Πριν από 25 χρόνια, στις 9 Απρίλη του 2000, πέθανε ο Τόνι Κλιφ. Ένας κορυφαίος επαναστάτης που κράτησε ζωντανή την μαρξιστική επαναστατική παράδοση και προοπτική. Μία πηγή έμπνευσης για τις μεταπολεμικές γενιές επαναστατών και για τους συντρόφους και τις συντρόφισσες των οργανώσεων της Διεθνιστικής Σοσιαλιστικής Τάσης, που πρωτοστάτησε στην δημιουργία της, και στην οποία ανήκει και το ΣΕΚ. Ακόμα και σήμερα, δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις μεγάλες σημερινές προκλήσεις, από την γενοκτονία στην Παλαιστίνη και την παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού μέχρι τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς ΗΠΑ – Ρωσία – Κίνα, χωρίς να αξιοποιήσουμε τη πολύτιμη κληρονομιά που μας άφησε.
Διεθνιστής επαναστάτης
Γεννήθηκε, με το όνομα Ygael Gluckstein, στην Παλαιστίνη, στις 20 Μαΐου 1917, από σιωνιστές εβραίους γονείς που βρέθηκαν εκεί μετά τα αντισημιτικά πογκρόμ της τσαρικής Ρωσίας. Σε μία συνέντευξη του, στη δεκαετία του ‘80, θα πει: «Κοιτάζοντας πίσω στη δική μου εμπειρία στην Παλαιστίνη, υπήρχε πάντα μια θεμελιώδης ρωγμή μεταξύ των Σιωνιστών και των Αράβων... όταν οι Σιωνιστές ήρθαν στην Παλαιστίνη... κατέλαβαν αραβική γη [και] έκαναν συστηματικές διακρίσεις σε βάρος των χιλιάδων Αράβων. Αν και οι Άραβες ήταν τουλάχιστον το 80% του πληθυσμού, δεν ήρθε ούτε ένας στο σχολείο μου». Η αντίδραση σε αυτή την πραγματικότητα ήταν που τον διαμόρφωσε, ως επαναστάτη, από τα εφηβικά του χρόνια.
Αρχικά, εντάχθηκε σε μια αριστερή σιωνιστική οργάνωση. Στην ίδια συνέντευξη θα πει: «οι σιωνιστές οργάνωσαν το δικό τους συνδικάτο, το Histadrut… για να αποτραπεί η εργασία των Αράβων σε εβραϊκές επιχειρήσεις… κάποιοι σιωνιστές εξακολουθούσαν να μιλούν σαν αριστεροί... σιωνιστές εκδότες τύπωσαν τον Λένιν και τον Τρότσκι, για παράδειγμα, αλλά ο ανταγωνισμός με τους Άραβες παρέμεινε κεντρικός. Κανένας Άραβας δεν μπήκε ποτέ στο κίνημα του κιμπούτς, στα λεγόμενα “σοσιαλιστικά” συλλογικά αγροκτήματα». Αυτό τον οδηγεί σε ολοκληρωτική σύγκρουση με τον σιωνισμό και, ταυτόχρονα, μέσα από τη μελέτη των Λένιν και Τρότσκι, να αμφισβητεί και τις πολιτικές του Στάλιν στη Ρωσία.
Συνειδητοποιεί ότι η μικροσκοπική παλαιστινιακή εργατική τάξη δεν μπορούσε να ανατρέψει τη δύναμη των σιωνιστών εποίκων και των Βρετανών ιμπεριαλιστών - κατακτητών. Θεωρούσε ότι η ελπίδα βρίσκεται στην Αίγυπτο με το πολύ πιο ισχυρό εργατικό κίνημα. Στο πρώτο του άρθρο, σε ηλικία 18 ετών, κάνει μια πρωτοπόρα προσπάθεια εφαρμογής της θεωρίας του Τρότσκι για τη «διαρκή επανάσταση» στην Αίγυπτο. Ο πυρήνας της άποψης, που θα διατυπώσει με σαφήνεια αργότερα, «η αραβική εργατική τάξη είναι η μόνη δύναμη στη Μέση Ανατολή που μπορεί να σταματήσει τον Σιωνισμό και να συντρίψει τον ιμπεριαλισμό. Τα υπάρχοντα κράτη δεν μπορούν να το κάνουν», υπήρχε από τα τέλη της δεκαετίας του ‘30.
