Οικονομία και Πολιτική
Ο Τσίπρας στις αγορές…

Τα έδωσε όλα και δεν πήρε τα ανταλλάγματα που προσδοκούσε στο Γιούρογκρουπ της 15 Ιούνη η κυβέρνηση. Αποδέχτηκε πρωτογενή πλεονάσματα 3.5% του ΑΕΠ για μια ολόκληρη πενταετία. Και 2% του ΑΕΠ μετά το 2022 -στο διηνεκές (μέχρι το 2060). Το χρέος, με άλλα λόγια, θα πληρωθεί στο ακέραιο, με αιματηρές θυσίες όχι μόνο της σημερινής γενιάς αλλά και της επόμενης και της μεθεπόμενης. Ο προϋπολογισμός τίθεται υπό την εποπτεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου παρόλο που παραμένει στο πρόγραμμα με το "ένα μόνο πόδι".

Οι μόνες επιτυχίες που έχει να επιδείξει η κυβέρνηση είναι η δόση των 8.5 δις που ξεπερνάει κατά 1.1 περίπου δις, τα ποσά που πρέπει να πληρώσει άμεσα η Ελλάδα στους δανειστές μέσα στο Ιούλιο. Και μια βελτιωμένη (που λέει ο λόγος) διατύπωση στις υποσχέσεις για την επιμήκυνση της "μέσης σταθμισμένης ωρίμανσης" του χρέους από "0 έως 15 χρόνια". Η κυβέρνηση ήθελε να διώξει αυτό το "0". Αλλά οι δανειστές ήταν ανένδοτοι. Ούτε η φράση "εφόσον αυτό (η επιμήκυνση δηλαδή) χρειαστεί" έφυγε. Απλά αντικαταστάθηκε από την φράση "στο βαθμό που θα χρειαστεί..."

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν έβαλε την υπογραφή του για την "βιωσιμότητα" του ελληνικού χρέους. Η υπογραφή του ΔΝΤ, όμως, είναι ένα από τα βασικά προαπαιτούμενα για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα "ποσοτικής χαλάρωσης" της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. 

Χωρίς την ένταξη στο πρόγραμμα "ποσοτικής χαλάρωσης" η πολυπόθητη και πολυδιαφημισμένη έξοδος στις αγορές θα είναι και πολύ πιο δύσκολη και πολύ πιο ακριβή. Αυτή τη στιγμή στη δευτερογενή αγορά, μετά την "επιτυχία" του Γιούρογκρουπ της 15 Ιούνη, τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων κυμαίνονται γύρω στο 5.5% -ένα απαγορευτικό νούμερο για "έξοδο στις αγορές".

Στην πραγματικότητα, το μοναδικό πράγμα που ζητούσε η κυβέρνηση (και είχε αναγκάσει τον Τσίπρα και τον Τσακαλώτο να αρνηθούν να υπογράψουν τη συμφωνία με τους δανειστές στις 22 Μάη) ήταν η ποσοτική χαλάρωση. Η κυβέρνηση είχε πιστέψει ότι θα μπορούσε, κάτω από τη δαμόκλειο σπάθη της πληρωμής των 7.4 δις του Ιούλη, να αξιοποιήσει τις "αγεφύρωτες" διαφορές ανάμεσα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τη Γερμανία για να πιέσει, είτε την Κριστίν Λαγκάρντ να βάλει την υπογραφή της για τη "βιωσιμότητα του χρέους" είτε τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να αποδεχτεί κάποια πραγματική ελάφρυνση του χρέους. Η στρατηγική αυτή όμως ναυάγησε στο Γιούρογκρουπ της 22ης Μάη όταν η Γερμανία και το ΔΝΤ συμφώνησαν να αποσυνδέσουν το ζήτημα της εκταμίευσης της δόσης από το ζήτημα του χρέους. Η κυβέρνηση αρνήθηκε να υπογράψει στο Γιούρογκρουπ της 22ης Μάη. Αλλά τα υπέγραψε όλα στις 15 Ιούνη.

Κόστος

Τι πρόκειται να γίνει από εδώ και πέρα; Η κυβέρνηση θα επιδιώξει να "βγει στις αγορές" είτε στο τέλος της φετινής χρονιάς, είτε στις αρχές της επόμενης -όποιο και εάν είναι το κόστος. Ο λόγος είναι απλός: δεν έχει πλέον άλλη λύση. Το 2018 μεν οι τόκοι και τα χρεολύσια που έχει να ξεπληρώσει η Ελλάδα είναι μικρά. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και το 2019 -μέσα στο οποίο θα πρέπει να επιστρέψει στους δανειστές σχεδόν 17 δισεκατομμύρια. Η κυβέρνηση ελπίζει ότι η "καλή της διαγωγή" μέσα στα δυο περίπου χρόνια που μας χωρίζουν από αυτή την ημερομηνία θα έχει πείσει τις αγορές για την φερεγγυότητά μας και θα έχει συμπιέσει τα επιτόκια σε βιώσιμα επίπεδα. 

Πρόκειται για σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Πρώτον οι αγορές γνωρίζουν ότι το ελληνικό χρέος είναι κοντά στο 200% του ΑΕΠ. Με έναν απλό υπολογισμό, για να μπορεί να σταθεροποιηθεί (όχι να μειωθεί) αυτό το θηριώδες χρέος -δηλαδή να πληρώνονται οι τόκοι- με πλεονάσματα 2% θα πρέπει τα επιτόκια να μην ξεπερνούν το 1%. Αλλά το 1% είναι απλά όνειρο "θερινής νυκτός". Η Γαλλία, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης πληρώνει σήμερα επιτόκια 0,88%. Η Ιταλία, η τρίτη μεγαλύτερη 2.26%. Η Ισπανία 1.61%. Με άλλα λόγια για να πετύχει αυτό το σενάριο θα χρειαστεί και να "ξεπεράσει" η Ελλάδα (σε ανταγωνιστικότητα, αξιοπιστία κλπ) την Ιταλία, να παραμείνουν τα επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε μηδενικά επίπεδα μέχρι το 2060 και να μην υπάρξουν νέες "αναταράξεις" στην παγκόσμια οικονομία για πολλά - πολλά χρόνια (για να μην πούμε δεκαετίες).

Όχι απλά σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Παραμύθια της Χαλιμάς θα ήταν ο πιο σωστός χαρακτηρισμός.