Μίλησέ μας για την «Πλατεία Αμερικής»
Ο σκηνοθέτης Γιάννης Σακαρίδης διάβασε τη νουβέλα του Γιάννη Τσίρμπα “Η Βικτώρια δεν υπάρχει”. Μια νουβέλα που δεν έχει γραμμικότητα στο χρόνο πηγαίνει από πριν από τη χούντα, μετά τη χούντα και ξανά πίσω. Βιώματα της γειτονιάς και των αλλαγών της. Ο Γιάννης πήρε κομμάτια και χαρακτήρες απ' αυτό και τα ανέπτυξε μαζί με τον Τσίρμπα φτιάχνοντας το σενάριο. Ο χαρακτήρας του Τάρεκ του Σύριου πρόσφυγα αναπτύχθηκε στη συνέχεια. Η ταινία είναι τα οδοιπορικά τριών ανθρώπων που συναντιούνται σε κάποιες φάσεις. Έτσι και αλλιώς οι δύο είναι παιδικοί φίλοι. Ο Νάκος και ο Μπίλης που μεγάλωσαν στην ίδια πολυκατοικία και τώρα βλέπουν τη γειτονιά τους να αλλάζει.
Πρόκειται κατά την άποψή μου για μια αντιρατσιστική ταινία παρόλο που παρουσιάζει τον Νάκο να φτάνει σε σημεία ακραίου ρατσισμού. Αυτός ο άνθρωπος είναι 38 χρονών, ζει με τους συνταξιούχους γονείς του, είναι άνεργος δεν έχει καμιά προοπτική στη ζωή του, είναι πλήρως περιθωριοποιημένος. Και εδώ έρχεται στην ουσία η αντιρατσιστική πλευρά της ταινίας. Ο ρατσισμός δεν είναι εγγενές στοιχείο του ανθρώπου, κανένας δεν γεννιέται ρατσιστής.
Το άλλο αντιρατσιστικό στοιχείο της ταινίας είναι η παρουσία του Σύριου πρόσφυγα. Ο Τάρεκ είναι ένας λιποτάκτης του Συριακού στρατού ο οποίος αποφασίζει να κρυφτεί και να το σκάσει. Έχει λεφτά. Είναι ένας σχετικά μορφωμένος άνθρωπος, που έχει πολεμήσει στο παρελθόν, με σημαντικές εμπειρίες στη ζωή του. Είναι με την μικρή του κόρη 9 χρονών. “Το Αλέπο μπορεί να μην το ξαναδεί ποτέ”, λέει σε ένα σημείο της ταινίας. Θέλει να πάει στο Βερολίνο γιατί έχει κάποιους συγγενείς όχι πρώτου βαθμού ώστε να δικαιολογούν τη δυνατότητα μετεγκατάστασης. Η ταινία, με γυρίσματα ακόμα και στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ελληνικού έχει γέλιο αλλά παρουσιάζει μια σκληρή πραγματικότητα.
Με την «Πλατεία Αμερικής» βρέθηκες υποψήφιος για το βραβείο Α' Αντρικού Ρόλου στη Θεσσαλονίκη και τελικά κατάφερες να κερδίσεις ειδική μνεία. Πώς το είδες όλο αυτό;
Και οι τρεις αντρικοί χαρακτήρες (Γιάννης Στάνκογλου, Μάκης Παπαδημητρίου) του έργου ήμασταν υποψήφιοι. Τελικά το βραβείο το μοιράστηκαν τρεις Φινλανδοί. Η ειδική μνεία έχει μια ιδιαιτερότητα γιατί σημαίνει πως κάτσανε και το συζήτησαν πολύ. Όταν συνάντησα τον Γ. Σακαρίδη μου είπε πως θα γράψουν ένα ρόλο πάνω μου. Το συζητήσαμε πολύ. Η πραγματικότητα είναι πως ο ρόλος είναι πολύ ιδιαίτερος και μου ταίριαξε γάντι. Και λόγο της καταγωγής μου που κουβαλάω και πόλεμο και φυλάκιση και φυγή. Πιστεύω ότι είχε κάποια στοιχεία που ταιριάξανε και γι' αυτό είμαι πολύ περήφανος και για το ρόλο και για την ταινία συνολικότερα.
