Η Αριστερά
Μπροστά με αντικαπιταλισμό – όχι πισωγύρισμα με Τσίπρα

5/7/15, Πανηγυρική διαδήλωση το βράδυ της νίκης του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα. Φωτό: Αρχείο Εργατική Αλληλεγγύη

Η Συνέντευξη στη Le Monde και η ανακοίνωση ότι το κλείσιμο του συνεδρίου του Economist, που θα γίνει στην Θεσσαλονίκη την προηγούμενη μέρα από την ομιλία Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, ανατέθηκε από τους διοργανωτές στον Τσίπρα, τον ξαναφέρνουν στην επικαιρότητα. Στην πραγματικότητα, είναι κομμάτι μίας προσπάθειας «επιστροφής» που έχει στήριξη και από μερίδα των ΜΜΕ. 

Η πολιτική κρίση είναι στο κόκκινο. Οι αγώνες και η οργή του κόσμου έχουν κάνει τον Μητσοτάκη να παραπαίει αλλά η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση αγκομαχάει. Μπορεί το «κεφάλαιο Τσίπρα» να αποτελέσει την εναλλακτική απέναντι στον Μητσοτάκη; 

Όσο και αν ο Τσίπρας προσπαθεί να αποστασιοποιηθεί από τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ και από όλα τα κοινοβουλευτικά και μη «θραύσματα» του, το «χαρτί Τσίπρα» είναι καμένο για τον κόσμο που σιχαίνεται τη δεξιά και τον Μητσοτάκη. Η δεξιά μετατόπισή του είναι με «σπασμένα φρένα σε κατήφορο». Κάποτε, οι πολιτικοί πρόγονοί του μιλάγανε για «δημοκρατικό σοσιαλισμό», αυτός, τώρα, μιλάει για «δημοκρατικό καπιταλισμό» και από την Μεταπολίτευση θυμάται μόνο τον «εθνάρχη» Καραμανλή όταν παρουσιάζει μία «Νέα Εθνική Πυξίδα» με «πολυδιάστατη στρατηγική» που θα «σώσει τη χώρα» και θα την κάνει ένα «κανονικό» κράτος. 

Στο Συνέδριο του Economist θα δώσει τα διαπιστευτήριά του στην άρχουσα τάξη και στη Le Monde προσπάθησε να ξεμπερδέψει με το παρελθόν. Να παρουσιάσει, δηλαδή, μία εικόνα που λίγο-πολύ το 3ο Μνημόνιο και η διακυβέρνηση ‘15-’19 «έσωσε την χώρα και μείωσε τις κοινωνικές ανισότητες». 

Τι είπε ο Τσίπρας στην Le Monde; Κατ' αρχάς, ότι η Ελλάδα οδηγήθηκε στην κρίση εξαιτίας κάποιων δικών της «ανωμαλιών» («δυσλειτουργικό παραγωγικό μοντέλο, γενικευμένη διαφθορά και πελατειακό κράτος»). Δεν φταίει, δηλαδή, το σύστημα που γεννά τις κρίσεις αλλά το «κακό μας το κεφάλι». Οι «χρόνιες παθογένειες του κράτους» που λέει, σε κάθε έγκλημα και σκάνδαλο και ο Μητσοτάκης. Άμα ξεκινάς από αυτή την αφετηρία είναι λογικό να αναζητάς τη «σωτηρία» στην, δήθεν, προηγμένη ΕΕ. Το ότι η ίδια η ΕΕ είναι βουτηγμένη στα σκάνδαλα και με ένα «παραγωγικό μοντέλο» που βυθισμένο σε αρνητικούς ή μηδενικούς ρυθμούς ανάπτυξης είναι μάλλον λεπτομέρειες. 

Όταν πάει να μιλήσει για το Δημοψήφισμα, θεωρεί τον κόσμο, που έδωσε τη μάχη, απέναντι σε «θεούς και δαίμονες», να βγει πανηγυρικά το ΟΧΙ, ότι δεν κατάλαβε γιατί το έκανε. Με δικά του λόγια: «το δημοψήφισμα... ήταν ένας τρόπος, μέσω μιας μορφής δραματοποίησης, να επιτύχω παραχωρήσεις από τους πιστωτές. Και το πετύχαμε εν μέρει, η Ελλάδα μπόρεσε να αναδιαρθρώσει το δημόσιο χρέος της, γεγονός που της επέτρεψε να βγει από το διεθνές πρόγραμμα τον Αύγουστο του 2018 και να ανακτήσει την οικονομική της αυτονομία». Μία «μορφή δραματοποίησης», λοιπόν, μία θεατρική παράσταση, δηλαδή, για να πιεστούν οι πιστωτές για ένα «ήπιο» 3ο Μνημόνιο που θα οδηγούσε σε «οικονομική αυτονομία». Το μνημόνιο, δηλαδή, ήταν δεδομένο, η διαφορά ήταν αν αυτό θα ήταν «σκληρό» ή «ήπιο», οι στόχοι καθορισμένοι για τα συμφέροντα των βιομηχάνων και των τραπεζιτών. Από το «θα καταργήσω τα μνημόνια με ένα άρθρο και ένα νόμο» στο «και αν δεν υπήρχαν τα μνημόνια θα έπρεπε να τα εφεύρουμε». 

