Πολιτισμός
Σινεμά: Η Φαμίλια του Πάμπλο Τραπέρο

Ο Πάμπλο Τραπέρο, βασικός εκπρόσωπος του Αργεντίνικου «νέου κύματος», που μας έδωσε σημαντικές ταινίες με πολιτικές προεκτάσεις («Λευκός ελέφαντας», «Λεονέρα», «Αρπακτικό») επιστρέφει με μια μεγάλη παραγωγή βασισμένη στην αληθινή ιστορία της οικογένειας Πούτσιο, που τάραξε την Αργεντινή στα μέσα της δεκαετίας του ’80. 
 
Ο Αρχιμήδης Πούτσιο είχε θητεύσει σαν στέλεχος των παρακρατικών οργανώσεων που έλυναν και έδεναν στη διάρκεια της χούντας του Βιντέλα (1978 – 1983). Απαγωγές αντικαθεστωτικών, βασανιστήρια, «εξαφανίσεις», αυτά ήταν τα βασικά στηρίγματα του καθεστώτος.
 
Βρισκόμαστε στο 1982 και μετά την ήττα στον πόλεμο των Φόκλαντς η χούντα έχει κλονιστεί ανεπανόρθωτα και ετοιμάζεται να παραχωρίσει εκλογές, οπότε ένα ολόκληρο «ανεπίσημο» βοηθητικό προσωπικό μένει χωρίς ...δουλειά. Ο Αρχιμήδης δεν αποδέχεται την εξέλιξη αυτή και συνεχίζει να κάνει αυτά που είχε μάθει, αυτή τη φορά με στόχο το οικονομικό όφελος. Με τη βοήθεια δυο παλιών συνεργατών, του μεγαλύτερου γιού του και την ανοχή της υπόλοιπης εξαμελούς φαμίλιας του, μετατρέπει το υπόγειο του σπιτιού του στο προαστιακό Σαν Ισίντρο του Μπουένος Άιρες σε φυλακή. Τα θύματα είναι στοχευμένοι γόνοι πλούσιων οικογενειών, των «πλούσιων που πρέπει να πληρώσουν» σύμφωνα με την ιδεολογία του Πούτσιο, μόνο που μόλις πάρει τα λύτρα, η φαμίλια τα «εξαφανίζει», όπως ακριβώς έκανε στο πρόσφατο παρελθόν. 
 
Κάλυψη
Καθώς η χώρα προχωράει με απρόθυμα (από τη μεριά του κράτους) βήματα προς τον εκδημοκρατισμό, οι επιχειρήσεις της φαμίλιας μένουν χωρίς την κάλυψη του στρατού και το 1985 έρχεται η έφοδος της αστυνομίας στο σπίτι -όπου βρισκόταν το τελευταίο θύμα των απαγωγών- και η σύλληψή τους. Μπροστά στην κατακραυγή του κόσμου, με την οργή για τα εγκλήματα της χούντας να βράζει, όλες οι προσπάθειες κουκουλώματος απέτυχαν. Τα μέλη της φαμίλιας καταδικάστηκαν αλλά αποφυλακίστηκαν μετά από μερικά χρόνια.
 
Η ταινία του Τραπέρο έχει αξία γιατί θυμίζει τα «έργα και ημέρες» της δικτατορίας μέσα από μια παράπλευρη ιστορία που όμως ήταν «ψυχή και σώμα» της χούντας, και αφορά το κομμάτι των παρακρατικών. Θεοσεβούμενοι οικογενειάρχες που κάνουν την προσευχή τους τελετουργικά πριν από κάθε γεύμα, καθωσπρέπει μικρο-μαγαζάτορες που σκουπίζουν επιμελώς τα φύλλα από την αυλή του μικρού μαγέρικου που έχουν όνειρο να μετατρέψουν σε κανονικό μαγαζί, να ανέλθουν κοινωνικά, για το καλό της φαμίλιας ασφαλώς. Αυτούς αντιπροσωπεύει ο Αρχιμήδης, την ανθρώπινη σκόνη των δικτατοριών και του ίδιου του φασισμού. Τρέφονται καταστέλλοντας τους αγωνιστές για λογαριασμό της εξουσίας, μόνο που συμβαίνει και να εκτροχιαστούν. Η ταινία θα μπορούσε να εμβαθύνει περισσότερο σ’αυτό το στοιχείο και να αναδείξει την κοινωνική βάση του φασισμού.  Παρολαυτά, ο Γκιγιέρμο Φρανσέλα στο ρόλο του πατριάρχη αποδίδει με εξαιρετικό τρόπο την ηθική του εκκολαπτόμενου φασίστα και η  πετυχημένη αναπαράσταση του κλίματος της εποχής αποτείει φόρο τιμής στις μεγάλες στιγμές του Αμερικανικού σινεμά των Κόπολα και Σκορσέζε.