Τα κόμματα του κατεστημένου της Σρι Λάνκα είδαν τη γη να χάνεται κάτω από τα πόδια τους στις εκλογές της 21ης του Σεπτέμβρη.
Πρόεδρος ανακηρύχθηκε ο υποψήφιος της Αριστεράς, Ανούρα Κουμάρα Ντισαναγιάκε με 42,3%, το οποίο έγινε σχεδόν 56% στο δεύτερο γύρο καταμέτρησης, όπου συνυπολογίστηκαν και οι δεύτερες επιλογές των ψηφοφόρων. Η ανατροπή στο πολιτικό σκηνικό της Σρι Λάνκα δεν έγινε σταδιακά. Στις προηγούμενες εκλογές, του 2019, ο ίδιος υποψήφιος της Αριστεράς είχε πάρει 3,2%. Αυτό που μεσολάβησε ήταν η οικονομική κρίση και η εξέγερση του 2022.
Τον Ιούλη του 2022, ο πρόεδρος Γκοταμπάγια Ρατζαπάκσα παραιτήθηκε από την προεδρία και εγκατέλειψε τρέχοντας τη χώρα. Είχε κηρύξει απαγόρευση κυκλοφορίας, αλλά οι δρόμοι ήταν πιο γεμάτοι από ποτέ. Ο εξεγερμένος κόσμος κατάλαβε τη δύναμή του και έφτασε να μπει μέσα στο προεδρικό μέγαρο για να κυνηγήσει τον Ρατζαπάκσα. Οι διαδηλωτές ξάπλωσαν στους πολυτελείς καναπέδες και στα χαλιά, έκαναν μπάνιο στις πισίνες του μεγάρου και παρακολούθησαν σε ζωντανή σύνδεση την ανατροπή του προέδρου που κατάφερναν οι ίδιοι εκείνη τη στιγμή.
Είχαν προηγηθεί τέσσερις μήνες αγώνων με γενικές απεργίες και κατάληψη των κεντρικών πλατειών της πρωτεύουσας Κολόμπο. Η εξέγερση είχε ξεσπάσει λόγω της οικονομικής κατάρρευσης της χώρας. Τον Απρίλη η κυβέρνηση είχε κηρύξει την πρώτη στάση πληρωμών, γιατί είχε μείνει χωρίς αποθεματικά. Η χώρα απέμενε σιγά σιγά χώρίς καύσιμα, οι τιμές των τροφίμων εκτοξεύονταν, ο κόσμος έμενε χωρίς φαγητό, τα νοσοκομεία χωρίς φάρμακα και υλικά, τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς ακίνητα.
Το δημόσιο χρέος της Σρι Λάνκα συσσωρευόταν για χρόνια, αλλά οι κυβερνήσεις δεν φαίνονταν να ανησυχούν όσο οι ξένες επενδύσεις και ο τουρισμός συνέχιζαν να φέρνουν έσοδα. Ένας συνδυασμός παραγόντων στην παγκόσμια οικονομία, το κλείσιμο του τουρισμού λόγω της πανδημίας και μια κατάρρευση στην αγροτική παραγωγή λόγω πειραματισμών της κυβέρνησης οδήγησε στο σκάσιμο της φούσκας και στη χρεοκοπία.
Όταν κατέρρευσε ο Ρατζαπάκσα, πρόεδρος έγινε ο Ρανίλ Βικρεμεσίνγκε. Από πρώτης άποψης, τα πράγματα γίνονταν χειρότερα. Ο Βικρεμεσίνγκε ήταν η φωνή του ΔΝΤ στην πολιτική της Σρι Λάνκα και είχε υπάρξει πέντε φορές πρωθυπουργός, επιβάλλοντας τα μεγαλύτερα ανοίγματα στην αγορά. Το κόμμα του Ρατζαπάκσα, παρότι είχε υποτιθέμενες “σοσιαλιστικές καταβολές” με τα χρόνια είχε στηριχτεί αρκετές φορές στον Βικρεμεσίνγκε και τη φιλελεύθερη δεξιά που στα χαρτιά ήταν “αντιπολίτευση”. Στη διάρκεια της εξέγερσης, ο Βικρεμεσίνγκε είχε γίνει Υπουργός Οικονομικών. Το ΔΝΤ κατηγορούσε τον Ρατζαπάκσα ότι έκανε πολιτική με δανεικά και σαν απάντηση στην κρίση πρότεινε τη γνωστή συνταγή: μαζικές περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, κατάργηση των επιδοτήσεων στους φτωχούς και ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας. Με τις πλάτες του ΔΝΤ και των ιμπεριαλιστών που δεν ήθελαν παραπέρα αποσταθεροποίηση στη Σρι Λάνκα, ο Βικρεμεσίνγκε προχώρησε σε καταστολή την οποία δεν είχε τολμήσει ο Ρατζαπάκσα.
