Η γραμμή που έπαιξαν οι υπουργοί, βουλευτές της ΝΔ και ο ίδιος ο Μητσοτάκης στη Βουλή ήταν να παριστάνουν ότι έλαβαν το μήνυμα της 28 Φλεβάρη: οι θεσμοί (προανακριτική, «Δικαιοσύνη») θα αποδώσουν ευθύνες ενώ η κυβέρνηση θα αναμετρηθεί με τις «παθογένειες», θα εξασφαλίσει σταθερότητα κόντρα στη «συμμαχία του μηδενισμού» της αντιπολίτευσης.
Όπως είπε ο Μητσοτάκης στην ομιλία του το Σάββατο: «εάν υπήρξαν επιχειρησιακές αστοχίες στη διαχείριση του πεδίου, αυτές θα διερευνηθούν από τη Δικαιοσύνη. Δεν θα δικαστεί κανείς σε «λαϊκά δικαστήρια» και ούτε θα προεξοφληθεί οποιοδήποτε αποτέλεσμα της Δικαιοσύνης, αλλά και της προανακριτικής». Κατά τα άλλα για όλα φταίει το «βαθύ κράτος του ρουσφετιού και του ωχαδερφισμού» που θα το πατάξει ο Μητσοτάκης επεκτείνοντας την «αξιολόγηση» σε όλο το δημόσιο. Και στο κάτω-κάτω γιατί ο Ανδρουλάκης και ο Ν. Παππάς που βρέθηκαν τότε στα Τέμπη δεν ζήτησαν να σταματήσουν όλες οι εργασίες;
Και μετά από αυτό το αμίμητο επιχείρημα ο πρωθυπουργός έκανε την εξής δήλωση: «Είναι δύσκολη η προσπάθεια να πείσουμε την κοινωνία ότι δεν έγινε συγκάλυψη. Αυτή είναι η άποψή μου, θα εξακολουθώ να τη λέω με όλη τη δύναμη των επιχειρημάτων μου και είναι στην κρίση των πολιτών να με πιστέψουν ή όχι». Ή με τα λόγια του Π. Μαρινάκη σε συνέντευξή του στην Κυριακάτικη Απογευματινή: «Η συγκάλυψη είναι μια έννοια που, δυστυχώς, λόγω της προπαγάνδας της Αντιπολίτευσης έχει φωλιάσει σε αρκετά μεγάλο ποσοστό των Ελλήνων πολιτών». Εδώ ταιριάζει η παροιμία, μας φτύνουν και κάνουμε ότι βρέχει.
Το ύστατο επιχείρημα του Μητσοτάκη και των πρωτοκλασσάτων στελεχών του ήταν βέβαια το ή εμείς ή το χάος κατά το παλαιότερο, από το 1974 «Καραμανλής ή τανκς». Αυτό το επιχείρημα επιστράτευσε για παράδειγμα ο «τσεκουράτος» Βορίδης την Παρασκευή όταν εντόπισε το «σχέδιο καταστροφής της χώρας» από τα κόμματα που κατέθεσαν την πρόταση δυσπιστίας. Το συνέχισε ο Μητσοτάκης προσπαθώντας να στριμώξει τον Ανδρουλάκη γιατί το ΠΑΣΟΚ, ένα «θεσμικό» και «συστημικό» κόμμα, συνέπραξε με τα κόμματα που καλύπτουν τους «μπαχαλάκηδες» και τις «μολότοφ».
Το 1981 ο αξεπέραστος Γιάννης Ιωάννου δημοσίευε μια γελοιογραφία στην οποία οι υπουργοί της ΝΔ λέγανε με τη σειρά: «μπορεί να είμαστε…ανίκανοι…φαύλοι…τραμπούκοι…ξετσίπωτοι…γλοιώδεις… Αλλά είμαστε η σιγουριά!». Αυτή τη γελοιογραφία θυμίζει σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ, με τη διαφορά ότι η καταστροφή και ο θάνατος που σπέρνει η πολιτική της προκαλούν περισσότερο οργή αντί για γέλιο.
Και θα συνεχίζει να προκαλεί. Γιατί όχι μόνο συνεχίζει απεγνωσμένα την επιχείρηση συγκάλυψης του εγκλήματος των Τεμπών, αλλά και γιατί από το βήμα της βουλής ο Μητσοτάκης και οι υπουργοί του κατέθεσαν ένα ολόκληρο πρόγραμμα επιθέσεων στην εργατική τάξη και τη νεολαία.
Ο Μητσοτάκης πρόβαλε και σαν δικιά του επιτυχία την απόφαση της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ που ανοίγει τον δρόμο για δημοσιονομική χαλάρωση ώστε να αυξηθούν κατακόρυφα οι πολεμικές δαπάνες. Ο Δένδιας δήλωσε ότι σύντομα κατατίθεται στη βουλή το νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα: «αυτό το εξοπλιστικό, δεκαετίας πόσο μάλλον εικοσαετίας, δεν έχει παρουσιαστεί στην ιστορία της Ελλάδας». Επίσης, ανέσυρε την «εθελοντική» στράτευση των γυναικών. Ο Κυριαζίδης θέλει τις γυναίκες -και όχι μόνο την Κωνσταντοπούλου- να «πάνε να κάνουν κάνα παιδί» και ο Δένδιας τις θέλει και να γεννοβολάνε τους αυριανούς στρατιώτες και να γίνουν οι ίδιες στρατιωτίνες.
