Η Ένωση CDU/CSU αναδείχτηκε σε πρώτο κόμμα στις εκλογές τις περασμένης Κυριακής και ο Φρίντριχ Μερτς θα πάρει την εντολή για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Αλλά «κέρδισε» τις εκλογές με ένα πενιχρό 28,5% - πολύ κάτω από το «ψυχολογικό όριο» του 30% που ο ίδιος ο Μερτς είχε θέσει σαν στόχο. Ήταν το δεύτερο χειρότερο αποτέλεσμα στην 75χρονη ιστορία της γερμανικής μεταπολεμικής δεξιάς. Όσο για το FDP, τον παραδοσιακό συνεταίρο των κυβερνήσεων CDU/CSU, αυτό δεν κατάφερε καν να μπει στη Βουλή: πήρε μόλις 4,3%, το χειρότερο αποτέλεσμα και στη δική του 75χρονη ιστορία.
Το AfD, ένα ακροδεξιό, ρατσιστικό κόμμα με ανοιχτές αναφορές στον Χίτλερ, τα SS και τον ναζισμό αναδείχθηκε, με ένα ανατριχιαστικό 20,8% σε δεύτερο κόμμα στις πρόωρες εκλογές που έγιναν την περασμένη Κυριακή στη Γερμανία. Η Άλις Βάιντελ, η «φύρερ» του AfD έσπευσε να δηλώσει, αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, την επιδίωξη του κόμματός της να συμμετάσχει στην επόμενη κυβέρνηση. «Το χέρι μας είναι απλωμένο», είπε. Ίσως και τεντωμένο να ήθελε να πει.
Ο Μερτς έχει μόνο μια επιλογή τώρα, για να σχηματίσει κυβέρνηση: να συνεργαστεί με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD),το κόμμα του απερχόμενου καγκελάριου Όλαφ Σολτς (16,4%), σε έναν νέο «Μεγάλο Συνασπισμό». Η τρικομματική κυβέρνηση SPD – FDP – Πράσινων κατάρρευσε το περασμένο φθινόπωρο από την αδυναμία των τριών κομμάτων να συμφωνήσουν μεταξύ τους στα μέτρα που θα έπρεπε να πάρει η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση που μαστίζει εδώ και δυο τουλάχιστον χρόνια την γερμανική οικονομία. Και αυτό το πρόβλημα έχει χτυπήσει ήδη κατάμουτρα τον Μερτς, πριν προλάβει ακόμα καν να αρχίσει τις διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Το πιο πιεστικό ζήτημα είναι ο προϋπολογισμός. Το γερμανικό σύνταγμα απαγορεύει ρητά την αύξηση του δημοσίου χρέους – εκτός από περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, όπως ήταν η πανδημία. Αλλά αυτή η συνταγματική ρύθμιση, το «μαύρο μηδέν» όπως ονομάζεται στη Γερμανία, έχει γίνει βραχνάς τώρα που η οικονομία βρίσκεται σε μόνιμη ύφεση. Και το πρόβλημα έχει γίνει ακόμα πιο οξύ τώρα που ο Τραμπ απειλεί να σταματήσει να στηρίζει την Ουκρανία και το βάρος των στρατιωτικών εξοπλισμών αναμένεται να αυξηθεί δραματικά στην Ευρώπη.
Ο Μερτς σκοπεύει να αναθεωρήσει το σύνταγμα και να απαλύνει τους κανόνες του «μαύρου μηδέν». Αλλά, με το FDP εκτός Βουλής, τα ποσοστά του AfD (που δεν πρόκειται να κάνει το χατίρι του Μερτς) και τα ποσοστά της Die Linke (που δεν πρόκειται να στηρίξει μεταρρυθμίσεις που έχουν σαν στόχο την αύξηση των εξοπλισμών), τα «κουκιά» δεν βγαίνουν για την συνταγματική μεταρρύθμιση.
Ο Μερτς όμως έχει βρει άλλο τρόπο: θα το προτείνει τώρα, για να ψηφιστεί από την παλιά Βουλή, που τυπικά θα διαλυθεί σε μερικές εβδομάδες. Θα το περάσει, με άλλα λόγια, με ένα «κοινοβουλευτικό πραξικόπημα». Καλύτερο δώρο στο AfD κανένας δεν θα μπορούσε να σκαρφιστεί.
