Η Αριστερά
ΣΥΡΙΖΑ: Κρίση προσώπων ή στρατηγικής;

Οι επίδοξοι διάδοχοι του Τσίπρα δεν διδάχτηκαν τίποτα απ’ την πορεία των συμβιβασμών. Φωτό: Eurokinissi

Ο πρώτος γύρος των εσωκομματικών εκλογών στον ΣΥΡΙΖΑ την Κυριακή 17 Σεπτέμβρη ανέδειξε πρώτο τον Στ. Κασσελάκη με 45,26% και δεύτερη την Ε. Αχτσιόγλου με 36,21%. Αυτοί οι δυο θα διεκδικήσουν την προεδρία του κόμματος στο δεύτερο γύρο της Κυριακής 24/9. Ο Ν. Παππάς με 8,7% και ο  Ε. Τσακαλώτος με 8,77% «έδειξαν» με τις δηλώσεις τους τις προτιμήσεις τους για την επόμενη Κυριακή. Ο Τσακαλώτος στο πλευρό της Αχτσιόγλου και ο Παππάς «ρυθμιστής».

Η συμμετοχή στις εσωκομματικές εκλογές ήταν, για τα ΜΜΕ, η πρώτη «έκπληξη» της διαδικασίας. Πράγματι, αντίθετα με πολλές προβλέψεις, 147 χιλιάδες άνθρωποι πήγαν να ψηφίσουν, είτε ως ήδη μέλη είτε πληρώνοντας τα περίφημα 2 ευρώ για να γίνουν μέλη επί τόπου και να ψηφίσουν. Ο Τσίπρας έσπευσε πρώτος να δηλώσει ότι η μαζική συμμετοχή είναι απόδειξη ότι: «βιάστηκαν πολύ όσοι κήρυξαν τον ΣΥΡΙΖΑ απόντα. Θα είμαστε εδώ».

Αυτοί οι ισχυρισμοί έχουν ένα προφανές πρόβλημα. Στις προηγούμενες εσωκομματικές εκλογές, με μοναδικό υποψήφιο τον Τσίπρα, η συμμετοχή είχε φτάσει τις 151 χιλιάδες. Αυτό δεν εμπόδισε την εκλογική συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ τον Μάη και τον Ιούνη. Εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόροι -και μέλη του- προτίμησαν να μην ψηφίσουν στις βουλευτικές εκλογές, απογοητευμένοι από την «υπεύθυνη αντιπολίτευση» στη δολοφονική κυβέρνηση της ΝΔ και γενικότερα από τη δεξιά μετατόπιση του κόμματος που πήρε διαστάσεις κατρακύλας.

Ο Κασσελάκης ενσαρκώνει στον ύψιστο βαθμό αυτή την κατρακύλα. Τα ΜΜΕ τον προβάλλουν ως νέο και άφθαρτο πρόσωπο που συγκινεί τον κόσμο με αυτά τα χαρακτηριστικά του. Η αλήθεια είναι ότι προσπαθεί να εμφανίζεται ως επανάληψη του «φαινόμενου» Τσίπρα (με τις πλάτες και των μηχανισμών της ηγεσίας Τσίπρα). Δεν βρισκόμαστε, όμως, στην εποχή όπου κυριαρχούσαν οι αυταπάτες για την «πρώτη φορά κυβερνώσα αριστερά». Είναι σχεδόν βέβαιο ότι πολλές χιλιάδες μέλη και φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ  δεν πήγαν να ψηφίσουν  την Κυριακή γιατί δεν θέλουν ένα κόμμα που θα κινείται ανάμεσα στους Δημοκρατικούς του Μπάιντεν και το Δημοκρατικό κόμμα στην Ιταλία.

