Η ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ 1930 ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΩΝ ΗΠΑ - Στις πιο δύσκολες συνθήκες, ένα γιγάντιο εργατικό κίνημα

Η δεκαετία του ´30 είναι χαρακτηριστική από αυτή την άποψη. Η μεγαλύτερη κρίση που είχε γνωρίσει ο καπιταλισμός στην ιστορία του, κράτησε δέκα ολόκληρα χρόνια. Πέρασε πολλές φάσεις, εξελίχθηκε με διαφορετικούς ρυθμούς, σε διαφορετικές χώρες. Σ´ αυτή την διαδρομή η αριστερά γνώρισε μεγάλες ευκαιρίες και μεγάλες στιγμές. Ακόμα και σε χώρες που πριν ήταν περιθωριακή. 

Οι ΗΠΑ ήταν μια από αυτές. Όταν ξεκίνησε η Μεγάλη Ύφεση στα τέλη του 1929 -μετά το κραχ του χρηματιστήριου της Νέας Υόρκης- το εργατικό κίνημα βρισκόταν ήδη σε πολύ άσχημη κατάσταση. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία της AFL της αμερικάνικης «ΓΣΕΕ» ήταν η πιο δεξιά κι η πιο ξεκομμένη από τη βάση της που μπορεί να φανταστεί κανείς. Το 1932 αντιτάχθηκε ακόμα και στη καθιέρωση ομοσπονδιακών επιδομάτων ανεργίας! 

Τα χτυπήματα της κρίσης έπεφταν βροχή. Στρατιές από ανέργους, εκατομμύρια αγρότες ξεριζωμένοι από τον νότο και της κεντροδυτικές Πολιτείες έψαχναν για ένα κομμάτι ψωμί στις μεγάλες πόλεις. Στα εργοστάσια επικρατούσε τρόμος. Μερικές δεκαετίες μετά, οι εργάτες στις μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες των ΗΠΑ θεωρούταν ως το παράδειγμα της «αφομοιωμένης», προνομιούχας εργατικής τάξης, της «φορντικής» περιόδου του συστήματος. Τότε, στη δεκαετία του ´30, αυτοί οι ορισμοί θα ηχούσαν πολύ παράξενα. 

Ηταν συνηθισμένη η έκφραση: «Όταν περνάς την πύλη της General Motors το Σύνταγμα των ΗΠΑ παύει να ισχύει». Η εντατικοποίηση ήταν το σήμα κατατεθέν της «επιτυχίας» της πολυεθνικής σε καιρούς κρίσης: «Οι άνθρωποι δουλεύουν σαν μανιακοί» ανέφερε ένας αυτόπτης μάρτυρας της αλυσίδας παραγωγής «σφιγμένα σαγόνια, μάτια που πονάνε από την προσήλωση... δεν υπάρχει τίποτα πέρα από την αλυσίδα των σασί που περνά ασταμάτητα μπροστά τους». 

Δεν υπήρχε καν ένα μαζικό σοσιαλδημοκρατικό, ρεφορμιστικό κόμμα, όπως της Ευρώπης. Το σοσιαλιστικό κόμμα των ΗΠΑ είχε μια περιορισμένη επιρροή. Το Κομμουνιστικό Κόμμα, είχε ιδρυθεί το 1919, ήταν επίσης πολύ μικρό και αποδυναμωμένο από εσωτερικές συγκρούσεις. Το 1928 είχε 28.000 μέλη. Το 1932, τέσσερα χρόνια μετά τη μεγάλη βουτιά του συστήματος και με όλη τη βαρβαρότητα που έφερε η κρίση, το κόμμα είχε μόλις 6.000 μέλη. 

Η ανάκαμψη του εργατικού κινήματος δεν ήταν μια απλή διαδικασία. Πέρασε μέσα από μια σειρά μάχες -που άλλοτε τις κέρδιζε το κίνημα, άλλοτε τις έχανε ή τέλος πάντων δεν κέρδιζε αυτά που έβαζε σαν στόχο. 

