Οικονομία και πολιτική
Άλεξ Καλλίνικος: Η φούσκα της Τεχνητής Νοημοσύνης

Η Αμερική έχει μετατραπεί σε ένα τεράστιο στοίχημα στην Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ), έγραψε πρόσφατα ο διαχειριστής επενδύσεων Ρουσίρ Σάρμα.

Αυτό σχετίζεται εν μέρει με αυτό που αποκαλείται «πραγματική οικονομία» της παραγωγής και του εμπορίου. Οι επιχειρήσεις επενδύουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια για την ανάπτυξη και την εφαρμογή της ΤΝ. Υπολογίζεται ότι οι επενδύσεις στην ΤΝ αντιπροσωπεύουν πλέον το 40% της οικονομικής μεγέθυνσης στις ΗΠΑ.

Αυτό το τεράστιο κύμα επενδύσεων τροφοδοτείται από την ευφορία που προκαλούν οι προσδοκίες για την υψηλότερη παραγωγικότητα και τα μεγαλύτερα κέρδη — που υποτίθεται ότι θα φέρει η ΤΝ. Οι ίδιες αυτές προσδοκίες ωθούν το αμερικανικό χρηματιστήριο σε διαρκή άνοδο. Έτσι, η οικονομία έχει ως τώρα προστατευθεί από τις αποσταθεροποιητικές επιπτώσεις των δασμών που επιβάλλει κατά διαστήματα ο Ντόναλντ Τραμπ.

Σύμφωνα με τον Σάρμα, «οι εταιρείες ΤΝ αντιπροσωπεύουν το 80% των κερδών των αμερικανικών μετοχών μέχρι στιγμής το 2025. Αυτό συμβάλλει στη χρηματοδότηση και στην τόνωση της μεγέθυνσης των ΗΠΑ, καθώς η αγορά μετοχών που βασίζεται στην ΤΝ προσελκύει κεφάλαια από όλο τον κόσμο και τροφοδοτεί μια άνθηση της καταναλωτικής δαπάνης των πλουσίων». Χάρη στο λεγόμενο «φαινόμενο του πλούτου», όσο αυξάνεται η αξία των μετοχών τους, τα εύπορα νοικοκυριά ξοδεύουν περισσότερα. Το ανώτερο 10% των εισοδημάτων ευθύνεται πλέον για το ήμισυ της συνολικής καταναλωτικής δαπάνης.

Αυτή η άνθηση, ωστόσο, είναι μονόπλευρη και στηρίζεται σε μεγάλες αβεβαιότητες. Υπάρχει το όχι ασήμαντο ερώτημα κατά πόσον όλες αυτές οι επενδύσεις θα αποφέρουν πράγματι τα προσδοκώμενα κέρδη. Έχει εκτιμηθεί ότι θα χρειαστούν περίπου 1,7 τρισεκατομμύριο ευρώ σε έσοδα μέχρι το 2030, μόνο για να καλυφθεί το κόστος των τεράστιων Κέντρων Δεδομένων που κατασκευάζονται για να υποστηρίξουν τη λειτουργία της ΤΝ. Ποσό τεράστιο, αν σκεφθεί κανείς ότι οι περισσότερες εταιρείες του κλάδου δεν έχουν ακόμη παρουσιάσει κέρδη. 

Για τον λόγο αυτό, πληθαίνουν οι προειδοποιήσεις ότι η άνθηση της ΤΝ είναι στην πραγματικότητα μια χρηματοπιστωτική φούσκα. Φούσκα δημιουργείται όταν οι κερδοσκοπικές προβλέψεις για το μέλλον ανεβάζουν τις τιμές των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων σε επίπεδα που δεν δικαιολογούνται από τα κέρδη που είναι ρεαλιστικά δυνατόν να αποδώσουν.

