Συνέντευξη
Συνέντευξη με πρόσφυγα: Στον αγώνα, από το Καμερούν ως την Ελλάδα

Πρωτομαγιά 2020, Αθήνα

O Aντρέ, πρόσφυγας από το Καμερούν, μίλησε στον Γιώργο Πίττα

Ποια είναι η κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες στην Ελλάδα; 

Bρίσκομαι στην Ελλάδα από τις 15 Μαρτίου του 2020. Οι πρόσφυγες υποφέρουν στην Ελλάδα. Αντιμετωπίζω καθημερινά προβλήματα που αφορούν την επιβίωσή μου: Αν θα βρω να φάω, που θα κοιμηθώ, πως θα πλυθώ. Δεν έχω πρόσβαση σε εργασία, δεν έχω πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη ούτε μπορώ να ζητήσω προστασία από τις αρχές γιατί θεωρούμαι «παράνομος» ενώ η αλήθεια είναι ότι χρήζω διεθνούς προστασίας. Ζω όπως και άλλοι πρόσφυγες και μετανάστες σε συνθήκες απόλυτης ανασφάλειας. Δεν έχω μπορέσει να κάνω ακόμη αίτημα ασύλου γιατί οι υπηρεσίες έκλεισαν λόγω της επιδημίας του κορονοϊού. 

Έφτασα στην Ελλάδα μέσω θαλάσσης από την Τουρκία όπου έμεινα δύο χρόνια. Είχα δουλειά μέχρι που το αφεντικό μου μου ζήτησε να συμμετέχω σε εμπορία ναρκωτικών και μου είπε ότι θα βγάλω πολλά λεφτά. Αρνήθηκα και έχασα τη δουλειά μου. Αποφάσισα να πληρώσω για να περάσω στην Ελλάδα όπου η τιμή είναι 800, 1000 δολάρια το άτομο. Έφτασα στην Καλαμάτα και από εκεί οδικώς στην Αθήνα, στην πλατεία Αμερικής, όπου βρήκα αδέλφια μου από το Καμερούν. 

Είμαι ήδη δύο μήνες εδώ και πρέπει να βρω λεφτά για να μπορέσω να φάω, να ζήσω. Έχω δυσκολία όχι μόνο να δουλέψω αλλά ακόμη και να μετακινηθώ γιατί φοβάμαι τους ελέγχους της αστυνομίας. Χθες ήμουν στα Φιλιατρά όπου πήγα να ψάξω για δουλειά σαν εργάτης γης. Οι συνθήκες εκεί είναι πάρα πολύ άσχημες. Δουλειά 10-12 ώρες για 20 ευρώ χωρίς ένσημα, ύπνος έξω στην ύπαιθρο ή στην πλατεία ή στην καλύτερη περίπτωση σε εγκαταλελειμμένα σπίτια χωρίς νερό και ρεύμα όπου ζητάνε 50 ευρώ το μήνα νοίκι από τον κάθε εργάτη κυρίως από το Τόγκο, τη Σενεγάλη.

Γιατί έφυγες από το Καμερούν;

Έφυγα από τη χώρα μου, το Καμερούν, αφού έχασα τον πατέρα μου τον Δεκέμβρη του 2018 επειδή αντιμετώπιζα πολιτικές διώξεις από τις αρχές. Είμαι 38 χρονών και γεννήθηκα στην πόλη Ντουαλά, στην οικονομική και βιομηχανική πρωτεύουσα της χώρας. Τόσα ακριβώς χρόνια είναι πρόεδρος του Καμερούν ο Πολ Μπιγιά, χωρίς να έχει ποτέ μοιραστεί με κανένα την εξουσία! Ολόκληρη τη ζωή μου την έχω ζήσει με τον συγκεκριμένο άνθρωπο στη θέση του προέδρου.


Φλεβάρης 2008, Εξέγερση στο Καμερούν

Στο Καμερούν έγινε τέλη του Φλεβάρη του 2008 μια μεγάλη εξέγερση που ξεκίνησε με αφορμή την άνοδο της τιμής του πετρελαίου -σε μια χώρα παραγωγό πετρελαίου- και στη συνέχεια των τιμών όλων των αγαθών, των τροφίμων, των διδάκτρων, της μετακίνησης κλπ. Mέσα σε εκείνη τη συγκυρία ο Μπιγιά προχώρησε και σε συνταγματικές αλλαγές που θα έκαναν τα πράγματα πιο δύσκολα για το λαό. 

