Διεθνή
Γερμανία: Η κυβέρνηση στρώνει τον δρόμο στους φασίστες

Αντιφασιστική διαδήλωση στο Βερολίνο. «Ο Μπιόρν Χέκε είναι ένας ναζί», γράφει το πανό. Φωτό: Christian Schneider

Τα προγνωστικά είναι μαύρα για τις εκλογές που θα γίνουν την ερχόμενη Κυριακή στο ανατολικογερμανικό κρατίδιο του Βρανδεμβούργου.  

Πρώτο κόμμα αναμένεται να αναδειχθεί το ακροδεξιό AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία) –τα τελευταία γκάλοπ του δίνουν ένα ανατριχιαστικό 29%. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), το κόμμα του καγκελάριου Σολτς που κυβερνάει το κρατίδιο χωρίς διακοπή από το 1990 μέχρι σήμερα αναμένεται να πέσει για πρώτη φορά από την «επανένωση» στη δεύτερη θέση. Οι Πράσινοι που συγκυβερνούν και σε ομοσπονδιακό και σε τοπικό επίπεδο με τους Σοσιαλδημοκράτες έχουν χάσει πάνω από τη μισή τους επιρροή και κινδυνεύουν να βρεθούν εκτός βουλής – να μην περάσουν το όριο του 5% που θέτει ο γερμανικός εκλογικός νόμος. Η δεξιά (CDU) που συγκυβερνάει και αυτή από το 2017 μέχρι σήμερα μαζί με το SPD και τους Πράσινους το Βραδεμβούργο προβλέπεται να ξεπεράσει μετά βίας το 15%. Όσο για τους «Ελεύθερους Δημοκράτες» (FDP), τον τρίτο συνεταίρο της κυβέρνησης του Σολτς, αυτοί βρίσκονται τόσο χαμηλά που σχεδόν δεν αναφέρονται στα γκάλοπ. Αλλά ήταν ήδη από τις προηγούμενες εκλογές εκτός βουλής.

Η κυβέρνηση του Σολτς –και μαζί της ολόκληρο το «πολιτικό κέντρο»– βρίσκεται σε πανικό. Στη Θουριγγία, ένα ακόμα κρατίδιο της πρώην Ανατολικής Γερμανίας το AfD αναδείχθηκε σε πρώτο κόμμα στις τοπικές εκλογές της 1ης Σεπτέμβρη. Στη γειτονική Σαξονία (συνορεύει δυτικά με τη Θουριγγία και βόρεια με το Βραδεμβούργο) το AfD ήρθε δεύτερο –αλλά με μια μηδαμινή μόνο διαφορά πίσω από το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα. 

Ο Σολτς προσπαθεί να φρενάρει την άνοδο της ακροδεξιάς υιοθετώντας όλο και περισσότερο όχι μόνο την ρατσιστική τους φιλολογία αλλά και την ίδια την ρατσιστική τους ατζέντα. Το μόνο, όμως, που καταφέρνει αυτή η πολιτική είναι να νομιμοποιεί την ακροδεξιά και να αποθρασύνει ολοένα και περισσότερο τους φασιστικούς κύκλους που λειτουργούν στο εσωτερικό της. 

Την περασμένη εβδομάδα η κυβέρνηση ανακοίνωσε την «προσωρινή» επιβολή ελέγχων σε όλα τα συνοριακά περάσματα της Γερμανίας – όχι μόνο στα σύνορα με την «φτωχή» Πολωνία ή την Τσεχία αλλά και με την Αυστρία, την Γαλλία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και την Ολλανδία. Ο στόχος του μέτρου αυτού είναι να εμποδίσει την παράνομη είσοδο προσφύγων. Το υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε ότι από τον περασμένο Οκτώβρη μέχρι σήμερα 30 χιλιάδες πρόσφυγες έχουν «απωθηθεί». Με τα νέα μέτρα, λέει η κυβέρνηση, ο ρυθμός των «επαναπροωθήσεων» (για να χρησιμοποιήσουμε μια γνώριμη λέξη από τον ρατσισμό της δικής μας κυβέρνησης) θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο. Οι πρώτοι που έτρεξαν να συγχαρούν την γερμανική κυβέρνηση για τα νέα της μέτρα ήταν ο ακροδεξιός πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπάν και ο επίσης ακροδεξιός πρωθυπουργός της Ολλανδίας Γκερτ Βίλντερς. 

