Διεθνή
Απεργίες στον Παναμά: Ενάντια σε Τραμπ-πολυεθνικές

25/5, Μαθητές και εκπαιδευτικοί μαζί με τους απεργούς της Τσικίτα διαδηλώνουν στην Τσανγκουινόλα του Παναμά

Απεργιακή φωτιά έχει πάρει ο Παναμάς εδώ και ενάμισυ μήνα. Η κυβέρνηση του Χοσέ Ραούλ Μουλίνο προκάλεσε τον κόσμο του Παναμά σε πολλά παράλληλα μέτωπα. Η απεργιακή μάχη είχε σαν πρώτη αφορμή μια αντιμεταρρύθμιση που επιχειρεί ο Μουλίνο σε βάρος των συντάξεων και της Υγείας. Προσπαθεί να ιδιωτικοποιήσει τα ασφαλιστικά ταμεία, αυξάνοντας ταυτόχρονα τα όρια συνταξιοδότησης κατά τρία χρόνια. Οι εκπαιδευτικοί έκαναν την αρχή και μαζί τους βγήκαν σε απεργία διαρκείας από τις 23 Απρίλη τα συνδικάτα που οργανώνουν την εργατική τάξη σε πολλούς κλάδους. Μέχρι τις 16 Μάη, η αστυνομία είχε ανακοινώσει ήδη 480 αποκλεισμούς δρόμων. Η κυβέρνηση και τα αφεντικά τρομοκρατήθηκαν από αυτήν την κατάσταση και έριξαν στη μάχη τις δυνάμεις καταστολής.

Οι κοινότητες των ιθαγενών μετατράπηκαν σε έναν ιδιαίτερο πόλο του κινήματος. Αυτό δεν ήταν άσχετο με τις μάχες στους εργατικούς χώρους. Μία από αυτές τις μάχες απέκτησε πολύ μεγάλες διαστάσεις. Είναι η μάχη στην πολυεθνική Τσικίτα, η οποία ελέγχει το 90% της παραγωγής μπανάνας στη χώρα. Το μεγαλύτερο μέρος των εργατών και των εργατριών της Τσικίτα είναι ιθαγενείς. Η Τσικίτα ένιωθε ανίκητη, έχοντας την ολοσχερή στήριξη της κυβέρνησης, η οποία ξέρει πως οι μπανάνες είναι το πρώτο σε εξαγωγές προϊόν της χώρας και πρόσφατα τα έσοδα έσπασαν ρεκόρ 15ετίας. Όμως, αντιμέτωπη με τη δύναμη της απεργίας, η Τσικίτα ξεκίνησε τις απειλές και τους εκβιασμούς. Την περασμένη βδομάδα, μετά από κάποιες πρώτες απολύσεις ανακοίνωσε ότι θα πετάξει στο δρόμο σχεδόν ολόκληρο το προσωπικό. Έκανε λόγο για 5 χιλιάδες απολύσεις (από τους έξι χιλιάδες εργαζόμενους συνολικά). Η κυβέρνηση είχε παρέμβει ζητώντας από το συνδικάτο να ανοίξει τους δρόμους καθώς εκτός από την παραγωγή της μπανάνας, δέχεται μεγάλα πλήγματα ο τουρισμός, όμως το συνδικάτο απάντησε πως “θα ζήσουμε στους δρόμους”, μέχρι να δοθεί λύση.

Ο κατάλογος των μαχών δεν τελειώνει εκεί. Άνοιξε ταυτόχρονα ο αγώνας ενάντια στην προσπάθεια για ανάπτυξη ενός χαλκορυχείου, το οποίο το κίνημα είχε καταφέρει να το μπλοκάρει το 2023.

Όμως πίσω από όλες αυτές τις μάχες, υπήρξε και μια πολιτική εξέλιξη που φαίνεται πως έπαιξε ρόλο στην ταχύτητα με την οποία το κίνημα ριζοσπαστικοποιήθηκε και ενοποιήθηκε. Η κυβέρνηση Τραμπ απειλεί από την πρώτη μέρα του σχηματισμού της ότι θα ξαναπάρει τον έλεγχο στη Διώρυγα του Παναμά. Ο Υπουργός “Άμυνας” του Τραμπ, Πιτ Χέγκσεθ πήγε τον Απρίλη στον Παναμά και υπέγραψε με την κυβέρνηση ένα “Μνημόνιο Κατανόησης”. Το Μνημόνιο ήταν μια δήλωση από τη μεριά της παναμέζικης κυβέρνηση ότι καταλαβαίνει τις “ευαισθησίες” του Τραμπ και είναι διαθέσιμη να του κάνει όσες χάρες ζητήσει. Τις “ευαισθησίες” τις ανέφερε ανοιχτά και ξάστερα ο Χέγκσεθ σε μια συνέντευξή του: “Δεν μπορεί η Κίνα να ελέγχει την πίσω αυλή των ΗΠΑ”, ιδιαίτερα σε ένα σημείο τόσο κομβικό για την παγκόσμια ναυσιπλοΐα και οικονομία όπως η Διώρυγα του Παναμά. 

Από την πλευρά της η κυβέρνηση του Μουλίνο έχει να προσφέρει το ρόλο του Παναμά ως κάτω φράχτη των μεταναστευτικών οδών προς τις ΗΠΑ. Ο Παναμάς είναι η χώρα που κλείνει στην πρόσβαση στην Κολομβία και από εκεί σε ολόκληρη τη Νότια Αμερική. Έτσι, οι ΗΠΑ πήραν το ΟΚ να φέρουν στρατεύματα στον Παναμά για λόγους “ασφάλειας”. Η Διώρυγα του Παναμά ήταν υπό τον αποικιακό έλεγχο των ΗΠΑ από τις αρχές του 20ου αιώνα ως το 1999. Μια λεπτή λωρίδα γης στην καρδιά της χώρας βρισκόταν στον έλεγχο της αμερικάνικης και όχι της παναμέζικης κυβέρνησης. Οι ΗΠΑ είχαν παίξει καθοριστικό ρόλο στην ίδια τη δημιουργία του Παναμά (ο οποίος μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα αποτελούσε τμήμα της Μεγάλης Κολομβίας). 

Όμως μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και ιδιαίτερα από τη δεκαετία του ‘70 όταν όλοι ορκίζονταν στο ελεύθερο εμπόριο και στη δύναμη της παγκόσμιας αγοράς, άρχισαν οι διαπραγματεύσεις για την επιστροφή της Διώρυγας σε παναμέζικο έλεγχο, με τη λογική ότι δεν θα γινόταν κομμάτι οποιουδήποτε εμπορικού πολέμου. Τώρα οι εμπορικοί πόλεμοι επιστρέφουν με βασική σύγκρουση αυτήν ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα και βγαίνουν από τα συρτάρια όλα τα όπλα και επιχειρήματα της αποικιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού.

Η κυβέρνηση Μουλίνο “φιλώντας τον κώλο του Τραμπ” (με τα λόγια του ίδιου του αμερικανού προέδρου) έδωσε ένα μεγάλο επιχείρημα στον κόσμο να ενώσει τις μάχες του και να τις πάει μέχρι το τέλος.