Ο λαός είπε ότι αυτό πρέπει να σταματήσει και έτσι ξεκίνησαν οι διαδηλώσεις -με μια απεργία στις συγκοινωνίες και στις μεταφορές. Είχαν αγανακτήσει όχι μόνο οι εργαζόμενοι σε αυτές αλλά και ο κόσμος που τις χρησιμοποιούσε γιατί ανέβαινε η τιμή των εισιτηρίων. Οι εκπαιδευτικοί επίσης συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις γιατί οι μισθοί τους έμεναν χαμηλοί ενώ ανέβαιναν οι τιμές. Ακόμη περισσότερο το καθεστώς ήταν παλιό και δεν αντιπροσώπευε την πλειοψηφία του λαού στο Καμερούν που είναι η νεολαία (σ.σ. ο μέσος όρος ζωής στο Καμερούν είναι 56 χρόνια και το 60% του πληθυσμού κάτω από 25 ετών). Η νεολαία είπε δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι γιατί τα πάντα είναι παλιά, ο πρόεδρος είναι παλιός, το εθνικό συμβούλιο είναι παλιό, η δικαιοσύνη είναι παλιά.

Σαν φοιτητής στο τμήμα Νομικών και Πολιτικών Σπουδών στο πανεπιστήμιο του Ντουαλά πήρα μέρος στις κινητοποιήσεις και στις διαδηλώσεις. Ήταν ένα αυθόρμητο ξέσπασμα που κράτησε περίπου μια εβδομάδα. Στους δρόμους διαδήλωνε όλος ο κόσμος, παιδιά, γυναίκες, άνδρες, ηλικιωμένοι, ολόκληρες οικογένειες κατέβαιναν μαζί, φοιτητές, εργαζόμενοι. Η απάντηση της κυβέρνησης ήταν η ωμή καταστολή. Κανείς δεν ξέρει πόσοι ακριβώς ήταν οι νεκροί γιατί όταν σε σκότωναν σε πετούσαν και έτσι δεν μπορούσε να βρεθεί το πτώμα, αλλά είναι πολλοί (σ.σ. η κυβέρνηση έκανε λόγο για 40 νεκρούς ενώ οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων μιλάνε για πάνω από 100). 

Εμένα κάποιος με κάρφωσε και με συνέλαβαν αρκετές μέρες μετά στο σπίτι μου. Με μετέφεραν κάπου όπου ήταν και άλλοι νέοι που συμμετείχαν στις διαδηλώσεις. Δεν ξέραμε που βρισκόμασταν και μας χτυπούσαν μέρα-νύχτα, ακόμη μπορείτε να δείτε τα σημάδια πάνω στο σώμα μου. Αδειάζαν πάνω μας κουβάδες που τους γέμιζαν στην αποχέτευση. Μετά με μετέφεραν σε μια φυλακή όπου κρατήθηκα για 45 μέρες. Μας κατηγορούσαν ότι επιχειρήσαμε να κάνουμε πραξικόπημα για να ανατρέψουμε την κυβέρνηση και απειλούσαν ότι θα μας σκοτώσουν. Εγώ έλεγα συνέχεια ότι δεν έχω κάνει τίποτα, το ίδιοι και οι άλλοι. Κάποια στιγμή με άφησαν.


Σημάδια στο χέρι του Αντρέ

Ακολούθησε μια μεγάλη περίοδος άγριας τρομοκρατίας και καταπάτησης των δικαιωμάτων προκειμένου να κρατάνε τον κόσμο φοβισμένο ώστε να μην αντιδράσει γιατί τα προβλήματα συνέχισαν να υπάρχουν. Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν δύσκολα, υπήρχε ανεργία, φτώχεια, μιζέρια. Έφυγα από το κόμμα SDF (Σοσιαλδημοκρατικό Μέτωπο) που ήταν για πολλά χρόνια το βασικό κόμμα της αντιπολίτευσης γιατί συμβιβάστηκε τελικά και χρηματίστηκε από τον Μπιγιά και συμμετείχα στο νεοσύστατο MCR (Κόμμα για την Αναγέννηση του Καμερούν) το οποίο σήμερα είναι το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης με ηγέτη τον Μορίς Καμτό – τον οποίο ο πρόεδρος Μπιγιά κρατούσε στην φυλακή για εννέα μήνες (σ.σ το 2018-19). Εγώ είχα φύγει ήδη στη Νιγηρία από το 2017 μετά από τις απειλές της αστυνομίας ότι θα με συλλάβει επειδή είχα βγει στο ραδιόφωνο και είχα γράψει δημοσίως δηλώνοντας την εναντίωσή μου στο καθεστώς. 