Ο ρατσισμός είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες της φυσιογνωμίας του AfD. Το AfD πρωτοεμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή το 2013 με μια ευρωσκεπτικιστική ατζέντα που έβαζε στο στόχαστρό της τη «διάσωση» των χρεοκοπημένων χωρών του «Ευρωπαϊκού Νότου» –και ιδιαίτερα τους «τεμπέληδες Έλληνες» που, όπως έγραφαν τότε οι γερμανικές κίτρινο-φυλλάδες «έκαναν μόνιμα διακοπές με τα λεφτά των Γερμανών φορολογουμένων». Τα ιδρυτικά του στελέχη προέρχονταν όλα από την χριστιανοδημοκρατία, την παραδοσιακή δεξιά της Γερμανίας, το κυβερνόν την εποχή εκείνη κόμμα της Άνγκελα Μέρκελ και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.

Στη συνέχεια, χάρη στη ρατσιστική του φρασεολογία μίσους, κατάφερε να συσπειρώσει γύρω του όλα τα ακροδεξιά και νεοναζιστικά αποβράσματα της Γερμανίας. Το 2017 κάποια από τα τότε ηγετικά στελέχη του AfD προσπάθησαν να διαγράψουν τον Μπιόρν Χέκε, έναν αμετανόητο θαυμαστή του Χίτλερ και των SS  που ανάμεσα στα άλλα ζητάει την κατεδάφιση του Μνημείου των Δολοφονημένων (στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο) Εβραίων (βρίσκεται στο Βερολίνο) και την αποποινικοποίηση της άρνηση του Ολοκαυτώματος –αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ο Χέκε είναι σήμερα ο αρχηγός της κομματικής οργάνωσης του AfD στη Σαξονία και ο «μεγάλος νικητής» των εκλογών της 1ης Σεπτέμβρη.

Όλα σχεδόν τα ΜΜΕ θεωρούν  ότι η άνοδος της ακροδεξιάς –και στην Γερμανία και σε ολόκληρη την Ευρώπη– οφείλεται στην «προσφυγική κρίση», στο μεγάλο κύμα των μεταναστών από την Ασία και την Αφρική που υποτίθεται ότι έχει κατακλύσει την Ευρώπη. Πιο μεγάλη αντιστροφή της πραγματικότητας δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί κανείς. Αυτό που τρέφει την ακροδεξιά είναι ο «επίσημος ρατσισμός» της Ευρωπαϊκής Ένωσης –η Frontex, το σύμφωνο ΕΕ-Τουρκίας, τα στρατόπεδα προσφύγων στη Λιβύη (με χρηματοδότηση της Κομισιόν). Και αυτός ο «επίσημος ρατσισμός» δεν έχει σαν στόχο να μας προστατέψει από τους πρόσφυγες αλλά να σπείρει το μίσος ανάμεσα στους εργάτες και τους φτωχούς και να μετατρέψει τους «ξένους» σε αποδιοπομπαίους τράγους για όλα τα δεινά που σκορπίζει ο νεοφιλελευθερισμός τους πάνω στην κοινωνία.

Εναλλακτική

Υπάρχουν δυο βασικά στοιχεία που μπορούν να ερμηνεύσουν τις εκλογικές επιτυχίες του AfD στα ανατολικά κρατίδια της Γερμανίας: η φτώχεια και η ανισότητα, από τη μια. Και η αποτυχία της Αριστεράς να προσφέρει μια εναλλακτική λύση απέναντι στην πολιτική του συστήματος από την άλλη. 

