Η Αριστερά
ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ 2025: Η Αριστερά μπροστά στην κρίση

Από αριστερά: Κ. Καρπόζηλος, Μ. Λυμπεράτος, Α. Ερωτοκρίτου και Μ. Στύλλου. Φωτό: Γιώργος Πίττας

28/2, Γενική Απεργία, Αθήνα. Φωτό: Τατιάνα Μπόλαρη/Eurokinissi

 

Μαρία Στύλλου
Να ανατρέψουμε το σύστημα

Στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές, στην Αριστερά, παντού ο κόσμος ψάχνει απαντήσεις στα ερωτήματα πώς μπορούμε να ρίξουμε την κυβέρνηση, πώς μπορούμε να ρίξουμε αυτό το σύστημα, ποια Αριστερά μπορεί να τα κάνει αυτά; Η συζήτηση ανοίγει και πάνω στο τι έφταιξε την προηγούμενη και τι πρέπει να κάνουμε την επόμενη φορά. Τρία πράγματα θέλω να βάλω.

Πρώτο, ότι η συζήτηση αυτή γίνεται μέσα σε μια περίοδο που οι από πάνω δεν μπορούν να κυβερνάνε πια όπως παλιά και οι από κάτω δεν μπορούν και κυβερνώνται όπως παλιά. Από τα πάνω, η διάσταση της οικονομικής και πολιτικής τους κρίσης είναι αδιαμφισβήτητη, κι όχι μόνο στην Ελλάδα. 

Βλέπουμε τις αντιστάσεις από τα κάτω στις ΗΠΑ να ανοίγουν σε όλα τα μέτωπα. Αλλά και σε όλο τον κόσμο. Το εξώφυλλο που έχουμε αυτή τη φορά στο περιοδικό Σοσιαλισμός από τα Κάτω από τις φετινές Πρωτομαγιές δίνει αυτήν την εικόνα. Στην Ελλάδα, η ΝΔ κατρακυλάει στις εκλογές στα συνδικάτα. Στην ΕΙΝΑΠ έβαλαν τον Γεωργιάδη να καθαρίσει αλλά ούτε εκεί τα κατάφερε κι έχασε την πρωτιά.

Είναι λάθος η εικόνα ότι έχουμε μια εργατική τάξη εξατομικοποιημένη, παραιτημένη, διαιρεμένη. Δεν είναι μόνο ότι αντιδρά στα οικονομικά, αντιδρά και στα πολιτικά. Για τα Τέμπη, για την Πύλο και τον ρατσισμό. Είναι η διάσταση που έχει πάρει το αντιπολεμικό κίνημα και η αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη, ενάντια στους εξοπλισμούς. Την Πρωτομαγιά ακόμη και οι ηγεσίες των συνδικάτων έβγαιναν με συνθήματα όπως «δουλειές όχι βόμβες». Αυτά δεν συνέβαιναν παλιά -και έχουν παίξει ρόλο οι πρωτοβουλίες και η δουλειά που γίνεται στη βάση για να συμβαίνουν. 

Δεύτερο σημείο, είναι ότι δεν είναι η πρώτη φορά που βρισκόμαστε σε μια περίοδο κρίσης και από τα πάνω κι από τα κάτω. Την προηγούμενη φορά, στα τέλη του προηγούμενου και στις αρχές του 21ου αιώνα, είδαμε ένα κομμάτι από την σοσιαλδημοκρατία να καταρρέει και ένα καινούργιο μαζικό κίνημα να γεννιέται στις «Γένοβες» και στα κοινωνικά φόρουμ. Και άνοιγε τότε η συζήτηση μέσα στο κίνημα ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό ή ενάντια στον καπιταλισμό; Η αντι-νεοφιλελεύθερη τάση έβαλε τις ρίζες για να δημιουργηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και η αντικαπιταλιστική έβαλε τις ρίζες για τη δημιουργία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλων συσπειρώσεων. 

Αυτή η συζήτηση συνεχίστηκε στη δεύτερη έκρηξη το 2010 και διεθνώς και στην Ελλάδα. Οικονομική κρίση, χρέος, ποιος θα τα πληρώσει όλα αυτά; Η απάντηση που δόθηκε από την ΕΕ ήταν η εργατική τάξη με τα μνημόνια. Και φούντωσε ξανά η συζήτηση. Σε αυτό εδώ το αυτοκόλλητο που βγάλαμε το 2015 λίγο πριν το δημοψήφισμα γράφαμε: ψηφίζουμε μαζικά ΟΧΙ στη συμφωνία, να πάρει πίσω η κυβέρνηση, ΣΥΡΙΖΑ τότε, όλες τις υποχωρήσεις, διαγραφή του χρέους, έξοδος από την ΕΕ, κρατικοποίηση των τραπεζών. 