Το 1938, μαζί με μερικούς συντρόφους, ξεκίνησε την οικοδόμηση της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Ένωσης. Δεν είχε ποτέ περισσότερα από 20 μέλη αλλά ήταν μαζί Εβραίοι και Άραβες και προσπάθησε να προσφέρει μια σοσιαλιστική διεθνιστική εναλλακτική απέναντι τόσο στον Σιωνισμό όσο και στον αραβικό εθνικισμό. Το 1939, φυλακίστηκε από τις βρετανικές αρχές και μετά την αποφυλάκισή του αποφασίζει να φύγει από την Παλαιστίνη. Αρχικά, είχε στόχο να πάει στην Αίγυπτο αλλά το μικροσκοπικό δίκτυο τροτσκιστών εκεί δεν μπορούσε να του παράσχει την απαραίτητη υποστήριξη για την παράνομη πολιτική δουλειά.
Η ευκαιρία να φύγει από την Παλαιστίνη ήρθε το 1947. Βρέθηκε, μαζί με την σύντροφο του, τη σοσιαλίστρια Chanie Rosenberg, στη Βρετανία, «για να πολεμήσουν τον ιμπεριαλισμό στον πυρήνα του» και εντάχθηκαν στο Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα (RCP), μία μικρή τροτσκιστική οργάνωση.
Ήταν η περίοδος που το κύμα της ριζοσπαστικοποίησης που είχε γεννήσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι αγώνες που ξέσπασαν στη διάρκειά του βρισκόταν στο τέλος τους. Στη Δύση ο καπιταλισμός έκανε τα πρώτα βήματα στην περίοδο που σήμερα αναφέρεται ως «χρυσή τριακονταετία» ενώ μια σειρά χώρες της ανατολικής και κεντρικής Ευρώπης έγιναν «δορυφόροι» της Σοβιετικής Ένωσης και ονομάστηκαν «Λαϊκές Δημοκρατίες» δηλώνοντας ότι «έχτιζαν το σοσιαλισμό».
Ο Κλιφ προσπαθούσε να ερμηνεύσει τον «μεταπολεμικό κόσμο» βασιζόμενος στις προβλέψεις του Τρότσκι πριν τη δολοφονία του. Ο Τρότσκι πίστευε ότι το τέλος του Β’ ΠΠ θα έφερνε μία τεράστια οικονομική κρίση στο δυτικό καπιταλισμό ενώ στη Ρωσία, η σταλινική γραφειοκρατία δεν θα μπορούσε να επιβιώσει. Αποδείχθηκαν λαθεμένες. Όπως έλεγε ο Κλιφ, «ήταν σαν να προσπαθείς να βρεις το δρόμο σου γύρω από το μετρό του Παρισιού με έναν χάρτη του μετρό του Λονδίνου».
Για τον Τρότσκι, η Ρωσία, ακόμα και μετά την κυριαρχία του σταλινισμού, παρέμεινε ένα «εργατικό κράτος», αν και «εκφυλισμένο», επειδή το κράτος εξακολουθούσε να «κατέχει» τα μέσα παραγωγής και η αντεπαναστατική γραφειοκρατία ήταν «παρασιτική» χωρίς δύναμη και βάση στην κοινωνία. Αυτό είχε ως συνέπεια, οι ηγέτες της 4ης Διεθνούς, που ίδρυσε ο Τρότσκι στα τέλη της δεκαετίας του '30, να υποστηρίζουν ότι τα νέα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης ήταν και αυτά «εργατικά», αν και «παραμορφωμένα». Ο Κλιφ αναρωτιόταν πώς θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό κάτι τέτοιο αφού δεν υπήρχαν εργατικές επαναστάσεις στην Ανατολική Ευρώπη. Αν μπορούσες να δημιουργήσεις ένα εργατικό κράτος με τανκς από τη Ρωσία, τότε ποιο ήταν το νόημα της μαρξιστικής παράδοσης ότι «η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας»;
Ο Κλιφ τόνιζε ότι «αν η θεωρία έρχεται σε αντίθεση με την πραγματικότητα, τότε η θεωρία είναι για τα σκουπίδια» αλλά, δεν απέρριψε τη θεωρία του Τρότσκι για να απορρίψει και τον ίδιο τον Τρότσκι. Αντίθετα, μπορούσε να δει πιο πέρα από τον Τρότσκι – ως αποτέλεσμα των μεταπολεμικών εξελίξεων – επειδή στάθηκε στους ώμους ενός γίγαντα, όπως ο Τρότσκι. Τον Ιούνιο του 1948, παρουσιάζει ένα κείμενο με τίτλο: «Η Φύση της Σταλινικής Ρωσίας» καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η Σοβιετική Ένωση και τα καινούρια κράτη της Ανατολικής Ευρώπης ήταν «γραφειοκρατικός κρατικός καπιταλισμός». Ήταν μία μελέτη βασισμένη στην ανάλυση του Μαρξ για τον καπιταλισμό και στην πιο λεπτομερή διαθέσιμη έρευνα για τη Ρωσία.
