Το ΚΚΕ και τα αποτελέσματα των εκλογών. Μάθημα 1ο: Κόμμα και Τάξη

Η ΚΕ του ΚΚΕ με την απόφασή της (9 Ιούλη) για τα αποτελέσματα των εκλογών της 17 Ιούνη προσπαθεί να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους το κόμμα έχασε το μισό της εκλογικής του δύναμης σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές της 6 Μάη. Για την ηγεσία του ΚΚΕ το κόμμα έδωσε «σωστά τη μάχη». Το μόνο που δέχεται είναι ότι δεν είδε έγκαιρα κάποια στοιχεία:

«Η ΚΕ εκτιμά ότι η γενική πολιτική γραμμή που δόθηκε η εκλογική μάχη ανταποκρινόταν στον χαρακτήρα της κρίσης, της διεξόδου που είχε ανάγκη ο λαός, σε συνθήκες που προοιωνίζονταν νέα αντεργατικά αντιλαϊκά μέτρα, ανεξάρτητα των όποιων χειρισμών θα γίνονταν από την νέα κυβέρνηση, η οποία θα πρόκυπτε.

Το πρόβλημα είναι ότι η ΚΕ δεν εντόπισε έγκαιρα το βάθος της συνολικής μείωσης των δύο κομμάτων και ιδιαίτερα την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, καθώς και την ισχυροποίηση-στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ, το σχέδιο επίθεσης στο Κόμμα. Αρχικά είχε εντοπισθεί η μείωση της επιρροής του ΠΑΣΟΚ υπέρ της ΔΗΜΑΡ που όμως δεν ασκούσε επίδραση στο χώρο των ψηφοφόρων του ΚΚΕ, πράγμα που επιβεβαιωνόταν από τις δημοσκοπήσεις.

Δεκαπέντε μέρες πριν την εκλογική αναμέτρηση εντοπίσθηκε η απότομη στροφή προς το ΣΥΡΙΖΑ σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ αλλά και του Κόμματος. Παρά τις προσπάθειες που τότε έγιναν για να εντοπισθούν οι απώλειες, δεν επιβεβαιώνονταν η έκτασή τους από τις εκτιμήσεις τοπικά των κομματικών οργανώσεων».

Το απόσπασμα είναι αποκαλυπτικό. Το μεγαλύτερο, οργανωτικά, κόμμα της αριστεράς, δεν πήρε χαμπάρι τη μετακίνηση εκατοντάδων χιλιάδων εργαζόμενων και νεολαίας προς το ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μια έμμεση ομολογία της απομόνωσης που έχει κοστίσει η πολιτική της ηγεσίας του. Ακόμα πιο σημαντική, είναι η συνολικότερη αντίληψη για τη σχέση του κόμματος με την τάξη και το κίνημα. Το κριτήριο δεν είναι τα βήματα που κάνει η τάξη, αλλά η εκλογική επιρροή του κόμματος. Πρόκειται για τον πυρήνα της ρεφορμιστικής αντίληψης που δίνει στην κάλπη το ρόλο του πρωταγωνιστή και στην τάξη το ρόλο του «μαθητή» που πρέπει να περνάει τις εξετάσεις που της βάζει η σοφή ηγεσία.

Στην συγκεκριμένη περίπτωση ο «μαθητής» παίρνει κακούς βαθμούς και αποδοκιμασίες. Για την ΚΕ του ΚΚΕ το πρόβλημα είναι στο κίνημα που έχει δώσει όλες αυτές τις σκληρές μάχες τα τρία προηγούμενα χρόνια.

«Οι αγώνες που αναπτύχθηκαν με το ξέσπασμα και την όξυνση της κρίσης, παρά την άνοδο της μαζικότητάς τους, το δυναμισμό των μορφών πάλης (πάνω από τριάντα απεργιακές κινητοποιήσεις, μαζικές διαδηλώσεις, καταλήψεις, άρνηση πληρωμών σε χαράτσια και διόδια κλπ), δεν οδήγησαν στη συνειδητοποίηση του χαρακτήρα της κρίσης, στην αποδοχή της πολιτικής εξόδου από αυτή, με σύγκρουση με την ΕΕ – μονομερή διαγραφή του χρέους - κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής.»

Όπως αναφέρει η απόφαση σε ένα άλλο σημείο: «Η μαζική καταδίκη της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ… Συνοδεύτηκε από μείωση απαιτήσεων και έκπτωση αιτημάτων».

