουν δείγματα αντίστασης στην Καλιφόρνια και αυτά τα οποία συμβαίνουν τώρα στην Ελλάδα νομίζω ότι είναι μια μεγάλη πηγή έμπνευσης για όλους.

Θα ήθελα να εξηγήσω σε μεγαλύτερο βάθος πως φτάσαμε στην σημερινή κρίση για να καταλάβουμε ποιές είναι οι δικές τους και ποιές είναι οι δικές μας δυνατότητες για να βγούμε από την κρίση.

Πίσω από αυτή την κρίση βρίσκεται ένα πολύ απλό γεγονός: η ουσία του κεφαλαίου είναι η συσσώρευση. Για να μπορεί να συνεχίσει το σύστημα έχει ανάγκη σήμερα από μια συσσώρευση που αντιστοιχεί περίπου στο 3% του ΑΕΠ. Αλλά δυσκολεύεται όλο και περισσότερο να βρει επενδυτικές ευκαιρίες ικανές να καλύψουν αυτό το 3%. 

Με αριθμητικούς όρους, τη δεκαετία του 1970 αυτό το 3% μεταφραζόταν σε αναζήτηση επενδυτικών ευκαιριών, παγκόσμια, της τάξης των 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων το χρόνο. Σήμερα χρειάζονται 1.5 τρισεκατομμύρια δολάρια. Σε λίγα χρόνια θα χρειάζονται 3 τρισεκατομμύρια δολάρια. 

Αν κοιτάξει κανείς πίσω στις τρεις τελευταίες δεκαετίες θα δει ότι το σύστημα δυσκολεύεται όλο και περισσότερο να βρει αυτές τις επενδυτικές ευκαιρίες. Τώρα έχουμε φτάσει σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας. Και πρέπει να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό όχι μόνο για την συσσώρευση του κεφαλαίου αλλά και για εμάς, τους ανθρώπους πάνω σε αυτό τον πλανήτη. 

Πρώτα απ´ όλα με φυσικούς όρους. Το 1780, 3% μέση ανάπτυξη με έναν καπιταλισμό περιορισμένο στο Μάντσεστερ και μερικές ακόμα πόλεις της Ευρώπης, δεν ήταν πρόβλημα για τον πλανήτη. Όμως σήμερα βρισκόμαστε σε μια κατάσταση όπου χρειάζεται 3% ανάπτυξη σε ότι παράγεται στην Αμερική και την Ευρώπη και την Ασία και αυτό είναι, για τον πλανήτη ένα τεράστιο, γιγαντιαίο πρόβλημα. Να σας φέρω ένα παράδειγμα.

Δυσκολία

Εγώ συνεχίζω να τρώω τα βράδια με τα μαχαιροπήρουνα των προ-προ-παππούδων μου. Αν ο καπιταλισμός συνέχιζε να φτιάχνει προϊόντα που θα ήταν χρήσιμα για τόσα πολλά χρόνια θα είχε τεράστια δυσκολία να βρίσκει αγορές. Έτσι ο καπιταλισμός γίνεται όλο και πιο κυνικός στο να παράγει πράγματα που διαλύονται. ´Η να σε αναγκάζουν, σε ένα πολύ-πολύ μικρό διάστημα να τα αλλάξεις. Αν έχεις έναν υπολογιστή που είναι πάνω από τριών χρόνων όλοι σε κοιτάνε σαν να είσαι δεινόσαυρος. Για να μιλήσουμε γενικότερα το νόημα της ζωής έχει γίνει να ανακυκλώνεις όσα πιο πολλά μπορείς, όλο και πιο γρήγορα γιατί έτσι απαιτεί το κεφάλαιο. Το πρότυπο είναι η κατανάλωση της στιγμής. Πριν από 40 χρόνια ο Γκι Ντεμπόρ μιλούσε για την ´κοινωνία του θεάματος´ -το θέαμα είναι αυτό που μπορεί να καταναλωθεί στη στιγμή. Τα τελευταία 30 χρόνια κυριαρχεί όλο και περισσότερο η παραγωγή και η κατανάλωση του θεάματος.

Ένα απλό παράδειγμα: οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Μια πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή αυτής της παραγωγής είναι ότι σπάνια μόνο είναι πραγματικά κερδοφόρα. Μια μόνο πόλη στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων έχει καταφέρει να κερδίσει χρήματα από την διοργάνωση -το Λος Άντζελες. 

Δεν είχατε Ολυμπιακούς Αγώνες εδώ; Ίσως και να υπάρχει κάποια σύνδεση. Όλα αυτά τα λεφτά που δανείστηκε το κράτος πήγαν σε Γερμανούς εργολάβους για να χτίσουν τα Ολυμπιακά έργα. Χρησιμοποιώ αυτό το παράδειγμα για να δείξω πως η ζωή μας αλλάζει με στόχο την εξυπηρέτηση, τη δυναμική της συσσώρευσης του κεφαλαίου. Όπως έλεγε και ο Αλεξ η σημερινή κρίση είναι αποτέλεσμα, από πολλές σκοπιές, του τρόπου με τον οποίο βγήκαμε από την κρίση της δεκαετίας του 1970.

