Συνεντεύξεις
Συνδιάσκεψη ΑΝΤΑΡΣΥΑ: Συνέντευξη με τον Κ. Παπαδάκη
Στις 5-6 Μάρτη προγραμματίζεται η 3η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Ήδη αρχίζει η συζήτηση των θέσεων της συνδιάσκεψης. Ποια η σημασία της Συνδιάσκεψης μέσα στις νέες συνθήκες, με μνημονιακή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αλλά και με τις αντιδράσεις να έχουν ήδη αρχίσει να εκφράζονται;
Η ανάδειξη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ κλείνει τον κύκλο της εναλλαγής της κυβερνητικής διαχείρισης της κρίσης εντός των ορίων των δεσμεύσεων της άρχουσας τάξης. Ωστόσο το εκλογικό σώμα έδωσε και τη δεύτερη ευκαιρία στον ΣΥΡΙΖΑ, πράγμα που δείχνει ότι δεν θέλει να γυρίσει πίσω. Αναδεικνύεται, όπως πριν τρία χρόνια και στην Κύπρο, αυτό που η ΑΝΤΑΡΣΥΑ υποστηρίζει από την αρχή ότι δηλαδή περιθώρια αντιμνημονιακής πολιτικής μέσα στο ευρώ και την Ε.Ε. και με αναγνώριση – εξυπηρέτηση του χρέους δεν υφίστανται. Και το κίνημα, έστω και χωρίς ορατή πολιτική προοπτική πιά, εξακολουθεί να απεργεί και να αντιστέκεται, καθώς δεν έχει άλλο δρόμο. Το ζήτημα είναι η αναμφισβήτητη απογοήτευση και κοροϊδία που αισθάνεται ο κόσμος από τον ρεφορμισμό να μην χρεωθεί στο σύνολο της αριστεράς και να μην γίνει λεία στις καθεστωτικές δυνάμεις και την ακροδεξιά.
Η συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλείται στις συνθήκες αυτές αφενός να αποτιμήσει αυτό που συμβαίνει στην κοινωνία και αφετέρου αυτό που συμβαίνει στον εαυτό της. Είναι προφανής η ανάγκη συνολικής εκτίμησης για την κοινωνική κατάσταση, την πολιτική συγκυρία εντός και εκτός της Ελλάδας, τις προοπτικές αντικαπιταλιστικής ανατροπής, τον ρόλο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε αυτήν και τον απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας της.
Aπέναντι στην κυρίαρχη άποψη ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση» η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει πρόταση;
Στα πλαίσια της διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος δεν διαφαίνεται καμία εναλλακτική λύση. Η οικονομική κρίση μέσα και έξω βαθαίνει, οι πολιτικές αντιμετώπισής της αποτυγχάνουν, οι ιδεολογίες της χρεωκοπούν. Η «διέξοδος» του πολέμου σε παγκόσμια κλίμακα καθημερινά αυξάνει την απειλή της. Και αυτό που λέει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι ότι ο γόρδιος δεσμός δεν λύεται, αλλά κόπτεται. Ο καπιταλισμός δεν εξωραΐζεται, αλλά ανατρέπεται. Το αστικό κράτος δεν κυβερνιέται, αλλά γκρεμίζεται. Η Ε.Ε. των καπιταλιστών δεν μπορεί να γίνει Ε.Ε. των εργαζομένων. Το ΝΑΤΟ δεν αποτελεί οργανισμό ειρήνης, αλλά στρατιωτικοπολιτικό ιμπεριαλιστικό μηχανισμό. Συνεπώς δεν χωράμε σε αυτά. Ενας άλλος κόσμος με κέντρο τον άνθρωπο και όχι τα κέρδη και την εκμετάλλευση είναι εφικτός. Το μεταβατικό πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποτελεί εναλλακτική πρόταση όχι για τη διαχείριση, αλλά για την ανατροπή. Και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι αυτοί που παράγουν τον πλούτο μπορούν και πρέπει να διευθύνουν και την παραγωγή και την κοινωνία.
Ποια είναι τα καθήκοντα και τι είδους πρωτοβουλίες μπορεί και χρειάζεται να πάρει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο κίνημα, την Αριστερά, στο εσωτερικό της;
Στο κίνημα ενεργοποίηση συνδικάτων, κινήσεων και συλλογικοτήτων και μέτωπα, επιτροπές, συνελεύσεις και συντονισμός παντού για να μην περάσουν περικοπές, απολύσεις, ιδιωτικοποιήσεις, ασφαλιστικό, πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας, διώξεις και καταστολή, ρατσισμός, φασίστες και κλειστά σύνορα.
Στην Αριστερά αδιαπραγμάτευτος αντιρεφορμιστικός προσανατολισμός, ιδίως τώρα που η εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ότι η θεραπεία του δεν είναι ένας συνεπής ΣΥΡΙΖΑ (ΛΑΕ) αλλά ένας συνεπής αντικαπιταλιστικός δρόμος. Ενίσχυση και αναβάθμιση του δρόμου αυτού και όχι διάχυσή του σε ασαφή μέτωπα που ενισχύουν τις διαχειριστικές αυταπάτες και μας γυρίζουν πίσω.
Στο εσωτερικό της ενότητα – υπέρβαση – συγκρότηση – προοπτική. Προτεραιότητα στη συνισταμένη και όχι στις συνιστώσες, ΑΝΤΑΡΣΥΑ – κίνηση και όχι ΑΝΤΑΡΣΥΑ – διαπαραταξιακό μέτωπο. Ο ανταγωνισμός των οργανώσεων ταλαιπωρεί και υποβαθμίζει τη λειτουργία μας, προκαλεί πολέμους συσχετισμών, τραυματίζει κάθε συντροφικότητα, αποπροσανατολίζει και αποθαρρύνει τη συμμετοχή και τη στήριξη. Διώχνει τους ανένταχτους και τους αναγκάζει να παραγοντίζουν, να συνεργάζονται με οργανώσεις αποβάλλοντας την πολιτική τους αυτοτέλεια και ανεξαρτησία για να εξελίσσονται στις διαδικασίες της. Η εικόνα της εσωτερικής μας κατάστασης μας αδικεί, αμαυρώνει την πολιτική και κοινωνική μας αξιοπιστία, η οποία παρά τα χαμηλά μας εκλογικά ποσοστά (άλλο ζήτημα προς εκτίμηση στη συνδιάσκεψη) είναι ψηλή και οφείλεται στο ότι δεν υποσχεθήκαμε ποτέ εύκολες λύσεις, δεν χαϊδέψαμε αυτιά, δεν είπαμε ψέμματα, δεν εξαργυρώσαμε τους αγώνες μας. «Εξω πάμε καλά», αλλά αυτό δεν αρκεί.