Πριν από 6 χρόνια, όταν ο Τραμπ βρισκόταν στην πρώτη του θητεία, είχε ανακοινώσει μία από τις ξαφνικές του στροφές. Ήταν η ξαφνική αποχώρηση των αμερικάνικων στρατευμάτων από τη Συρία. «Είχαμε πει ότι θα πηγαίναμε για 30 μέρες και τελικά μείναμε 10 χρόνια. Ας μείνει να πολεμήσει κάνας άλλος σε αυτή τη μακριά ματωμένη αμμώδη έρημο», είχε πει τότε. Αντί για αποχώρηση και φυγή, όμως, η Συρία συνεχίζει να γίνεται επίκεντρο μιας μεγάλης μοιρασιάς που εμπλέκει και τις ΗΠΑ και όλες τις περιφερειακές δυνάμεις.
Πριν από λίγες μέρες, ο Άχμαντ αλ-Σάραα, ο ηγέτης του συριακού κράτους μετά την ανατροπή του Άσαντ επισκέφθηκε το Λευκό Οίκο και συναντήθηκε επίσημα με τον Τραμπ. Λέγεται πως ανάμεσα στα δώρα που φέρνει ο αλ-Σάραα στον Τραμπ είναι η προσφορά του για μια αμερικάνικη αεροπορική βάση έξω από τη Δαμασκό και έναν Πύργο Τραμπ στην πρωτεύουσα. Ο Τραμπ από τη μεριά του ζητάει κάτι παραπάνω. Θέλει να περάσει διεθνώς αυτή την συνάντηση σαν σύμβολο της επιστροφής της Συρίας στην αμερικάνικη Τάξη πραγμάτων, να πιστωθεί το γεγονός πως ο πόλεμος στη Συρία έληξε και ο νικητής είναι οι ΗΠΑ που κερδίζουν στην αγκαλιά τους μια χώρα η οποία μέχρι πρόσφατα ήταν κομμάτι του “άξονα της Τεχεράνης”.
Τα πράγματα όμως είναι πολύ πιο ασταθή από όσο θα ήθελε να τα περιγράψει ο Τραμπ. Πρώτον στο εσωτερικό της Συρίας. Ο αλ-Σάραα προχώρησε σε συμβολικά μέτρα “εκδημοκρατισμού” με ελεγχόμενες εκλογές για το κοινοβούλιο, αλλά την ίδια στιγμή οι ίδιες του οι δυνάμεις εξαπέλυαν μισαλλόδοξη βία, σπέρνοντας το διχασμό προς τις μειονότητες των Αλαουϊτών και των Δρούζων με χιλιάδες νεκρούς. Η ισορροπία ανάμεσα στον αλ-Σάραα ως κουστουμαρισμένο “δημοκράτη” και τον αλ-Σάραα ως επικεφαλής μιας εκδικητικής σφαγής είναι δύσκολο να διατηρηθεί για πάντα.
Τις τελευταίες μέρες για παράδειγμα έχει ενταθεί η βία εναντίον των (Ελληνορθόδοξων) Χριστιανών στην “Κοιλάδα των Χριστιανών” κοντά στα σύνορα με το Λίβανο. Το Επαναστατικό Αριστερό Ρεύμα (η αδελφή οργάνωση του ΣΕΚ στη Συρία) έχει βγάλει ανακοίνωση που συνδέει τη βία με τα στραβά μάτια που κάνει το καθεστώς απέναντι σε πρώην και νυν στελέχη του. Ανάμεσα σε άλλα αναφέρει:
«Προς τον λαό μας στη Κοιλάδα των Χριστιανών και στο Τζουντρίν, προς όλον τον καταπιεσμένο λαό μας, προς κάθε ελεύθερο άνθρωπο που απορρίπτει την αδικία και την τυραννία: Από την πτώση του καθεστώτος της κλίκας και έπειτα, γινόμαστε μάρτυρες μιας κλιμακούμενης βίας· από σφαγές με θρησκευτικά κίνητρα έως ανεξέλεγκτη καταστολή: δολοφονίες, απαγωγές, εκφοβισμούς, αυθαίρετες συλλήψεις και συστηματικές επιθέσεις εναντίον αθώων πολιτών. Όλα αυτά υπό τα μάτια και με τη συνενοχή μιας εξουσίας που υψώνει συνθήματα “κύρους”, ενώ στην πράξη παραδίδει τον λαό στο χάος, στη βία και στις εγκληματικές και σεκταριστικές συμμορίες, συμπεριλαμβανομένων των ίδιων των παραστρατιωτικών της. Προειδοποιούμε απέναντι σε κάθε προσπάθεια της εξουσίας να σύρει τις μάζες σε αιματηρές συγκρούσεις, που θα χρησιμοποιηθούν ως πρόσχημα για ακόμα σκληρότερη καταστολή.
Η αληθινή μας δύναμη βρίσκεται στην οργάνωση, στις λαϊκές ειρηνικές κινητοποιήσεις, και στη δημιουργία πολιτοφυλακών πολιτικής προστασίας, ικανών να υπερασπιστούν τους διαδηλωτές και να προστατεύσουν τις γειτονιές».
