Φούσκες στο Λονδίνο

Λοιπόν, δεν ξέρω τι έχει ξεχάσει ο Μάρκ Κάρνεϊ, ο νέος διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, αλλά σίγουρα δεν έχει μάθει τίποτα από την χρηματοπιστωτική κρίση. Ο Κάρνεϊ, πρώην επικεφαλής της καναδέζικης κεντρικής τράπεζας, διαδέχθηκε τον Μέρβιν Κινγκ το καλοκαίρι.

Ο δεξιός Υπουργός Οικονομικών, Τζορτζ Όσμπορν, τον στήριξε με εγκώμια -αλλά και με χρήμα. Το σύνολο του μισθού του είναι πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ το χρόνο, ενώ ακόμη και η σύζυγός του παραπονέθηκε στο τουΐτερ για τη δυσκολία να βρουν κατάλληλο σπίτι στο Λονδίνο, λόγω της μεγάλης προσέλευσης Γάλλων εκατομμυριούχων που φεύγουν για να γλυτώσουν από τους υψηλότερους φόρους.

Η προσπάθεια του Κάρνεϊ να ξαναρυθμίσει τη νομισματική πολιτική της Βρετανίας είχε δύσκολη αρχή. Οι χρηματαγορές αντέδρασαν με σκεπτικισμό στην απόφασή του να μην αυξήσει τα επιτόκια για όσο καιρό η ανεργία είναι μεγαλύτερη από 7%. Όμως πανηγύρισαν για την τελευταία του ομιλία.

Ο Κάρνεϊ υποσχέθηκε ότι οι τράπεζες θα δανείζονται από την Τράπεζα της Αγγλίας ευκολότερα και φθηνότερα. Γενικότερα, εκφράστηκε υπέρ του Σίτι [του χρηματοπιστωτικού κέντρου της Βρετανίας], δηλώνοντας πως “αν οργανωθεί κατάλληλα, ένας σφύζων χρηματοπιστωτικός τομέας φέρνει αξιοσημείωτα οφέλη” στην υπόλοιπη οικονομία.

Ο Κάρνεϊ σημείωσε πως το ενεργητικό της τράπεζας [τα δάνεια που έχει δώσει] αντιστοιχεί πλέον σε τέσσερις φορές το μέγεθος της βρετανικής οικονομίας. Τη στιγμή του κραχ το 2008, πολλοί καθόλα αξιοσέβαστοι σχολιαστές υποστήριζαν ότι το γεγονός ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας αφέθηκε να φουσκώσει τόσο πολύ είχε δημιουργήσει ένα τέρας που απειλούσε να καταστρέψει ολόκληρη την οικονομία.

Ο Κάρνεϊ όμως δεν συμφωνεί: “Αν το μερίδιο των βρετανικών τραπεζών στην παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα παραμείνει το ίδιο και η χρηματοπιστωτική βύθιση των ξένων οικονομιών συνεχιστεί σύμφωνα με τους ιστορικούς ρυθμούς, το 2050 το ενεργητικό των τραπεζών θα ξεπεράσει εννιά φορές το ΑΕΠ, χωρίς να υπολογίσουμε την ραγδαία αύξηση των ξένων τραπεζών και του σκιώδους τραπεζικού τομέα με έδρα το Λονδίνο”.

Αυτή η άποψη προκάλεσε την αντίδραση του αρθρογράφου των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, Μάρτιν Γουλφ: “Κάτι τέτοιο θα μετέτρεπε το Ηνωμένο Βασίλειο σε Ισλανδία του 2007”. Μια χούφτα τραπεζίτες και οι πολιτικοί τους φίλοι χρησιμοποίησαν τη μικροσκοπική Ισλανδία ως πεδίο εκκίνησης μιας τεράστιας χρηματοπιστωτικής φούσκας που παραλίγο να καταπιεί ολόκληρη τη χώρα όταν έσκασε το 2007-8.

