Άλεξ Καλλίνικος: Ομπάμα, ό,τι καλύτερο για τον αμερικάνικο καπιταλισμό

Η επανεκλογή του Μπαράκ Ομπάμα είναι δίχως αμφιβολία το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τον αμερικάνικο καπιταλισμό. Αυτή η άποψη μπορεί να ξαφνιάζει. Στο κάτω κάτω, όσο μεγαλύτερο εισόδημα είχε ένας ψηφοφόρος, τόσο πιο πιθανό ήταν να ψηφίσει τον κακότυχο Ρεπουμπλικάνο υποψήφιο, Μιτ Ρόμνεϊ. Το χρηματιστήριο έπεσε μετά τη νίκη του Ομπάμα.

Επίσης, όπως έγραφαν οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς πριν από τις εκλογές, “παρόλο που υπάρχουν ορισμένες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις στο Χόλιγουντ, τις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας και καθαρής ενέργειας, εν γένει τα αφεντικά των μεγάλων εταιρειών και οι πλούσιοι διευθυντές δίνουν τα ρέστα τους για μια ήττα του Ομπάμα. Η Γκόλντμαν Σάκς, όπως και οι διευθυντές της AT&T και της Τζένεραλ Ελέκτρικ, πλέον προσφέρουν το μεγαλύτερο μέρος των οικονομικών τους ενισχύσεων στον Μιτ Ρόμνεϊ. Από μεγαλοβιομήχανους όπως οι συντηρητικοί αδελφοί Κοχ μέχρι τη Γουόλ Στριτ και τα αφεντικά των πετρελαϊκών εταιρειών, οι περισσότεροι εκ των οποίων έτσι κι αλλιώς δεν υποστήριζαν τον Ομπάμα, θεωρούν τον Ρόμνεϊ ως την καθαρή επιλογή για να ανακάμψει η κολλημένη αμερικάνικη οικονομία.”

Αυτή η επιλογή είχε σαν βασικό κίνητρό της την απληστία. Η Γουόλ Στριτ βρισκόταν σε απόγνωση, θέλοντας να σταματήσει η εφαρμογή του νόμου Ντοντ-Φρανκ, ο οποίος επιβάλλει μια σχετικά ήπια ρύθμιση στις τράπεζες. Επίσης, στα αφεντικά κάθε τύπου δεν άρεσε η κεντρική ιδέα της προεκλογικής εκστρατείας του Ομπάμα ότι οι πλούσιοι πρέπει να πληρώσουν περισσότερους φόρους.

Όπως σημείωνε ο Μαρξ πολλά χρόνια πριν, οι καπιταλιστές σαν άτομα πολλές φορές είναι τόσο βουτηγμένοι στην πιατέλα με το φαΐ, που δεν μπορούν να σκεφτούν τα συμφέροντά τους ως κοινωνική τάξη. Μια από τις λειτουργίες του κράτους είναι να τους αναγκάζει να λειτουργούν συλλογικά.

Συνεπώς, ναι, ο Ρόμνεϊ ως πρόεδρος, χωρίς αμφιβολία θα έβαζε τα δυνατά του για να βοηθήσει τις μεγάλες επιχειρήσεις, από τα σπλάχνα των οποίων ξεπήδησε.

Το πρόβλημα είναι ότι η βάση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος κυριαρχείται από λευκούς της κατώτερης μεσαίας τάξης. Το γεγονός αυτό τούς δημιούργησε πρόβλημα όταν αναδείχθηκαν ζητήματα όπως η εναντίωση στις εκτρώσεις και τη θεωρία της εξέλιξης.

Όμως, το κίνημα του Τσαγιού έσπρωξε τη βάση των Ρεπουμπλικάνων σε μια εκστρατεία για τη ριζική περιστολή του ρόλου του κράτους. Το αποτέλεσμα είναι ότι σχεδόν όλοι οι εκλεγμένοι Ρεπουμπλικάνοι στη Βουλή και τη Γερουσία έχουν υπογράψει μια δέσμευση ότι δεν θα ψηφίσουν υπέρ οποιασδήποτε αύξησης στους φόρους.

Διάσωση

Ο Ομπάμα, αντίθετα, έχει δείξει πρόθυμος να χρησιμοποιήσει επιλεκτικά την κρατική ισχύ ώστε να ξελασπώσει τον αμερικάνικο καπιταλισμό. Όχι μόνο πήρε τη σκυτάλη από τον Τζορτζ Μπους στη διάσωση της Γουόλ Στριτ, αλλά διέσωσε και αναδιάρθρωσε και την αυτοκινητοβιομηχανία.

Αυτή η τελευταία κίνηση -την οποία κατακεραύνωσε ο Ρόμνεϊ- υπήρξε πιθανώς αποφασιστική για να διασφαλίσει ο Ομπάμα την επανεκλογή του, φέρνοντας στην πλευρά του μια σειρά βιομηχανικές πολιτείες στα Μεσοδυτικά. Επίσης, βοήθησε τις ΗΠΑ να παραμείνουν στο παιχνίδι ως βασικός παραγωγός βιομηχανικών προιόντων.

