«Σιδεροκέφαλος» ήταν η ευχή του Α. Τσίπρα στον Σ. Κασσελάκη στη συνάντηση που είχαν στη Βουλή μετά την εκλογή του δεύτερου ως νέου προέδρου. Η εκλογή του Σ. Κασσελάκη (στηρίχτηκε στον β’ γύρο από τον Ν. Παππά) με 56,69% στην θέση του νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην Έφη Αχτσιόγλου (43,31% με την στήριξη στο β’ γύρο της Ομπρέλας και άλλων τάσεων) ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στην δεξιόστροφη πορεία του ΣΥΡΙΖΑ.
Πώς κατάφερε ο Στέφανος Κασσελάκης μέσα σε λίγες εβδομάδες να γίνει πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ; Ήταν η υπερπροβολή του στα ΜΜΕ που έκανε 70 χιλιάδες ανθρώπους να πάνε να τον ψηφίσουν δύο συνεχόμενες Κυριακές; Ήταν το «επικοινωνιακό» του χάρισμα; Είναι μήπως ότι ο κόσμος εγκαταλείπει την Αριστερά και στρέφεται προς το κέντρο;
Η απάντηση είναι όχι και στα τρία. Ο Κασσελάκης είχε την στήριξη εκείνου του κομματιού του ΣΥΡΙΖΑ που με πρωτεργάτη τον ίδιον τον Αλέξη Τσίπρα είχε σαν στρατηγικό στόχο του τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα κόμμα κάπου μεταξύ «κέντρου» και «κεντροαριστεράς» - και στην εκδοχή Κασσελάκη, κάπου μεταξύ Δημοκρατικού Κόμματος ΗΠΑ και Δημοκρατικού Κόμματος Ιταλίας, όπως το έθεσε ο Λέανδρος Μπόλαρης στην τελευταία Εργατική Αλληλεγγύη.
Αυτό φάνηκε και με την υποστήριξη που έλαβε από τον Ν. Παππά στον δεύτερο γύρο η οποία του χάρισε και τη νίκη καθώς και από την αρθρογραφία του Καρτερού στην Αυγή. Αλλά η στήριξη δεν περιοριζόταν εκεί. Ο Κασσελάκης είχε και την στήριξη του Πολάκη και του Βαξεβάνη που όλη την προηγούμενη τετραετία εμφανίζονταν σαν η μοναδική φωνή που «σήκωνε τους τόνους» κόντρα στον Μητσοτάκη. Εν ολίγοις είχε την στήριξη ενός μεγάλου βασικού μέρους των μηχανισμών του κόμματος.
Τι έκανε το κομμάτι εκείνων που αυτοτοποθετούνται αριστερά του Κασσελάκη όπως η Αχτσιόγλου και εκείνων που τοποθετούνταν αριστερά του Τσίπρα, όπως η Ομπρέλα για να εμποδίσει αυτήν την εξέλιξη; Γιατί δεν μπόρεσε η Αχτσιόγλου ή ο Τσακαλώτος να συγκροτήσουν τη δική τους εναλλακτική στον Κασσελάκη που μέχρι πριν δύο μήνες ουδείς εγνώριζε; Η απάντηση βρίσκεται στο γεγονός ότι πότισαν αδιάκοπα το χώμα πάνω στο οποίο φυτεύτηκε ο μεταλλαγμένος σπόρος του Κασσελάκη. Όχι μόνο τις τελευταίες εβδομάδες αλλά τα τελευταία χρόνια.
Στην πρώτη μεγάλη καμπή του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, όλοι οι νυν αντίπαλοι υποψήφιοι του Κασσελάκη, όχι μόνο δεν συγκρούστηκαν με την κωλοτούμπα του Τσίπρα μετά το δημοψήφισμα, αλλά έσπευσαν να γίνουν υπουργοί μιας κυβέρνησης «αντιμνημονιακής» σε συνεργασία με τον Καμμένο που έβαλε μπρος να εφαρμόσει το τρίτο μνημόνιο. Ο Τσακαλώτος ήταν ο υπουργός Οικονομικών αυτής της κυβέρνησης και η Αχτσιόγλου η υπουργός Εργασίας. Τη συνθηκολόγηση του 2015 ακολούθησε πλήθος άλλων είτε σχετίζονταν με τις επιταγές των δανειστών από τη λιτότητα μέχρι το προσφυγικό, είτε σχετίζονταν με τη γενικότερη γραμμή ΣΥΡΙΖΑ για «συνέχεια του κράτους». Η στάση τους οδήγησε χιλιάδες αγωνιστές/τριες της ριζοσπαστικής Αριστεράς να χάσουν την εμπιστοσύνη τους απέναντι όχι μόνο στον Τσίπρα αλλά και την αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ.