Ιστορία
Δύο χρόνια μετά από εκείνο το κύμα καταστολής, ο Βικρεμεσίνγκε βγήκε τρίτος στις εκλογές με 17% και το ΔΝΤ βλέπει έναν υποψήφιο από ένα κόμμα που δηλώνει μαρξιστικό να κερδίζει την προεδρία της χώρας. Το κόμμα του νέου προέδρου (JVP) προέρχεται από την επαναστατική Αριστερά της δεκαετίας του ‘60, αναμειγνύοντας στην ιστορία του επιρροές του Μαοϊσμού και άλλων παραδόσεων του αντάρτικου με μια ισχυρή δόση σινχαλέζικου εθνικισμού (που σε κρίσιμες στιγμές στράφηκε κατά των μειονοτήτων της Σρι Λάνκα, κυρίως των Ταμίλ).
Στις δεκαετίες που ακολούθησαν άφησε πίσω τις επαναστατικές αναφορές και κινήθηκε προς τα δεξιά. Στις προεδρικές εκλογές του 2005, το JVP είχε στηρίξει την οικογένεια Ρατζαπάκσα, με βάση την υπόσχεσή τους ότι θα συνεχίσουν τον πόλεμο κατά του αντάρτικου των Ταμίλ.
Ωστόσο, στη διάρκεια της εξέγερσης του 2022 και στη συνέχεια το JVP κατάφερε να αναδειχθεί σαν η φωνή στο πολιτικό σκηνικό που έλεγε κάτι εντελώς διαφορετικό: ότι την κρίση πρέπει να την πληρώσουν οι πλούσιοι και πως τα δυο μεγάλα πολιτικά κόμματα δεν μπορούν να παρουσιαστούν σαν σωτήρες, αφού μαζί κυβέρνησαν τη χώρα από τη δεκαετία του ‘50 μέχρι σήμερα. Ο Βικρεμεσίνγκε τρομοκρατούσε τον κόσμο ότι αν κερδίσει η Αριστερά, θα καταρρεύσει το πρόγραμμα διάσωσης του ΔΝΤ και ο πληθυσμός να ξαναβρεθεί σε συνθήκες όπως του 2022, χωρίς να έχει να φάει. Η πλειοψηφία της Σρι Λάνκα αψήφησε αυτούς τους εκβιασμούς, αγνόησε το ΔΝΤ και ψήφισε Αριστερά.
Το ερώτημα πλέον είναι τι θα κάνει ο αριστερός πρόεδρος όταν έρθει αντιμέτωπος με την πραγματικότητα. Έχει υποσχεθεί πως θα αναδιαπραγματευτεί με το ΔΝΤ και θα απαιτήσει να περιοριστούν τα μέτρα λιτότητας και να βρεθεί τρόπος να συνεχιστεί η διάσωση της χώρας χωρίς να πληρώνουν τα βάρη οι φτωχοί. Ξέρουμε ήδη τι θα του απαντήσει το ΔΝΤ. Στην πραγματικότητα, το ΔΝΤ έχει “σώσει τη χώρα” από τη χρεοκοπία, αλλά το ποσοστό της φτώχειας έχει εκτοξευθεί από το 11% στο 26%. Η φτώχεια στις πόλεις έχει τριπλασιαστεί από το 2019. Οι συμφωνίες κρατάνε δεμένη τη Σρι Λάνκα μέχρι τη δεκαετία του 2040, οι ιδιωτικοποιήσεις έχουν προγραμματιστεί, ενώ ακόμη και αν “πετύχει” το πρόγραμμα του ΔΝΤ, το αποτέλεσμα θα είναι το χρέος να “πέσει” στο 95% του ΑΕΠ.
Ο Ντισαναγιάκε μπορεί να ξεκινάει με την ψευδαίσθηση ότι θα πείσει τους τραπεζίτες και τους καπιταλιστές, όπως το νόμιζαν ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης. Η πραγματικότητα είναι πως αυτοί που έχουν τον πλούτο στα χέρια τους δεν είναι διατεθειμένοι να “πειστούν”. Το κίνημα πρέπει να ξαναπιάσει το νήμα των απεργιών του 2022 για να επιβάλει τις λύσεις του. Οι εξεγέρσεις του 21ου αιώνα που όλο και πληθαίνουν (πρόσφατες είναι οι αντίστοιχες εξελίξεις στο Μπαγκλαντές) φέρνουν στο προσκήνιο την ανάγκη της αντικαπιταλιστικής ρήξης, της ανατροπής ολόκληρου του συστήματος από τη ρίζα του.