Το μήνυμα της Αργεντινής: Πιο ριζικές λύσεις

Με το δημόσιο χρέος εκτός ελέγχου, την ύφεση να συνεχίζεται, τη φτώχεια να γιγαντώνεται, το τρίτο μνημόνιο προ των πυλών, οι ΣαμαροΒενιζέλοι έχουν το θράσος να μιλάνε για αποτυχίες. Εκτός από την Αργεντινή, πτώση στα νομίσματά τους και φυγή κεφαλαίων αντιμετωπίζουν και οι άλλες «αναδυόμενες αγορές», που έχουν άμεμπτα νεοφιλελεύθερα διαπιστευτήρια. Όμως, θα ήταν πολύ να ζητήσει κανείς από τιτάνες της σκέψης τύπου Κεδίκογλου, …Ταμήλου ή Τσαμουργέλη εξηγήσεις για τέτοια πράγματα.

Η απάντηση που έχει να δώσει η Αριστερά είναι απλή. Το πρόβλημα της Αργεντινής δεν είναι ότι η ρήξη με το ντόπιο και διεθνές κεφάλαιο, προχώρησε «πολύ», αλλά ότι ήταν πολύ «λίγη». Αυτή την απάντηση αρνείται να δώσει ο ΣΥΡΙΖΑ και αρκείται να παραπονιέται ότι η ΝΔ «δεν κατανοεί τις θέσεις» του και τις διαστρεβλώνει.

Υπάρχουν φωνές στην Αριστερά που προσπαθούν να απαντήσουν στην κυβερνητική προπαγάνδα.

Ο οικονομολόγος Κώστας Λαπαβίτσας έγραψε ένα άρθρο για τη «νέα κρίση των αναπτυσσόμενων χωρών και η Αργεντινή» (http://costaslapavitsas.blogspot.gr/2014/01/blog-post_29.html ). Σε αυτό εξηγεί ότι το επίκεντρο της νέας κρίσης δεν βρίσκεται στο Μπουένος Άιρες αλλά στην Ουάσιγκτον και το Πεκίνο. Εξηγεί ακόμα τον παράγοντα που τροφοδότησε τον πληθωρισμό τα προηγούμενα χρόνια. Γράφει:

«Οι εξαγωγές της Αργεντινής ήταν το 2013 κατά 60% βασισμένες στον αγροτικό τομέα που κυριαρχείται από μεγάλα επιχειρηματικά συγκροτήματα. Οι εισαγωγές, από την άλλη, είναι κατά 80% προϊόντα του δευτερογενούς τομέα. Η χώρα έχει παρουσιάσει μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα συνεχώς από το 2003, αλλά το πλεόνασμα φθίνει, ιδίως το τελευταίο διάστημα. Ο λόγος φαίνεται να είναι η απομείωση της ανταγωνιστικότητας των αγροτικών προϊόντων λόγω της ανόδου του πληθωρισμού που πλέον είναι πάνω από 20%. Τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, ως εκ τούτου, πιέζουν από καιρό για μέτρα περιορισμού του πληθωρισμού. Παράλληλα, δεν προχωρούν σε ρευστοποίηση εξαγωγών σόγιας που έχουν ήδη συμφωνηθεί - ύψους 4δις - αλλά προτιμούν να περιμένουν κερδοσκοπώντας με την προοπτική της υποτίμησης».

Καπιταλισμός

Όλα αυτά είναι σωστά. Αλλά ο Κ. Λαπαβίτσας δεν εξηγεί γιατί οι κυβερνήσεις Κίρχνερ-Φερνάντεζ δεν έβαλαν χέρι σε αυτά τα «μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα». Παράλειψη; Ανεπαρκείς σύμβουλοι; Προφανώς όχι. Η εξήγηση είναι ότι αυτές οι κυβερνήσεις χρησιμοποίησαν την αποσύνδεση του πέσο από το δολάριο και την προσωρινή στάση πληρωμών για να αναστηλώσουν τον αργεντίνικο καπιταλισμό και να του εξασφαλίσουν την κλονισμένη θέση του στη διεθνή αγορά φορτώνοντας τον λογαριασμό στην εργατική τάξη.