Η ανατολική Γερμανία εξακολουθεί, τριάντα πέντε σχεδόν χρόνια μετά την «ενοποίηση» να βρίσκεται πολύ πίσω από την δυτική Γερμανία. Όπως γράφαμε στην Εργατική Αλληλεγγύη πριν από δυο εβδομάδες «η Γερμανία είναι πλέον η δεύτερη χώρα στην ΕΕ (μετά τη Λιθουανία) στο ποσοστό των χαμηλόμισθων. Σχεδόν 25% των εργαζόμενων στη Γερμανία παίρνει μισθό που είναι κάτω από τα δύο τρίτα του μέσου μισθού. Αυτό το πιο κακοπληρωμένο κομμάτι της τάξης συγκεντρώνεται κατά κύριο λόγο στις περιοχές που κάποτε αποτελούσαν την Ανατολική Γερμανία». Για τους συνταξιούχους η κατάσταση είναι δραματική: τυπικά (το 2019) η μέση σύνταξη ήταν 1.538 ευρώ στην Γερμανία. Στην πράξη δεν ξεπερνούσε τα 870 Ευρώ. Και πάλι το πιο φτωχό κομμάτι συγκεντρώνεται στα ανατολικά κρατίδια. Οι νέοι εγκαταλείπουν μαζικά την ανατολική Γερμανία: από το 1990 μέχρι σήμερα 3,7 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν μεταναστεύσει από τα πρώην «κομμουνιστικά» στα «δυτικά» κρατίδια. «Από τις 50 επαρχίες με τον πιο γερασμένο πληθυσμό», γράφει η εφημερίδα Financial Times, «οι 42 βρίσκονται στην ανατολή». 

Ο πληθωρισμός, η ύφεση της γερμανικής οικονομίας και ο πόλεμος στην Ουκρανία (που έχει αποκόψει την Γερμανία από το φτηνό ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο) έχουν κάνει την κυβέρνηση του Σολτς μια από τις πιο μισητές κυβερνήσεις στην μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας. Η Die Linke, όμως, το Κόμμα της Αριστεράς της Γερμανίας, αποδείχτηκε παντελώς ανίκανο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών. Αντί να αξιοποιήσει την κρίση της κυβέρνησης και των «από τα πάνω» για να δυναμώσει τη φωνή της και την επιρροή της, τους ακολουθεί πιστά στον κατήφορο. Αντί να προτείνει μια ριζικά διαφορετική, εναλλακτική λύση απέναντι στην πρωτοφανή κρίση του συστήματος, βρίσκεται εγκλωβισμένη σε μια μόνιμη παραλυτική εσωτερική διαμάχη χωρίς τελειωμό. 

Το AfD (όπως και τα περισσότερα κόμματα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς) έχει ταχθεί (για τους δικούς του αντιδραστικούς λόγους) ανοιχτά ενάντια στον πόλεμο στην Ουκρανία. Η Die Linke «μασάει» όλα αυτά τα χρόνια τα λόγια της: η δεξιά της πτέρυγα είναι αναφανδόν υπέρ του ΝΑΤΟ. Η σταλινική της πτέρυγα (τα υπολείμματα του Κομμουνιστικού Κόμματος που κυβερνούσε πριν την ενοποίηση της Ανατολική Γερμανία) υπέρ του Πούτιν. Η επίσημη γραμμή βρίσκεται κάπου στη μέση – να στηρίξουμε την Ουκρανία αλλά όχι και με βαριά όπλα. H Die Linke είχε μεγάλη επιρροή στα ανατολικά κρατίδια. Όχι πια.

Ένα μεγάλο κομμάτι των ψήφων της Die Linke πήγε στις εκλογές της 1ης Σεπτέμβρη στην Ζάρα Βάγκενκνεχτ –ένα από τα ιδρυτικά στελέχη της Die Linke που αποχώρησε για να δημιουργήσει το δικό της κόμμα πριν από μερικούς μήνες. Η Βάγκενκνεχτ είναι ξεκάθαρα αντίθετη στην εμπλοκή της Γερμανίας στον πόλεμο της Ουκρανίας. Το πρόβλημα είναι ότι η αντίθεσή αυτή δεν προέρχεται από κάποια θέση αρχής υπέρ της ειρήνης αλλά από μια προσπάθεια να ανταγωνιστεί το AfD «στο δικό του ταμπλό». Η Βάγκενκνεχτ δεν είναι μόνο αντίθετη στον πόλεμο στην Ουκρανία. Είναι και αντίθετη στη μετανάστευση. Αντί να κοντράρει την υποκρισία της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης –που μιλάνε για «ανθρώπινα δικαιώματα» την ίδια ώρα που τα καταπατούν με τον χειρότερο τρόπο- κατηγορεί την αριστερά για «δικαιωματισμό» και προσαρμογή στην υποτιθέμενη «woke» ατζέντα των από τα πάνω.

Τα ΜΜΕ θεωρούν τις επιτυχίες της Βάγκενκνεχτ εξίσου επικίνδυνες με τις επιτυχίες του AfD. Καλύτερο δώρο στις θεωρίες των δυο άκρων δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί κανείς.