Αντιφασιστικό κίνημα
H δίκη της Χ.Α.: Η αστυνομία συνεχίζει να καλύπτει τους χρυσαυγίτες

Στιγμιότυπο από παλαιότερη κινητοποίηση της ΚΕΕΡΦΑ έξω από την δίκη της Χ.Α.

Με καταθέσεις των αστυνομικών της ΔΙΑΣ που ήταν παρόντες στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα συνεχίστηκε η δίκη της Χρυσής Αυγής στις 11 Γενάρη, 43η ημέρα της διαδικασίας. Η εικόνα μιας αστυνομίας που όχι μόνο δεν έκανε τίποτα για να αποτρέψει το τάγμα εφόδου εκείνο το βράδυ βοηθώντας με την αδράνειά της τη δολοφονική επίθεση, αλλά και εξακολουθεί μαζί με τις ευθύνες της να καλύπτει και τους χρυσαυγίτες κατηγορούμενους, ήρθε ακόμα πιο καθαρά στο δικαστήριο.
 
Το σενάριο που είχε υποστηρίζει η αστυνομικός Αγγελική Λεγάτου σε προηγούμενες συνεδριάσεις -ότι οι αστυνομικοί “δεν πρόλαβαν” τη δολοφονία γιατί οι τέσσερις-πέντε που μαζί με το Ρουπακιά χτυπούσαν το Φύσσα “πρέπει να ήταν άλλοι” από τους είκοσι που ξεκίνησαν να τρέχουν από το Κοράλι και τους οποίους κυνηγούσαν οι ίδιοι- το παρουσίασε με πιο ολοκληρωμένο τρόπο ο αστυνομικός Ανδρέας Μπιάγκης σε αυτή τη δικάσιμο. Συγκεκριμένα ο μάρτυρας, αφού περιέγραψε πώς ο ίδιος και οι συνάδελφοί του έφτασαν στην καφετέρια Κοράλι έχοντας πάρει σήμα για “50 άτομα με ρόπαλα” που κατευθύνονται προς τα εκεί, είδαν τους σαράντα με πενήντα συγκεντρωμένους απέξω καθώς και κυνήγησαν τους είκοσι από αυτούς που αποσπάστηκαν τρέχοντας και βρίζοντας προς τη Τσαλδάρη, ισχυρίστηκε ότι το “επεισόδιο” στον αριθμό 62 βρισκόταν από πριν σε εξέλιξη και γι αυτό δεν κατάφεραν να το σταματήσουν.
 
Παρότι παραδέχτηκε ότι οι συγκεντρωμένοι στο Κοράλι ήταν “χρυσαυγίτες”, ότι από τα μηχανάκια που βρίσκονταν παρκαρισμένα εκεί φαινόταν “σα να κατέβηκαν εκείνη τη στιγμή και να περίμεναν κάτι” και ότι προκαλούσαν “φόβο” ακόμα και στους ίδιους, στο κρίσιμο σημείο τι έγινε στη Τσαλδάρη είπε ότι οι είκοσι που ξεκίνησαν από το Κοράλι “εσπασαν στα στενά ή συνέχισαν να τρέχουν”, ενώ οι “πέντε (με το Φύσσα) πρέπει να ήταν άλλοι, να προϋπήρχαν εκεί”. Όταν ρωτήθηκε από την πρόεδρο γιατί το πιστεύει αυτό, η απάντησή του ήταν “γιατί οι συνάδελφοι που προηγούνταν δε θα άφηναν να γίνει η συμπλοκή, θα την είχαν σταματήσει”.
 
Σενάρια
Βέβαια, το πόσο εκ των υστέρων κατασκευασμένο είναι αυτό το σενάριο φαινόταν σε κάθε στιγμή της περιγραφής του. Ο μάρτυρας δεν είχε καθαρή απάντηση ούτε στο πόση ήταν η απόστασή τους από τους είκοσι που έτρεχαν ούτε στο πώς γίνεται ο ίδιος να τους χάνει ξαφνικά από τα μάτια του. “Κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε” και “Δεν είμαστε εκπαιδευμένοι για τόσα άτομα” επανέλαβε, όπως και όλοι οι συνάδελφοί του, ενώ για να ενισχύσει ακόμα περισσότερο την εκδοχή ότι επρόκειτο για δύο διαφορετικές ομάδες υποστήριξε “Δεν μπορούσαμε να αποτρέψουμε (τη δολοφονία) γιατί ήμασταν σε άλλο στενό, γινόταν πριν εμείς στρίψουμε στη Τσαλδάρη”. Στην ερώτηση μήπως αυτό έγινε γιατί κωλυσιέργησαν και δεν έτρεξαν πίσω από τους είκοσι όπως ισχυρίζεται, η απάντησή του ήταν φυσικά όχι. Ως και η πρόεδρος επεσήμανε τότε στο μάρτυρα ότι “οι χρόνοι σας, ανατρέπουν όσα λέτε”.
 