Σοβιέτ
Ξεκινούσε με μια ανάλυση του τι συνέβη στη Ρωσική Επανάσταση, όταν οι εργάτες πήραν την εξουσία το 1917. Για πρώτη φορά οι απλοί άνθρωποι ήταν στη «θέση του οδηγού», αναλαμβάνοντας τους χώρους δουλειάς και δημιουργώντας Σοβιέτ όπου συλλογικά έπαιρναν τις αποφάσεις για το πώς θα λειτουργούσε η κοινωνία. Οι ηγέτες των μπολσεβίκων ήταν ξεκάθαροι ότι η επανάσταση θα έπρεπε να εξαπλωθεί σε πιο ανεπτυγμένες οικονομικά χώρες για να μπορέσει να επιβιώσει. Αλλά στη δεκαετία του 1920, ο εμφύλιος πόλεμος και οι ξένες εισβολές αλλά και η αποτυχία των εργατικών επαναστάσεων στη Δύση και κύρια στη Γερμανία, οδήγησαν στο τσάκισμα της εργατικής εξουσίας. Τα εργοστάσια, που ήταν η καρδιά της επανάστασης, αποδεκατίστηκαν από τον πόλεμο και την πείνα. Τα Σοβιέτ έγιναν σφραγίδες. Μια αυξανόμενη κομματική και κρατική γραφειοκρατία εμφανίστηκε για να πάρει τη θέση του εργατικού ελέγχου και από αυτό το στρώμα αντλούσε τη δύναμή του ο Στάλιν.
Το 1928 ήταν το σημείο καμπής. Με το δόγμα του «σοσιαλισμού σε μια χώρα», ο Στάλιν ξεκίνησε ένα «Πενταετές Πλάνο», μια ταχεία διαδικασία εκβιομηχάνισης, με «στόχο να φτάσει και να ξεπεράσει τη Δύση», σε απομόνωση από τον υπόλοιπο κόσμο. Αυτό θα μπορούσε να γίνει μόνο με την εξαγωγή τεράστιων πλεονασμάτων από την αγροτιά και με τον εξαναγκασμό των αγροτών να εγκαταλείψουν τη γη και να μπουν στα εργοστάσια. Η γραφειοκρατία του Στάλιν έπαιξε το ρόλο της καπιταλιστικής άρχουσας τάξης. Δεν κατείχε, «νομικά», τα μέσα παραγωγής γιατί αυτά «ανήκαν» στο κράτος. Αλλά, σε ποιον ανήκει το κράτος; Η απάντηση είναι στην άρχουσα τάξη. Έτσι, ήταν το κράτος, αντί για τους ιδιώτες καπιταλιστές, που συσσώρευσε κεφάλαιο και ανταγωνιζόταν για κυριαρχία στις παγκόσμιες αγορές. Όμως, σε αντίθεση με τον δυτικό καπιταλισμό, το έκανε χωρίς εσωτερικό ανταγωνισμό. «Η συσσώρευση πλούτου από τη μια σημαίνει συσσώρευση φτώχειας από την άλλη», έγραψε ο Κλιφ. Ενώ η πλειονότητα των ανθρώπων υπέφερε, ένα στρώμα κρατικών γραφειοκρατών ζούσε σε πολυτελείς συνθήκες. Τα στοιχεία φορολογίας εισοδήματος της Ρωσίας δείχνουν ότι οι άνθρωποι λάμβαναν ετήσιο μισθό από 1.800 έως και 300.000 ρούβλια. Ήταν μια κοινωνία «προνομιούχων και παριών».
