Η Αριστερά
Πού βαδίζει η “ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ”; Ρήξη–όχι πισωγύρισμα

Α. Χαρίτσης και Γ. Σακελλαρίδης. Φωτό: InTime

Καθημερινά γίνεται όλο και πιο φανερό ότι φτάνουμε σε ένα σημείο καμπής. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας παραπαίει, η μαζική οργή του κόσμου εκφράζεται με κινητοποιήσεις και οι ηγεσίες της Αριστεράς πιέζονται να ανταποκριθούν.

Σε αυτές τις συνθήκες εκδηλώνεται η προσπάθεια επιστροφής του Αλέξη Τσίπρα και οι πρωτοβουλίες για επανασυγκόληση αυτού του χώρου με τη μορφή Μετώπου. Ο Αλέξης Χαρίτσης ζητάει να ενταχθεί η Νέα Αριστερά σε αυτό το εγχείρημα θέτοντας το δίλημμα:

«Στην Αριστερά, ιστορικά, υπάρχουν δύο αποκλίνουσες προσεγγίσεις για το ποια πρέπει να είναι η στάση της σε στιγμές κρίσης.

Η πρώτη επιμένει στη λογική της αυτόνομης πορείας και σε έναν σκληρό πυρήνα ιδεολογικών και πολιτικών αναφορών. Κατά κανόνα, είναι μια στάση περιχαράκωσης και αναδίπλωσης στο όνομα των αντίξοων συνθηκών.

Η δεύτερη αναζητεί τη διέξοδο σε μέτωπα με όμορες ιδεολογικά κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Κατά κανόνα, είναι μια στάση που προκύπτει από τη λογική του κατεπείγοντος. Αυτά που μας ενώνουν, είναι περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν» (https://www.facebook.com/acharitsis).

Πρόκειται για λαθεμένη εικόνα. Ιστορικά, η Αριστερά διαχωρίζεται σε ρεύματα ρεφορμιστικά που κινούνται στα όρια των θεσμών του συστήματος και σε ρεύματα επαναστατικά που επιδιώκουν την ανατροπή του. Ιστορικά, η επαναστατική Αριστερά είναι αυτή που διαμόρφωσε την τακτική του Ενιαίου Μετώπου, ενώ η ρεφορμιστική Αριστερά χάθηκε ξανά και ξανά μέσα σε συμμαχίες και μέτωπα με αστικά κόμματα. Σε στιγμές κρίσης, αυτοί που τείνουν στην αναδίπλωση λόγω «αρνητικών συσχετισμών» είναι οι μεταρρυθμιστές, όχι οι επαναστάτες.

Αυτά δεν ανήκουν σε κάποιο μακρινό παρελθόν. Το 2023, μετά την εκλογική ήττα και την παραίτηση Τσίπρα, ο ΣΥΡΙΖΑ στράφηκε στον Κασσελάκη που δεν είχε ούτε έχει σχέση με την Αριστερά. Σωστά ένα ολόκληρο ρεύμα αποχώρησε και έτσι προέκυψε η Νέα Αριστερά. Ήταν μια ρήξη αναγκαία, η οποία, όμως τώρα κινδυνεύει να πάει προς τα πίσω αντί να ολοκληρωθεί πολιτικά.

Για μεγάλο χρονικά διάστημα, οι ηγεσίες των δυνάμεων της κοινοβουλευτικής Αριστεράς δικαιολογούσαν τη δεξιά μετατόπισή τους με το επιχείρημα ότι ο κόσμος έχει συντηρητικοποιηθεί. Αυτό το αφήγημα έχει πλέον καταρρεύσει μετά τις μεγάλες κινητοποιήσεις για τα Τέμπη αλλά και στο πλευρό της Παλαιστίνης. Υπάρχει ρεύμα ριζοσπαστικοποίησης και όχι συντηρητικοποίησης της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Στη Νέα Υόρκη, ένας υποψήφιος για τη Δημαρχία, που είχε ως αφετηρία ποσοστά του 1%, κέρδισε τις εκλογές γιατί τόλμησε να αγκαλιάσει αιτήματα που έχει αναδείξει αυτή η ριζοσπαστικοποίηση.

