Στη συζήτηση που άνοιξε μετά τις πρόσφατες μεγάλες διαδηλώσεις στην πλατεία Ταξίμ, η Αριστερά στην Τουρκία φαίνεται να είναι ο μεγάλος απών. Κάποιες φορές, αυτή η αντίληψη επεκτείνεται και προς το παρελθόν, υπονοώντας πως στην Τουρκία η Αριστερά δεν υπήρξε ποτέ κρίσιμος παράγοντας του πολιτικού σκηνικού.
Η πραγματικότητα είναι πως ο πολιτικός ριζοσπαστισμός, οι εργατικοί αγώνες και η οργανωμένη Αριστερά όχι μόνο έχουν διαδραματίσει ρόλο στην Τουρκία, αλλά για μερικά χρόνια έφτασαν να τρομοκρατήσουν το κράτος. Τη δεκαετία του '70, η Αριστερά μαζικοποιήθηκε, διαμορφώνοντας ένα μωσαϊκό οργανώσεων, με την επαναστατική Αριστερά να αποκτάει ακροατήριο πολύ μεγαλύτερο από πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Η Τουρκία δεν είχε εμφύλιο πόλεμο τη δεκαετία του '40 όπως η Ελλάδα. Ούτε το Κομμουνιστικό Κόμμα (TKP) είχε καταφέρει να ξεφύγει από τα όρια μιας μικρής οργάνωσης. Όμως τη δεκαετία του '50, εξαπολύθηκαν διώξεις μακαρθικού τύπου για να εξοντώσουν την Αριστερά. Μετά από μια σειρά “δίκες κομμουνιστών” η ηγεσία του TKP βρέθηκε στη φυλακή ή στο εξωτερικό. Η Τουρκία, όπως και η Ελλάδα, εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ το 1952, και ήταν προορισμένη να αναλάβει δράση στο διεθνή “αγώνα” κατά του κομμουνισμού. Δεν ήταν όμως ζήτημα διεθνών δεσμεύσεων. Η άρχουσα τάξη της Τουρκίας φοβόταν την επιρροή της Αριστεράς, την ώρα των μεγάλων ελπίδων για τη μεταπολεμική ανάπτυξη.
Όμως, από τις αρχές της δεκαετίας του '60 η Αριστερά σηκώνει κεφάλι. Οργανωτικά παίρνει τη μορφή του Εργατικού Κόμματος Τουρκίας (TİP), που ιδρύεται το 1961, από μια ομάδα συνδικαλιστών που έκαναν αριστερή κριτική στην επίσημη εργατική συνομοσπονδία Türk-İş. Στις εκλογές του 1965, τις πρώτες στις οποίες θα καταφέρει να πάρει μέρος το TİP, κάνει δυναμική εμφάνιση παίρνοντας 300.000 ψήφους και εκλέγοντας 15 βουλευτές. Η επιτυχία αυτή θα οδηγήσει τα κόμματα της άρχουσας τάξης να αλλάξουν τον εκλογικό νόμο σε βάρος των μικρότερων κομμάτων.
Παράλληλα εξελίσσεται το δυνάμωμα του συνδικαλισμού. Μια νέα εργατική τάξη κατευθύνεται στις πόλεις, δουλεύει στα δημόσια έργα και στα εργοστάσια, και οργανώνεται. Τα συνδικάτα από 76 χιλιάδες μέλη το 1950 θα φτάσουν τις 376 χιλιάδες το 1966. Το 1967 μια σειρά συνδικαλιστών, κάποιοι από τους οποίους είχαν σχέσεις με το TİP, ιδρύουν μια νέα συνομοπονδία, σε αντιπαράθεση με την Türk-İş, την DİSK (Συνομοσπονδία Επαναστατικών Εργατικών Συνδικάτων). Αφορμή ήταν η άρνηση της Türk – İş να δώσει στήριξη σε μια απεργία 83 ημερών σε εργοστάσιο γυαλιού. Η απεργία αυτή ήταν ένα μόνο δείγμα της εργατικής μαχητικότητας που ανερχόταν.