Άνοδος του Die Linke
Από τη στιγμή που η ακροδεξιά άρχισε να ανεβαίνει εκλογικά, τα κόμματα του «δημοκρατικού τόξου» άρχισαν να το «αντιγράφουν», υιοθετώντας και τα ίδια όλο και περισσότερο τη ρατσιστική του φιλολογία. Και αυτή η προσαρμογή δεν περιορίστηκε στη δεξιά: το 2023 η Ζάρα Βάγκενκνεχτ, ένα από τα ηγετικά, ιδρυτικά στελέχη του Κόμματος της Αριστεράς (Die Linke) αποχώρησε για να φτιάξει ένα νέο κόμμα (BSW) το οποίο καλεί, όπως και το AfD, σε σκλήρυνση της πολιτικής της μετανάστευσης.
Πριν από λίγες εβδομάδες ο Φρίντριχ Μερτς, ο υποψήφιος καγκελάριος της Ένωσης (CDU/CSU) κατέβασε μια ρατσιστική πρόταση νόμου πέντε σημείων στη Βουλή που ζητούσε, ανάμεσα στα άλλα, ελέγχους στα σύνορα και μαζικές απελάσεις. Το κόμμα της Βάγκενκνεχτ υπερψήφισε το νομοσχέδιο -ψηφίζοντας μαζί όχι μόνο με την παραδοσιακή δεξιά και το «φιλελεύθερο» FDP αλλά και με το ίδιο το AfD. Το νομοσχέδιο, όμως, δεν πέρασε τελικά ύστερα από την «ανταρσία» δώδεκα βουλευτών του CDU/CSU που αρνήθηκαν να ψηφίσουν μαζί με το AfD.
Αλλά το μόνο που κατάφερε αυτή η προσαρμογή ήταν να δυναμώσει ακόμα περισσότερο το ίδιο το AfD. To κόμμα της Βάγκενκνεχτ -που χάρη στις επιτυχίες του περασμένου καλοκαιριού στις τοπικές εκλογές της Θουριγγίας (15,8%) του Βρανδεμβούργου (13,5%) και της Σαξονίας (11,8%) έμοιαζε ότι θα εξαφάνιζε την Die Linke από τον πολιτικό χάρτη- δεν κατάφερε να περάσει το όριο του 5% και έμεινε εκτός ομοσπονδιακού κοινοβουλίου.
Η Die Linke, αντίθετα, που παρά τα σοβαρά της λάθη παραμένει σχεδόν η μόνη κοινοβουλευτική δύναμη που αντιστέκεται πραγματικά στην άνοδο της ακροδεξιάς, διπλασίασε σχεδόν τα ποσοστά της (από το 4,9% στις προηγούμενες εκλογές στο 8,8% τώρα) και κατέλαβε 64 έδρες στη νέα Βουλή.
Η Αριστερά χρειάζεται να μπει στην πρώτη γραμμή για ενιαίο μέτωπο ενάντια στον φασισμό. Ταυτόχρονα να μείνει έξω από τις αδιέξοδες πολιτικές διαχείρισης του γερμανικού καπιταλισμού που την εγκλώβισαν τα προηγούμενα χρόνια. Και να μπει στην πρώτη γραμμή της σύγκρουσης με τις πολιτικές που τσακίζουν τα δικαιώματα των εργαζομένων για να εξασφαλίσουν τα κέρδη των τραπεζών και των βιομηχάνων σπαταλώντας δις στα εξοπλιστικά προγράμματα, λέγοντας όχι στον ρατσισμό, αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη.
Όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα του «δημοκρατικού τόξου» αποκλείουν ρητά όχι μόνο τη συνεργασία αλλά και οποιαδήποτε νομιμοποίηση του AfD. Στα λόγια, όμως, μόνο. Γιατί στην ουσία οι υπεύθυνοι για αυτή την ανατριχιαστική άνοδο της ακροδεξιάς και των νεοναζί στη Γερμανία είναι τα ίδια τα κόμματα που κυβερνάνε τη χώρα τα τελευταία 20 χρόνια.
Το AfD δεν ξεπήδησε από το πουθενά. Ούτε οφείλονται οι εκλογικές του επιτυχίες στον κόσμο -τους εργαζόμενους, τη νεολαία, τους φτωχούς που ξύπνησαν ξαφνικά μια μέρα ονειρεύομενοι ναζιστικούς χαιρετισμούς, στρατόπεδα συγκέντρωσης και θαλάμους αερίων. Δεν έφερε το AfD το μίσος σε βάρος των «ξένων»: το «επίσημο» μίσος των κυβερνήσεων και των ΜΜΕ σε βάρος των μεταναστών και των προσφύγων έφερε το AfD.