Αλλά, το 61,3% του λαού που ψήφισε ΟΧΙ το έκανε έχοντας εν γνώσει ότι το ερώτημα ήταν ΝΑΙ ή ΟΧΙ στην ευρωζώνη, όπως θύμιζαν σε κάθε ευκαιρία οι ηγέτες της ΕΕ. Δεν κώλωσε ούτε μπροστά στα κλειστά ΑΤΜ, ούτε μπροστά στη συνεχή κινδυνολογία. Και φυσικά, δεν το έκανε για να σώσει τους τραπεζίτες και τους βιομηχάνους.

Απάντηση

Η καλύτερη απάντηση στο αφήγημα του Τσίπρα, υπάρχει στην «Εργατική Αλληλεγγύη» που κυκλοφορούσε στις 18 Αυγούστου του ‘15. Ο Πάνος Γκαργκάνας έγραφε: 

«Η κυβέρνηση της Μέρκελ δύσκολα μπορεί να κρύψει την άγρια χαρά της για το δώρο που της έκανε ο Τσίπρας. Η επιμονή Μέρκελ-Σόιμπλε ότι δεν υπάρχει εναλλακτική απέναντι στη συνέχιση της λιτότητας τώρα παίρνει και τη σφραγίδα του ΣΥΡΙΖΑ… Πέρα, όμως, από αυτό το πολιτικό δώρο… προσφέρει και άλλη μια εξυπηρέτηση στα σχέδια τους. Πρόκειται για την περιβόητη τραπεζική ενοποίηση της Ευρωζώνης. Μια από τις κολώνες του «βαθέματος της ευρωπαϊκής ενοποίησης» και της ισχυροποίησης του Ευρώ απέναντι στο δολάριο και τους άλλους ανταγωνιστές του, είναι η προοπτική να φύγει η αρμοδιότητα κρατικής διάσωσης των τραπεζών από τα κράτη μέλη και να περάσει στους θεσμούς της Ευρωζώνης.

Μπορεί μέσα στη Βουλή η μνημονιακή συνεργασία να συγκεντρώνει 222 βουλευτές, αλλά αυτή η σαρωτική κοινοβουλευτική πλειοψηφία γίνεται μειοψηφία απέναντι στο 61,3% που πήρε το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα. Οι κυβερνητικοί χειρισμοί είναι άλλη μια επιβεβαίωση για τον ταξικό χαρακτήρα και του νέου Μνημόνιου. Ακριβώς επειδή στην ουσία του αποτελεί συνέχεια από τα προηγούμενα και υπηρετεί τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης, γι’ αυτό και διαδικαστικά η ψήφισή του έγινε με τον ίδιο τρόπο που είχαν χρησιμοποιήσει ξανά και ξανά οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.

Υπάρχουν δυο λόγοι για αυτή την εξέλιξη. Ο πρώτος είναι ο ρεφορμιστικός χαρακτήρας του ΣΥΡΙΖΑ. Πολλοί είχαν πιστέψει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα που έχει ξεπεράσει τα όρια της παραδοσιακής αριστεράς, μια συνεργασία ανάμεσα σε παλιές και νέες δυνάμεις μαζί με τα κινήματα που δικαιολογούσε τον χαρακτηρισμό «ριζοσπαστική αριστερά».

Στην πραγματικότητα, ήταν ένα πολυσυλλεκτικό εκλογικό σχήμα που προσπαθούσε να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, δηλαδή να σπάσει τη λιτότητα μέσα από ένα συμβιβασμό με το κατεστημένο σε Ελλάδα και Ευρώπη, κάτω από την κομματική ηγεμονία της πιο δεξιάς πτέρυγας της παλιάς αριστεράς στην Ελλάδα, της αριστεράς του Κύρκου και της Δαμανάκη. Ο Τσίπρας είναι κληρονόμος μιας προεδρικής φρουράς που έχει τις ρίζες της εκεί και γι’ αυτό η κατάντια του δεν είναι έκπληξη για όσους ανήκουμε στην επαναστατική αριστερά.

