Αντιπολεμικό κίνημα
Πόλεμος: Η Δύση σε δίλημμα

Βομβαρδισμένη γειτονιά στο Σεβεροντονέτσκ. Φωτό: ΑΡ

Από τότε που άρχισε ο πόλεμος στην Ουκρανία η Δυτική προπαγάνδα έχει (όπως θα ήταν αναμενόμενο) ένα μόνιμο ρεφρέν: η Ρωσία χάνει. Όχι πια. Ήδη στο δυτικό στρατόπεδο επικρατεί προβληματισμός για το μέχρι που μπορεί να τραβήξει ο πόλεμος στην Ουκρανία και ποια θα είναι η καλύτερη στιγμή για την αποδοχή μια «συμβιβαστικής λύσης».

«Παίρνει ο πόλεμος στην Ουκρανία την τροπή του Πούτιν;» αναρωτιέται στο φύλλο της Δευτέρας (30 Μάη) ο Γκιντεόν Ραχμάν, ο αρχισυντάκτης «διεθνών υποθέσεων» της εφημερίδας Financial Times. Και η απάντηση δεν είναι ένα ξερό «όχι», όπως θα περίμενε κανείς λίγες βδομάδες πριν. «Ο ρωσικός στρατός προελαύνει στο Ντονμπάς», γράφει. «Αν ο στρατός του Πούτιν μπορέσει να καταλάβει την καρδιά της βιομηχανίας της Ουκρανίας και να αποκόψει τη χώρα από τη θάλασσα, η επιβίωση της ως (ανεξάρτητου) κράτους θα τεθεί σε αμφιβολία. Το μαύρο σενάριο είναι σίγουρα πιθανό. Αλλά δεν είναι αναπόφευκτο…».

Η αλήθεια, το ψέμα και η προπαγάνδα σχηματίζουν πάντα ένα δύσκολο κουβάρι στο μέτωπο του πολέμου. Οι απώλειες, από ότι φαίνεται, τόσο σε ανθρώπινες ζωές όσο και σε όπλα, εγκαταστάσεις και υποδομές είναι μεγάλες και στις δυο πλευρές. Ο ίδιος ο Ζελένσκι, ο πρόεδρος της Ουκρανίας, δήλωσε πριν από λίγες μέρες ότι ο στρατός του έχει περίπου 100 νεκρούς την ημέρα. Η κυβέρνηση της Ουκρανίας πιέζει την Δύση να αυξήσει τη στρατιωτική της βοήθεια – ανάμεσα στα άλλα ζητάει συστήματα πολλαπλής εκτόξευσης πυραύλων μεγάλης ακτίνας δράσης (MLRS) που θα μπορούν να πλήξουν στρατιωτικές εγκαταστάσεις και πόλεις μέσα στο έδαφος της Ρωσίας. Ο Ζελένσκι χρησιμοποιεί τον αριθμό των νεκρών σαν ένα ακόμα μέσο πίεσης προς τη Δύση για την επιτάχυνση της βοήθειας. Αλλά δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία, όσο φουσκωμένα και αν είναι τα νούμερα του Ζελένσκι, ότι οι νεκροί στρατιώτες και άμαχοι μετριούνται σε χιλιάδες στην Ουκρανία.

Και ο ρωσικός στρατός έχει, όπως όλα δείχνουν, μεγάλες απώλειες. Οι δυτικές πηγές «εκτιμούν» ότι 1000 περίπου ρωσικά άρματα μάχης έχουν καταστραφεί από τα πλήγματα του ουκρανικού στρατού -και η Ρωσία δυσκολεύεται λόγω των κυρώσεων να τα αντικαταστήσει: «Οι Ρώσοι έχουν τόσο μεγάλες ελλείψεις σε ημιαγωγούς», γράφει ο Ραχμάν, «που … χρησιμοποιούν τώρα μάικροτσιπ πλυντηρίων και  ψυγείων σε στρατιωτικό εξοπλισμό. Η αμερικανική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι… δυο κατασκευαστές τανκς έχουν αναγκαστεί να σταματήσουν την παραγωγή λόγω της έλλειψης εξαρτημάτων…».

Σε επίπεδο στρατιωτικό και οικονομικό δεν υπάρχει καμιά συμμετρία ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία. Χωρίς τη δυτική βοήθεια η Ουκρανία είναι καταδικασμένη στην ήττα. Αλλά η δυτική βοήθεια έχει όρια – παρόλο που ο πόλεμος είναι στην ουσία ένας πόλεμος ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία για την μοιρασιά της Ουκρανίας.

Το πρώτο όριο είναι ο κίνδυνος να μετατραπεί η σύρραξη της Ουκρανίας σε έναν γενικευμένο, καταστροφικό, παγκόσμιο πόλεμο. Ο Μπάιντεν απέρριψε πριν από λίγες ημέρες κατηγορηματικά το αίτημα της Ουκρανίας για αποστολή πυραύλων MLRS. Και έχει απορρίψει εξίσου κατηγορηματικά όλες τις αιτήσεις για αποστολή αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων. 

Το δεύτερο όριο είναι η οικονομική κρίση στην ίδια τη Δύση. Οι κυρώσεις είναι δίκοπο μαχαίρι- πλήττουν όχι μόνο τη ρωσική οικονομία αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση και την ίδια την Αμερική. Πολλοί φοβούνται ότι η Γερμανία και η Γαλλία -που εξαρτώνται από την ρωσική ενέργεια- θα γίνονται όλο και πιο πρόθυμες να αποδεχτούν μια «συμβιβαστική» λύση, που θα αναγνωρίζει για παράδειγμα στην πράξη την «ανεξαρτησία» όχι μόνο του Ντονμπάς αλλά ολόκληρης της νοτιοανατολικής Ουκρανίας. 

Αντιμέτωπη με αυτόν τον κίνδυνο η ουκρανική κυβέρνηση δεν διστάζει να ζητάει συνεχώς την κλιμάκωση του πολέμου – ακόμα και αν αυτό φέρνει τον κίνδυνο της πυρηνικής καταστροφής πιο κοντά. Προς το παρόν οι ηγέτες της Δύσης αρνούνται. Το αντιπολεμικό κίνημα θα έκανε ένα τεράστιο λάθος αν επαφιόταν στις διαβεβαιώσεις τους.