To AfD ιδρύθηκε το 2013, στον απόηχο κρίσης χρέους και της «διάσωσης» των υπερχρεωμένων χωρών του «ευρωπαϊκού νότου» - και ιδιαίτερα της Ελλάδας. Ήταν η εποχή όπου οι υπουργοί της Γερμανίας, ο διαβόητος Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο εξίσου διαβόητος Φίλιπ Ρέσλερ «υποδείκνυαν» στους εργαζόμενους στην Ελλάδα να δουλεύουν περισσότερο και να καταναλώνουν λιγότερο -για να ξεπληρώσουμε τα χρέη «μας» προς στις γερμανικές τράπεζες. Ήταν η εποχή όπου οι κιτρινοφυλλάδες της Γερμανίας παρουσίαζαν τους Έλληνες σαν τεμπέληδες που κάνουν 360 ημέρες το χρόνο διακοπές στον ήλιο και τη θάλασσα με τα λεφτά των σκληρά εργαζόμενων Γερμανών. Το ίδιο του το όνομά, «Εναλλακτική για τη Γερμανία», ήταν απάντηση στη δήλωση της Άνγκελα Μέρκελ, της τότε καγκελαρίου της Γερμανίας, σε σχέση με την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους της ευρωζώνης «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση». Τα πρώτα στελέχη του AfD δεν προέρχονταν από τους σκοτεινούς υπονόμους των νεοναζί αλλά από την ευπρεπή δεξιά, τη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση CDU/CSU -το παραδοσιακό κόμμα της γερμανικής άρχουσας τάξης- και το Φιλελεύθερο FDP – τους «ταλιμπάν» της «ελεύθερης αγοράς» της Γερμανίας.
Η στροφή από το μίσος σε βάρος των «τεμπέληδων» στην Ελλάδα, στην ισλαμοφοβία άρχισε το καλοκαίρι του 2015, όταν οι πρόσφυγες «έσπασαν» τα σύνορα της Ευρώπης Φρούριο και άρχισαν να φτάνουν κατά χιλιάδες στις χώρες της κεντρικής Ευρώπης. Ο κόσμος στη Γερμανία υποδέχτηκε με ανοιχτές αγκαλιές τους πρόσφυγες εκείνο το καλοκαίρι: τους περίμεναν στους σιδηροδρομικούς σταθμούς, μοίραζαν ρούχα, τρόφιμα και παιχνίδια για τα παιδιά. Το κλίμα αυτό ανάγκασε τότε την Άνγκελα Μέρκελ να ξεχάσει την «Ευρώπη Φρούριο» και να δηλώσει ότι οι πρόσφυγες είναι καλοδεχούμενοι.
Προσωρινά μόνο. Γιατί από το πρώτο κιόλας λεπτό η άρχουσα τάξη και τα επιτελεία της άρχισαν να ψάχνουν τρόπους για να αντιστρέψουν αυτή την «ήττα». Η πρώτη μεγάλη αντεπίθεση ήρθε τα Χριστούγεννα του 2015, όπου η αστυνομία και τα ΜΜΕ προσπάθησαν να ενοχοποιήσουν, για μια σειρά επιθέσεων σε βάρος γυναικών στον σιδηροδρομικό σταθμό της Κολωνίας (και αλλού), συλλογικά τους πρόσφυγες -και ειδικά τους «απολίτιστους» μουσουλμάνους που υποτίθεται ότι δεν έχουν κανέναν σεβασμό για τις γυναίκες.
Το AfD έτρεξε να αξιοποιήσει την ευκαιρία: ενοποιήθηκε, στην ουσία, με το ισλαμοφοβικό, ρατσιστικό, κίνημα Pegida και άνοιξε τις πόρτες του διάπλατα στον υπόκοσμο της ακροδεξιάς και των νεοναζί. Το AfD έχει κάνει τώρα κεντρικό του πολιτικό σύνθημα την «επιστροφή» των προσφύγων που δεν έχουν «ενσωματωθεί επαρκώς» στην γερμανική κοινωνία πίσω στις «χώρες τους», ακόμα και αν έχουν γερμανική υπηκοότητα και έχουν γεννηθεί στη Γερμανία.
Η απάντηση στην φασιστική απειλή είναι το ενιαίο μέτωπο της εργατικής τάξης, της νεολαίας, των μεταναστών για να τσακιστεί στους δρόμους η φασιστική απειλή. Τα μαζικά αντιφασιστικά συλλαλητήρια, που συγκλόνισαν την Γερμανία τις τελευταίες μέρες έκοψαν την φόρα στους ναζί και τροφοδότησαν την Αριστερά, δείχνουν ότι αυτή η δυνατότητα υπάρχει. Η Διεθνής Μέρα Δράσης ενάντια στον φασισμό και τον ρατσισμό στις 22 Μάρτη είναι και στην Γερμανία το επόμενο βήμα.