Υπήρχαν τρία προβλήματα στα τέλη τη δεκαετίας του 1960 και στις αρχές τις δεκαετίας του 1970. 

Το πρώτο πρόβλημα που εντοπίζω είναι ότι στα μεγαλύτερα κέντρα του καπιταλισμού η εργασία είχε πολύ μεγάλη δύναμη σε σχέση με το κεφάλαιο. Τα συνδικάτα είχαν καταφέρει να αποκτήσουν αυτή τη δύναμη γιατί οι οικονομίες ήταν σε μεγάλο βαθμό κρατικοποιημένες και τα εθνικά κράτη είχαν τον έλεγχο και της νομισματικής και της δημοσιονομικής πολιτικής. Έτσι τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα μπορούσαν να πιέζουν το κράτος να δίνει όλο και περισσότερα για την κοινωνική πρόνοια.

Το δεύτερο πρόβλημα ήταν ότι, στα πλαίσια αυτής της κρατικοποιημένης εθνικής οικονομίας, το κεφάλαιο έγινε πολύ μονοπωλιακό. Για παράδειγμα στις ΗΠΑ οι τρεις αυτοκινητοβιομηχανίες του Ντιτρόιτ καθόριζαν την εθνική οικονομία. Κυκλοφορούσε η ιδέα πως ό,τι είναι καλό για την Τζένεραλ Μοτορς είναι καλό και για τις ΗΠΑ. Η έλλειψη ανταγωνισμού, όμως, έδινε στις αυτοκινητοβιομηχανίες τη δυνατότητα να ελέγχουν την αγορά και να ανεβάζουν τις τιμές. Το αποτέλεσμα ήταν αυτό που πολλοί ονόμαζαν ´Κρατικομονοπωλιακό Καπιταλισμό´ και ο στασιμοπληθωρισμός.

Όλα αυτά έγιναν στοιχεία της κρίσης του 1970 και έπρεπε να εξαχθούν. Το αποτέλεσμα, όμως, ήταν από τη μια να πέσουν οι ρυθμοί ανάπτυξης στις ΗΠΑ και από την άλλη να γίνει ο ανταγωνισμός πλέον διεθνής. Όλα αυτά συνοδεύτηκαν με μια τεράστια επίθεση με στόχο την αποδυνάμωση και την υποταγή της εργατικής τάξης. Χρησιμοποίησαν μια σειρά από μεθόδους που περιλάμβαναν φυσικά, ανάμεσα σε άλλα, και την επίρριψη των ευθυνών για την κρίση στα συνδικάτα. Η εργατική τάξη έχασε σε μεγάλο βαθμό τη δύναμή της και η συσσώρευση μπόρεσε να συνεχιστεί χωρίς να παίρνει υπ´ όψιν της τι κάνουν οι εργάτες. 

Έτσι φτάσαμε σε 30 χρόνια συμπίεσης μισθών. Το μερίδιο των μισθών στο εθνικό προϊόν έπεσε παγκόσμια -συμπεριλαμβανομένης και της Κίνας. Δυο δισεκατομμύρια άνθρωποι έπεσαν στο κατώτατο επίπεδο της φτώχειας. Η εργασία δεν ήταν σε θέση να επηρεάσει τις εξελίξεις. Από την άλλη μεριά, όμως, οι νέες επενδύσεις απέφεραν, λόγω του οξυμένου ανταγωνισμού, πολύ μικρά ποσοστά κέρδους. Η μονοπωλιακή δύναμη της Τζένεραλ Μότορς, για παράδειγμα, έσπασε αφού μπήκαν στην αγορά αυτοκίνητα από την Γερμανία και την Ιαπωνία. Έτσι καταλήξαμε σε μια πολύ ενδιαφέρουσα κατάσταση, χαμηλών μισθών και χαμηλών ποσοστών κέρδους. 

Το αποτέλεσμα ήταν να συμβούν δύο πράγματα. Πρώτον, οι καπιταλιστές άρχισαν να ψάχνουν άλλους τρόπους για να βγάζουν κέρδη. Έτσι λοιπόν, αντί να επενδύουν στην παραγωγή άρχισαν να επενδύουν στον έλεγχο των περιουσιακών στοιχείων. Οι αγορές των περιουσιακών στοιχείων, όμως, έχουν έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα: έναν χαρακτήρα πυραμίδας. Επενδύω στο χρηματιστήριο, οι τιμές ανεβαίνουν, αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να επενδύουν και άλλοι στο χρηματιστήριο με την ελπίδα ότι θα κερδίσουν από την άνοδο των τιμών κτλ. Το ίδιο έγινε στις αγορές εμπορευμάτων, στα πνευματικά δικαιώματα και σε μια σειρά από νέες αγορές, όπως το εμπόριο των ρύπων. 

