Την ειλικρινή του διάθεση, για “βαθιές, διαρθρωτικές αλλαγές” που θα ξεπερνούν αυτές που επιβλήθηκαν από τα μνημόνια, μετέφερε σύμφωνα με τα ρεπορτάζ των πρακτορείων ειδήσεων στην Άνγκελα Μέρκελ στην πρώτη του επίσκεψη στο Βερολίνο, με την ιδιότητα του πρωθυπουργού της Ελλάδας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Πιο κυνική δήλωση για το τι σχεδιάζει η νέα κυβέρνηση δύσκολα θα μπορούσε να βρει κανείς: τα μνημόνια τελειώσαν αλλά οι χειρότερες “μεταρρυθμίσεις” βρίσκονται μπροστά μας, όχι πίσω μας.
Τα ΜΜΕ παρουσίασαν με θριαμβευτικούς τόνους την επίσκεψη. Ως τώρα, γράφουν, οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας πηγαίναν στο Βερολίνο ως ικέτες (ο Μητσοτάκης είναι ο έκτος Έλληνας πρωθυπουργός στη μέχρι τώρα θητεία της Μέρκελ στην καγκελαρία). Ο Μητσοτάκης, όμως, πήγε με άλλον αέρα. Δεν πήγε να ζητήσει βοήθεια αλλά να προτείνει επενδυτικά σχέδια και συνεργασίες. “Δεν θέλω να συζητάμε μόνο για την αποπληρωμή του χρέους μας, για δημοσιονομικούς στόχους”, φέρεται να είπε, “αλλά κυρίως για τις κοινές μας αναπτυξιακές προκλήσεις”.
Μπούρδες. Ο πρώτος στόχος της επίσκεψης της ελληνικής αντιπροσωπίας στο Βερολίνο ήταν η διερεύνηση των προθέσεων της γερμανικής κυβέρνησης σε σχέση με την μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων. Ο Μητσοτάκης συνοδευόταν από τον Χρήστο Σταϊκούρα, τον υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησής του. Ανάμεσα στους επισήμους που συνάντησαν ήταν και ο Όλαφ Σολτς, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας. Η κυβέρνηση του Μητσοτάκη είχε ήδη “φάει πόρτα” σε σχέση με τα πλεονάσματα από τους δανειστές – τα θηριώδη πλεονάσματα θα παραμείνουν τουλάχιστον μέχρι του 2021. Και έφαγε “πόρτα” για μια ακόμα φορά από τη Γερμανία, τον μεγαλύτερο δανειστή της Ελλάδας. “Η Μέρκελ δεν θα θέλει να αλλάξει τους δημοσιονομικούς στόχους, αλλά ίσως επιτρέψει μια εναλλακτική λύση” γράφει ο ανταποκριτής του πρακτορείου Ρόιτερς. “Να υπολογίσει η Ελλάδα τα κέρδη της ΕΚΤ από την αγορά των ελληνικών ομολόγων ως έσοδα. Αυτά ισοδυναμούν με περίπου 0,8% του ΑΕΠ το 2020, είναι δηλαδή αρκετά για την περικοπή της φορολογίας που θέλει ο πρωθυπουργός”. Δηλαδή να κουκουλώσει το ζήτημα με τη μέθοδο της “δημιουργικής λογιστικής”.
Όσο για τις “αναπτυξιακές προκλήσεις”, αυτές έχουν όνομα: ΔΕΗ. Η ΔΕΗ είναι η μεγαλύτερη ελληνική επιχείρηση. Οι “επενδυτές”, οι κερδοσκόποι δηλαδή, την έχουν βάλει στο μάτι εδώ και πολλά χρόνια. Αλλά είναι ένα “δύσκολο φιλέτο”. Έχει πολλούς εργαζόμενους και ένα παρελθόν πίσω της μεγάλων και σκληρών αγώνων.
Σήμερα η ΔΕΗ, μετά από τις συνεχείς πισώπλατες μαχαιριές που της έχουν επιβάλει οι μνημονιακές ρυθμίσεις για “απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας”, είναι μια μεγάλη προβληματική επιχείρηση. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε πρόσφατα μια σειρά από μέτρα τα οποία υποτίθεται ότι έχουν σαν στόχο να την “σώσουν”. Ο Κωστής Χατζηδάκης, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας του Μητσοτάκη χαρακτηρίζει σε μια πρόσφατη συνέντευξή του τη ΔΕΗ ωρολογιακή βόμβα: “το μυαλό μου είναι στην 24η Σεπτεμβρίου, την ημέρα έκδοσης της νέας έκθεσης του ορκωτού ελεγκτή της ΔΕΗ, της Ernst & Young. H προηγούμενη έκθεση μιλούσε για πρόβλημα βιωσιμότητας της επιχείρησης. Αν αυτό επαναληφθεί την 24η Σεπτεμβρίου, θα έχουμε άμεσα ανεξέλεγκτες εξελίξεις: από την αναστολή διαπραγμάτευσης της μετοχής της ΔΕΗ στο Χρηματιστήριο μέχρι και εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις στο τραπεζικό σύστημα. Θα ήμουν υπουργός λοιπόν ενός «Τιτανικού» εάν δεν παίρναμε μέτρα σε αυτή τη φάση. Η νέα τιμολογιακή πολιτική της επιχείρησης είναι επαρκής για να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητά της”.
