Γράμματα και σχόλια
Αποχαιρετούμε τις γυναίκες της Αντίστασης

Βαγγελιώ Σκευοφύλακα

Βαγγελιώ Σκευοφύλακα

Γνωρίσαμε τη Βαγγελιώ τον Σεπτέμβρη του 2000, όταν μαζί με τη φίλη και συντρόφισσά της Κατίνα Σηφακάκη, συμμετείχαν στην κινητοποίηση που οργανώναμε ενάντια στη Σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Πράγα. Την πρώτη διεθνή διαδήλωση που έφερε τη δύναμη του νέου αντικαπιταλιστικού κινήματος, που είχε ξεκινήσει ένα χρόνο πριν στο Σιάτλ, στην καρδιά της Ευρώπης. Από τότε δεθήκαμε και βαδίσαμε ξανά και ξανά μαζί στις διαδηλώσεις στη Γένοβα, στη Φλωρεντία, στο Παρίσι, στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη….

Στο μακρύ εκείνο ταξίδι για την Πράγα, η Κατίνα ξεκίνησε να λέει γεμάτη σεβασμό και συγκίνηση την ιστορία της Βαγγελιώς. Για τις κακουχίες της προσφυγιάς της πολυμελούς οικογένειάς της, για την ένταξή της στην ΕΠΟΝ σε ηλικία 12 χρονών, για τη δράση της στον Ταύρο που το σπίτι της ήταν στρατηγείο του ΕΛΑΣ, για τον αδερφό της –Γιάννη Σκευοφύλακα- που εκτελέστηκε το 1947. Για τους αγώνες και τις δυσκολίες που πέρασαν στους κοινούς τόπους εξορίας: Χίος, Τρίκερι, Μακρόνησος, Τρίκερι ξανά. Για τα φριχτά βασανιστήρια που άντεξαν στη Μακρόνησο, από καθάρματα σαν τον Ιωαννίδη, τον μετέπειτα δικτάτορα της Χούντας, που είχε ιδιαίτερη προτίμηση στις γυναίκες και τα σεξουαλικά βασανιστήρια. 

Η 30η Γενάρη του 1950, έχει καταγραφεί σαν η μέρα «που χτυπούσαν τις γυναίκες», ένα όργιο σωματικής και ψυχικής βίας για να σπάσουν τις «αμετανόητες» κρατούμενες που είχαν μόλις μεταφερθεί για «αναμόρφωση» από το Τρίκερι. Θυμάται η Κατίνα στο βιβλίο “Το Κατινάκι η Μαμή”: «Αξημέρωτα αρχίζουν να παίζουν οι σειρήνες δαιμονισμένα. Μπαίνουν μέσα, σαν σκυλιά, κι άρχισαν να μας πετάνε έξω με κλοτσιές και βρισιές… Έφτασε η ώρα σας Βουλγάρες, σήμερα θα σας πάρουμε το αίμα!». Μία από τις συγκρατούμενές τους, η Αφροδίτη Μαυροειδή, δίνει τη δική της μαρτυρία (Στρατόπεδα Γυναικών, συλλογικό, Αθήνα 1976), για τη λύσσα των βασανιστών που συνέχιζαν για ώρες χωρίς να καταφέρουν να σπάσουν την αντίσταση των γυναικών: «Έπαιρνε πια να σκοτεινιάζει... τα πληγιασμένα μέλη μας πονούσαν στο παραμικρό άγγιγμα... Γροθιές, κλωτσιές, μαστιγώματα έρχονται απανωτά. Νιώθαμε τα μάγουλά μας να πετάνε φλόγες... Θα ήτανε δύο μετά τα μεσάνυχτα όταν ακούσαμε περίεργες φωνές: δεν ήταν λυγμοί! Δεν ήτανε κλάματα. Κάποια γυναίκα ή παιδί φώναζε δυνατά σα να συζητούσε με κάποιον. Η φωνή αυτή είχε ένα τόνο ξεχωριστά τραγικό. Η φωνή πλησίαζε, άρχισε να μας είναι γνώριμη. 

– Ποιόνε ν’ αποκηρύξω, μωρέ; Το αίμα του αδελφού μου, ε; το αίμα του αδελφού μου; Δεν αποκηρύσσω τίποτα! Σκευοφύλακα με λένε. Ναι. Δεκαεφτά χρονών! Τι θέλετε από μένα, φασίστες; Χτυπάτε! Χτυπάτε! Χτυπάτε! Σκυλιά, φασίστες, χτυπάτε, χτυπάτε!

Σε λίγα λεπτά δύο αλφαμίτες μας τη φέρανε οριζόντια μέσα στη σκηνή. Τα μάτια της ήταν γουρλωμένα και γυάλιζαν. Τα δόντια της σφιγμένα. Το κορμί της μελανό. Οι αλφαμίτες, φοβισμένοι την αποθέσαν πάνω στη γη. Πλησιάσαμε κοντά της… Το κορμί της τιναζόταν από δυνατούς σπασμούς…». 

Τρεις μέρες μετά από φριχτούς πόνους και αϋπνία, η Βαγγελιώ έπεσε σε αφασία. Εγκεφαλική διάσειση. Αλλά δε λύγισε. 