Αυτή ήταν η μεγάλη συζήτηση τότε. Η Αριστερά ήρθε στην κυβέρνηση τότε, όχι μέσα από «εξυπνάδες» της ηγεσίας της αλλά μέσα από ένα τεράστιο εργατικό κίνημα που πάλεψε ενάντια στα μνημόνια και είχε την ελπίδα ότι η Αριστερά είχε το πρόγραμμα να είναι η διέξοδος. Εμείς λέγαμε: «η Αριστερά στην κυβέρνηση; Αλλά με τι πρόγραμμα και πώς;». Λέγαμε ότι η Αριστερά πρέπει να βάλει ένα πρόγραμμα για διαγραφή του χρέους, κρατικοποίηση των τραπεζών και όλων των άλλων μεγάλων οικονομικών μονάδων και να το επιβάλει με εργατικό έλεγχο, ότι η εργατική τάξη χρειάζεται να πάρει την εξουσία. 

Και η τρίτη φορά είναι η σημερινή που είναι και ίδια και διαφορετική, με ποια έννοια: ο καπιταλισμός βρίσκεται σε καταστροφική κατάσταση, δεν μπορούν να ελέγξουν την οικονομία τους. Υπάρχει πόλωση, ένα κομμάτι πήγε στην ακροδεξιά -και χρειάζεται να το παλέψουμε αυτό- υπάρχει μια Αριστερά που είναι σε κρίση αλλά υπάρχει κι ένα κομμάτι που συνεχίζει μαζικά να παλεύει και να ελπίζει ότι η Αριστερά μπορεί να είναι η λύση. 

Τι σημαίνει να είναι η λύση; Σημαίνει με ποια στρατηγική -που είναι και το τρίτο σημείο. Όταν φουντώνουν τα πράγματα φουντώνει και η συζήτηση πάνω στη στρατηγική. Αυτές τις μέρες έγιναν εκλογές στην Πορτογαλία και τα αποτελέσματα ήταν δραματικά για την Αριστερά στη χώρα της Επανάστασης των Γαρυφάλλων. 

Γιατί αυτό που κυριάρχησε στην Αριστερά στην Πορτογαλία τα τελευταία χρόνια ήταν το λαϊκό μέτωπο που περιλάμβανε από τους σοσιαλιστές, τους κομμουνιστές, τους πράσινους και το Μπλόκο. Σαν κυβέρνηση βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια κρίση και ποιος θα την πληρώσει. Και η απόφαση ήταν να την πληρώσει ο κόσμος, τα μεροκάματα, οι συνθήκες δουλειάς, με ακρίβεια και ανεργία. Ο Κόστα που ήταν πρωθυπουργός, αυτή τη στιγμή είναι στην ΕΕ και το ΚΚ και το Μπλόκο έχουν διαλυθεί -ανοίγοντας το δρόμο σε ένα ανύπαρκτο ακροδεξιό κόμμα να πάει στο 20%.

Βρισκόμαστε σε τέτοιες συνθήκες: τίποτε δεν μας χαρίζεται αλλά και με ένα μαζικό ακροατήριο γύρω μας που παλεύει και ταυτόχρονα ζητάει απαντήσεις. Μέσα στην καινούργια περίοδο χρειαζόμαστε μια στρατηγική που να λέει όχι μόνο να ανατρέψουμε τη ΝΔ αλλά να ανατρέψουμε το σύστημα. Όχι έξω από το εργατικό κίνημα αλλά με κέντρο το εργατικό κίνημα. Και με μια τακτική που να λέει όχι μόνοι μας αλλά με ενιαίο μέτωπο, δίνοντας τις μάχες από κοινού και οργανωμένα και ταυτόχρονα συζητώντας και ξεκαθαρίζοντας στα ζητήματα της στρατηγικής. 