Ο Κλιφ υποστήριξε ότι είναι η ίδια διαδικασία που είχε περιγράψει ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο», όπου ο ανταγωνισμός μεταξύ των καπιταλιστών, για την πώληση εμπορευμάτων, οδηγεί στη «συσσώρευση για χάρη της συσσώρευσης» και, ως συνέπεια, ο κρατικός καπιταλισμός θα βρεθεί και αυτός κάτω από το βάρος μιας οικονομικής κρίσης που οι ρίζες της θα ήταν παρόμοιες με εκείνες των κρίσεων του δυτικού καπιταλισμού. Οι καταρρεύσεις των καθεστώτων, το 1989, κάτω από την πίεση της οικονομικής κρίσης αλλά και των εργατικών εξεγέρσεων, ήταν η επιβεβαίωση της θεωρίας του κρατικού καπιταλισμού. Ταυτόχρονα ήταν και μια «ασπίδα προστασίας» για όλους εμάς στη Διεθνιστική Σοσιαλιστική Τάση απέναντι στις τρομακτικές απογοητεύσεις που προκάλεσαν σε όλα τα υπόλοιπα κομμάτια της παγκόσμιας Αριστεράς.
Εργατική Τάξη
Όμως, η «θεωρία του κρατικού καπιταλισμού» ήταν πάντα κάτι περισσότερο από την κατανόηση της φύσης των χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Μας χαρίζει μία αξεπέραστη μαρξιστική μελέτη για τη λειτουργία του καπιταλισμού αλλά και τον προσανατολισμό για την «κεντρικότητα της εργατικής τάξης»: «αν η χειραφέτηση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας της εργατικής τάξης, τότε δεν μπορείς να έχεις σοσιαλισμό χωρίς οι εργάτες να έχουν την εξουσία και να υπαγορεύουν τι συμβαίνει στην κοινωνία».
Το σύνθημα «Ούτε Ουάσιγκτον, ούτε Μόσχα – Διεθνής Σοσιαλισμός» σήμαινε ότι ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν ένας αγώνας μεταξύ αντίπαλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, όχι μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού αλλά στεκόταν και απέναντι στις απόψεις που υποστήριζαν ότι ο σοσιαλισμός θα μπορούσε να εφαρμοστεί «από τα πάνω», μέσω του κοινοβουλίου και της κρατικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής.
Στη δεκαετία του 1960, ο Κλιφ βοήθησε και στην κατανόηση των αντιιμπεριαλιστικών επαναστάσεων στη Κούβα του Τσε, στη Κίνα του Μάο αλλά και της Αλγερίας. Ο ιμπεριαλισμός είχε μεν ηττηθεί από επαναστάσεις, χωρίς βοήθεια από τον «υπαρκτό σοσιαλισμό», αλλά όχι από επαναστάσεις με την εργατική τάξη στο «κέντρο» τους. Αν αυτές οι επαναστάσεις σηματοδοτούσαν ένα «τρίτο δρόμο» προς τον σοσιαλισμό, ακόμα και σε σύγκρουση με την ΕΣΣΔ, τότε, και πάλι, δεν χρειαζόταν μια εργατική τάξη με συνείδηση της δύναμης και των στόχων της. Θα μπορούσε να αντικατασταθεί από άλλες δυνάμεις ως φορείς του κοινωνικού μετασχηματισμού. Μια ελκυστική εναλλακτική για πολλούς αγωνιστές στη Δύση που είτε πίστευαν ότι οι εργάτες είχαν εξαγοραστεί από τον καταναλωτισμό είτε περιφρονούσαν την αφοσίωση των δυτικών ΚΚ στην κοινοβουλευτική πολιτική.
Ήρθε σε σύγκρουση με αυτή την «εναλλακτική» και διατύπωσε τη θεωρία της «διαθλασμένης διαρκούς επανάστασης», που βασίστηκε στη θεωρία της διαρκούς επανάστασης του Τρότσκι αλλά και του κρατικού καπιταλισμού. Σε συνθήκες αντιιμπεριαλιστικής εξέγερσης, αν η εργατική τάξη αποδεικνυόταν πολύ αδύναμη για να παίξει τον κεντρικό ρόλο, που της είχε «αναθέσει» ο Τρότσκι, στη θεωρία της διαρκούς επανάστασης, ένα τμήμα της διανόησης, ριζοσπαστικοποιημένο από την αντίθεση στον ιμπεριαλισμό, θα μπορούσε να γίνει μια πολιτική και στρατιωτική δύναμη ικανή να φέρει σε πέρας μια επανάσταση. Αλλά, π.χ., και στη Κίνα και στη Κούβα, η κατάληψη της κρατικής εξουσίας έθετε ως στόχο την εθνική αυτάρκεια, μέσω του κρατικού καπιταλισμού, και όχι την εξουσία της εργατικής τάξης. Η «διαθλασμένη διαρκής επανάσταση» εξηγεί πως επαναστάσεις όπως της Κίνας, της Κούβας ή της Αλγερίας κατέληξαν σε καθεστώτα κρατικού καπιταλισμού.