Το μεγαλύτερο εσωτερικό μέτωπο που παραμένει εντελώς άλυτο είναι οι Κούρδοι, οι ένοπλες οργανώσεις των οποίων συνεχίζουν να κρατάνε στα δικά τους χέρια ένα μεγάλο κομμάτι της επικράτειας. Οι κουρδικές οργανώσεις είχαν για καιρό τη στήριξη των ΗΠΑ σαν αντίπαλο δέος τόσο στον Άσαντ όσο και στο Ισλαμικό Κράτος. Εκεί όμως τα συμφέροντα των επίδοξων πατρόνων της νέας Συρίας αποκλίνουν. Ο Ερντογάν και ο αλ-Σάραα θέλουν οι συμφωνίες με τον Τραμπ να οδηγήσουν σε μια ενσωμάτωση των Κούρδων στις δομές του συριακου κράτους, δηλαδή να παραδώσουν τους Κούρδους στον αλ-Σάραα και να διαλύσουν την ανεξάρτητη οργάνωση που συνεχίζεται στις λεγόμενες ελεύθερες περιοχές.
Προθέσεις
Το Ισραήλ όμως δείχνει με κάθε τρόπο πως επιδιώκει μια Συρία πολυδιασπασμένη. Γι’ αυτό και συνεχίζει να αυτοπαρουσιάζεται σαν “φίλος των Κούρδων” και δεν έχει σταματήσει να βομβαρδίζει τη Συρία. Από τις πρώτες μέρες της ανατροπής του Άσαντ, το Ισραήλ έδειξε τις προθέσεις του. Έκανε καταιγιστικούς βομβαρδισμούς, διαλύοντας τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις του συριακού κράτους και επέκτεινε τα όρια της κατοχής του πέρα ακόμη και από την “αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη”, πέρα από τα Υψώματα του Γκολάν. Τα Υψώματα τα έχει αρπάξει το Ισραήλ από το 1967.
Ο Τραμπ ζητάει από τον αλ-Σάραα να μπει στις Συμφωνίες του Αβραάμ, δηλαδή να αναγνωρίσει το Ισραήλ, ενώ το Ισραήλ τον βομβαρδίζει και θέλει να κόψει τη χώρα σε κομματάκια. Ο αλ-Σάραα ζητάει από τον Τραμπ να ακυρωθούν όλες οι κυρώσεις προς τη Συρία και να εγγυηθεί πως θα δοθεί βοήθεια για ανοικοδόμηση από τον πόλεμο (η Παγκόσμια Τράπεζα λέει πως θα χρειαστούν τουλάχιστον 216 δισεκατομμύρια δολάρια), αλλά το Ισραήλ συνεχίζει να έχει πράσινο φως να ισοπεδώνει κρατικά κτίρια ακόμη και μέσα στη Δαμασκό.
Στο μεταξύ ο απλός κόσμος στη Συρία παλεύει με τη φτώχεια, με τη διάλυση και με τις ένοπλες συμμορίες, χωρίς να απασχολείται πάντα με όλες αυτές τις μοιρασιές που εξελίσσονται πίσω από την πλάτη του. Η πιο πρόσφατη μάχη είναι ενάντια στην αύξηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος. Έχουν ξεσπάσει τοπικές διαδηλώσεις ενάντια στην απόφαση της κυβέρνησης του αλ-Σάραα να καταργήσει τις περισσότερες επιδοτήσεις, ενώ οι μισθοί παραμένουν θλιβεροί και οι μαζικές απολύσεις από το δημόσιο (με την πρόφαση της ‘κάθαρσης’) έχουν αφήσει τον κόσμο ανίκανο να πληρώσει τα βασικά. Η προκήρυξη του Επαναστατικού Αριστερού Ρεύματος για τις κινητοποιήσεις αναφέρει: «Σε μια χώρα όπου εκατομμύρια εργαζόμενες και εργαζόμενοι ζουν στα όρια της επιβίωσης, αυτή η απόφαση αποτελεί μια νέα μορφή συστηματικής λεηλασίας των φτωχών προς όφελος των δικτύων εξουσίας και του κεφαλαίου.
Το ηλεκτρικό ρεύμα δεν είναι αγαθό πολυτελείας , αλλά θεμελιώδες δικαίωμα για μια αξιοπρεπή ζωή, για εργασία, εκπαίδευση και φροντίδα. Η αύξηση της τιμής του σημαίνει περισσότερο σκοτάδι στα σπίτια, περισσότερα προβλήματα στα μικρά εργαστήρια και περισσότερη δυστυχία στη ζωή των γυναικών και ανδρών που παράγουν τα πάντα σε αυτή τη χώρα, χωρίς να κατέχουν τίποτα.
Καλούμε όλες και όλους τους εργαζόμενους στους δημόσιους και ιδιωτικούς τομείς – εργάτες και εργάτριες στα εργοστάσια και τις βιοτεχνίες, υπαλλήλους και υπαλλήλους των υπηρεσιών, φοιτητές και δασκάλους, εργαζόμενους, στη γεωργία και στις μεταφορές, και κάθε άνθρωπο που ζει από τον καθημερινό του μόχθο και απορρίπτει αυτή τη σκληρή πραγματικότητα – να συμμετάσχουν στις λαϊκές κινητοποιήσεις που εκφράζουν τη συλλογική μας βούληση για μια ζωή αντάξια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, για μια δίκαιη κατανομή του πλούτου και των πόρων.
Το ρεύμα, το ψωμί, το νερό, η εκπαίδευση και η υγεία δεν είναι προνόμια που παραχωρούνται, αλλά δικαιώματα που κατακτώνται με αγώνα».

