Διεθνή
To Ever Given ξεκόλλησε, το σύστημα όχι

Τη Δευτέρα το μεσημέρι το Ever Given, το φορτηγό πλοίο που είχε φράξει από την περασμένη Τρίτη τη Διώρυγα του Σουέζ αποκολλήθηκε τελικά από τις αμμώδεις όχθες και ξεκίνησε ξανά το ταξίδι του προς το λιμάνι του Ρότερνταμ.

Το Ever Given είναι ένα από τα μεγαλύτερα πλοία στον κόσμο. Οι διαστάσεις του είναι κυριολεκτικά γιγαντιαίες: μήκος 400 μέτρα, βάρος 220 χιλιάδες τόνοι. Για να έχει κανείς ένα μέτρο σύγκρισης, ένα λεωφορείο έχει μήκος περίπου 12 μέτρα και βάρος γύρω στους 15 τόνους. Οι εκσκαφείς που προσπαθούσαν να καθαρίσουν τις όχθες για να το αποκολλήσουν έμοιαζαν κυριολεκτικά με μυρμήγκια δίπλα του.

Εξίσου γιγαντιαίων διαστάσεων είναι και η ζημιά που προκάλεσε στην παγκόσμια οικονομία το μπλοκάρισμα της διώρυγας. Η ναυσιπλοΐα είναι ο κυριότερος αγωγός του παγκόσμιου εμπορίου – το 90% σχεδόν των εμπορευμάτων που κινούνται από τη μια χώρα και τη μια ήπειρο στην άλλη περνάει από τη θάλασσα. Το 12% περνάει από το Σουέζ. Σε δολάρια, η αξία των προϊόντων που περνάνε κάθε μέρα από τη διώρυγα, αποτιμάται σε 9,6 δισεκατομμύρια. Την Παρασκευή η γερμανική ασφαλιστική εταιρία Allianz δήλωσε ότι, σύμφωνα με τις αναλύσεις της, το μπλοκάρισμα στοίχιζε περίπου ένα δισεκατομμύριο δολάρια την ημέρα στο παγκόσμιο εμπόριο. Το στίγμα του «ατυχήματος» θα είναι εμφανές «δια γυμνού οφθαλμού» στην παγκόσμια οικονομία.

Ποιος έφταιξε;

Ποιος έφταιξε για το «ατύχημα»; Οι ισχυροί άνεμοι που πνέουν στην περιοχή; Η αμμοθύελλα; Το «ανθρώπινο λάθος»; Ο κυβερνήτης; Οι Αιγύπτιοι πλοηγοί, που αναλαμβάνουν την διακυβέρνηση των σκαφών όταν αυτά περνάνε από το Σουέζ; Ή μήπως απλά και μόνο η «κακιά η ώρα»; Τα δικαστήρια, οι εμπειρογνώμονες, οι δικηγόροι και οι κάθε είδους ειδικοί θα έχουν για πολλά χρόνια δουλειά για να ξεδιαλύνουν το κουβάρι των αποζημιώσεων που θα διεκδικούν, ως συνήθως, όλοι από όλους. Το πραγματικό ερώτημα, όμως, δεν πρόκειται ούτε να τεθεί ούτε φυσικά να απαντηθεί από τους ασφαλιστές και τα δικαστήρια: Γιατί έχουν πολλαπλασιαστεί τα «ατυχήματα» στην παγκόσμια οικονομία; Από την πανδημία μέχρι την Λήμαν Μπράδερς η αιτία είναι κοινή: με τους δικούς τους όρους θα την ονομάζαμε η τάση του σύγχρονου μάνατζμεντ  για την «ανάληψη» ολοένα και μεγαλύτερου «ρίσκου». 

Η προσάραξη του Ever Given δεν ήταν ατύχημα. Η κατασκευή της Διώρυγας ξεκίνησε το 1859 και ολοκληρώθηκε το 1869. Πάνω από τριάντα χιλιάδες εργάτες δούλευαν επί δέκα συνεχή χρόνια για να μπορούν τα εμπορεύματα από «τις Ινδίες» να φτάνουν γρήγορα στις αγορές της Ευρώπης. Μέσα στα 150 χρόνια που έχουν περάσει από τότε πολλές προσθήκες και βελτιώσεις έχουν γίνει – όμως καμιά από αυτές δεν είχε σχέση με τις «επικές» διαστάσεις του αρχικού έργου. Σήμερα σε κάποια σημεία το πλάτος της διώρυγας ξεπερνάει μετά βίας τα 200 μέτρα. Το βάθος, στα πιο ρηχά σημεία, είναι μόλις 23 με 24 μέτρα. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να καταλάβει ότι ο κίνδυνος της προσάραξης για ένα πλοίο των διαστάσεων του Ever Given είναι τουλάχιστον «σοβαρός». Το «ρίσκο» της διέλευσης, με άλλα λόγια, είναι μεγάλο. 