Στα πρώτα στάδια της ανάκαμψης του κινήματος οι εργάτες έσπευσαν να μαζικοποιήσουν τα παλιά, συντηρητικά συνδικάτα. Το 1934, κατέβηκαν σε απεργία οι κλωστοϋφαντουργοί, η πιο «χτυπημένη» κατηγορία εργατών -η πλειοψηφία ήταν γυναίκες- και η πιο ασυνδικάλιστη. Η κυβέρνηση του προέδρου Ρούζβελτ μόλις είχε περάσει ένα νόμο που άφηνε ένα παραθυράκι για την δημιουργία συνδικάτων εκεί που δεν υπήρχαν. Το συνδικάτο των κλωστοϋφαντουργών είχε δεν είχε 15.000 μέλη στα τέλη του 1933. Τον Ιούνη του 1934 είχε φτάσει τα 250.000. Όταν ξέσπασε η απεργία τον Αύγουστο, 400.000 εργάτριες και εργάτες συμμετείχαν. 

Απεργία

Ηταν μια σκληρή απεργία και η καρδιά της χτυπούσε στο Νότο. Κράτησε βδομάδες. Και έληξε με μια συντριπτική ήττα. Οι μνήμες των απολύσεων και των διώξεων θα κατέτρεχαν για δεκαετίες τις κλωστοϋφαντουργίες του Νότου. Η αριστερά δεν έπαιξε κανένα ρόλο στην απεργία. 

Την ίδια περίπου εποχή ξέσπασε μια ακόμα ηρωική απεργία. Των λιμενεργατών του Σαν Φρανσίσκο και όλης της Δυτικής Ακτής. Το βασικό αίτημα: το συνδικάτο να έχει λόγο στις προσλήψεις και στη σύνθεση των ομάδων εργασίας στο λιμάνι. Στο αποκορύφωμά της, στις 14 Ιούλη, μετά τη δολοφονική επίθεση της αστυνομίας, η απεργία μετατράπηκε σε γενική. Όχι μόνο οι λιμενεργάτες απεργούσαν, αλλά κι οι φορτηγατζήδες «τήμστερς» επίσης, αρνούμενοι να μεταφέρουν «καυτό φορτίο», δηλαδή απεργοσπαστικό. Ακόμα και τα σινεμά και οι καφετέριες έκλεισαν στο Σαν Φρανσίσκο. 

Η απεργία δεν κατάφερε να νικήσει. Όμως, το κίνημα δεν υπέστη μια ήττα όπως των κλωστοϋφαντουργών. Το συνδικάτο παρέμεινε πολύ ισχυρό, κι η επιρροή της αριστεράς ανέβηκε πολύ σε αυτό. Οι αγωνιστές του ΚΚ ΗΠΑ είχαν παίξει κεντρικό ρόλο στην οργάνωση της βάσης του συνδικάτου, παρά τη συντηρητική ηγεσία του. Αρκετό καιρό πριν ξεσπάσει η απεργία οργάνωναν τους συναδέλφους τους γύρω από μια εφημεριδούλα με τίτλο «Waterfront Worker». Αργότερα, στη δεκαετία του ´50 οι λιμενεργάτες της Δυτικής Ακτής θα έμπαιναν στο κέντρο των μακαρθικών διώξεων. Χιλιάδες απολύθηκαν. Η ταινία του Καζάν με πρωταγωνιστή τον Μάρλο Μπράντο «Το Λιμάνι της Αγωνίας» ήταν η «συνεισφορά» του σκηνοθέτη που μόλις είχε καρφώσει τους πρώην συντρόφους του σε αυτή την εκστρατεία. 

Δυο άλλες απεργίες του 1934 έδειξαν τα πλεονεκτήματα νέων μορφών πάλης και οργάνωσης. Τον Ιούνη του 1934, οι εργάτες σε ένα εργοστάσιο ανταλλακτικών αυτοκινήτων στο Τολέδο κατέβηκαν σε απεργία ζητώντας την αναγνώριση του συνδικάτου τους. Η ηγεσία της AFL τους υπονόμευσε συστηματικά. Αλλά κέρδισαν την υποστήριξη των ανέργων της περιοχής. Αποφασιστικό ρόλο έπαιξαν οι αγωνιστές μιας αριστερής οργάνωσης, του Αμερικάνικου Εργατικού Κόμματος. Μαζικές απεργιακές φρουρές με τη συμμετοχή ανέργων ανάγκασαν τα αφεντικά σε σημαντικές υποχωρήσεις. 