Οι μεγάλες εταιρείες θέλουν επίσης μια πιο ευέλικτη μεταναστευτική πολιτική. Ο Ρόμνεϊ, στην προσπάθειά του να καλοπιάσει τους μουρλούς της βάσης του, υποσχέθηκε ότι θα κάνει τους μετανάστες να “αυτο-απελαύνονται”, και έτσι εξασφάλισε ότι ακόμη και οι Κουβανό-αμερικανοί ψήφισαν κατά πλειοψηφία τον Ομπάμα.

Εξίσου, ο αμερικάνικος καπιταλισμός δεν είχε κανένα συμφέρον να υπακούσει στις προσπάθειες των Ρεπουμπλικάνων, φανατικών της ελεύθερης αγοράς, να οδηγήσουν σε στάση πληρωμών του αμερικανικού χρέους τον Ιούλη του 2011.

Αυτό είναι σημαντικό λόγω του λεγόμενου “δημοσιονομικού γκρεμού” που γίνεται όλο και πιο απότομος. Η κρίση χρέους είχε πάρει μια παράταση όταν ο Ομπάμα και το Κονγκρέσσο συμφώνησαν ότι, εκτός αν βρισκόταν ένας συμβιβασμός για το πώς θα μειωθεί το δημόσιο χρέος, στο τέλος της φετινής χρονιάς θα γίνουν αυτομάτως μαζικές περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, ταυτόχρονα με τις φοροαπαλλαγές που είχε εισαγάγει ο Μπους.

Η Επιτροπή Προϋπολογισμού του Κονγκρέσσου έχει υπολογίσει ότι αν εφαρμοστούν αυτά τα μέτρα, το πραγματικό εθνικό εισόδημα θα πέσει κατά 2,9% και θα χαθούν 3,4 εκατομμύρια θέσεις εργασίας. Οι ΗΠΑ, και πιθανώς ο υπόλοιπος κόσμος μαζί τους, θα βυθιστούν σε μια ακόμη ύφεση.

Δεν αποτελεί συνεπώς έκπληξη, ότι η πρώτη προτεραιότητα του Ομπάμα μετά τη νίκη του είναι να εμποδίσει την οικονομία να πέσει σε αυτόν τον γκρεμό. Αυτό σημαίνει να βρεθεί ένας συμβιβασμός με τους Ρεπουμπλικάνους (οι οποίοι διατήρησαν τον έλεγχο στη Βουλή), κάτι που μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει.

Θα προσπαθήσει να παζαρέψει κάποιες αυξήσεις σε φόρους για τους πλούσιους, έναντι περικοπών σε δυο από τα πιο σημαντικά ομοσπονδιακά προνοιακά προγράμματα -το συνταξιοδοτικό και το Μεντικέαρ, το οποίο εξασφαλίζει στους συνταξιούχους πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας.

Αυτό το είδος συμφωνίας σε γενικές γραμμές ταιριάζει με τα συμφέροντα των μεγάλων αμερικάνικων επιχειρήσεων. Δεν θέλουν να φορολογηθούν περισσότερο, αλλά έχουν ανάγκη και τη διασφάλιση ενός σταθερού και προβλέψιμου περιβάλλοντος από το κράτος. Η διαρκής ανασφάλεια σχετικά με το χρέος και η πολεμική κατάσταση που ενδημεί στην Ουάσινγκτον δεν δημιουργούν τέτοιο περιβάλλον.

Οι οικονομολόγοι διαφωνούν για το πόσο μεγάλο είναι το πρόβλημα χρέους των ΗΠΑ. Το σίγουρο είναι πως ο δημόσιος δανεισμός έχει διογκωθεί λόγω των διασώσεων και της ύφεσης. Το ιδιωτικό χρέος που είχαν συσσωρεύσει οι τράπεζες στη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής φούσκας στα μέσα της δεκαετίας του 2000 έχει μεταμορφωθεί σε δημόσιο χρέος.

Το τίμημα της μείωσής του θα πληρωθεί από τους απλούς εργαζόμενους, οι οποίοι σε γενικές γραμμές ψήφισαν υπέρ του Ομπάμα. Αυτοί θα υποφέρουν λόγω της περαιτέρω συρρίκνωσης του ήδη περιορισμένου κράτους πρόνοιας που παρέχει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, όπως επίσης και από τις συχνά μαζικές περικοπές που επιβάλλουν οι πολιτειακές κυβερνήσεις.

Όσο ωραίο και να είναι να βλέπεις τον ρεπουμπλικανικό συρφετό να σπάει τα μούτρα του, οι πανηγυρισμοί δεν πρέπει να παρακρατήσουν. Ο Ομπάμα, ξανά στον Λευκό Οίκο, θα συνεχίσει με τον ψυχρό και αποστασιοποιημένο του τρόπο, να προωθεί τα συμφέροντα του αμερικάνικου καπιταλισμού.