Αποσυνδέοντας το τάγμα εφόδου από τη δολοφονία και υποστηρίζοντας ότι δεν επρόκειται για ένα ενιαίο περιστατικό, η αστυνομία συγκαλύπτει ότι, στην πραγματικότητα, παρακολούθησε την επίθεση από την αρχή μέχρι το τέλος χωρίς να επεμβαίνει -ως τη στιγμή που ο ίδιος ο Φύσσας φωνάζοντας υπέδειξε το δολοφόνο του. Ενώ στηρίζει και τους χρυσαυγίτες. Γιατί η αποσύνδεση του τάγματος εφόδου από τη δολοφονία αποτελεί την υπερασπιστική γραμμή πολλών κατηγορουμένων που υποστηρίζουν όχι μόνο ότι οι συγκεντρωμένοι στο Κοράλι ήταν άσχετοι με την επίθεση στο Φύσσα, αλλά ακόμα πιο προκλητικά ότι αν δεν ξεκινούσαν οι είκοσι να τρέχουν προς την Τσαλδάρη οι αστυνομικοί δε θα είχαν κάνει ποτέ τη σύλληψη Ρουπακιά. Με άλλα λόγια, ότι το τάγμα εφόδου οδήγησε την αστυνομία στο δράστη της δολοφονίας!
 
Η συνεδρίαση είχε ξεκινήσει με τον αστυνομικό Δημήτρη Μπάγιο, η κατάθεση του οποίου δεν είχε ολοκληρωθεί πριν τη διακοπή των Χριστουγέννων. Ο συγκεκριμένος αστυνομικός είχε λιποθυμήσει την πρώτη ημέρα που είχε ανέβει στο βήμα (βλέπε προηγούμενο φύλλο της Εργατικής Αλληλεγγύης, Νο 1205) αδυνατώντας να εξηγήσει πώς οκτώ αστυνομικοί δεν κατάφεραν να κάνουν τίποτα, ούτε καν άλλη σύλληψη εκτός του Ρουπακιά. Παρότι συνολικά η κατάθεσή του είχε κινηθεί στο ίδιο μήκος κύματος κάλυψης των ευθυνών της αστυνομίας, προσφέροντας βοήθεια στους κατηγορούμενους, στο κρίσιμο ερώτημα αν ήταν ενιαίο το περιστατικό, ο ίδιος αναγκάστηκε ύστερα από την ιδιαίτερη επιμονή και της πολιτικής αγωγής να παραδεχτεί ότι επρόκειτο για την ίδια και αυτή ομάδα.
 
Λύγισε
Σχολιάζοντας την κατάθεση Μπάγιου, οι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής μίλησαν για την αδράνεια της αστυνομίας. “Δεν προσπάθησαν καν να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους. Το ότι ένας αστυνομικός λύγισε όπως δε λύγισε η μητέρα του Παύλου Φύσσα αλλά και οι δυο φοιτήτριες, μαρτυράει πολλά”, είπε η Χρύσα Παπαδοπούλου, “Οι αστυνομικοί κατασκεύασαν ένα σενάριο για να καλύψουν την ολιγωρία τους” είπε η Ελευθερία Τομπατζόγλου εκ μέρους και οι δύο της οικογένειας Φύσσα.
 
“Ο μάρτυρας ήρθε για να μην καταθέσει”, είπε ο Τάκης Ζώτος, εκ μέρους των Αιγύπτιων αλιεργατών, “Δεν ήμασταν παρόντες στη δολοφονία, είπε, κι αυτό έγινε γιατί νόμιζαν ότι επρόκειτο για μια διαμάχη μεταξύ χρυσαυγιτών και αναρχικών, αφήνοντας στην πραγματικότητα να εξελιχτεί η επίθεση. Μπορούμε καθαρά να μιλήσουμε για ανοχή της αστυνομίας προς τη Χρυσή Αυγή”.
 
Για διάθεση ελλιπούς συνεργασίας του αστυνομικού με το δικαστήριο, μίλησε και ο Θανάσης Καμπαγιάννης, εκ μέρους των Αιγύπτιων αλιεργατών, εξηγώντας βήμα βήμα την άρνηση του μάρτυρα να απαντήσει σε κρίσιμες για τη διερεύνηση της υπόθεσης ερωτήσεις και συνέχισε “ότι αυτό το έκανε και με τη νομιμοποίηση του επαίνου από την ηγεσία της ελληνικής αστυνομίας” (ο μάρτυρας είχε αποκαλύψει ότι οι αστυνομικοί είχαν πάρει έπαινο για τη σύλληψη Ρουπακιά).
 
Και σε αυτή τη συνεδρίαση δεν έλειψαν οι προκλήσεις των χρυσαυγιτών κατηγορούμενων και των συνηγόρων τους. Δεν ήταν μόνο οι εξοργιστικές ερωτήσεις για την κατάσταση του Φύσσα, “αν ήταν υπερκινητικός και εξαγριωμένος”, “αν έβριζε” κλπ υπονοώντας ανοιχτά ότι ο ίδιος προκάλεσε την επίθεση και τη δολοφονία του (!). Την ίδια στιγμή, σε εξωτερικό από τη δικαστική αίθουσα διάδρομο, ο κατηγορούμενος πυρηνάρχης της Νίκαιας Πατέλης, αυτός που είχε δηλώσει πως “ό,τι κινείται, σφάζεται”, προκαλούσε τη μητέρα του Παύλου Φύσσα με σαρκασμούς και γελάκια.
 
Οι προγραμματισμένες για τις 12 και 13 Γενάρη συνεδριάσεις του δικαστηρίου δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω της αποχής των δικηγόρων για την επίθεση στο ασφαλιστικό, ενώ η συνέχεια θα εξαρτηθεί από την κλιμάκωση των κινητοποιήσεών τους.