Υπενθυμίσεις

Σ’ αυτό το σημείο χρειάζονται μερικές υπενθυμίσεις. Η μονομερής διαγραφή του χρέους, η ρήξη με το ευρώ, η έξοδος από την ΕΕ, η «κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής», είναι αντικαπιταλιστικά αιτήματα-στόχοι πάλης που τα έχει προβάλλει από την πρώτη στιγμή το ΣΕΚ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Το ΚΚΕ για καιρό σνόμπαρε τέτοια αιτήματα ως «θολά» και «ανεπαρκή» περιορισμένα «στο έδαφος του καπιταλισμού». Το ζήτημα δεν ήταν απλά θεωρητικό. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που η Παπαρήγα δήλωνε στον ΑΝΤ1, στο «πρωινάδικο» του Παπαδάκη, ότι «θα είναι καταστροφή η έξοδος από το ευρώ».

Όταν τον περασμένο Νοέμβρη ο ΓΑΠ προσπάθησε να βάλει το δίλημμα για το ευρώ «απειλώντας» με δημοψήφισμα, δεν ήταν μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ που θεώρησε το ζήτημα «αποπροσανατολισμό» αλλά και το ΚΚΕ. Μόλις την τελευταία στιγμή ο κοινοβουλευτικός του εκπρόσωπος δήλωσε ότι σε περίπτωση δημοψηφίσματος για το ευρώ ο «λαός θα απαντήσει με ένα βροντερό όχι». Άρα, πριν η ηγεσία του ΚΚΕ κουνήσει το δάχτυλο στο κίνημα, καλύτερα να κοιτάξει πιο αυτοκριτικά τα πεπραγμένα της.

Αυτό που έσπρωξε την ηγεσία του ΚΚΕ να υιοθετήσει τα αιτήματα της μονομερούς διαγραφής του χρέους, της κρατικοποίησης των τραπεζών, της εξόδου από το ευρώ, ήταν ο ίδιος ο ριζοσπαστισμός του κινήματος που τόσο υποτιμάει η ΚΕ του με την απόφασή της.

Αν το κίνημα χαρακτηριζόταν από μείωση των απαιτήσεων και των αιτημάτων, τότε ο μόνος τρόπος να εξηγηθεί η κατάρρευση της κυβέρνησης Παπαδήμου είναι οι συνωμοσίες των ξένων κέντρων και όχι η κλιμάκωση των αγώνων που δεν «τσίμπησαν» στην τρικομματική. Η τριήμερη γενική απεργία και ο ξεσηκωμός της 12 Φλεβάρη που σφράγισαν τη μοίρα της κυβέρνησης Παπαδήμ(ι)ου, απλά εξαφανίζεται από το οπτικό πεδίο της ηγεσίας του κόμματος. Ευτυχώς που τα γεγονότα είναι πρόσφατα ώστε να μην εξαφανίζονται από τη μνήμη των εργαζομένων που έδωσαν αυτές τις μάχες.

Η αλήθεια είναι ότι σε κάθε χώρο δουλειάς, σε κάθε συνδικάτο, έχει διαμορφωθεί μια ριζοσπαστική μειοψηφία που πρωτοπορεί στους αγώνες και που έχει στην καρδιά της την σύγκρουση με το ευρώ και τους τραπεζίτες, τα αιτήματα όπως τη μονομερή διαγραφή του χρέους.

Το γεγονός ότι για την πλειοψηφία αυτού του κόσμου τα προχωρήματα συνοδεύονται με αυταπάτες ότι μια «αριστερή κυβέρνηση», (ό,τι και να λέει τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ για να μαζέψει ψήφους), εν τέλει θα διαλέξει τη σωστή πλευρά όταν έρθει αντιμέτωπη με τους εκβιασμούς της ΕΕ, είναι πρόκληση και όχι εμπόδιο για μια πραγματικά αντικαπιταλιστική και επαναστατική δύναμη που έχει ξεκάθαρη στρατηγική.

Το 1917, οι μπολσεβίκοι βρέθηκαν στη θέση να «εξηγούν υπομονετικά» την ανάγκη να κάνουν το επόμενο βήμα στους εργάτες και τους φαντάρους που έκαναν την επανάσταση - έφτιαχναν σοβιέτ και την ίδια στιγμή έδιναν πλειοψηφίες στα κόμματα που συμβιβάζονταν με την άρχουσα τάξη.

Όμως, το πρόβλημα με το ΚΚΕ είναι ότι δεν διαθέτει μια τέτοια επαναστατική στρατηγική, παρά τα μεγάλα λόγια που εκτοξεύει η ηγεσία. Στο κείμενο της απόφασης της ΚΕ ξανά και ξανά επαναλαμβάνεται ως αδυναμία η λειψή εκλαΐκευση της θέσης του κόμματος για την «αριστερή διαχειριστική» κυβέρνηση.