Μια από τις πιο αγαπημένες τους αγορές ήταν, φυσικά, η αγορά της γης. Κοιτώντας προς τα πίσω στις κρίσεις που έχουν ξεσπάσει από τη δεκαετία του 1970 μέχρι σήμερα είναι εντυπωσιακό πόσες είναι συνδεδεμένες με την αγορά της γης. 

Το 1990 κατάρρευσε η αγορά της γης στην Ιαπωνία και μέχρι σήμερα η Ιαπωνία δεν έχει καταφέρει να αναρρώσει ακόμα από αυτή την κρίση. Το 1992 η σουηδική κυβέρνηση αναγκάστηκε να κρατικοποιήσει τις τράπεζες για να τις σώσει από την κατάρρευση της αγοράς της γης. Στις ΗΠΑ η κυβέρνηση χρειάστηκε να επιδοτήσει με 250 εκατομμύρια δολάρια τις τράπεζες για να τις διασώσει από μια αντίστοιχη κρίση το 1984.

Χρέη

Και ακόμα και σήμερα η κρίση συνεχίζει να έχει στο κέντρο της την αγορά της γης. Αν αθροίσει κανείς σήμερα όλα τα χρέη στις ΗΠΑ -το Ομοσπονδιακό (της κεντρικής κυβέρνησης), των Πολιτειών, των επιχειρήσεων κλπ- θα δει ότι το 40% αντιστοιχεί σε υποθηκευμένα ακίνητα. 

Και αυτό μας φέρνει στην δεύτερη αντίδραση της άρχουσας τάξης στο διπλό πρόβλημα των χαμηλών μισθών και των χαμηλών κερδών. Πώς μπορεί να διατηρηθεί η ζήτηση όταν πέφτουν οι μισθοί; Η απάντηση είναι με την πιστωτική κάρτα. Τα νοικοκυριά στις ΗΠΑ τριπλασίασαν τα χρέη τους μέσα σε τριάντα χρόνια. Ενθαρρύνονταν συνεχώς να παίρνουν ολοένα και νέα δάνεια. Ένα μεγάλο κομμάτι από αυτά ήταν τα στεγαστικά. 

Τη δεκαετία του 1980 οι τράπεζες δάνειζαν σε κόσμο που είχε τη δυνατότητα να αποπληρώσει τα χρέη του. Ύστερα όμως άρχισαν να δανείζουν σε ανθρώπους που δεν είχαν καμιά τέτοια δυνατότητα. Και δεν περιορίστηκαν μόνο στα φυσικά πρόσωπα: δάνειζαν και σε κυβερνήσεις ενώ ήξεραν ότι δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν. Έγιναν ειδικοί στο να δασκαλεύουν τους πελάτες τους πως να μασκαρεύουν τα χρέη τους. Γιατί δεν τους ένοιαζε πραγματικά να πάρουν πίσω τα δανεικά: αυτό που τους ένοιαζε ήταν η αμοιβή που εισέπρατταν για να διδάσκουν στους ανθρώπους πως να εξαπατούν. 

Έτσι λοιπόν η κρίση έχει αποκαλύψει την ανισορροπία αυτής της κρίσιμης εποχής. Και μπορείτε να τους δείτε να προσπαθούν να ξεφύγουν από αυτή την κρίση με διάφορους τρόπους. Όλες, όμως, οι κρίσεις από το 1970 μέχρι σήμερα έχουν συνοδευτεί από την απαίτηση να πληρώσουν οι άνθρωποι και οι τράπεζες να μην πληρώσουν τίποτα. Αυτή ήταν η ουσία όλων των προγραμμάτων Δομικής Προσαρμογής του ΔΝΤ. Αυτό έγινε στο Μεξικό το 1982. Αυτό είναι που προσπαθούν να κάνουν παγκόσμια σήμερα, το 2010.

Αυτό που χρειάζεται είναι παγκόσμια αντίσταση. Παγκόσμια αντίσταση, όμως, πρέπει να εστιάσει στο ζήτημα της συσσώρευσης. Πρέπει να καταλάβουμε ότι η συσσώρευση δεν πρόκειται να σταματήσει από μόνη της -πρέπει να την σταματήσουμε εμείς. Και πρέπει να διακοπεί στη ρίζα της. Ο καπιταλισμός δεν θα καταρρεύσει από μόνος του, πρέπει να τον σπρώξουμε για να πέσει. Οι καπιταλιστές δεν θα παραδώσουν την εξουσία τους, πρέπει να απαλλοτριωθούν. Και αυτό πρέπει να είναι το πρόγραμμά μας.