Το καλοκαίρι του 1934 οι οδηγοί φορτηγών (και εργαζόμενοι στις μεταφορές γενικά) στη Μινεάπολις κατέβηκαν σε υποδειγματικά οργανωμένες απεργίες, με αίτημα την υπογραφή μιας ικανοποιητικής συλλογικής σύμβασης. Στην ουσία ήταν μια μάχη για την ύπαρξη συνδικαλισμού. Στη κορύφωσή τους, οι απεργοί είχαν οργανώσει κινητές απεργιακές φρουρές που μεταφέρονταν με φορτηγά, απεργιακό αρχηγείο με ασύρματο, τηλέφωνο και καθημερινή εφημερίδα, διανομή τροφίμων σε όλη τη πόλη, νοσοκομείο. Μια απεργιακή επιτροπή 100 μελών διεύθυνε την απεργία. 

Όλα αυτά δεν έπεσαν από τον ουρανό. Στη Μινεάπολις δρούσε μια μικρή ομάδα, μια χούφτα, τροτσκιστών τήμστερς. Η πρώτη τους επιτυχία, ήταν η οργάνωση μιας μικρής νικηφόρας απεργίας σε μια αποθήκη για κάρβουνο. Μόλις 70 εργάτες δούλευαν εκεί. Κατόπιν, οι επαναστάτες πήραν στα χέρια τους το τοπικό παράρτημα του σωματείου και το ζωντάνεψαν. 

Αυτές οι εξελίξεις προκάλεσαν μεγάλες ανακατατάξεις. Ένα κομμάτι της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας καταλάβαινε ότι δεν μπορούσε να συνεχίσει με τον παλιό τρόπο. Ο Τζον Λ. Λιούις ο πρόεδρος των ανθρακωρύχων, αφού πλάκωσε στον ξύλο τον πρόεδρο της AFL σε ένα συνέδριο, πήρε το συνδικάτο του και ίδρυσε την Επιτροπή Βιομηχανικών Συνδικάτων, την CIO. «Βιομηχανικά» είναι τα συνδικάτα που οργανώνουν τους εργάτες ανά κλάδο, όχι ειδικότητα. 

Το σημείο που δοκιμάστηκε το μέλλον της CIO ήταν τα εργοστάσια της General Motors. Το UAW -το συνδικάτο της αυτοκινητοβιομηχανίας- προσπάθησε να οργανώσει τα εργοστάσια της εταιρείας στο Φλιντ, στο Μίσιγκαν. Στις 30 Δεκέμβρη ξεκίνησε η απεργία. Και αυτή τη φορά οι εργάτες είχαν αξιοποιήσει την πείρα προηγούμενων μαχών, που η αστυνομία και οι μπράβοι των αφεντικών έσφαζαν απεργούς στο πεζοδρόμιο. Αυτή τη φορά κατέλαβαν τα εργοστάσια και οργάνωσαν δημοκρατικά τον αγώνα τους και την συμπαράσταση σε αυτόν. Ο Τσάρλι Τσάπλιν τους δώρισε το νέο του φιλμ «Μοντέρνοι Καιροί» -και οι απεργοί το πρόβαλλαν στα κατειλημμένα εργοστάσια. 

Υστερα από μια σφοδρή επίθεση της αστυνομίας που αποκρούστηκε στις 11 Γενάρη, οι απεργοί ανταπάντησαν με την κατάληψη ενός στρατηγικού εργοστασίου της εταιρείας στις 4 Φλεβάρη. Ηταν μια κανονική στρατιωτική επιχείρηση. Είχαν διαρρεύσει στους σπιούνους των αφεντικών σχέδια για κατάληψη ενός άλλου εργοστασίου και όντως χιλιάδες απεργοί κινήθηκαν προς αυτό. Όμως, την ίδια στιγμή εκατοντάδες «διαλεχτοί» απεργοί κατέλαβαν τον πραγματικό στόχο. 

