Η είδηση ότι τελικά δεν πραγματοποιήθηκε η «πολυαναμενόμενη» συνάντηση του Μητσοτάκη με τον Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, στα πλαίσια της Γ.Σ του ΟΗΕ, πυροδότησε ξανά τη δημόσια συζήτηση για τις ελληνο-τουρκικές σχέσεις και την πορεία τους.
Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ, η ευθύνη για την αναβολή πέφτει στην τουρκική πλευρά. Ο Τραμπ δίνει «αέρα» στον Ερντογάν, είναι η εξήγηση που δίνεται, και έτσι ο δεύτερος μπορεί να αδειάζει τον Μητσοτάκη. Έτσι σύμφωνα με την Καθημερινή:
«Ενδεικτικό της προσχηματικής λογικής που χαρακτήριζε την τουρκική στάση είναι, πάντως, ότι τελικά η περίφημη διάσκεψη του κ. Τραμπ με ηγέτες του αραβικού συνδέσμου και τον κ. Ερντογάν άρχισε σχεδόν μιάμιση ώρα μετά την προγραμματισμένη έναρξή της (στις 23.00 ώρα Ελλάδος αντί 21.30, ενώ το ακυρωμένο τετ α τετ με τον κ. Μητσοτάκη είχε σχεδιαστεί για τις 21.00)».
Και το σύντομο άρθρο της Καθημερινής καταλήγει στο εξής συμπέρασμα που προφανώς είναι και η «γραμμή» της κυβέρνησης:
«Το χθεσινό ναυάγιο, πέρα από τη συμβολική σημασία που έχει, αποτελεί επί της ουσίας μία ακόμη αποτυχία στην προσπάθεια της Αθήνας να δεσμεύσει την Άγκυρα σε κάποια συζήτηση για την ανάγκη επιμήκυνσης των “ήρεμων νερών”. Η επί της ουσίας ανησυχία της Αθήνας σε αυτό το πεδίο αφορά, βεβαίως, το αν η Άγκυρα θεωρεί ότι η ανάγκη διατήρησης των “ήρεμων νερών” έχει πλέον εκπνεύσει και μπορεί να επιστρέψει σε πρακτικές που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ένταση».
Το αφήγημα της κυβέρνησης της ΝΔ είναι το εξής. Είμαστε στη σωστή πλευρά της ιστορίας, με τον Τραμπ και το Ισραήλ μέχρι τέλους. Αυτό «μας» εξασφαλίζει τη δυνατότητα να παίζουμε αναβαθμισμένο ρόλο στην Αν. Μεσόγειο. Κι επειδή είμαστε «υπεύθυνη δύναμη», «παράγοντας σταθερότητας» και άλλα τέτοια ωραία, μπορούμε να βάζουμε στη θέση του τον «Σουλτάνο» και να εξασφαλίζουμε «ήρεμα νερά» και το άνοιγμα της προοπτικής για διπλωματική διευθέτηση των διαφορών υπέρ των «εθνικών συμφερόντων». Όποιοι αμφισβητούν αυτές τις στρατηγικές συμμαχίες και ζητάνε για παράδειγμα διακοπή σχέσεων με το γενοκτονικό κράτος του Ισραήλ είναι ανθέλληνες και πράκτορες του Ερντογάν.
Πράγματι αυτό το αφήγημα δέχεται πλήγματα. Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός αναζητάει εναγωνίως μια «λύση» στη Μ. Ανατολή που θα διασφαλίζει το μαντρόσκυλό του, το Ισραήλ και τη συναίνεση των αραβικών καθεστώτων. Και είναι προφανές ότι ο τουρκικός καπιταλισμός δεν μπορεί παρά είναι συμμέτοχος σε αυτό το παζάρι. Η λογική «είμαστε με το Ισραήλ που είναι εχθρός της Τουρκίας» μπορεί να βολεύει τις χυδαίες επιθέσεις του κάθε Γεωργιάδη αλλά δεν στέκει στην πραγματικότητα.
