Πολιτισμός
Κινηματογράφος: “Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ” - συγκλονιστικός Κεν Λόουτς

“Η σύγχρονη μεγάλη βιομηχανία εξισώνει σε τέτοιο τεράστιο βαθμό τις οικονομικές συνθήκες όλων των χωρών που αγκάλιασε, που είναι ζήτημα αν έχω να πω τίποτα άλλο στο Γερμανό αναγνώστη από ό,τι είπα στον Αμερικανό και στον Αγγλο”, έγραφε ο Φρίντριχ Ένγκελς τον Ιούλη του 1892  στον πρόλογο της Γερμανικής έκδοσης ενός από τα σημαντικότερα πρώιμα έργα του (50 σχεδόν χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του το 1845) “Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία”. 

Αυτός θα μπορούσε να είναι και ο τίτλος της νέας ταινίας του Κεν Λόουτς, όχι μόνο γιατί παρουσιάζει με τον πιο σκληρό τρόπο την σημερινή κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία, αλλά επιπλέον γιατί αυτή η εικόνα μπορεί πραγματικά να  περιγράψει την κατάσταση της εργατικής τάξης στα κράτη του ανεπτυγμένου καπιταλισμού σε όλο τον πλανήτη.

“Εγώ ο Ντάνιελ Μπλέικ, κάνω αίτηση για επίδομα αναπηρίας” γράφει σε μια από τις επίσημες φόρμες που συμπληρώνει ο Ντάνιελ Μπλέικ όταν μετά από ένα καρδιακό επεισόδιο που τον βρήκε πάνω στη σκαλωσιά στην οικοδομή που δουλεύει εδώ και δεκαετίες, αναγκάζεται να ζητήσει επίδομα. Ο σημαντικότερος εν ζωή Άγγλος σκηνοθέτης και βετεράνος του πολιτικού σινεμά Κεν Λόουτς, στην καινούρια του ταινία “I, Daniel Blake” (Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ) που πήρε το Χρυσό Φοίνικα στο φετινό φεστιβάλ των Κανών και βγαίνει στα σινεμά αυτή την Πέμπτη 3/11, κινηματογραφεί τη ζωή του Ντάνιελ. 

Στις εργατογειτονιές του Νιούκαστλ, η ιδιωτική εταιρία που έχει αναλάβει την διαδικασία επιλογής των επιδοτούμενων για λογαριασμό του κράτους αρνείται να αποδεχτεί την διάγνωση της καρδιοπάθειας του Ντάνιελ και επιμένει να τον αναγκάζει να ψάχνει για δουλειά έτσι ώστε να μπορεί να συνεχίσει να αιτείται, τουλάχιστον για το επίδομα ανεργίας. Στις ουρές του γραφείου για τα επιδόματα ο Ντάνιελ γνωρίζει την Κέιτι, μια άνεργη μητέρα δυο παιδιών που δυσκολεύεται να βρει ακόμα και το φαγητό για τον γιο και την κόρη της. 

Ίδια συναισθήματα

Οι ζωές του μεσόκοπου καρδιοπαθούς οικοδόμου ή της ανύπαντρης Κέιτι που στέκεται στις ουρές των συσσιτίων παλεύοντας για την επιβίωση της μονογονεϊκής της οικογένειας φαντάζουν σαν υποδεέστερες, μίζερες και εντελώς καθημερινές, ειδικά δίπλα στις ηρωικές μορφές των επαναστατών που επανειλημμένως ο Λοουτς έχει παρουσιάσει στην μεγάλη οθόνη. Και όμως τα ίδια συναισθήματα οργής και μίσους απέναντι στο σύστημα αλλά και του θαυμασμού, του σεβασμού και της ηρωϊκότητας που γεννιούνται στο “Γη και Ελευθερία” ή στο “Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι” κατακλύζουν και το θεατή του “Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ”.

Ο Κεν Λόουτς αποφασίζοντας να ασχοληθεί με το θέμα της ανεργίας και της επιβίωσης της εργατικής τάξης στην Βρετανία καταφέρνει να δημιουργήσει ένα αριστούργημα. Η μαεστρία που χειρίζεται το αστικό αγγλικό τοπίο, με την παρουσίαση της διαβάθμισης της πόλης, το σύγχρονο κέντρο που κρύβει περίτεχνα τη σκληρή ζωή στις εργατογειτονιές και στις βιομηχανικές ζώνες, αλλά και ο τρόπος που δουλεύει με τους ηθοποιούς, σε μια ντοκυμαντερίστικου τύπου υποκριτική, είναι στοιχεία της φιλμογραφίας του. Όμως αυτή η ταινία πάει ένα βήμα πιο πέρα. Αυτή η μάχη για την επιβίωση που βιώνουν εκατομμύρια άνθρωποι στις ανεπτυγμένες μεγαλουπόλεις του καπιταλισμού είναι που μετατρέπει την ταινία του Λόουτς από κινηματογραφικό σε πολιτικό γεγονός. 

“Αυτό είναι που ζούμε στην καθημερινότητά μας. Τα δεξιά ΜΜΕ έχουν καταφέρει να παρουσιάζουν αυτούς που ζητάνε αξιοπρεπή επιδόματα σαν ζητιάνους. Παρουσιάζουν μονίμως τις κυβερνητικές απόψεις αλλά κρύβουν την δική μας ακόμα και όταν παλεύουμε και βγαίνουμε στου δρόμους. Όμως αυτή η ταινία λέει την αλήθεια, περιγράφει αληθινές ιστορίες”, τόνισε μιλώντας στην εφημερίδα Socialist Worker (Σοσιαλιστής Εργάτης) του Λονδίνου η Πόλα Πέτερς ακτιβίστρια, μια από τις ηγετικές μορφές του αναπηρικού κινήματος της Αγγλίας και βασικό μέλος της πρωτοβουλίας Ανάπηροι Eνάντια στις Περικοπές (Disabled People Against Cuts – Dpac). 

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο στρατευμένος στην αριστερά Λόουτς γίνεται η φωνή των φτωχών. Στην αρχή ακόμα της πορείας του, τo 1966, προβάλλεται στο BBC η σειρά "Cathy Come Home" που αφηγείται την ιστορία ενός νεαρού ζευγαριού, της Κάθι και του Ρεγκ. Οταν ο Ρεγκ τραυματίζεται χάνει τη δουλειά του και λίγο μετά χάνουν και το σπίτι τους. Τότε αρχίζουν να ζουν παράνομα σε άδεια σπίτια και σε καταφύγια για τους άστεγους. Στο τέλος οι κοινωνικές υπηρεσίες τους παίρνουν το παιδί. Η αποδοχή εκείνης της σειράς από το κοινό ήταν τόσο μεγάλη που πολλοί την θεωρούν ακόμα ως βασικό σημείο πίεσης για τις παροχές που θα έδινε το Βρετανικό κράτος απέναντι στους άστεγους στις αρχές της δεκαετίας του '70. 

Αυτή είναι και η μαγεία του σινεμά του Λόουτς: αποτελεί πυξίδα για το πολιτικό σινεμά γιατί τελικά γίνεται όπλο στα χέρια του κινήματος και των καταπιεσμένων.