Κωστής Καρπόζηλος
Ανάγκη εφαρμοσμένων πολτικών

Όταν είδα τον τίτλο της σημερινής συζήτησης σκέφτηκα ότι είχε δύο αναγνώσεις. Η μια είναι η κρίση του συστήματος. Η άλλη ανάγνωση ή δική μου παρανάγνωση είναι η κρίση της Αριστεράς. 

Αν το σκεφτούμε ιστορικά μέσα στον 20ο αιώνα, η κρίση του συστήματος, λιγότερο ή περισσότερο, τροφοδοτούσε την άνοδο, τη δυναμική της Αριστεράς. Όχι αυτόματα, ότι η κρίση ξεσπάει κι αυτό σημαίνει κατευθείαν αγώνες, και όχι πάντα με τον ίδιο τρόπο, αλλά οι κλυδωνισμοί του συστήματος έμοιαζε να τροφοδοτούν την άνοδο εναλλακτικών εκδοχών είτε διαχείρισης είτε ανατροπής του.

Και αυτές οι εναλλακτικές μπορεί να εκφράζονταν από διαφορετικούς, πολιτικούς κοινωνικούς χώρους αλλά κάπου συνέκλιναν στην αίσθηση ότι βρισκόμαστε σε μια ιστορική καμπή που απαιτεί υπέρβαση. Σκεφτείτε την κρίση του 1929, και είμαι σίγουρος ότι κάπου μετά θα έχουμε συζητήσεις για την δεκαετία του ’30, τις απεργίες, την Ισπανία, ακόμη και την ίδια την εμπειρία της δεκαετίας του ’40. Σκεφτείτε διαδοχικές στιγμές ιστορικές και πώς κάθε φορά βλέπουμε μια άνοδο του κινήματος, του κοινωνικού ανταγωνισμού, των εναλλακτικών εκδοχών. Τελευταία φορά που το είδαμε αυτό ήταν με τον κύκλο που άνοιξε το 2008-09 με την τελευταία μεγάλη οικονομική κρίση. Η σημερινή κρίση δεν έχει πυροδοτήσει μια θετική απάντηση όπως συνέβη το 2008-09. Υπάρχουν τρεις κύριοι λόγοι γι’ αυτό που αφορούν την Αριστερά. 

Ο πρώτος είναι ότι οι εναλλακτικές που εκφραστήκαν στο έδαφος της οικονομικής κρίσης του 2008 απέτυχαν. Τα πειράματα στη Λατινική Αμερική με όλες τις συναρπαστικές τους διαστάσεις δεν μετατράπηκαν σε στέρεα υποδείγματα μιας εναλλακτικής οικονομίας. Φαινόμενα ή κινήματα που φάνηκαν να διεκδικούν πολιτική εκπροσώπηση σε άλλες περιοχές του κόσμου δεν μπόρεσαν να σταθεροποιηθούν ως βιώσιμες εναλλακτικές. Το ευρωπαϊκό και ελληνικό παράδειγμα μπορεί να αποτελούν αυτό, που πιο εύκολα μπορούμε να συνεννοηθούμε, ότι δεν έφερε καμιά συγκλονιστική μεταβολή στις νοοτροπίες και τις συνειδήσεις των ανθρώπων. Άρα εν τέλει καταγράφονται ως αποτυχίες.     

Αυτές οι αποτυχίες δεν συμπαρασύρουν σε κρίση μόνο τα πολιτικά ρεύματα που αναφέρονται στις συγκεκριμένες αποτυχημένες προσπάθειες. Είναι σαν η Αριστερά, σαν ένας ολόκληρος κοινωνικός, πολιτικός χώρος να επηρεάζεται στον ίδιο βαθμό. Δεν έχω δει μια φορά που η κρίση του ρεφορμισμού να οδηγεί στην ενίσχυση των επαναστατικών τάσεων. Αυτή η προσδοκία ότι αφού η ρεφορμιστική εκδοχή διαχείρισης απέτυχε, αυτόματα αυτό σημαίνει ότι η επαναστατική εκδοχή θα πάρει το πάνω χέρι. Συνήθως η αποτυχία του ρεφορμισμού σε όλες τις εκδοχές του μεταγγίζει την κρίση στον πιο ανήσυχο χώρο των επαναστατικών ρευμάτων.