Εκείνοι που παρέμειναν, ήλπιζαν ότι αυτά θα άλλαζαν με τον ερχομό του ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση. Αλλά η εκλογική ήττα του 2019 δεν σήμανε καμιά αλλαγή πλεύσης όχι μόνο για του Τσίπρα αλλά όλης της ηγεσίας. Ο Τσακαλώτος, η Αχτσιόγλου, ο Παππάς συνέχισαν να υπερασπίζονται την γραμμή ότι η συνθηκολόγηση του 2015 ήταν μονόδρομος και ότι κατάφεραν να «βγάλουν τη χώρα από τα μνημόνια». Ακολούθησαν πιστά την γραμμή της «υπεύθυνης αντιπολίτευσης» που θα οδηγούσε την κυβέρνηση Μητσοτάκη να πέσει σαν «ώριμο φρούτο».
Σε όλα τα μεγάλα μέτωπα: εφαρμογή «δημοσιονομικής» πολιτικής με βάση τις επιταγές των «εταίρων» στην ΕΕ, συνέχιση της πολιτικής της Ευρώπης Φρούριο για το προσφυγικό, «εθνικά θέματα» και εξοπλισμοί, συμμετοχή στα νατοϊκά σχέδια και στον πόλεμο στην Ουκρανία, ιδιωτικοποιήσεις, στρατηγική συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, δεν τολμούσαν να αρθρώσουν μια διαφορετική πολιτική κουβέντα - ακόμη και εκεί που είχαν διαφορετική άποψη από του Τσίπρα- για να μην διαταραχτεί η «ενότητα» του κόμματος.
Μάχες
Ακόμη χειρότερα, σε όλες τις μεγάλες μάχες που άνοιξαν μέσα στην τετραετία -από τους αγώνες για την υπεράσπιση της Υγείας και την αντίσταση στον αυταρχισμό την περίοδο της πανδημίας μέχρι τη μεγάλη έκρηξη των Τεμπών- πουθενά δεν κούνησαν το δάχτυλό τους για να συνδεθούν με τον κόσμο που έδινε αυτές τις μάχες, να καλέσουν σε ανταρσία τη βάση του ΣΥΡΙΖΑ που επιθυμούσε τη σύγκρουση με την κυβέρνηση. Υπάκουαν πλήρως στη γραμμή που έπεφτε στις τοπικές του ΣΥΡΙΖΑ, «να μη δημιουργούμε προσδοκίες στον κόσμο γιατί δεν θα μπορέσουμε να σηκώσουμε το πολιτικό τους βάρος στη συνέχεια».
Πουθενά δεν προσπάθησαν να σπάσουν το «εμπάργκο» που είχε επιβάλλει ο Τσίπρας σε κάθε μορφή μαζικής δράσης αδιαφορώντας και πολλές φορές μπλοκάροντας τις απεργίες στους χώρους εργασίας. Ακόμη και η γραμμή Πολάκη (τη σύμφωνη γνώμη του οποίου ο Τσίπρας είχε επίσης σε όλα τα παραπάνω) «να τους βγάλουμε τα σκάνδαλα στην φόρα», τους φαινόταν «λαϊκίστικη».
Οι εκλογές του 2023 ήταν η απόδειξη της απόλυτης αποτυχίας της γραμμής Τσίπρα. Ένα μεγάλο κομμάτι της ριζοσπαστικής βάσης που παλαιότερα ψήφιζε ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και οι νέοι ψηφοφόροι, δηλαδή εκατοντάδες ακόμη χιλιάδες άνθρωποι, είτε δεν ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, είτε δεν πήγαν καν να ψηφίσουν στις διπλές εκλογές.
Η «επανεκκίνηση» που επιχείρησε ο Τσίπρας μετά την πρώτη ήττα τον Μάιο, έστειλε σαφές μήνυμα ότι το πράγμα θα πάει ακόμη πιο δεξιά με την πρόσκληση στη νέα εκλογική επιτροπή του κόμματος στον Μαραντζίδη, τον ναύαρχο Αποστολάκη και στον ίδιο τον Κασσελάκη, που πρωτοεμφανίστηκε ως ο «φέρελπις νέος» από το εκλογικό επιτελείο του Μπάιντεν. Αυτό το «επιτελείο» βύθισε ακόμη πιο βαθιά τον ΣΥΡΙΖΑ στις δεύτερες εκλογές.