Βαθιά αποσύνθεση
Αυτή ήταν η εικόνα που έδωσε η ΝΔ στη συζήτηση για τη ψήφο δυσπιστίας: μιας κυβέρνησης σε βαθιά αποσύνθεση και πανικό που συνεχίζει παρόλα αυτά τις επιθέσεις για λογαριασμό της άρχουσας τάξης. Το γεγονός ότι η πρόταση απορρίφθηκε, ως αναμενόταν, δεν της πρόσφερε ούτε γραμμάριο νομιμοποίησης στην «κοινωνία». Και βέβαια, αυτό δεν θα αλλάξει ούτε με την ορκωμοσία του Τασούλα ούτε με τον ανασχηματισμό που μάλλον θα ακολουθήσει.
Όμως, η συζήτηση έδειξε ανάγλυφα και τα όρια και αδιέξοδα της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης. Τα κόμματα που κατέθεσαν την πρόταση δυσπιστίας, στην πραγματικότητα έτρεξαν να προσαρμοστούν στην πίεση που έβαλε η έκρηξη που ξεκίνησε στις 26 Γενάρη και κορυφώθηκε με τη μεγαλειώδη πανεργατική απεργία της 28 Φλεβάρη. Μέχρι τότε κινούνταν στο μοτίβο ότι ο Μητσοτάκης είναι κυρίαρχος των εξελίξεων και οι συσχετισμοί είναι «αρνητικοί».
Τώρα ο Ανδρουλάκης διαπιστώνει ότι «η αντίστροφη μέτρηση έχει ξεκινήσει» για την κυβέρνηση, ο Φάμελος είπε ότι «είστε πλήρως απονομιμοποιημένος» στον Μητσοτάκη και ότι «η κοινωνία» λέει «κάντε κάτι να φύγει αυτή η κυβέρνηση», ο Α. Χαρίτσης συμφωνεί και ο Δ. Κουτσούμπας δήλωσε αγέρωχα «αφήστε αυτά που ξέρετε, ότι θα κριθείτε το 2027».
Ποια είναι, όμως, η συνέχεια; Η σύντομη απάντηση είναι προανακριτική και στο βάθος εκλογές. Αυτή ήταν η κοινή συνισταμένη όσων ακούστηκαν από την αντιπολίτευση στο τριήμερο της συζήτησης: θα συνεχίσουμε το κοινοβουλευτικό σφυροκόπημα. Τα έχουμε δει χρόνια τώρα τα αποτελέσματα τέτοιων «σφυροκοπημάτων».
Ο παράγοντας που έφερε την κυβέρνηση σε αυτό το σημείο δεν ήταν τα άσφαιρα πυρά από τα έδρανα της αντιπολίτευσης -που δεν τολμάει να μιλήσει καν για επιστροφή του σιδηροδρόμου στο δημόσιο- αλλά οι αγώνες της εργατικής τάξης και της νεολαίας, το «πεζοδρόμιο» που μίλησε τόσο δυνατά ώστε κανείς πλέον δεν μπορεί να το αγνοεί.
Όμως, για αυτό το «πεζοδρόμιο» δεν μιλάει κανείς. Το ΠΑΣΟΚ ετοιμάζεται να παρουσιάσει τις προτάσεις του για τη ...δημόσια διοίκηση στα πλαίσια του «θεσμικού» του ρόλου. Ο ΣΥΡΙΖΑ παρακαλάει για τη συγκρότηση της συμμαχίας που θα φέρει «την αριστερή προοδευτική κυβέρνηση» αλλά εντωμεταξύ, όπως διαβεβαίωσε από το βήμα της βουλής ο Φάμελος, «παραμένει παράγοντας σταθερότητας και λύσης».
Ο Δ. Κουτσούμπας στην ομιλία του κάλεσε «το λαϊκό κίνημα να βάλει τη σφραγίδα του» στις εξελίξεις, να «αναπτυχθεί ένα πανελλαδικά συντονισμένο, ενιαίο κίνημα, το οποίο θα διαμορφώνει κοινές θέσεις και στόχους διεκδίκησης, αμφισβητώντας τελικά την ίδια την εξουσία του κεφαλαίου».
Ποιοι είναι αυτοί οι στόχοι; Να πέσει η κυβέρνηση από τις απεργίες και τις διαδηλώσεις; Όχι, είναι η απάντηση του ΚΚΕ. Είναι στόχος η επανακρατικοποίηση των σιδηροδρόμων με εργατικό έλεγχο; Πάλι όχι, γιατί στο κάτω-κάτω και η Hellenic Train θυγατρική του ιταλικού ΟΣΕ είναι, όπως μας πληροφορεί ο Ριζοσπάστης του Σαββατοκύριακου. Μήπως δίπλα στο αίτημα να καταδικαστούν οι υπεύθυνοι για τα Τέμπη να μπει και η καταδίκη για το έγκλημα της Πύλου; Σιγή ιχθύος από την πλευρά της ηγεσίας του ΚΚΕ.
Η εργατική τάξη και η νεολαία που βγαίνουν ορμητικά στο προσκήνιο, έχουν την ανάγκη να πάνε πιο μακριά από τα αδιέξοδα μιας κοινοβουλευτικής στρατηγικής.