Το δεύτερο μεγάλο κληροδότημα αυτής της περιόδου της αποτυχίας είναι μια φράση του Μαρκ Φίσερ ότι «η επιθυμία μας δεν έχει ακόμη όνομα». Δείτε πόσο εποικίζει το λόγο μας η έννοια της αντίστασης, το αντί, αντινεοφιλελεύθερο, αντικαπιταλιστικό. Θυμηθείτε την περίφημη φράση των κοινωνικών φόρουμ ότι «ένας άλλος» απροσδιόριστος μη ονοματισμένος «κόσμος είναι εφικτός». Παρατηρείστε πώς στο πολιτικό λεξιλόγιο της Αριστεράς αυτό που παλιά θα λέγαμε στρατηγικός στόχος είτε απουσιάζει πλήρως είτε μετατρέπεται σε μια τελετουργική επανάληψη λέξεων που κάπου χωλαίνουν γιατί δεν έχουν επικαιροποιηθεί. Άρα, σε αυτήν τη νέα κρίση που βιώνουμε σήμερα, αν το 2008 υπήρχε ακόμη η θετική παρακαταθήκη του κινήματος «ενάντια» στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση, σήμερα εμφανιζόμαστε να μην έχουμε καν αυτό.   

Το τρίτο ζήτημα που με ζορίζει και είναι ενδιαφέρον της κρίσης της Αριστεράς είναι ότι δεν έχουμε δουλέψει εντατικά και παραγωγικά πάνω στην κατανοήση των μεγάλων μεταβολών που συντελούνται και πάνω στα μεγάλα ερωτήματα και στη δυνατότητα του καπιταλισμού και μάλιστα των πιο αυταρχικών εκδοχών του, να εμφανίζονται ως οι επιταχυντές των ανθρώπινων κοινωνιών. Δείτε τη συζήτηση περί ΑΙ, την αμηχανία της Αριστεράς να συζητήσει γι’ αυτό, την αποδέσμευσή της από μια θετική παρακαταθήκη του 19ου αιώνα, όπου οι διανοητές της μαρξιστικής παράδοσης θα λέγαν ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να είναι το εργαλείο μετάβασης σε μια κοινωνία που δεν θα χρειάζεται να δουλεύουμε, το λέω σχηματικά. Και σήμερα την αμηχανία μας και την αίσθηση ότι αυτή η μεταβολή μπορεί να έχει μόνο καταστροφικά αποτελέσματα για τον κόσμο της εργασίας, μπορεί να είναι μόνο εργαλείο εκτίναξης της καπιταλιστικής κεροδοφορίας.

Έχει δίκιο η Μαρία όταν λέει ότι πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στις ΗΠΑ. Να σταθούμε και να δούμε τη δυναμική των κοινωνικών κινημάτων αλλά και να δούμε τη γένεση, την ανάδυση ενός αυταρχικού φαινομένου εξυπηρέτησης της καπιταλιστικής κερδοφορίας, που δεν έχει προηγούμενο στην πρόσφατη ιστορία. Βλέπουμε τη συζήτηση για τους δασμούς, την επίθεση στα δικαιώματα, ότι εν τέλει η επίθεση στην αμερικανική κοινωνία δεν αφορά μόνο τους παραδοσιακούς υπόπτους, αλλά επεκτείνεται και σε άβατα όπως είναι οι χώροι των θετικών επιστημών. Μιλούσα με ένα συνάδλεφο που κάνει αντικαρκινική έρευνα στη Νέα Υόρκη και μου έλεγε το ίδρυμά μας δεν κινδυνεύει λόγω φιλοπαλαιστινιακής στάσης αλλά γιατί ο υπουργός Υγείας των ΗΠΑ δεν πιστεύει στα εμβόλια. 

Πρέπει να αποφασίσουμε ότι αν θέλουμε τα φαινόμενα που εμφανίζονται στις ΗΠΑ και επεκτείνονται, βλέπε Πορτογαλία, να τα πάρουμε στα σοβαρά, χρειάζεται να σκεφτούμε και σοβαρά πως θα υπερβούμε τη δική μας κρίση. Κλείνω λέγοντας το εξής: 

Η αδυναμία της Αριστεράς έχει να κάνει καταρχήν με την αδυναμία της να θέσει η ίδια μια θετική ατζέντα στη συζήτηση. Εμφανιζόμαστε σαν ένα ρεύμα αντίστασης στις επερχόμενες αλλαγές και όχι σαν ένα ρεύμα με αυτοπεποίθηση, το οποίο μπορεί να διεκδικήσει την διεύρυνση του ζωτικού χώρου για τον κόσμο της εργασίας, των υποτελών τάξεων κι όλων των πολιτικών υποκειμένων που συχνά η Αριστερά δεν κατανοεί -βλέπε τους μεταναστευτικούς πληθυσμούς. Και χαίρομαι που συνομιλώ εδώ μαζί σας γιατί ξέρω ότι έχετε κάνει πολύ καλή δουλειά σε αυτό το ζήτημα.