Η αλήθεια είναι ότι αυτό παραλίγο να γίνει και στη Βρετανία. Η Βασιλική Τράπεζα της Σκοτίας, η οποία διασώθηκε από το κράτος το φθινόπωρο του 2008, είναι μια ασήκωτη τράπεζα-ζόμπι, παραφορτωμένη ακόμη με όλα τα κακά δάνεια που είχε κάνει στη διάρκεια της φούσκας στα μέσα της περασμένης δεκαετίας. Βρίσκεται επίσης υπό έλεγχο αυτή τη στιγμή, μαζί με άλλες πέντε μεγάλες διεθνείς τράπεζες, για νόθευση των στοιχείων σε ξένες χρηματαγορές.

Εκτός ελέγχου

Αμέσως μετά την κατάρρευση του 2008, οι πολιτικοί παραδέχθηκαν πως οι τράπεζες είχαν βγει εντελώς εκτός ελέγχου. Ο Όσμπορν και ο ομόλογός του στους Φιλελεύθερους, υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής Βινς Κέιμπλ, ακολούθησαν τον προκάτοχό τους του Εργατικού Κόμματος, Πίτερ Μάντελσον, δεσμευόμενοι να “ξαναϊσορροπήσουν” τη βρετανική οικονομία, στρέφοντας πόρους από το χρηματοπιστωτικό τομέα προς τη μεταποίηση.

Τώρα ο Κάρνεϊ τα πετάει όλα αυτά στα σκουπίδια: το Σίτι ξαναπαίρνει το κεφάλι. Ωστόσο, όπως παρατήρησε ο μαρξιστής μπλόγκερ Μάικλ Ρόμπερτς, ένας βασικός αξιωματούχος της Τράπεζας της Αγγλίας, ο Άντι Χάλντεϊν, υποστηρίζει πως οι χρηματαγορές δεν δημιουργούν πλούτο αλλά απλώς μετακινούν το βάρος του ρίσκου από ένα σημείο του συστήματος στο άλλο.

Ο Χάλντεϊν προειδοποιεί: “Ένα τραπεζικό σύστημα που δεν αξιολογεί και δεν κοστολογεί με ακρίβεια το ρίσκο μπορεί μάλιστα να θεωρηθεί ότι αφαιρεί αξία από την οικονομία. Εξάλλου αν το να παίρνεις ρίσκο αποτελούσε δραστηριότητα αύξησης της αξίας, τότε αυτοί που παίζουν ρώσικη ρουλέτα θα συνεισέφεραν απίστευτα στον παγκόσμιο πλούτο”.

Ο Κάρνεϊ έχει ωστόσο αποφασίσει, με τα λόγια του Γουλφ, να “ποντάρει στο μεγάλο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο”. Η πολιτική του έρχεται σε συνέχεια της προσπάθειας του Όσμπορν να προσελκύσει κινέζικες τράπεζες στο Σίτι. Όπως έδειξε πρόσφατα ο Αντίτια Τσακραμπόρτι, στην εφημερίδα Γκάρντιαν, το Λονδίνο -υπό την ηγεσία του Σίτι- έχει γίνει οικονομικά κυρίαρχο μετά το κράχ, αντιστοιχώντας σε 48% της μεγέθυνσης της βρετανικής οικονομίας από το 2007, σε σύγκριση με 37% την περίοδο 1997-2006.

Συνεπώς, ίσως ο Κάρνεϊ και ο Όσμπορν ακολουθούν το δρόμο της απόγνωσης. Όσο και επικίνδυνο να είναι το Σίτι, είναι ό,τι έχει στη διάθεσή του ο βρετανικός καπιταλισμός. Γι' αυτό δεν βλέπουν καμιά εναλλακτική λύση από το να ξαναανέβουν στο τρενάκι του τρόμου, έχοντας πίστη ότι όταν ξανατρακάρει, δεν θα είναι η δική τους κοινωνική τάξη που θα πληρώσει το λογαριασμό.