Αυτό ήταν «Το Θάρρος του Μπουένος Άιρες» -όπως τιτλοφορούνταν άρθρο του Κ. Λαπαβίτσα στην Καθημερινή της 1/4/2012 όπου ανάμεσα στα άλλα διαβεβαίωνε ότι: «Θα υπάρξει οπωσδήποτε σύγκρουση με τον τραπεζικό τομέα, τους γαιοκτήμονες και άλλους συντηρητικούς κύκλους». Χωρίς αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και προοπτική, αυτή η σύγκρουση δεν έρχεται αυτόματα.

Τη δικιά του απάντηση έδωσε και ο Αλέκος Αλαβάνος, σε ομιλία του σε συνάντηση στελεχών του Σχεδίου Β στις 25 Γενάρη (http://www.sxedio-b.gr/index.php/statements/item/604-argentina-alavanos). Ο Αλαβάνος είπε ότι η κυβέρνηση Φερνάντεζ έκανε «τρία μεγάλα λάθη».

Ένα από αυτά ήταν ότι δεν τα έβαλε με τις πολυεθνικές τροφίμων, όπως τη Μονσάντο, και τους «τσιφλικάδες, μεγαλοκαουμπόηδες». Το γιατί, ούτε αυτός το εξηγεί, εκτός από μια γενική τοποθέτηση ότι όλοι κάνουν λάθη. Ένα μέρος της απάντησης είναι ότι δεν πρόκειται για «τσιφλικάδες» που αντιστρατεύονται το βιομηχανικό κεφάλαιο. Τα τεράστια εργοστάσια επεξεργασίας και κατάψυξης κρέατος (τα «φριγκορίφικος») ήταν για χρόνια η αιχμή του δόρατος του αργεντίνικου καπιταλισμού.

Ακόμα πιο προβληματική, όμως, είναι μια άλλη διαπίστωση του επικεφαλής του Σχεδίου Β. Το «τρίτο και μεγαλύτερο λάθος», είπε, ήταν: «Κανείς δεν μπορεί να κάνει ότι γουστάρει, αγνοώντας τα οικονομικά μεγέθη. Η άνοδος του πληθωρισμού πέρα από ορισμένα κάθε φορά όρια είναι η προειδοποίηση για τον αυτοπεριορισμό των νομισματικών πολιτικών, τις ρυθμίσεις για τα επιτόκια, την αύξηση της παραγωγικότητας. Η κυβέρνηση με την αλαζονεία του μεγαλοεισαγωγέα συνέχισε την επεκτατική πολιτική σε χαλεπούς καιρούς…»

Το αίτημα για περιοριστική πολιτική και αύξηση της παραγωγικότητας ήταν η οικονομική συνταγή της δεξιάς στην Αργεντινή. Φυσικά ο Αλέκος Αλαβάνος δεν ταυτίζεται με τη δεξιά. Πέφτει, όμως, σε αυτό το ολίσθημα γιατί θεωρεί ότι «ριζοσπαστικά εγχειρήματα για να προχωρούν πρέπει να ενσωματώνουν και να ανανεώνουν συνεχώς ένα φορτίο θετικών αξιών. Ανάμεσα σε αυτές η ειλικρίνεια απέναντι στην κοινωνία που είναι προϋπόθεση για την αξιοπιστία, για την εξασφάλιση της εμπιστοσύνης και στήριξής της».

Τα ριζοσπαστικά εγχειρήματα δεν στηρίζονται γενικά σε αξίες ούτε συνομιλούν γενικά με την κοινωνία. Προσπαθούν να συσπειρώσουν την εργατική τάξη στην κατεύθυνση μιας αντικαπιταλιστικής ρήξης μέσα στην κοινωνία. Και αυτή την αλήθεια έχουν την ειλικρίνεια να τη διακηρύσσουν ανοιχτά. Η εμπειρία της Αργεντινής επιβεβαιώνει ότι η Αριστερά δεν μπορεί να μένει στα όρια των Κίρχνερ.