Το τελευταίο που θέτω σαν προβληματισμό, κι επειδή ενδεχομένως διαφωνούμε, είναι το ερώτημα των εφαρμοσμένων πολιτικών. Αν έχουμε δηλαδή την πολυτέλεια να θεωρήσουμε ότι οι εφαρμοσμένες πολιτικές στο σήμερα, κάτι που προϋποθέτει την αποδοχή του μεταρρυθμιστικού δρόμου, αν αυτό μας αρκεί ή θα πρέπει να σκεφτούμε ότι ακόμη και η άνοδος των επαναστατικών ρευμάτων στον ιστορικό χρόνο, πολύ συχνά προήλθε μέσα από στιγμές φαινομενικής σταθεροποίησης και διεύρυνσης της σοσιαλδημοκρατικής ή άλλων εκδοχών ρεφορμιστικής διαχείρισης του παρελθόντος. 

Έχω γράψει πολύ συχνά ότι δεν πρέπει να επαναλαμβάνουμε το παρελθόν, άρα δεν σας το προτείνω. Απλώς το θέτω ως ερώτημα, αν δηλαδή βρισκόμαστε στη στιγμή που θα πρέπει να ξανασκεφτούμε του πώς μπορούμε να απαντήσουμε σε αυτό που έρχεται όχι με όρους αντίστασης ή όρους ενατένισης ενός εναλλακτικού μέλλοντος που αυτή τη στιγμή αδυνατούμε να το προσδιορίσουμε. Και αν αυτό θα πρέπει να μας οδηγήσει στην συζήτηση για την ανάγκη εφαρμοσμένων πολιτικών στο σήμερα που θα δώσουν δυνατότητα ανάπτυξης ριζοσπαστικών αντιλήψεων και εκδοχών της Αριστεράς.   


Μιχάλης Λυμπεράτος
Κρίση πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους

Το πιο σημαντικό που έχει να απορρίψει ή να υιοθετήσει κανείς -και αποτελεί την καρδιά της μαρξιστικής σκέψης- είναι η θεωρία της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους. Αυτή η θεωρία διαχωρίζει σοσιαλδημοκράτες, πραγματικούς αριστερούς που εμπλέκονται στα κινήματα και διαχωρίζει βέβαια και από την κλασσική οικονομική θεωρία που την απορρίπτει τελείως.

Όποιος δεν χρησιμοποιήσει σήμερα αυτήν την ανάλυση δεν μπορεί να απαντήσει με κανένα τρόπο στο τι συμβαίνει σε παγκόσμιο επίπεδο -και μάλιστα σε εποχές κοσμοϊστορικής σημασίας όπου αλλάζει πλήρως η εικόνα διεθνώς του καπιταλισμού. Όπου υπάρχει μια κατεύθυνση, κατά κάποιο τρόπο αντι-παγκοσμιοποίησης, όπου δομές που εμφανίζονται δείχνουν ότι το σύστημα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους.

Μέχρι τώρα υπήρχαν εναλλακτικές δυνατότητες, π.χ. οι ΗΠΑ απορροφούσαν τα πλεονάσματα όλων των χωρών του πλανήτη γιατί στέκονταν πάνω στο αμερικάνικο δολάριο που τους έδινε τη δυνατότητα να αγοράζουν τα πάντα χωρίς να παράγουν, και αυτά που αγοράζαν να τα μεταφέρουν σε αμερικανικά ομόλογα, και μέσω αυτών να αντισταθμίζουν το πρόβλημα που αλλιώς θα παρουσιαζόταν σε οποιαδήποτε χώρα που δεν έχει το δολάριο. 

Αυτή τη στιγμή τα αμερικάνικα ομόλογα είναι σε κρίση. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούν να διαμορφώσουν το ύψος του ομολόγου, του κουπονιού δηλαδή που δίνει το ομόλογό του. Τα ύψη αυτά αυξάνονται ανεξαρτήτως των επιθυμιών των ΗΠΑ που είναι η πρώτη φορά που κινδυνεύουν να χρεωκοπήσουν παρά τους αντισταθμιστικούς μηχανισμούς που έχουν. Οι ΗΠΑ μπορούσαν μέσω των επιτοκίων να διαμορφώσουν μια παγκόσμια ιμπεριαλιστική αλυσίδα, σήμερα διαφαίνεται ότι δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα. 