«Το επαναστατικό Κόμμα πρέπει να χτιστεί»
Το 1950, όταν αυτός και όσοι συμφωνούσαν μαζί του, εκδιώχθηκαν από την Τέταρτη Διεθνή, σχημάτισαν μια νέα οργάνωση, τη Σοσιαλιστική Ομάδα Αναθεώρησης. Είχε μόλις 33 άτομα και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 επιβίωσαν σε μια δύσκολη περίοδο για τους επαναστάτες. Ήταν η περίοδος άνθισης του καπιταλισμού, ύφεσης των αγώνων και απόλυτης κυριαρχίας των σταλινικών και της σοσιαλδημοκρατίας μέσα στη παγκόσμια Αριστερά. Έμοιαζε ματαιοπονία αλλά δεν ήταν. Ο στόχος του Κλιφ ήταν αυτή η μικροσκοπική μαρξιστική ομάδα να σφυρηλατηθεί θεωρητικά και πολιτικά, «μέσα σε ένα μεταβαλλόμενο κόσμο», για να μπορέσει να αναπτυχθεί όταν θα αναπτυχθούν νέα κινήματα και να παίξει αποφασιστικό ρόλο.
Αυτό αρχίζει να γίνεται στη δεκαετία του 1960 όταν μία νέα γενιά, που δεν γνώριζε τις ήττες και τις ψευδαισθήσεις των δεκαετιών του 1930 και του 1940, βγαίνει στο προσκήνιο. Η παγκόσμια έκρηξη του 1968 ήταν ένα σημείο καμπής. Εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες και νεολαίοι άρχισαν να αμφισβητούν το σύστημα. Για περισσότερα από 20 χρόνια οι επαναστάτες ήταν απομονωμένοι αλλά τώρα υπήρχε η ευκαιρία να μεγαλώσουν. Οι Διεθνείς Σοσιαλιστές, όπως ονομαζόταν τώρα η Σοσιαλιστική Ομάδα Αναθεώρησης, μετατράπηκαν σε μία πραγματική επαναστατική οργάνωση. Μεγάλωναν γρήγορα στα χρόνια των φοιτητικών εξεγέρσεων αλλά, κυρίως, των εργατικών κινητοποιήσεων που οδήγησαν στη μεγάλη απεργία των ανθρακωρύχων που το 1974 ανέτρεψε τη δεξιά κυβέρνηση στη Βρετανία.
Μπολσεβίκικη παράδοση
Ο Κλιφ έριξε όλη του την ενέργειά του στη σφυρηλάτηση ριζοσπαστικοποιημένων φοιτητών και εργατών στη βάση ενός μαζικού επαναστατικού κόμματος που θα μπορούσε να βοηθήσει στη διαμόρφωση των τωρινών αλλά και των μελλοντικών μαχών. Η πιο σημαντική συνεισφορά του Κλιφ σε αυτό ήταν η τρίτομη πολιτική βιογραφία του για τον Λένιν, που δημοσιεύτηκε μεταξύ 1975 και 1979, και έφερε στο προσκήνιο τη μπολσεβίκικη παράδοση της οικοδόμησης επαναστατικών κομμάτων. Αποτελεί μια εργαλειοθήκη επαναστατικής στρατηγικής και τακτικής για το χτίσιμο του επαναστατικού κόμματος.