Το 1969 το συνδικάτο των εκπαιδευτικών θα οργανώσει “Πορεία για την Παιδεία” με 40 χιλιάδες κόσμο, ενώ 100 χιλιάδες θα πάρουν μέρος σε στάσεις εργασίας που κηρύσσει, αγνοώντας τη “νομιμότητα” και τις χιλιάδες διώξεις. Η γενική συνέλευση του συνδικάτου την ίδια χρονιά θα δεχτεί επίθεση από φασίστες και το κτίριο της συνέλευσης θα καεί. Οι φασιστικές επιθέσεις δεν σταμάτησαν τους αγώνες. Το 1967 τα μέλη των συνδικάτων είχαν εκτοξευτεί σε 834 χιλιάδες και στις αρχές της δεκαετίας του '70 θα ξεπεράσουν τα δύο εκατομμύρια. Ο ανταγωνισμός της DİSK με την Türk-Iş θα αναγκάσει και την δεύτερη να οργανώσει εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες και να προχωρήσει σε πραγματικούς αγώνες. Από το '68 ως το Μάρτη του 1971 υπολογίζεται ότι γινόταν τουλάχιστον μία απεργία κάθε τρεις μέρες, ενώ κάποιοι αγώνες μετατράπηκαν και σε καταλήψεις εργοστασίων.
Εργατογειτονιές
Η στιγμή της αποκάλυψης ήρθε στις 15-16 Ιούνη του 1970. Η DΙSK είχε καλέσει διαδήλωση στην πλατεία Ταξίμ και είχε στόχο να συγκεντρώσει 20 χιλιάδες κόσμο. Γρήγορα έγινε φανερό ότι 100 χιλιάδες εργάτες κατευθύνονταν στην Ταξίμ. Οι εργατογειτονιές της Πόλης κατέβαιναν οργανωμένα παρασύροντας όλο τον κόσμο μαζί τους. Οι αρχές σήκωσαν τις γέφυρες του Βόσπορου και έστησαν μπλόκα για να σταματήσουν τους εργάτες. Οι προσυγκεντρώσεις, συνήθως με τις γυναίκες να δίνουν τη μάχη στην πρώτη γραμμή, κατάφερναν να περάσουν όλα τα εμπόδια. Μετά τις συγκρούσεις με την αστυνομία και συλλήψεις συνδικαλιστών, έγιναν έφοδοι σε σπίτια και χιλιάδες άνθρωποι μπήκαν σε μαύρη λίστα για να μη μπορούν να βρουν δουλειά.
Το φοιτητικό κίνημα είχε επίσης τροφοδοτήσει την Αριστερά με χιλιάδες κόσμο. Ο Μάης του '68 είχε άμεσο αντίκτυπο στην Τουρκία. Καταλήψεις πανεπιστημίων ξεκίνησαν με το που έφτασαν τα νέα από τη Σορβόνη. Τον Ιούλη του '68 η αστυνομία άρχισε να εισβάλει σε κοιτώνες φοιτητών, να συλλαμβάνει και να δέρνει.
Η Dev-Genç (Επαναστατική νεολαία) αναδεικνύεται σε σημαντική οργάνωση, ενώ οι κινητοποιήσεις παίρνουν αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα, στρεφόμενες ενάντια στον 6ο αμερικάνικο στόλο και δηλώνοντας αλληλεγγύη στο Βιετνάμ. Η Dev Genç βρισκόταν υπό την επιρροή του Μιχρί Μπελί (γνωστού στην Ελλάδα ως Καπετάν Κεμάλ) και της θεωρίας της Εθνικής Δημοκρατικής Επανάστασης. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, οι φοιτητές μπορούσαν να λειτουργήσουν ως σπινθήρας, όχι για την εργατική τάξη, αλλά για την αριστερή ριζοσπαστική πτέρυγα των αξιωματικών του στρατού, οι οποίοι θα έκαναν επέμβαση για να απεγκλωβίσουν την Τουρκία από τα δεσμά του ιμπεριαλισμού. Μετά την εργατική έκρηξη του '70, το συμπέρασμα που έβγαλαν πολλοί αγωνιστές δεν ήταν ότι η εργατική τάξη έχει τη δύναμη να απελευθερώσει τον εαυτό της, αλλά ότι είχε έρθει η ώρα για ένοπλη σύγκρουση. Το ΤHKP-C του Μαχίρ Τσαγιάν θα βάλει μπρος για απαγωγές αξιωματούχων και βομβιστικές επιθέσεις.
