Διεθνή
Τζο Μπάιντεν, άνθρωπος των “αέναων πολέμων”

Η απόφαση τoυ Ντόναλντ Τραμπ να μειώσει τα στρατεύματα των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ καταγγέλθηκε από το κυρίαρχο κατεστημένο της «εθνικής ασφάλειας», είτε Ρεπουμπλικανικό, είτε Δημοκρατικό. Το ίδιο ισχύει και για την από εδώ πλευρά του Ατλαντικού. Πρόσφατα στο BBC, ένας βρετανός πομπώδης στρατηγός εν αποστρατεία δεν έκρυψε την ενόχλησή του όταν αναγκάστηκε να παραδεχθεί, έστω και στρογγυλεμένα, ότι ο Βρετανικός Στρατός ηττήθηκε τόσο στο Ιράκ όσο και στο Αφγανιστάν.

Ο έξυπνος φιλελεύθερος αρθρογράφος Έντουαρντ Λους ήταν πιο ειλικρινής όταν έγραψε στους Financial Times: «Ό,τι και να ειπωθεί για την εξωτερική πολιτική του Τραμπ, ωστόσο δεν ξεκίνησε νέους πολέμους (αν και υπάρχουν ακόμη 60 μέρες μέχρι να αποχωρήσει)». 

Ο  αρθρογράφος έχει δίκιο να κρατάει μια πισινή. Ο Τραμπ δεν αποκλείεται να προσπαθήσει να καλύψει την άρνησή του να αποδεχτεί την ήττα του στις εκλογές ξεκινώντας έναν πόλεμο με το Ιράν. Παρ 'όλα αυτά, ο Τραμπ έκανε πολιτική καμπάνια ενάντια σε αυτό που αποκαλούσε “αέναους πολέμους χωρίς αντίκρυσμα”, σαν αυτούς που διεξήγαγαν στη Μέση Ανατολή οι προκάτοχοί του, τόσο οι Ρεπουμπλικάνοι -όπως ο πατέρας και ο γιος Μπους, όσο και οι Δημοκρατικοί -όπως ο Μπιλ Κλίντον και ο Ομπάμα.

Ο διάδοχός του, ο Τζο Μπάιντεν, είναι ένας άνθρωπος των «αέναων πολέμων». Ψήφισε υπέρ της εισβολής στο Ιράκ και στη συνέχεια επινόησε ένα σχέδιο για τη διχοτόμηση της χώρας για να καταστρέψει την αντίσταση στην αμερικάνικη κατοχή. Είναι υποστηρικτής  της πολιτικής που προτάσσει την χρήση της στρατιωτικής δύναμης των ΗΠΑ για την προώθηση της «δημοκρατίας» -στην πραγματικότητα, του νεοφιλελευθερισμού- σε όλο τον κόσμο. 

Γύρω του, στο υπουργικό του συμβούλιο συγκεντρώνεται εκείνο το είδος γερακιών που επιδίωξαν να διαμορφώσουν την εξωτερική πολιτική του Ομπάμα. Τέτοια περίπτωση είναι η Samantha Power, πρεσβευτής των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη 2013-17, συνεπής υποστηρικτής των «ανθρωπιστικών» στρατιωτικών επεμβάσεων. Ήταν αρχιτέκτονας της καταστροφικής επέμβασης του ΝΑΤΟ στη Λιβύη το 2011 και προσπάθησε να πείσει τον Ομπάμα να κάνει το ίδιο κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη Συρία. Το ίδιο έκανε και ο Antony Blinken, πρώην βοηθός του Μπάιντεν που αναμένεται να γίνει υπουργός Εξωτερικών.  Ένας πρώην αξιωματούχος του Ομπάμα δήλωσε ότι ο Μπλίνκεν αναμένεται να είναι «εμφανώς πιο σκληρός απέναντι στη Ρωσία και πιο δεκτικός στην ιδέα ενός ιδεολογικού ανταγωνισμού με την Κίνα, ανεβάζοντας τους τόνους για τα “ζητήματα δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων” στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.

Όλα αυτά βέβαια αγνοούν την πραγματικότητα ότι η εξωτερική πολιτική Τραμπ προέκυψε ακριβώς από τις αποτυχίες του νεοφιλελεύθερου ιμπεριαλισμού τις προηγούμενες δεκαετίες. Κραυγαλέο παράδειγμα αποτελεί ο Zbigniew Brzezinski, ο οποίος ήταν σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του προέδρου Τζίμι Κάρτερ την περίοδο 1977-81. 

Ο Μπρεζίνσκι είχε πάρει μια σειρά από πρωτοβουλίες με στόχο την αποδυνάμωση της ΕΣΣΔ. Η πιο σημαντική αφορούσε την σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν τον Δεκέμβριο του 1979. Επινόησε την πολιτική του εξοπλισμού και της χρηματοδότησης ισλαμικού αντάρτικου προκειμένου η Μόσχα να πάθει το δικό της Βιετνάμ. Αλλά τελικά αυτή η επιλογή έσκασε στα μούτρα του. Η ΕΣΣΔ έχασε, αλλά από την ήττα της προέκυψαν η Αλ Κάιντα, οι Ταλιμπάν και, τελικά, το ISIS.

Σε μια συνέντευξη του 1998, ο Μπρεζίνσκι καυχιόταν για το ότι «παρέσυρε τους Ρώσους στην παγίδα του Αφγανιστάν». Ερωτηθείς εάν μετάνιωσε γιατί έτσι βοήθησε στην προώθηση του ριζοσπαστικού ισλαμισμού, αντέδρασε: «Τι είναι πιο σημαντικό στην παγκόσμια ιστορία; Οι Ταλιμπάν ή η κατάρρευση της σοβιετικής αυτοκρατορίας; Μερικοί  μουσουλμάνοι αγκιτάτορες ή η απελευθέρωση της Κεντρικής Ευρώπης και το τέλος του ψυχρού πολέμου; »

Οι ιστορικοί σήμερα αμφιβάλλουν αν ο Μπρεζίνσκι όντως σχεδίασε αυτό το «πονηρό σχέδιο». Αλλά αυτό που έχει σημασία σήμερα είναι η νοοτροπία που αποκαλύπτει η συνέντευξη: Η τεράστια δυστυχία με την οποία βρέθηκε αντιμέτωπος ο λαός του Αφγανιστάν για περισσότερα από 40 χρόνια είναι λιγότερο σημαντική για «στρατηγικούς στοχαστές» όπως ο Μπρεζίνσκι που προωθούν τα τόσο σημαντικά για την «παγκόσμια ιστορία» συμφέροντα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.

Ο Μπάιντεν σχεδιάζει να συγκαλέσει μια «σύνοδο κορυφής των δημοκρατιών» το επόμενο έτος. Στόχος του η επιστράτευση όλων των παραδοσιακών δυτικών συμμάχων της Ουάσιγκτον, με κάποιες κακόφημες προσθήκες, όπως η Ινδία του Nahendra Modi, για να πιέσει την Κίνα και τη Ρωσία. Αυτοί οι δύο αντίπαλοι, που αναμφίβολα έχουν εκμεταλλευτεί τις αποτυχίες του Ομπάμα και του Τραμπ, θα χαρακτηριστούν ως «αυταρχικές» απειλές για τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι κάτι πιο κοντά σε έναν πραγματικό νέο Ψυχρό Πόλεμο. Ο Brzezinski θα αισθανόταν σχεδόν σαν στο σπίτι του.