Υπάρχει, όμως, ένας δεύτερος και καθοριστικός λόγος για το γρήγορο ξεσκέπασμα των ορίων του ΣΥΡΙΖΑ και αυτός έχει να κάνει με τη ριζοσπαστικοποίηση της εργατικής τάξης και της νεολαίας όλα τα τελευταία χρόνια. Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν και δεν είναι μια παθητική εκλογική πελατεία, είναι κόσμος γεμάτος από εμπειρίες. Κόσμος που θυμάται τις φλογερές διακηρύξεις του ΠΑΣΟΚ και πώς τις πρόδωσε, κόσμος που βγήκε στους δρόμους και έδωσε μάχες με πανεργατικές απεργίες, καταλήψεις στις πλατείες και αντιφασιστικά συλλαλητήρια. Αυτά τα χαρακτηριστικά σήμαναν ότι οι συμβιβασμοί της ηγεσίας Τσίπρα δεν οδήγησαν σε απογοήτευση και αποστράτευση, αλλά σε επιμονή στον αγώνα και στην αναζήτηση προς τα αριστερά. Αυτό είναι το ρεύμα που πίεσε και πιέζει μια μεγάλη μερίδα της κοινοβουλευτικής ομάδας να αντισταθεί και στο νέο μνημόνιο. Είναι προς τιμή των 44 βουλευτών που αρνήθηκαν να το ψηφίσουν. Αλλά το μεγάλο ζητούμενο δεν είναι να σώσει ο καθένας μας την τιμή και την υπόληψή του, δεν βρισκόμαστε μπροστά σε μια μάχη που γίνεται για την τιμή των όπλων.

Η Αριστερή Πλατφόρμα για πολύ μεγάλο διάστημα έκλεινε τα μάτια μπροστά στην πραγματική φύση του ΣΥΡΙΖΑ. Αποδέχθηκε την ηγεσία Τσίπρα χωρίς ποτέ να την αμφισβητήσει ούτε καν προωθώντας μια άλλη υποψηφιότητα στο συνέδριό του. Έψαχνε πάντα τρόπους να κρατάει τις όποιες διαφωνίες της στα όρια του ανεκτού. Ακόμη και τώρα ταλαντεύεται, αναζητώντας φόρμουλες του τύπου «στηρίζουμε την κυβέρνηση, απορρίπτουμε το μνημόνιο» και αυτό την αφήνει εκτεθειμένη σε πρωτοβουλίες όπως η κίνηση Τσίπρα να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης. 

Η Αριστερά μετά την τραγική εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται να απαντάει ξεκάθαρα στο ερώτημα «ποιος ελέγχει τα κλειδιά της οικονομίας και της εξουσίας»; Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η δύναμη που δείχνει το δρόμο για τη σωστή απάντηση.

Η «Εργατική Αλληλεγγύη» και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μπορούν να είναι περήφανες για τη συμβολή τους στην ανάδειξη της εναλλακτικής λύσης απέναντι στο μονόδρομο του εναγκαλισμού με τον Σόιμπλε. Από την πρώτη στιγμή, όταν άνοιξε η προοπτική της χρεοκοπίας και το σίριαλ της «διάσωσης» με τα μνημόνια το 2010, επιμείναμε και επιμένουμε ότι υπάρχει άλλος δρόμος, ο δρόμος της αντικαπιταλιστικής ανατροπής. Η στάση πληρωμών για τα τοκοχρεολύσια και η διαγραφή του χρέους είναι το πρώτο και απαραίτητο βήμα για να σπάσει. Συνακόλουθο είναι το βήμα της κρατικοποίησης των τραπεζών χωρίς ούτε ένα ευρώ σαν αποζημίωση για τους μετόχους τους. 

Αυτά τα προφανή βήματα δεν μπορούν να γίνουν χωρίς ρήξη με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την ΕΕ. Αυτό το γήπεδο είναι στημένο και μόνο με τη συλλογική δύναμη της εργατικής τάξης μπορούμε να ξεφύγουμε.

Να γιατί ο εργατικός έλεγχος δεν είναι ούτε μακρινή ουτοπία ούτε κάποιο επόμενο στάδιο, αλλά απαραίτητο όπλο για να υλοποιηθεί ένα ρεαλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα εξόδου από την κρίση. Το αντίδοτο σε μια νέα «αναζήτηση έντιμων συμβιβασμών» με τμήματα της αστικής τάξης που τάχα θα στηρίξουν την «παραγωγική ανασυγκρότηση» της χώρας, είναι να περάσει ο έλεγχος στα χέρια αυτών που παράγουν τον πλούτο, των ίδιων των εργατών.

Η αντίσταση στο νέο Μνημόνιο έχει ξεκινήσει, η εργατική τάξη που ψήφισε μαζικά ΟΧΙ δεν θα καθίσει με σταυρωμένα χέρια απέναντι στις νέες επιθέσεις και το έχει ήδη δείξει όχι μόνο στις κάλπες αλλά και με τις πρώτες απεργίες. Η πολιτική στήριξη που απαιτεί και που αξίζει όλος αυτός ο κόσμος της αντίστασης μπορεί και πρέπει να είναι αντίστοιχη με τα προχωρήματά του. Ο δρόμος της αντικαπιταλιστικής ανατροπής είναι ο νέος μονόδρομος».

Σήμερα, 10 χρόνια μετά, η διαλυτική κρίση της ρεφορμιστικής Αριστεράς, δείχνει ότι αυτή η «επιμονή» στο «δρόμο της αντικαπιταλιστικής ανατροπής» έχει δικαιωθεί και εξακολουθεί να είναι «η πολιτική στήριξη που απαιτεί και που αξίζει όλος αυτός ο κόσμος» που έχει βυθίσει την κυβέρνηση Μητσοτάκη σε κρίση.