Τρία γεγονότα θα προκαλέσουν ιδεολογική κρίση στο ρεύμα της Dev Genç και σε ολόκληρη την Αριστερά. Το πρώτο ήταν η εισβολή των ρώσικων τανκς στην Τσεχοσλοβακία το 1968, που θα μπερδέψει πολλούς αγωνιστές. Το δεύτερο ήταν η άνοδος των εργατικών αγώνων και τα γεγονότα του Ιούνη του 1970, που βρίσκονταν έξω από τις προβλέψεις. Το τρίτο και σημαντικότερο ήταν το πραξικόπημα του Μάρτη του 1971. Η Αριστερά που έλπιζε σε επέμβαση του στρατού είδε τελικά την επέμβαση να στρέφεται κατά της ίδιας και του κινήματος.
Το πραξικόπημα θα προσπαθήσει να ανακόψει όλη τη ριζοσπαστικοποίηση, αλλά και πάλι θα αποδειχθεί ότι δεν ήταν αρκετό. Μάλιστα, τα στελέχη της Αριστεράς όταν θα αποφυλακιστούν με την αμνηστία του 1974 θα βρεθούν μπροστά στο παράδοξο φαινόμενο, παρά τις φυλακίσεις, τις αλλεπάλληλες διασπάσεις και την ιδεολογική σύγχυση, να έχουν στη βάση των οργανώσεων αθροιστικά πολύ περισσότερους αγωνιστές από ό,τι πριν από το πραξικόπημα.
Σημαντικό τμήμα της Αριστεράς βρήκε στον μαοϊσμό την απάντηση για την απογοήτευση του '71. Η θεωρία του “λαϊκού πολέμου” με κέντρο τους αγρότες ήταν μια “διόρθωση” απέναντι στην υποτίμηση των μαζών και στις μέχρι τότε ελπίδες για επέμβαση των αξιωματικών. Η εφημερίδα Aydınlık των Μαοϊκών τη δεκαετία του '70 ίσως ήταν η μεγαλύτερη σε κυκλοφορία φιλοκινέζικη εφημερίδα οπουδήποτε εκτός Κίνας.
Για τα παλιά στελέχη της Dev Genç που δεν ακολούθησαν το μαοϊσμό, η μεγαλύτερη οργάνωση ήταν η Devrimci Yol (Επαναστατικός Δρόμος) και ακολουθούσε η Kurtuluş (Απελευθέρωση). Η δεκαπενθήμερη έκδοση της Dev Yol έφτασε τα 100 χιλιάδες τεύχη. Η διεθνής κρίση του μαοϊσμού μετά το '74 – '75 θα ξαναδώσει χώρο στο Κομμουνιστικό Κόμμα (TKP) να γίνει υπαρκτή οργάνωση. Το TKP θα καταφέρει μάλιστα να κερδίσει έδαφος μέσα στην DİSK, ελπίζοντας προσωρινά να πάρει την ηγεσία του συνδικάτου.
Τα γεγονότα της Ταξίμ την πρωτομαγιά του 1977 είναι ένα ορόσημο τόσο για τη δύναμη όσο και για τις αδυναμίες της Αριστεράς. Μια τεράστια κινητοποίηση εκατοντάδων χιλιάδων θα βαφτεί στο αίμα με δεκάδες νεκρούς από πυρά ελεύθερων σκοπευτών. Το διπλά τραγικό ήταν ότι η ευκαιρία στους κατασταλτικούς μηχανισμούς δόθηκε όταν η σύγκρουση ανάμεσα σε διαφορετικά ρεύματα της Αριστεράς μέσα στη διαδήλωση έφτασε να γίνει ένοπλη.