Θα θυμόμαστε πάντα τη Βαγγελιώ, μαζί με την Κατίνα, ακούραστες σε όλες τις δύσκολες διαδηλώσεις. Να θεωρούν χρέος τους, αυτές οι «αμαζόνες της Αντίστασης», να συμμετέχουν στο νέο κίνημα «που συνεχίζει τους αγώνες για να γκρεμίσουμε το απάνθρωπο σύστημα που μας εκμεταλλεύεται και μας καταπιέζει». Να συμμετέχουν στις συζητήσεις, να ακούνε προσεχτικά και μετά να σχολιάζουν και να ρωτάνε. Να προσέχουν συνέχεια η μια την άλλη, για να «μην γίνουν βάρος στα παιδιά που έχουν τόσα πράγματα να οργανώσουν». Να μας κοιμίζουν στα γόνατά τους και να μας σκεπάζουν με τα μαντήλια τους τα ξημερώματα της μεγάλης διαδήλωσης στη Γένοβα, στο υπαίθριο πάρκινγκ που μέναμε. Να γελάνε, πειράζοντας η μια την άλλη, «είμαστε σαν τον χοντρό με το λιγνό», καθώς η Κατίνα ήταν αεικίνητη και μικροσκοπική κι η Βαγγελιώ λιγότερο ευκίνητη και πληθωρική.  

Αντίο Βαγγελίτσα. Θα σε θυμόμαστε κι εσένα και το Κατινάκι με αγάπη, γνωρίζοντας ότι πίσω από το γλυκό σας χαμόγελο υπήρχε μια δύσκολη και σκληρή ζωή που ακολουθήσατε -όπως και χιλιάδες άλλες γυναίκες- χωρίς ποτέ να μετανιώσετε, χωρίς ποτέ να σταματήσετε να παλεύετε. 

Είμαστε τυχεροί και περήφανοι που περπατήσαμε μαζί, έστω και λίγο, στο δρόμο του αγώνα. Συνεχίζουμε, με τη δική σας έμπνευση, για να τελειώνουμε με τους σύγχρονους βασανιστές και το σύστημά τους!

Γιάννης Σηφακάκης


 

Σταυρούλα Μπαμπάκου

Η Σταυρούλα Μπαμπάκου ήταν η μητέρα όλων μας, όπως κάθε Αντιφασίστρια, Αγωνίστρια της Ειρήνης, Φεμινίστρια, Αντάρτισσα…

Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 4 Οκτωβρίου 1927. Αποφοίτησε από το Β’ Γυμνάσιο Θηλέων Πειραιά. Σπούδασε νοσηλεύτρια στη σχολή του Ερυθρού Σταυρού. Ήταν μέλος του Συλλόγου Σιδηροδρομικών του ΗΣΑΠ. Δούλεψε ως νοσοκόμα στο Τζάνειο νοσοκομείο Πειραιά από το 1970 εώς το 1982, στο οποίο και απεβίωσε στις 31/1/2022, 95 χρονών. 

Ήταν αγωνίστρια στην Εθνική Αντίσταση το ‘40-’45. Αρχικά ως αετόπουλο, ήταν το πρώτο χωνί στον Πειραιά, όπου μαζί με άλλα αετόπουλα ενημέρωναν το λαό για το πρόγραμμα και τις νίκες του ΕΑΜ -ΕΛΑΣ. 

Ως ΕΠΟΝΙΤισσα και νοσοκόμα ήταν στην Εθνική Αλληλεγγύη. Γνώρισε τον πατέρα μας Αριστοτέλη Μπαμπάκο, στο σιδηρόδρομο του ΗΣΑΠ, τότε ΕΗΣ, δουλεύοντας στο περίπτερο του σταθμού του Φαλήρου και συμμετείχαν μαζί στον αντιφασιστικό αγώνα. 

Βασανίστηκε από τους Ναζί στα κρατητήρια της οδού Μέρλιν και επιβίωσε γιατί δεν βρήκαν τίποτε επάνω της, αφού είχε προλάβει να φάει τις προκηρύξεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ πριν την συλλάβουν. Στη διάρκεια της κατοχής ως νοσοκόμα υπηρέτησε τον λαό στα συσσίτια και στην περίθαλψη.

Στον βομβαρδισμό του Πειραιά από τους Άγγλους δεν πρόλαβε να τρέξει στο καταφύγιο και κρύφτηκε σ’ ένα βαρέλι στο δρόμο, που κατρακύλησε και για καλή της τύχη δεν το πέτυχαν οι βόμβες. Στη διάρκεια της εξορίας του πατέρα μας στην Ικαρία και στην Μακρόνησο έστελνε δέματα με τρόφιμα και φάρμακα στον πατέρα και στους άλλους εξόριστους. 

Μετά την Μακρόνησο παντρεύτηκαν και έκαναν δύο κόρες. Ο γιατρός αγωνιστής της ειρήνης Γρηγόρης Λαμπράκης, έσωσε τη ζωή της και των παιδιών της και στους δύο δύσκολους τοκετούς. Μετά τη δολοφονία του Λαμπράκη και την μαζικότατη κηδεία του, ήταν μέλος της νεολαίας Λαμπράκη. Λαμπράκηδες μαζί με τον πατέρα συμμετείχαν σε όλες τις μαζικότατες πορείες ειρήνης μαζί με τα παιδιά τους και τα ανίψια τους. Στη διάρκεια της Χούντας αλλά και πριν, ήταν στην παρανομία, όπως χιλιάδες αγωνιστές και αγωνίστριες, λόγω φακέλου κοινωνικών φρονημάτων.

Μετά την πτώση της Χούντας συμμετείχε στους λαϊκούς αγώνες με την Επαναστατική Αριστερά. 

Μητέρα μας και γιαγιά των παιδιών μας, στάθηκε δίπλα μας με συνέπεια να μεγαλώσουν και να σπουδάσουν τα παιδιά μας, με τις ιδέες της Αλληλεγγύης, της Ειρήνης της Ισότητας, της Επανάστασης και της Έρευνας, δίνοντάς μας την έμπνευση για να συνεχίσουμε και εμείς στο δρόμο του αγώνα.  

Αντίο Μάνα!   

Μήτση Μπαμπάκου, ζωγράφος, ΣΕΚ Νίκαιας-Κορυδαλλού