Είναι λάθος οι θεωρίες που αναζητούν τις αιτίες του ποσοστού του Κασσελάκη σε ελιτίστικες αναλύσεις που υποτιμούν τον κόσμο της Αριστεράς και τον βλέπουν ως ένα πλήθος που “σηκώνονται απ' τον  καναπέ” για να ψηφίσουν με βάση την «εικόνα» που χτίζουν οι καμπάνιες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτή η «αριστερή μελαγχολία» (για να θυμηθούμε τον τίτλο ενός βιβλίου του Έντζο Τραβέρσο, του γνωστότερου εκφραστή της) δεν θέτει καν το στοιχειώδες ερώτημα: γιατί οι υποψήφιοι που τοποθετούσαν τον εαυτό τους αριστερότερα του Κασσελάκη δεν μπόρεσαν να ενθουσιάσουν τον κόσμο που είναι εξοργισμένος με τα αίσχη της ΝΔ και της άρχουσας τάξης και το εκδηλώνει όπου μπορεί με κάθε τρόπο. Βράζει η οργή για τα εγκλήματα της Νέας Δημοκρατίας και φαίνεται απ' την «υποδοχή» του Μητσοτάκη στη Λάρισα μέχρι τον κόσμο που διαδήλωνε ενάντια στο εφοπλιστικό έγκλημα της δολοφονίας του Αντώνη στον καταπέλτη του Blue Horizon. Και δεν είναι μόνο οργή, είναι και αγωνιστική ενεργοποίηση, από τα νοσοκομεία μέχρι τους απεργούς ναυτεργάτες, φτάνοντας σε πανεργατική απεργία αυτή την Πέμπτη. Τρία εκατομμύρια είχαν βγει στην απεργία και τη διαδήλωση τον Μάρτη μετά το έγκλημα των ιδιωτικοποιήσεων στα Τέμπη. Αυτός ο κόσμος δεν εξαϋλώθηκε, είναι εδώ. 

Το καλοκαίρι μετά την παραίτηση Τσίπρα, η Μαρία Στύλλου έβαζε στις σελίδες του περιοδικού Σοσιαλισμός από τα Κάτω το ερώτημα: «ΣΥΡΙΖΑ: Αλλαγή προσώπων ή στρατηγικής;». Θύμιζε τη δεξιά πορεία του κόμματος όλα τα τελευταία χρόνια και επεσήμαινε: «Το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ αποτέλεσε μία θριαμβευτική κυριαρχία του Τσίπρα και της γραμμής του. Δεν υπήρχε από καμία οργανωμένη τάση ούτε αμφισβήτηση του ίδιου αλλά, κυρίως, ούτε της πολιτικής κατεύθυνσης.  Τα στελέχη της αριστερής αντιπολίτευσης (Ομπρέλα), αφού φρόντιζαν να ξεκινάνε τις τοποθετήσεις τους με το “ένας είναι ο Πρόεδρος” και να θυμίζουν τις “ομόφωνα προτεινόμενες πολιτικές θέσεις του Συνεδρίου”, έδωσαν μάχη μόνο ενάντια στις προτεινόμενες οργανωτικές αλλαγές. Ο τρόπος και τα επιχειρήματα με τα οποία δώσανε αυτή τη μάχη ήταν εύκολη λεία για τους Προεδρικούς που τους κατηγορούσαν, άλλοτε κομψά άλλοτε όχι και τόσο, για “μάχη καρεκλών που δεν ενδιαφέρει την κοινωνία”». Αυτό το τελευταίο επιχείρημα το εισπράξανε στο πολλαπλάσιο πλησιάζοντας τη 17 Σεπτέμβρη.

Κι απέναντι σε αυτό δεν είχαν να αντιτάξουν κάτι πειστικό για τον κόσμο της Αριστεράς. Η ΕφΣυν του Σαββατοκύριακου έκανε το δικό της «ντημπέιτ» ανάμεσα στους υποψήφιους/α θέτοντάς τους 5 κοινά ερωτήματα. Το τρίτο αφορούσε τι θα κάνουν για το κύμα της ακρίβειας. Η πανομοιότυπη επί της ουσίας απάντηση ήταν η μείωση του ΦΠΑ σε κάποια αγαθά και οι έλεγχοι στην αγορά. Κουβέντα για κρατικοποιήσεις, όταν όλος ο κόσμος ζητούσε κρατικοποίηση των σιδηροδρόμων τον Μάρτη, κουβέντα για απεργίες για αυξήσεις κόντρα στον πληθωρισμό. Ο κατάλογος αυτών που δεν λένε και, το κυριότερο, δεν κάνουν δεν έχει τέλος.