Ο μεγάλος μετακεϊνσιανός οικονομολόγος Χάιμαν Μίνσκι υποστήριζε ότι μπορεί κανείς να αντιληφθεί πότε σχηματίζεται μια φούσκα, επειδή οι επενδύσεις εξαρτώνται όλο και περισσότερο από αυτό που ονόμαζε «χρηματοδότηση τύπου Πόντσι». Σε ένα σχήμα Πόντσι, οι ήδη υπάρχοντες επενδυτές πληρώνονται με τα χρήματα που συνεισφέρουν οι νέοι επενδυτές. Αναπόφευκτα, τέτοιου είδους μηχανισμοί κάποια στιγμή στερεύουν από ρευστό.

Και ιδού: ο Άλτμαν, αφεντικό της OpenAI, συνάπτει σειρά συμφωνιών με τους προμηθευτές της OpenAI, προκειμένου να χρηματοδοτήσει αυτό που ο ίδιος αποκαλεί «μια πολύ επιθετική επένδυση σε υποδομές», αξίας άνω των 870 δισεκατομμυρίων ευρώ. Για παράδειγμα, η εταιρεία τεχνολογίας Nvidia έχει συμφωνήσει να επενδύσει 86 δισεκατομμύρια ευρώ στην OpenAI, με αντάλλαγμα μεγάλες παραγγελίες για τα τσιπ της. Αυτό το είδος αλληλεξάρτησης μεταξύ των εταιρειών ΤΝ αυξάνει την ευαλωτότητά τους σε περίπτωση κατάρρευσης.

Παρόμοιες συμφωνίες είχαν συναφθεί κατά τη διάρκεια της «φούσκας του διαδικτύου» στα τέλη της δεκαετίας του 1990, η οποία κατέληξε σε θεαματική κατάρρευση. Εμφανίζονται ξανά και άλλες πρακτικές από προηγούμενες χρηματοπιστωτικές φούσκες. Η εφημερίδα Financial Times αναφέρει: «Μια συνηθισμένη δομή χρηματοδότησης των Κέντρων Δεδομένων περιλαμβάνει τη δημιουργία ειδικών εταιρικών σχημάτων (special purpose vehicles), τα οποία στηρίζονται σε μεγάλα ποσά ιδιωτικής πίστωσης. Διακανονισμοί αυτού του είδους έχουν το πλεονέκτημα ότι δεν εμφανίζονται στους ισολογισμούς των τεχνολογικών εταιρειών που εμπλέκονται και παραμένουν διαχωρισμένοι από τα άλλα τους έργα». Αυτό το είδος «κρυφού χρέους» παραλίγο να καταστρέψει το δυτικό τραπεζικό σύστημα το 2007–2008.

Οι υπέρμαχοι της ΤΝ ισχυρίζονται ότι πρόκειται για μια «καλή φούσκα». Όπως είπε ένας επενδυτής επιχειρηματικού κεφαλαίου, «Φυσικά υπάρχει φούσκα. Οι φούσκες είναι καλές. Οι φούσκες κατευθύνουν κεφάλαια και ταλέντο προς μια νέα τάση, αυτό προκαλεί κάποιες απώλειες, αλλά επίσης δημιουργεί νέες, βιώσιμες επιχειρήσεις που αλλάζουν τον κόσμο».

Ίσως να έχει δίκιο. Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, είναι μόνο χάρη σε αυτή τη φούσκα της ΤΝ που η οικονομία των ΗΠΑ έχει αποφύγει μια απότομη επιβράδυνση.

Ωστόσο, ο Άλαν Μπίτι, αρχισυντάκτης εμπορικών θεμάτων στους Financial Times, επισημαίνει: «Η παγκόσμια οικονομία μπορεί να αντέξει προσωρινές διακοπές στις διμερείς εμπορικές σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Μια κατάρρευση όμως στον τομέα της ΤΝ, τον τομέα στον οποίο οι επενδυτές και ο ίδιος ο Τραμπ έχουν επενδύσει τόση εμπιστοσύνη θα είναι ένα πλήγμα πολύ δυσκολότερο να αντιμετωπιστεί».

Πέρα από τις οικονομικές συνέπειες μιας τέτοιας κατάρρευσης, αυτή θα επιτείνει την αστάθεια ενός διεθνούς συστήματος που γίνεται ολοένα και πιο πολωμένο.