Τη μέρα της παραίτησής του ο Τσίπρας έδωσε ξανά το στίγμα για το πως πρέπει να προχωρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ: «Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πια κλείσει έναν μεγάλο ιστορικό κύκλο, να ανοίξουμε συλλογικά, έναν επόμενο κύκλο... να ανανεώσουμε τολμηρά το στελεχικό μας δυναμικό από πάνω μέχρι κάτω, δείχνοντας εμπιστοσύνη σε νέους ανθρώπους, να βάλουμε τέλος σε νοοτροπίες που μας κόστισαν ακριβά... να εφεύρουμε τον νέο ΣΥΡΙΖΑ… Μια διαδικασία βαθιάς ανανέωσης και επανίδρυσης είναι άμεση προτεραιότητα...».
Ρήξη με το παρελθόν του ΣΥΡΙΖΑ, ρήξη με τις «νοοτροπίες που κόστισαν ακριβά», αλλαγή του κόμματος «από πάνω μέχρι κάτω», «νέοι άνθρωποι», νέος ΣΥΡΙΖΑ… Μπορεί να μην είχε φωτό του Κασσελάκη μαζί του στο Ζάππειο ο Τσίπρας τον Ιούλιο, αλλά το μόνο βέβαιο είναι ότι άνοιξε πολιτικά το δρόμο ώστε αυτός ή κάποιος παρόμοιός του, να πάρει την προεδρία. Και βέβαια του άνοιξε το δρόμο και οργανωτικά.
Η απόφαση να εκλέγεται ο εκάστοτε πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ «απευθείας από την βάση» και όχι από συνέδριο, το 2022, ήταν μια κίνηση που στόχο είχε να λύσει τα χέρια του Τσίπρα να προχωρήσει στα ανοίγματα προς το ΠΑΣΟΚ και να αποδυναμώσει την οποιαδήποτε εσωτερική αντιπολίτευση στα αριστερά. Εντούτοις η αριστερή πτέρυγα (που μειοψήφισε προτείνοντας να συνεχίσει να εκλέγεται από το συνέδριο) στις εκλογές προέδρου από την βάση που ακολούθησαν αντί να διαμορφώσει έστω και την ύστατη στιγμή μια αριστερή αντιπολίτευση στον Τσίπρα, έτρεξε να τον ξαναβγάλει πρόεδρο με 99%.
Η κατρακύλα συνεχίστηκε ακόμη περισσότερο με την «διαδικασία» που αποφασίστηκε για την εκλογή του νέου προέδρου μετά την παραίτηση Τσίπρα: Πρώτα το «διαρκές» (τύποις) συνέδριο στο οποίο παρουσιάστηκαν βασικά οι πέντε υποψήφιοι χωρίς καν να υπάρξουν παρεμβάσεις συνέδρων, μετά απευθείας εκλογή προέδρου από τη βάση σε δύο γύρους και μετά από τις τοπικές εκλογές κανονικό συνέδριο για να συζητήσει την …πολιτική που θα έχει ο αρχηγός που ήδη έχει εκλεγεί!
Ό,τι και να λένε για τον «απολιτίκ» προεκλογικό αγώνα του Κασσελάκη, ήταν αυτές οι διαδικασίες που στέρησαν τον οποιοδήποτε ουσιαστικό πολιτικό διάλογο στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, μετατρέποντας την όλη διαδικασία σε τηλεοπτικό σόου και διαδικτυακό πόλεμο των αντιμαχόμενων. Αυτός ο λεγόμενος «οδικός χάρτης» αυτών των διαδικασιών είχε την υπογραφή και της Ομπρέλας. Για να ακολουθήσει η απόφαση ότι δικαίωμα ψήφου στην εκλογή του νέου προέδρου μπορεί να έχει όποιος εμφανιστεί στο εκλογικό κέντρο αυθημερόν, δηλώσει ότι θέλει να γίνει μέλος του ΣΥΡΙΖΑ με αντίτιμο μισή ώρα από την Κυριακή του και δύο ευρώ…
Έτσι στις 24 Σεπτέμβρη ο Σ. Κασσελάκης κατέλαβε την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ παραβιάζοντας αφύλαχτες θύρες και έχοντας μαζί του στην τσέπη, το κλειδί του προκατόχου του.