Ωστόσο, οι διαμαρτυρίες για την «αναβάθμιση της Τουρκίας» είναι, ταυτόχρονα, υποκριτικές. Γιατί η κυβέρνηση της ΝΔ υπηρετεί τα συμφέροντα και τις φιλοδοξίες της ελληνικής άρχουσας τάξης που θέλει να γίνει το μεγάλο «κεφαλοχώρι» στην περιοχή, με άλλα λόγια να «αναβαθμιστεί». Όπως επεσήμαινε ο Γ. Ράγκος το φετινό καλοκαίρι στο περιοδικό Σοσιαλισμός από τα Κάτω νο171:
Στήριξη
«Η ενθουσιώδης ολόπλευρη και πολυεπίπεδη ένταξη της Ελλάδας στο πλευρό του Ισραήλ που μακελεύει τους Παλαιστίνιους και τη Μέση Ανατολή, η μετατροπή του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης σε “πύλη” του ΝΑΤΟ προς τη Μαύρη Θάλασσα και την Ουκρανία (παρακάμπτοντας τα Στενά του Βοσπόρου), η αύξηση και η αναβάθμιση των αμερικάνικων και Νατοϊκών βάσεων και κυρίως της Σούδας (που πήρε τις “επιχειρησιακές αρμοδιότητες” της βάσης του Ιντσιρλίκ στη Τουρκία), τα θηριώδη εξοπλιστικά προγράμματα (F35, ελικόπτερα Romeo, πυραυλικά συστήματα Spike, φρεγάτες Μπελαρά και τόσα άλλα), που μόνο “αμυντικά” δεν είναι, οι συμφωνίες με αμερικάνικες και ευρωπαϊκές πολυεθνικές πετρελαίου (Chevron, Total, Eni, Exxon) για εξορύξεις στις (αυθαίρετες) ελληνικές ΑΟΖ στη Μεσόγειο και στο Αιγαίο, οι πρόσφατες συμφωνίες με την Ινδία του Μόντι, έχουν, πράγματι, “αναβαθμίσει’την ελληνική πλευρά.
Όμως, ο ανταγωνισμός έχει δύο παίκτες. Η Τουρκία είναι επίσης αναβαθμισμένη, με ανεβασμένη οικονομία και αυξημένο στρατό, με στρατηγική γεωγραφική θέση και με τις δικές της συμμαχίες».
Και σε αυτόν την κούρσα της αναβάθμισης πρέπει να εντάξουμε και την Κύπρο, που έχει μετατραπεί σε μια τεράστια βάση του Ισραήλ. Το αντάλλαγμα; Η Κύπρος έχει προμηθευτεί ένα υπερσύχρονο ισραηλινό αντιαεροπορικό σύστημα. Κι όπως έγραφε η Εφημερίδα των Συντακτών:
«Το σύστημα αεράμυνας Barak MX είναι ικανό να αναχαιτίζει πυραύλους, drones και αεροπλάνα από βεληνεκές 150 χιλιομέτρων. Η είδηση για την προμήθειά του διέρρευσε από την κυπριακή κυβέρνηση για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 2024 σε τοπικά ΜΜΕ: “Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι θα κάνουμε και κάνουμε ό,τι είναι αναγκαίο όχι μόνο λόγω του γεγονότος ότι είμαστε χώρα υπό κατοχή, αλλά και ως κράτος-μέλος της Ε.Ε. σε μια περιοχή ιδιαίτερης γεωστρατηγικής σημασίας” είπε τότε ο πρόεδρος Ν. Χριστοδουλίδης.
Σε μαγνητοσκοπημένο τηλεοπτικό πρόγραμμα της κρατικής τηλεόρασης ΡΙΚ (10/9) ο ΥΠΑΜ Βασίλης Πάλμας μίλησε για την ανάγκη αποτρεπτικής ισχύος και συνέδεσε την προμήθεια του Barak MX “με τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή”».
Τα ΜΜΕ και συνολικά η εθνικιστική προπαγάνδα παρουσιάζουν μια ψεύτικη εικόνα για έναν «προαιώνιο εχθρό» που επιβουλεύεται την «Ελλαδίτσα μας» από την εποχή του Κιουταχή και του Δράμαλη κι ακόμα πιο πίσω. Στην πραγματικότητα, ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός γεννήθηκε τη δεκαετία του ’50 κι είχε να κάνει με την προσπάθεια των δυο αρχουσών τάξεων να αποκτήσουν τον ρόλο του «χωροφύλακα» στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Η σύγκρουση για τον έλεγχο της Κύπρου, για τον έλεγχο των αεροναυτικών «περασμάτων» στο Αιγαίο (υφαλοκρηπίδα, χωρικά ύδατα) αυτή την αιτία είχε και οι αναφορές στο «Διεθνές Δίκαιο» ήταν πάντοτε α λα καρτ.
Και, όπως εξηγεί το άρθρο στο Σοσιαλισμός από τα Κάτω:
Ανταγωνισμός
«Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ο ανταγωνισμός μεταφέρθηκε, πιο σκληρός και επικίνδυνος, και για τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου. Δύο ήταν οι κύριοι παράγοντες. Η γεωστρατηγική σημασία της περιοχής, και τα δυνητικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων στο βυθό της. Ο έλεγχος των φυσικών πόρων και της γεωστρατηγικής σημασίας της Ανατολικής Μεσογείου σε συνεργασία με το Ισραήλ και την Αίγυπτο είναι μια νέα “Μεγάλη Ιδέα” που αναπτύχθηκε μέσα στον 21ο αιώνα. Οι “παραδοσιακές” αντιθέσεις σχετικά µε το εύρος των χωρικών υδάτων και την υφαλοκρηπίδα, οδηγήθηκαν στο απόγειο µέσω των διεκδικήσεων για όλο και μεγαλύτερες Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ) και τη υπεροχή στην Ανατολική Μεσόγειο».