Οι επιστήμονες προειδοποιούσαν εδώ και πολύ καιρό. Ο άνεμος -που μπορεί να παρασύρει την πρύμνη ή την πλώρη και να στρίψει το πλοίο- είναι ίσως το μικρότερο πρόβλημα. Το μεγαλύτερο είναι η τάση που έχουν οι όχθες, λόγω της υδροδυναμικής έλξης, να «τραβάνε» τα μεγάλα πλοία κοντά τους. Με απλά λόγια το «ατύχημα» θα συνέβαινε κάποτε με βεβαιότητα. Οι ειδικοί, όμως, αγνοήθηκαν. 

Πρόκειται για μια επαναλαμβανόμενη ιστορία: οι ειδικοί είχαν αγνοηθεί στο σκάνδαλο των «τρελών αγελάδων» πριν από τριάντα περίπου χρόνια. Αγνοήθηκαν (αρχικά) όταν μιλούσαν για  την κλιματική αλλαγή. Αγνοήθηκαν όταν προειδοποιούσαν για τους κινδύνους των κερδοσκοπικών «στεγαστικών δανείων χωρίς εγγυήσεις», των δανείων που οδήγησαν στην κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς το 2008. Και το ίδιο ακριβώς έγινε με τον κορονοϊό: οι επιστήμονες είχαν προβλέψει εδώ και πολλά χρόνια για τους κινδύνους στους οποίους εξέθεταν οι πρακτικές της βιομηχανίας τροφίμων την ανθρωπότητα. Μάταια.

Αγνοήθηκαν; Η λέξη είναι ίσως παραπλανητική. Οι μάνατζερ δεν αδιαφορούν για τις μελέτες. Ίσα – ίσα τις παίρνουν συχνά πολύ σοβαρά υπ’ όψη τους. Όχι όμως για να αποφύγουν τους κινδύνους. Τις παίρνουν υπ’ όψη τους για να υπολογίσουν το «ρίσκο». Και από το «ρίσκο» να υπολογίσουν το πιθανό κέρδος. Και να επενδύσουν. Γιατί όσο μεγαλύτερο το ρίσκο, τόσο μεγαλύτερο και το πιθανό κέρδος. Όσο για τις ζημίες που θα προκληθούν, αν αποτύχουν, αυτές χωρίζονται σε δύο μέρη: στις ζημίες για την εταιρία και τις ζημιές για την παγκόσμια οικονομία ή την παγκόσμια υγεία. Οι πρώτες αντιμετωπίζονται με κατάλληλο «hedging» - ασφαλιστικά συμβόλαια, αντίρροπες επενδύσεις και όλα τα άλλα βρώμικα κόλπα που έχουμε γνωρίσει τα τελευταία χρόνια. Όσο για τις άλλες ζημιές, της παγκόσμιας οικονομίας, της παγκόσμιας υγείας κλπ, ποιος νοιάζεται; Αυτά αφορούν τα κράτη -που είναι εμπόδια στην επιχειρηματική δραστηριότητα και πρέπει να συρρικνωθούν.

Αυτό που σπρώχνει τον καπιταλισμό στη λατρεία του ρίσκου είναι η κρίση. Είναι η πτώση της κερδοφορίας. Είναι η έλλειψη πραγματικών κερδοφόρων ευκαιριών. Με απλά λόγια οι καπιταλιστές, μη έχοντας τι άλλο να κάνουν τα λεφτά τους, τα «επενδύουν» στην κερδοσκοπία. Στον τζόγο του χρηματιστηρίου. Στον τζόγο της αγοράς συναλλάγματος. Στον τζόγο των στεγαστικών δανείων «χωρίς εγγυήσεις». Και μετατρέπουν, όπως ο Μήδας, ότι ακουμπάνε σε τζόγο: τη βιομηχανία τροφίμων, τις μεταφορές, τα φάρμακα, την υγεία. Και όποιον πάρει ο χάρος.