Προσπαθούν να το αντιμετωπίσουν με τρόπους οι οποίοι θυμίζουν περιόδους των απαρχών του καπιταλισμού: Εκτεταμένους πολέμους και απειλές πολέμου, απειλή για πυρηνικό ολοκαύτωμα. Αυτού του είδους τα φαινόμενα δείχνουν την αστάθεια σε πλανητικό επίπεδο και εμπεριέχουν κι έναν άλλο κίνδυνο: την ενίσχυση του εθνικισμού. Η πρακτική των δασμών, και σε τέτοιο επίπεδο, ήταν πρακτική του 19ου αιώνα ή της πρώτης τριακονταετίας του 20ου. Είναι τόσο κεφαλαιώδεις οι αλλαγές που λαμβάνουν χώρα που σε λίγο καιρό θα τρίβουμε τα μάτια μας αν δεν μπορέσουμε ως αριστεροί να κατανοήσουμε την κρίση. 

Πρέπει να πούμε στον κόσμο ότι υπάρχει μια κρίση που δεν αντιμετωπίζεται, μια κρίση όμως που εμείς μπορούμε να αναλύσουμε και με βάση αυτό να εξωθήσουμε τους ανθρώπους να συνταχτούν σε πιο επιθετικές κατευθύνσεις.  Η Αριστερά να συγκροτήσει δικό της προγραμματικό λόγο, δίνοντας τη δική της προοπτική. Να είμαστε ειλικρινείς και να εκθέσουμε τον σχεδιασμό που έχουμε προτείνοντας καθαρά ότι θα κάνουμε το τάδε ή το δείνα με σαφήνεια. 

Παρακολουθώντας π.χ. το θέμα της Ουκρανίας φτάσαμε μπροστά στην απειλή ενός πυρηνικού πολέμου. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχει Αριστερά που να μην έχει άποψη για το τι συμβαίνει στην Ουκρανία και να κρύβεται πίσω από πασιφιστικές γραμμές και να κάνουμε ότι δεν αντιλαμβανόμαστε τις ιδιαίτερες συνθήκες. 

Θα πρέπει να πούμε με σαφήνεια ότι θα κάνουμε αυτό, πάνω σε αυτό θα συζητήσουμε με τις άλλες δυνάμεις. Θα αναζητήσουμε τα ενιαία μέτωπα και θα συζητήσουμε σε σχέση με αυτά, τα προγράμματα της Αριστεράς, όπως συνέβη όλο τον 20ο αιώνα. Μου κάνει εντύπωση ότι υπάρχουν πολιτικοί λόγοι της Αριστεράς που δεν τοποθετούνται για την Ουκρανία ή το κάνουν με σχηματικό πασιφιστικό τρόπο. Δεν κάνεις έτσι πολιτική. Είμαστε υποχρεωμένοι να καταλάβουμε τι συμβαίνει, να δώσουμε απαντήσεις και να προτείνουμε δικές μας λύσεις - ασχέτως αν αντιμετωπίσουμε κριτική.

Πρέπει να βλέπουμε το μεγάλο. Να πούμε στον κόσμο σχετικά με την κρίση μην αυταπατάστε, δεν θα γίνει τίποτε αν δεν υπάρξει μια κεφαλαιώδης απόπειρα να μπορέσουμε να συγκροτήσουμε π.χ. ένα φιλειρηνικό κίνημα. Είναι δυνατόν σε αυτές τις συνθήκες να μην υπάρχει φιλειρηνικό κίνημα, όπως την εποχή του Λαμπράκη, όταν ξέρουμε ότι σήμερα οι κίνδυνοι είναι πολύ περισσότεροι;   

 

• Βασικά σημεία από τις ομιλίες στη συζήτηση με θέμα η «Αριστερά μπροστά στην κρίση» που έγινε στο πλαίσιο του Μαρξισμού 2025. Βίντεο και ηχητικά από τις εισηγήσεις και τις συζητήσεις από όλες τις μέρες του φεστιβάλ μπορείτε να δείτε και να ακούσετε στο sekonline.gr