Τα “ήρεμα νερά” βασίζονταν στην εκτίμηση ότι παρά τις όποιες διαφορές και αντιτιθέμενα συμφέροντα η Μέση Ανατολή -και κατ’ επέκταση η Αν. Μεσόγειος- σταθεροποιείται, η πίτα μοιράζεται υπό την υψηλή εποπτεία των ΗΠΑ και άρα ο «κάθε κατεργάρης στον πάγκο του». Ώσπου ήρθε η παρέμβαση του παράγοντα που όλοι τους θεωρούσανε «τελειωμένο», της Παλαιστινιακής Αντίσταση με την επιχείρηση Πλημμύρα του Αλ Ακτσά τον Οκτώβρη του 2023, που ανέτρεψε σχέδια των από πάνω. Η αδυναμία του κράτους τρομοκράτη να συντρίψει την Αντίσταση παρόλη τη στήριξη των ΗΠΑ, διαταράσσει τους συσχετισμούς και προκαλεί ένα ντόμινο εξελίξεων.
Αριστερά
Τι πρέπει να πει η Αριστερά σε αυτές τις συνθήκες; Δυστυχώς, η κοινή συνισταμένη των αντιδράσεων και των σχολιασμών την περασμένη βδομάδα ήταν ότι η κυβέρνηση της ΝΔ εισπράττει το αντίτιμο της «ενδοτικής στάσης» της απέναντι στην Τουρκία.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ δήλωσε ότι η «χώρα μας χάνει ευκαιρίες», «ο κ. Μητσοτάκης καλλιεργούσε την αίσθηση των ήρεμων νερών». Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι: «η Ελλάδα, με πρωθυπουργό τον κ. Μητσοτάκη, υποχωρεί διεθνώς ως διπλωματικό και πολιτικό μέγεθος». Η ΝΕ.ΑΡ σχολίασε ότι: «Η χώρα μας δεν έχει την πολυτέλεια να υποβαθμίζεται διεθνώς». Το ΚΚΕ δήλωσε ότι: «για μια ακόμη φορά εκτίθενται όσοι καλλιεργούν τον εφησυχασμό των “ήρεμων νερών”»
Αντιπολίτευση σε αυτή τη γραμμή δεν χτυπάει στο παραμικρό την κυβέρνηση της ΝΔ. Της δίνει τη δυνατότητα, αντίθετα, να παρουσιάζεται ως υπεύθυνη δύναμη στην περιοχή που “θωρακίζει τη χώρα” και δυναμώνει τη στρατιωτική της ισχύ (και ταυτόχρονα αφήνει το γήπεδο ανοιχτό για τους Σαμαράδες και την ακροδεξιά να πλειοδοτούν σε πολεμοκαπηλεία και εθνικισμό). Για παράδειγμα, άρθρο στη Ναυτεμπορική δίνει την ανεπίσημη κυβερνητική απάντηση στις κατηγορίες περί “ενδοτισμού” προβάλλοντας τους γιγάντιους εξοπλισμούς:
«Πληροφορίες από την ελληνική πλευρά αναφέρουν ότι το 2019 η Τουρκία είχε παραγγείλει 100 F-35. Εμείς δεν είχαμε ούτε ένα αναβαθμισμένο F-16, δεν ήμασταν στο πρόγραμμα των F-35, ούτε είχαμε αγοράσει τα Rafale. Σήμερα έχουμε 42 αναβαθμισμένα F-16 σε έκδοση VIPER (από τα 82 που θα έχουμε με την ολοκλήρωση του προγράμματος εντός της επόμενης διετίας), 24 Rafale και είμαστε στο πρόγραμμα των F-35».
Η απάντησή του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς πρέπει να είναι διεθνιστική. Κλιμακώνουμε απεργιακά την αλληλεγγύη μας στην Παλαιστίνη χωρίς να ‘τσιμπάμε» στην κυβερνητική προπαγάνδα. Παλεύουμε για την ανατροπή της κυβέρνησης που στο όνομα των «εθνικών δικαίων» σπαταλάει δισεκατομμύρια για εξοπλισμούς, απαιτούμε λεφτά για σχολεία, νοσοκομεία, κοινωνικές υπηρεσίες αυξήσεις και όχι βόμβες. Την ειρήνη στο Αιγαίο θα την εξασφαλίσουν οι κοινοί αγώνες της εργατικής τάξης σε Ελλάδα Κύπρο και Τουρκία ενάντια στις άρχουσες τάξεις και τους ιμπεριαλιστές.