Για τον Κλιφ, ο τρόπος με τον οποίο ο Λένιν είχε χτίσει το Μπολσεβίκικο Κόμμα «πατούσε» στην άποψη ότι μόνο η εργατική τάξη μπορεί να φέρει τον σοσιαλισμό και μόνο μέσα από τη δική της συνειδητή δράση αλλά αυτή δεν θα προκύψει αυθόρμητα μέσω αυτής της δράσης. Αυτός ο αγώνας απαιτούσε ηγεσία, απαιτούσε ένα επαναστατικό Κόμμα. Κόντρα στις σταλινικές και σοσιαλδημοκρατικές διαστρεβλώσεις, αναδεικνύει ότι το επαναστατικό κόμμα δεν ήταν μια υπόθεση από πάνω προς τα κάτω, στην οποία οι ηγέτες φέρνουν τον σοσιαλισμό για λογαριασμό των εργατών αλλά μιας οργάνωσης που θα μπορούσε να συγκεντρώσει τους καλύτερους αγωνιστές εργάτες, να συγκεντρώσει την εμπειρία τους και να μάθει από το παρελθόν. Με αυτόν τον τρόπο, το κόμμα θα μπορούσε να είναι η μνήμη της τάξης, να κερδίσει τον σεβασμό μέσα στο εργατικό κίνημα και να ενισχύσει την ικανότητα των εργαζομένων να κερδίζουν. Αλλά, το κρίσιμο είναι ότι το Κόμμα πρέπει να χτιστεί πριν από την κάθε επαναστατική στιγμή. Πάντα τόνιζε ότι «αν οι Μπολσεβίκοι δεν είχαν φτιάξει την οργάνωσή τους εκ των προτέρων, δεν θα μπορούσαν να παίξουν ρόλο στις επαναστατικές ορμητικές ταχύτητες του 1917».
Είχε πάντα την ικανότητα να «βλέπει» γρήγορα τα σημάδια της επερχόμενης ανόδου του κινήματος. Μέσα στη «μαυρίλα», για όλη την αριστερά, της δεκαετίας του ‘90, με το «τέλος της ιστορίας» και την «πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού» και πριν ακόμα από το Σιατλ το 1999, διαπίστωνε το φούντωμα μιας νέας πολιτικής αγανάκτησης σε όλο τον κόσμο, που στη Γαλλία, ιδιαίτερα, συνοδευόταν από μια αναβίωση των εργατικών αγώνων. Μας προετοίμαζε για ένα καινούργιο ακροατήριο για τις σοσιαλιστικές ιδέες και ο ίδιος ρίχτηκε στη δουλειά για να το συναντήσει.
Μόλις τρεις βδομάδες πριν το θάνατό του, όπως θυμάται ο Χάρμαν, «έσπειρε τον ενθουσιασμό σε ένα “σχολείο νέων μελών” του SWP μιλώντας για τα καθήκοντα των επαναστατών τον 21ο αιώνα. Η πλειοψηφία του ακροατήριου δεν είχε ούτε το ένα τέταρτο από τα χρόνια του». Αν και δεν πρόλαβε να ζήσει τον 21ο αιώνα, η Γένοβα το 2001, η 15 Φλεβάρη του 2003, η «αραβική άνοιξη» και τόσα άλλα, τον δικαίωσαν. Όχι γιατί είχε μεταφυσικές ικανότητες αλλά, όπως συνήθιζε να λέει: «αν κάθεσαι στους ώμους του Μαρξ, βλέπεις μακριά, αλλά αν κάθεσαι στους ώμους του Μαρξ και κλείσεις τα μάτια σου, δεν βλέπεις τίποτα». Και ο Κλιφ είχε πάντα τα μάτια του ανοικτά.
Στο τελευταίο βιβλίο του, μια πολιτική αυτοβιογραφία με τίτλο «Ένας κόσμος να κερδίσουμε», ο Κλιφ τελειώνει, όπως θέλει να τον θυμόμαστε: «Ο Κάτων ο Πρεσβύτερος, ένα μέλος της Ρωμαϊκής Συγκλήτου, συνήθιζε να κλείνει όλες τις ομιλίες του με τις λέξεις: “Cartago delenda est” –Η Καρχηδόνα πρέπει να καταστραφεί. Και τελικά η Ρώμη πραγματικά κατέστρεψε την Καρχηδόνα. Εμείς πρέπει να κλείνουμε με τις λέξεις: “Το επαναστατικό κόμμα πρέπει να χτιστεί”».
Στο φεστιβάλ ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ 2025, θα έχουμε την δυνατότητα να συζητήσουμε, πολύ πιο αναλυτικά, την συνεισφορά του Τόνι Κλιφ. Το «Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο» θα είναι εκεί, με όλα τα βιβλία του, που έχει εκδώσει.