Ο Χατζηδάκης ρίχνει τις ευθύνες για την σημερινή κατάσταση της στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Ένα από τα βασικά μέτρα που πήρε η νέα κυβέρνηση ήταν η κατάργηση των διαβόητων NOME -τις αναγκαστικές πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας από την ΔΕΗ προς τους ιδιώτες ανταγωνιστές της, τυπικά μέσω πλειστηριασμών, αλλά στην ουσία σε τιμές κάτω από το κόστος παραγωγής. Ο Χατζηδάκης εκτιμάει ότι η ΔΕΗ έχει χάσει πάνω από μισό δισεκατομμύριο από αυτές τις πωλήσεις.
Το καθεστώς των ΝΟΜΕ το είχε υπογράψει πράγματι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στα πλαίσια του 3ου μνημονίου. Αλλά αυτό που ξεχνάει να πει ο Χατζηδάκης ήταν ότι η “λύση” αυτή είχε επιβληθεί από την Τρόικα στην Ελλάδα λόγω της αποτυχίας του προηγούμενου σχεδίου, του σχεδίου της “Μικρής ΔΕΗ” της κυβέρνηση του Σαμαρά. Είναι μια προκλητική αμνησία ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι ο Χατζηδάκης ήταν στο υπουργικό συμβούλιο του Σαμαρά.
Ευθύνες
Στην πραγματικότητα όλες ανεξαιρέτως οι μνημονιακές κυβερνήσεις έχουν μεγάλες ευθύνες για το “σκάνδαλο” της ΔΕΗ. Η Τρόικα πίεζε συνεχώς και συνειδητά για την απελευθέρωση της ηλεκτρικής ενέργειας -όποιες συνέπειες και αν είχε αυτή η απελευθέρωση για τη ΔΕΗ. Και οι κυβερνήσεις υπέκυπταν -άλλες πρόθυμα άλλες πιο διστακτικά.
Ο Χατζηδάκης δηλώνει ανοιχτά ότι η διάσωση της περνάει μέσα από την ιδιωτικοποίηση: “Βεβαίως και με τα μέτρα διάσωσης και εξυγίανσης που παρουσιάσαμε για τη ΔΕΗ, επιδιώκουμε, πέρα από το να την κρατήσουμε όρθια, να την καταστήσουμε ελκυστική σε υποψήφιους επενδυτές... Δεν είμαστε Κυβέρνηση του Βουνού. Είμαστε μια σύγχρονη, φιλελεύθερη, ευρωπαϊκή κυβέρνηση. Και θα προτείνουμε στην Κομισιόν ένα πραγματικά ευρωπαϊκό πακέτο απελευθέρωσης και εκσυγχρονισμού της αγοράς ενέργειας...”
Στην πραγματικότητα, δηλαδή, τα μέτρα έχουν ακριβώς τον ίδιο στόχο που είχαν και οι πιέσεις της Τρόικα όλα τα προηγούμενα χρόνια. Η κυβέρνηση, για παράδειγμα, ανακοίνωσε (με πρόσχημα την κακή ταμειακή κατάσταση της ΔΕΗ) την περικοπή της έκπτωσης για τους συνεπείς καταναλωτές (αυτούς που πληρώνουν στην ώρα τους τους λογαριασμούς τους) από το 15% στο 5%. Με άλλα λόγια αύξησε την τιμή του ρεύματος για τους “καλούς πελάτες” κατά 10%. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς μάντης για να φανταστεί τι θα γίνει: αντί να βελτιωθεί η ταμειακή κατάσταση της ΔΕΗ θα επιδεινωθεί αφού οι καλοί πελάτες θα προτιμήσουν τους ανταγωνιστές της. Και αυτή η υποβάθμιση θα μειώσει (όπως έκαναν και όλες οι μνημονιακές πολιτικές) την χρηματιστηριακή αξία της επιχείρησης και θα την κάνουν πιο ελκυστική για τους επενδυτές. Όσο για τις μελλοντικές προοπτικές, αυτές είναι σίγουρα “λαμπρές”. Η κυβέρνηση ήδη σχεδιάζει να αντικαταστήσει άμεσα την πολιτική της επιβράβευσης των “συνεπών” καταναλωτών με μια πολιτική τιμωρίας των “στρατηγικών (υποτίθεται) κακοπληρωτών” -δηλαδή με ένα μαζικό κύμα διακοπής της ηλεκτροδότησης για χιλιάδες φτωχά νοικοκυριά. “Σημειώστε, επίσης, ότι ξεκίνησε πολύ αυστηρή πολιτική για τους στρατηγικούς κακοπληρωτές”, λέει ο Χατζηδάκης στην ίδια συνέντευξη. “Μόνο το τελευταίο δίμηνο έχουν ζητηθεί 30.000 αποκοπές”.
Το τι ακριβώς ειπώθηκε στη συζήτηση ανάμεσα στον Μητσοτάκη και την Μέρκελ αυτό δεν το γνωρίζουμε. Ξέρουμε όμως ότι στην επίσημη συνέντευξη Τύπου δηλώθηκε και καλωσορίστηκε το ενδιαφέρον της Γερμανίας για επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Έτσι δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε τον διάλογο που προηγήθηκε στην κλειστή συνάντηση: “Ο Αλέξης μου έδωσε τα αεροδρόμια”, θα είπε η Μέρκελ. “Από εσένα θέλω τη ΔΕΗ”. “Τι θα μου δώσεις για αντάλλαγμα;” θα απάντησε ο Κυριάκος. “Θα σου υπολογίσω τα κέρδη της ΕΚΤ σαν δημόσια έσοδα”. “Έγινε”, θα απάντησε ο Κυριάκος (σε άπταιστα γερμανικά φυσικά). Ύστερα έδωσαν τα χέρια.