«Sit down! Sit down!»

Στις 11 Φλεβάρη η General Motors με όλα τα εργοστάσιά της στο Ντίτροϊτ, το Φλιντ και άλλου παραλυμένα από την απεργία, οι 140.000 από τις 150.000 προσωπικό συμμετείχε, υποχώρησε και αναγνώρισε το UAW. 

Ηταν μια μεγάλη νίκη, που πυροδότησε ένα τεράστιο κίνημα απεργιών και καταλήψεων σε όλες τις ΗΠΑ. Ένα τραγουδάκι το «Sit down! Sit down!» (κάνε κατάληψη! Κάνε κατάληψη!) έγινε της μόδας καθώς σε αυτή την πρακτική προχωρούσαν από εργάτες σε βαριά βιομηχανίες μέχρι γκαρσόνια σε κυριλέ ρεστοράν και παιδάκια σε σινεμά που έκοβαν το παιδικό πρόγραμμα! 

Η CIO έγινε μια συνομοσπονδία με εκατομμύρια ριζοσπαστικοποιημένους εργάτες μέλη της. Και το Κομμουνιστικό Κόμμα από μια απομονωμένη ομάδα βρέθηκε στο κέντρο αυτών των εξελίξεων. Το 1938 έφτασε να έχει 75.000 μέλη. Όχι άδικα. Τα μέλη του πρωταγωνίστησαν στις εργατικές μάχες -στο Φλιντ, μια χούφτα αγωνιστές του δούλευαν υπομονετικά από το 1932 για να χτίσουν και να κρατήσουν εργοστασιακούς πυρήνες παίζοντας κυριολεκτικά το κεφάλι τους. Αυτοί ήταν η ηγεσία της μεγάλης απεργίας. 

Δεν ήταν μόνο οι οικονομικές μάχες -οι αγωνιστές του ΚΚ και όλης της αριστεράς έδωσαν μάχη ενάντια στο ρατσισμό, ενάντια στο φασισμό, υπέρ των Δημοκρατικών στην Ισπανία για παράδειγμα. Η εφημερίδα του ΚΚ ήταν η μόνη που ξεκίνησε μια μεγάλη καμπάνια ενάντια στο ρατσιστικό διαχωρισμό των πρωταθλημάτων του μπέηζμπολ σε «λευκά» και «έγχρωμα». 

Η στρατηγική του Κομμουνιστικού Κόμματος δεν μπορούσε να οδηγήσει το κίνημα στην νίκη. Την στιγμή των μεγαλύτερων αγώνων ενάντια στους καπιταλιστές, το κόμμα διακήρυττε ότι ο αγώνας δεν μπορεί να είναι αντικαπιταλιστικός. Έδεσε το κίνημα στην ουρά του Ρούζβελτ. 

Σήμερα εκφράζεται συχνά μια νοσταλγία για το «New Deal» του Ρούζβελτ το οποίο υποτίθεται με βάση τις ιδέες του Κεϋνς έφερε ένα «κοινωνικό συμβόλαιο» ανάμεσα στην εργασία και το «παραγωγικό» κεφάλαιο με τις ευλογίες ενός κράτους πρόνοιας. Η αλήθεια είναι ότι χωρίς τις συγκλονιστικές ταξικές αναμετρήσεις, τίποτα δεν θα παραχωρούσε ο Ρούζβελτ. 

Σήμερα, η αριστερά πρέπει να αξιοποιήσει εκείνη την εμπειρία. Όχι γιατί επαναλαμβάνεται η δεκαετία του ´30 θαρρείς κι είναι καρμπόν. Αλλά γιατί μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα για το πώς μπορούμε να οργανώνουμε τους αγώνες νικηφόρα μέσα στην καρδιά της κρίσης αλλά και για την πολιτική που χρειαζόμαστε για να έχουν αυτές οι νίκες συνέχεια και την δικαίωση που τους αξίζει: την ανατροπή του καπιταλισμού.