Αλλά πιστεύω επίσης πως η μνεία ήταν για το συγκεκριμένο πρόσωπο. Ο Σύριος πρόσφυγας και η επικαιρότητά του. Γιατί μέσα σε αυτή τη σκληρή πραγματικότητα που αντιμετωπίζει εκεί στην πλατεία Αμερικής φέρει ένα βαθύτατο και γνήσιο ανθρωπισμό. Στην ουσία ο Τάρεκ ήρθε να αντιπροσωπεύσει έμμεσα ή άμεσα το προσφυγικό ζήτημα και τους Σύριους πρόσφυγες που βρίσκονται στη χώρα. Δεν υπάρχει το παλιό όνειρο του να πας στην Αμερική της ευμάρειας, το american dream. Αυτή είναι πια η Αμερική για τον Τάρεκ, η “πλατεία Αμερικής”.
Στην τελετή των βραβείων έστειλες το μήνυμα για Ανοιχτά Σύνορα για όλους. Τι σκέφτηκες και ποιες ήταν οι αντιδράσεις;
Στην τελετή δεν ήμουν στη Θεσσαλονίκη, ταξίδευα ήδη για την Καλκούτα στην Ινδία όπου θα παιζόταν η ταινία στο μεγάλο φεστιβάλ κινηματογράφου της πόλης. Όλα αυτά τα είπα με βίντεο που είχα βιντεοσκοπήσει νωρίτερα. Όπως μου είπε μετά ο σκηνοθέτης ήταν η κορυφαία στιγμή των βραβείων με πολύ χειροκρότημα. Αυτό που είπα είναι το αυτονόητο “Σύνορα Ανοιχτά για όλους”. Μίλησα για την Παλαιστίνη, για το Αφγανιστάν, για το Ιράκ μίλησα για όλους τους λαούς που είναι θύματα του πολέμου. Ειδικά ο πόλεμος στη Συρία είναι ένας καιροσκοπικός πόλεμος για τη Δύση η οποία αναμειγνύεται όποτε την συμφέρει και όποτε γουστάρει. Είναι ένας πόλεμος που εμπλέκονται ένας αντιδραστικός εθνικός στρατός και μισθοφόροι εγκληματίες απ' όλες τις μεριές.
Η ταινία έχει μια αξιόλογη Φεστιβαλική παρουσία. Έχει παιχτεί στη Θεσσαλονίκη αλλά και στο Σικάγο, στο Μπουσάν της Ν. Κορέας, στην Καλκούτα. Θες να μας πεις ποια ήταν η αντιμετώπιση;
Το Μπουσάν στην Ν. Κορέα είναι το μεγαλύτερο φεστιβάλ της Ασίας και η αντιμετώπιση ήταν πολύ καλή. Στην Καλκούτα όμως ήταν αποθεωτική σε ένα κατάμεστο σινεμά. Πριν πάμε φοβόμουν πως κάποια πράγματα είναι πολύ ελληνικά και δεν θα τα καταλάβαιναν, όμως γελάσανε ακριβώς με τα ίδια πράγματα.
Σε κάποια στιγμή ο ρατσιστής πάει στο τατουατζίδικο και λέει πως αποφάσισε να κάνει τατού. “Τι θα κάνεις;” το ρωτάει ο φίλος του. “Το συντριβάνι της πλ. Αμερικής”, του απαντάει γιατί οι πρόσφυγες το έχουν μαγαρίσει. Η επόμενη σκηνή τον δείχνει να κάθεται μόνος του δίπλα στο συντριβάνι, και όλο το σινεμά έπεσε από τα γέλια.
Είναι μια άλλη σκηνή που ο Τάρεκ πάει σε ένα μαγαζί στη Σοφοκλέους που είναι μεν παντοπωλείο αλλά πάνω έχει σηματάκι στα μπάνγκλα ότι γίνεται το ντιλ με τα λεφτά για τους διακινητές. Το μαγαζί στην Σοφοκλέους είναι Μπαγκλαντεσιανό. Και στη δυτική Βενγκάλη μιλάνε την ίδια γλώσσα και όταν είδαν τα μπαγκλαντεσιανά βάλανε τα γέλια.
Το ενδιαφέρον ήταν στην συνέντευξη τύπου μετά. Για την ταινία μιλήσαμε πολύ λίγο. Όλοι ρώταγαν και ήθελαν να μάθουν για την κατάσταση στην Ελλάδα. Μου είπαν πως τις μέρες του δημοψηφίσματος όλοι κοίταζαν στις τηλεοράσεις τους την Ελλάδα. Με ρώταγαν συνέχεια. Ποια είναι η κατάσταση τώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ τα ξεπούλησε όλα;