Η τουρκική άρχουσα τάξη από τη μεριά της δεν κατάφερε να σταθεροποιήσει την κατάσταση ολόκληρη τη δεκαετία του '70. Όλες οι επιλογές καταστολής που έκανε κατάφερναν διαρκώς να τροφοδοτούν το κίνημα με νέα στρώματα και έτσι να δίνουν δυνατότητα στην Αριστερά να δυναμώνει. Ακόμη και οι φασιστικές οργανώσεις όπως, οι Γκρίζοι Λύκοι, στις οποίες δόθηκε μεγάλη στήριξη από το κράτος κατάφερναν να αποξενώνουν τμήματα του πληθυσμού στην ύπαιθρο, ο οποίος χρειαζόταν να στηρίζεται στις ένοπλες οργανώσεις της Αριστεράς για να αμυνθεί.
Συγκρούσεις
Στο μεταξύ η οικονομική κατάσταση χτυπούσε κόκκινο. Οι “πετρελαϊκές” κρίσεις του '73 και του '78 χτύπησαν την Τουρκία, και οι κυβερνήσεις έπρεπε να μπουν σε αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις με το ΔΝΤ για να εξασφαλίσουν δάνεια, τα οποία προφανώς είχαν και τα αντίστοιχα “μνημόνια”. Με τις απεργίες να συνεχίζονται, την Αριστερά και τα συνδικάτα να μαζικοποιούνται, καμιά κυβέρνηση δεν μπορούσε να τα υλοποιήσει. Ο πληθωρισμός έτρεχε με 90%, ενώ στις αρχές του '80 η DİSK βρίσκεται επικεφαλής μιας σειράς καταλήψεων σε εργοστάσια που καταλήγουν σε συγκρούσεις με αστυνομία και στρατό.
Η άρχουσα τάξη μιλούσε για την ανάγκη του μοντέλου της Χιλής του Πινοτσέτ, δηλαδή ιδιωτικοποιήσεις και γρήγορο άνοιγμα στην αγορά. Ο στρατηγός Εβρέν ανέλαβε να δώσει τη “λύση” με το πραξικόπημα του Σεπτέμβρη του '80 που κατάφερε να βάλει την Αριστερά και το κίνημα στο γύψο για αρκετά χρόνια.
Η Αριστερά στην Τουρκία βρισκόταν ιδεολογικά παγιδευμένη στην κληρονομιά του κεμαλισμού και του σταλινισμού. Οι ελπίδες της στρέφονταν προς τα πάνω: στους φωτισμένους αξιωματικούς και στον εκσυγχρονισμό της χώρας. Ήταν ωστόσο οι αγώνες από τα κάτω που την κράτησαν ζωντανή και την ανέδειξαν παρά τα αλλεπάλληλα κύματα καταστολής. Η ίδια ήταν απροετοίμαστη να δώσει κατεύθυνση σε αυτό το τεράστιο κύμα αγώνων. Η συζήτηση από τότε έχει προχωρήσει στην αριστερά της Τουρκίας. Γεννήθηκαν νέα ρεύματα που ζωντάνεψαν τον Μαρξισμό και την παράδοση που βάζει την εργατική τάξη στο κέντρο. Παρά τις ιδεολογικές αδυναμίες εξάλλου, μεγάλο μέρος του δυναμικού της ριζοσπαστικοποίησης της δεκαετίας του '70 συνεχίζει να είναι κομμάτι της πολιτικής σκηνής της Τουρκίας, με αντίστοιχο τρόπο που στην Ελλάδα η “Μεταπολίτευση” συνεχίζει να είναι ζωντανή. Οι εμπειρίες των δύο χωρών δεν είναι τόσο διαφορετικές όσο φαίνονται με πρώτη ματιά.