Ξαναγύρισα μετά από μερικούς μήνες στο Καμερούν αλλά ένοιωσα ξανά ότι λιγοστεύουν οι μέρες μου και αποφάσισα να φύγω από τη χώρα το 2018. Ήταν η χρονιά που ο Μπιγιά βγήκε για μια ακόμη μια φορά πρόεδρος κλέβοντας στις εκλογές. Έξω από τη χώρα, οι Καμερουνέζοι διαδηλώνουν παντού όπου πηγαίνει ο Μπιγιά, στον Καναδά, στη Γαλλία, στην Ελβετία και του λένε να φύγει γιατί είναι ένας δικτάτορας.

Ποιος ο ρόλος της Γαλλίας σε όλα αυτά;

Μεγάλος. Αυτή η κατάσταση έχει επιβληθεί στον λαό από τον πρόεδρο της χώρας που είναι υποχείριο της Γαλλίας. Η αποικιοκρατία μπορεί να τέλειωσε επίσημα εδώ και δεκαετίες, αλλά στο Καμερούν οι Γάλλοι εξακολουθούν να ελέγχουν τον πρόεδρο και όχι ο λαός. Oι μεγάλες εταιρίες είναι στην ουσία γαλλικές εταιρίες, έχουν απευθείας σύνδεση με τον Γάλλο πρόξενο που βρίσκεται στο Γιαουντέ την πολιτική πρωτεύουσα του Καμερούν. Η Γαλλία διατηρεί στρατό και στρατιωτικές βάσεις στο Καμερούν. 

Στο Καμερούν τα τελευταία χρόνια υπάρχει ένα επιπλέον πρόβλημα. Το 2016-17 ξεκίνησαν ειρηνικές κινητοποιήσεις του αγγλόφωνου πληθυσμού της χώρας με την «Πορεία των Δικηγόρων» τις οποίες η κυβέρνηση κατέστειλε άγρια με τη βία. Οι κινητοποιήσεις έγιναν γιατί οι αγγλόφωνοι αισθάνονταν μειονεκτικά απέναντι στο νομικό σύστημα. Σήμερα έχει κλιμακωθεί η βία, υπάρχουν αυτονομιστικές ομάδες αγγλόφωνων που κάνουν δολοφονικές επιθέσεις και η κυβέρνηση χρησιμοποιεί ειδικά σώματα ασφαλείας εναντίον του αγγλόφωνου πληθυσμού. Η κυβέρνηση επιδιώκει τη διαίρεση, επιδιώκει ο κόσμος να είναι φτωχός ώστε να μην μπορεί να ξεσηκωθεί. Χρησιμοποιεί την απειλή της τρομοκρατίας για να ασκήσει τη δική της βία.  

Τι θα ήθελες να ζητήσεις από την ελληνική κυβέρνηση; 

Στην Ελλάδα, διαδήλωσα για πρώτη φορά την Πρωτομαγιά στην Αθήνα και ήταν μια πολύ καλή εμπειρία. Είδα ότι δεν υποστηρίζει όλος ο κόσμος την πολιτική της κυβέρνησης και υπάρχουν πολλοί που υποστηρίζουν τα δικαιώματα των μεταναστών και των προσφύγων. Από την κυβέρνηση στην Ελλάδα και την ΕΕ ζητάω να στηρίξουν το λαό του Καμερούν να διαλέξει ο ίδιος τον πρόεδρό του, να μην είναι η Γαλλία που επιβάλει τον πρόεδρο. Αφού στην Ευρώπη μπορεί να αποφασίζει ο λαός γιατί να μην μπορεί να συμβεί το ίδιο και στο Καμερούν; 

Το δεύτερο αφορά τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που βρίσκονται στην Ελλάδα. Η κατάσταση εδώ είναι καταστροφική. Φύγαμε από το Καμερούν γιατί έχουμε δικτατορία, πόλεμο, γιατί φοβόμαστε και ερχόμαστε εδώ και δεν έχουμε τι να φάμε και που να κοιμηθούμε. Θέλουμε άσυλο, θέλουμε χαρτιά, θέλουμε να αισθανόμαστε ασφαλείς. Οι περισσότεροι Αφρικανοί που έρχονται στην Ελλάδα έρχονται γιατί είναι η χώρα που βρίσκεται δίπλα στην Τουρκία με στόχο να πάνε σε κάποια άλλη χώρα της Ευρώπης. Αν η κατάσταση είναι καλή εδώ θα μπορούσαμε να μείνουμε, διαφορετικά θέλουμε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε την πορεία μας.