Σε ένα σημείο αναφέρει ότι «ορισμένοι οπαδοί» και «ένα μικρό μέρος κομματικών μελών» υποστήριξαν ότι το κόμμα έπρεπε να μπει στη διαδικασία των διερευνητικών εντολών μετά τις 6 Μάη προτείνοντας στο ΣΥΡΙΖΑ ως όρους τη διαγραφή του χρέους και τη ρήξη με την ΕΕ. Σωστά, η ΚΕ λέει ότι μια τέτοια τακτική θα μπέρδευε αντί να βοηθούσε.

Εργατικός έλεγχος

Όμως, τι έχει να προτείνει ως εναλλακτική λύση; Στην πραγματικότητα, τίποτα περισσότερο από την προοπτική μιας «πραγματικής αριστερής κυβέρνησης» με κέντρο το ίδιο, μιας «κυβέρνησης της λαϊκής εξουσίας» όπως αναφέρει τροχάδην σε ένα άλλο σημείο η ίδια απόφαση. Για την ηγεσία του ΚΚΕ ακόμα και η φράση «εργατικός έλεγχος», που κατέχει κεντρική θέση στο πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είναι άγνωστες λέξεις. Της είναι εντελώς ξένη η αντίληψη ότι το εργατικό κίνημα, αυτό που παλεύει τώρα και όχι αυτό που θα εγκρίνει η ΚΕ, έχει τη δυναμική να επιβάλει τις εργατικές λύσεις απέναντι στο εφιαλτικό τρελοκομείο της καπιταλιστικής κρίσης και να θέσει επί τάπητος συνολικά το ερώτημα ποια τάξη θα έχει την εξουσία.

Γι’ αυτό το ΚΚΕ βλέπει σαν άμεσο καθήκον, όπως δείχνει η στάση του στο κίνημα, τη καταγγελία του ΣΥΡΙΖΑ και όχι την κλιμάκωση της σύγκρουσης του κινήματος με την άρχουσα τάξη και την κυβέρνηση της τρόϊκας εσωτερικού. Όποιος ψάξει να βρει μια εκτίμηση για το αν αυτή η κυβέρνηση είναι πιο ισχυρή ή πιο αδύνατη από τις προηγούμενες, θα ψάξει μάταια. Το ίδιο αν ψάξει να βρει μια προοπτική για το πώς πρέπει να απαντήσει το κίνημα στους φασίστες της Χρυσής Αυγής. Σε κάποια σημεία η απόφαση φτάνει στο εξοργιστικό σημείο να βάζει στο ίδιο τσουβάλι τους ψήφους του ΣΥΡΙΖΑ, του Καμμένου και των ναζί.

Βέβαια υπάρχουν οι «πατροπαράδοτες» αναφορές στους αγώνες που θα ξεσπάσουν, αλλά το μόνο συγκεκριμένο καθήκον που μπαίνει είναι η επιτυχία του… Φεστιβάλ της ΚΝΕ τον Σεπτέμβρη. «Δουλειά συσπείρωσης δυνάμεων» είναι η φράση-κλειδί που δίνει το στίγμα για το πώς βλέπει τα πράγματα για την επόμενη περίοδο η ηγεσία του ΚΚΕ. Οικονομία δυνάμεων προτείνει, και προσπαθεί να επιβάλλει, και ο ΣΥΡΙΖΑ. Είτε με 27% είτε με 4% αυτές οι ηγεσίες το μόνο που ξέρουν είναι να ρίχνουν κουβάδες κρύο νερό στον κόσμο που έχει την αυτοπεποίθηση να παλέψει.

Η αντικαπιταλιστική αριστερά, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΣΕΚ, έχουμε διαφορετικά κριτήρια. Ξέρουμε ότι βάλαμε το χέρι μας για να σαρώσει η αριστερά μετά από πενήντα χρόνια στις εργατικές συνοικίες. Ξέρουμε να «εξηγούμε υπομονετικά» την επαναστατική προοπτική, όχι καταγγέλοντας από τη γωνία την «ανωριμότητα» του κινήματος, αλλά μπαίνοντας στη πρώτη γραμμή για να οργανώσουμε τις μάχες ενάντια στα μνημόνια, την ΕΕ, τους φασίστες και τον καπιταλισμό εδώ και τώρα.

Τα αποτελέσματα των εκλογών είναι χωρίς αμφιβολία σοκ για ένα μεγάλο κομμάτι των αγωνιστών μέσα και γύρω από το ΚΚΕ που έχουν επιμείνει στο δρόμο της σύγκρουσης με την ΕΕ και την άρχουσα τάξη. Η απάντηση δεν είναι ούτε στη σεκταριστική αναδίπλωση ούτε στην προσαρμογή στον «ρεαλισμό» της διαχείρισης της ΕΕ και του καπιταλισμού. Είναι καιρός αυτός ο κόσμος να κάνει το αποφασιστικό βήμα, να πυκνώσει τις γραμμές της αντικαπιταλιστικής αριστεράς και των επαναστατών.