Φορτίο

Η συζήτηση για το πώς έφτασε ως εδώ ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να μείνει στην επιφάνεια, στα πρόσωπα παρόλο που κι αυτά κουβαλάνε το δικό τους φορτίο συμβολισμών. Χρειάζεται να φτάσει στα πάντα επίκαιρα ζητήματα της στρατηγικής. Ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε την ανοδική του πορεία πατώντας στην αριστερή ριζοσπαστικοποίηση της εργατικής τάξης και δηλώνοντας ότι αποτελεί ένα πρωτότυπο εγχείρημα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, ένα κόμμα που θα είναι και «των κινημάτων» και των «θεσμών».

Η συνέχεια ήταν η συνεχής προσαρμογή στους «θεσμούς» της αστικής κοινωνίας, ο ρεαλισμός της «συνέχειας του κράτους» και των συμβιβασμών με την άρχουσα τάξη και τους διεθνείς συμμάχους της. Όλα αυτά στο όνομα της “κυβερνώσας Αριστεράς”. Τη συνέχεια τη ζήσαμε και ξέρουμε πού καταλήγει αυτή η στρατηγική.

Αλλά αυτή η εμπειρία δεν είναι πρωτόγνωρη. Το κόμμα πρότυπο για τον ΣΥΡΙΖΑ πριν ανακαλύψει τη γοητεία της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας και του «Κέντρου», ήταν η Κομμουνιστική Επανίδρυση στην Ιταλία, το κόμμα που συγκρότησαν όσοι/ες διαφώνησαν με τη μετεξέλιξη του κραταιού κομμουνιστικού κόμματος στο σημερινό Δημοκρατικό Κόμμα. Η Επανίδρυση έπαιξε κεντρικό ρόλο στο κίνημα της Γένοβα και το αντιπολεμικό κίνημα. Αλλά, το 2004/5 αποφάσισε ότι αφού αυτά τα κινήματα δεν είχαν ανατρέψει τη Δεξιά του Μπερλουσκόνι, ο ρεαλισμός επιτάσσει την είσοδο στην «κεντροαριστερή» κυβέρνηση του Πρόντι. Μια κυβέρνηση που διαχειρίστηκε και τη λιτότητα και τον πόλεμο. Το αποτέλεσμα ήταν η εξαφάνιση της Επανίδρυσης.

Οι επίδοξοι διάδοχοι του Τσίπρα δεν διδάχτηκαν τίποτα από την πορεία των συμβιβασμών που έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ  να κατρακυλάει. Οι πολιτικοί συσχετισμοί κρίνονται στο «πεζοδρόμιο», στην απεργία, στους αγώνες της εργατικής τάξης ενάντια στη φτώχεια, τον ρατσισμό και τον σεξισμό. Εκεί συγκροτείται η δύναμη που μπορεί να ανατρέψει τη ΝΔ και να δώσει ελπίδα σε όλους τους καταπιεσμένους. 

Αλλά αυτή η συγκρότηση απαιτεί μια αριστερά με επαναστατική στρατηγική που βάζει σαν προοπτική την ανατροπή του καπιταλισμού και όχι τη διαχείρισή του. Αυτούς τους αγώνες μπορούμε και πρέπει να τους δώσουμε μαζί με όλο τον κόσμο της Αριστεράς. Αλλά η ενότητα στη δράση πρέπει να συμβαδίζει με το δυνάμωμα της Αριστεράς που δεν μένει στα μισά του δρόμου, την Αριστερά της επανάστασης.