Προς τα πού πρέπει να στραφούμε λοιπόν; Προς τις χορηγίες από «ευκατάστατους πατριώτες», όπως λέει ο Τσίπρας ή προς το «Όχι στους δισεκατομμυριούχους» που φώναξε ο κόσμος της Νέας Υόρκης; Προς την διάλυση των δεσμών της Αριστεράς με την οργανωμένη εργατική τάξη ή προς το κίνημα «Να μπλοκάρουμε τα πάντα» της Γαλλίας; Προς το «διάλογο» με το Ισραήλ ή προς την απεργιακή αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη μέχρι τη νίκη, όπως δείχνει η Ιταλία; 

Στρατηγική

Με ποια στρατηγική; Με την επιδίωξη για μια κυβέρνηση που θα κάνει ξανά διαχείριση με «ταξικό πρόσημο», που όπως αποδείχθηκε το 2015 διαιωνίζει το υπαρκτό και εκβιαστικό διαχειριστικό πρόσημο της τάξης των καπιταλιστών; Ή οργανώνοντας την εργατική τάξη στον δρόμο προς την επανάσταση και τον Σοσιαλισμό;

Και ποιος θα πάρει την απόφαση για τη μια ή την άλλη στροφή; Τα «δημοψηφίσματα» των δυο ευρώ έχουν αποδείξει πόσο διαλυτικά είναι. Σωστά ο Κύρκος Δοξιάδης επιμένει ότι δημοκρατική λειτουργία είναι οι οργανωμένες συνεδριάσεις των μελών  που καταλήγουν σε συνεδριακές αποφάσεις. Ωστόσο, και αυτός μένει στα μισά του δρόμου, καθώς περιορίζει την εσωκομματική δημοκρατία της Αριστεράς στα πλαίσια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας:

«Οι δημοκρατικές αρχές λειτουργίας ενός αριστερού κόμματος προφανώς δεν είναι άσχετες με το τι ισχύει για τη δημοκρατία γενικότερα. Σχηματοποιώντας, θα λέγαμε πως όπως ο λαός αποφασίζει κάθε τέσσερα (ας πούμε) χρόνια ποιοι/ες θα τον εκπροσωπήσουν στη θέσπιση τον νόμων και στη διακυβέρνηση της χώρας εκλέγοντας βουλευτές και κυβέρνηση, έτσι και τα μέλη του κόμματος, κατά ανάλογα χρονικά διαστήματα, εκλέγουν τους εκπροσώπους τους στο τακτικό συνέδριο. Στις κοινοβουλευτικές εκλογές, η διαδικασία δεν είναι μία σκέτη ψήφος, προηγείται η προεκλογική περίοδος κατά την οποία τα κόμματα εκθέτουν το πρόγραμμά τους και οι υποψήφιοι βουλευτές έρχονται σε επαφή με το εκλογικό σώμα της περιφέρειάς τους. Αντίστοιχα, στο κόμμα της Αριστεράς προηγείται ο προσυνεδριακός διάλογος στις οργανώσεις βάσης, επί τη βάσει του οποίου εκλέγονται και οι σύνεδροι» (https://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/490811_dimopsifismata-dimokratia-aristera). 

Τα κόμματα είναι θεσμοί που αναδείχθηκαν μέσα από τις αστικές επαναστάσεις που καθιέρωσαν την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Αλλά το επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης υπερβαίνει και αυτόν τον θεσμό. Είναι κόμμα που παλεύει για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση και έχει στόχο την εργατική δημοκρατία, την εξουσία των εργατικών συμβουλίων. Η οργανωτική μορφή που αντιστοιχεί στην Αριστερά είναι η συγκρότηση της εργατικής πρωτοπορίας σε επαναστατικό κόμμα. Η υποβάθμιση της εργατικής πρωτοπορίας σε σώμα ψηφοφόρων υπονομεύει την ίδια την ιστορική προοπτική της.

Οι προτάσεις Χαρίτση είναι πισωγύρισμα και πολιτικά και οργανωτικά. Καιρός να συσπειρωθούμε στην επαναστατική αντικαπιταλιστική Αριστερά. 

Το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα έχει δείξει στην πράξη σε κρίσιμες στιγμές ότι προωθεί σταθερά και ενωτικά την επαναστατική προοπτική της ρήξης και της ανατροπής. Παραμένουν επίκαιρα αυτά που γράφαμε το καλοκαίρι του 2015:

«Ο κορμός της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ ήταν και παραμένει η λογική της αλλαγής διαχείρισης: δεν μπορούμε και δεν χρειάζεται να τραβήξουμε τη σύγκρουση μέχρι τη ρήξη και την ανατροπή, είναι εφικτό να σπάσουμε τη λιτότητα αναζητώντας συμμαχίες μέσα κι έξω από την Ελλάδα σε αυτή τη βάση- αποδοχή του κυρίαρχου πλαίσιου και επιδίωξη «αμοιβαία επωφελών» συμβιβασμών. Αυτή ήταν η βάση του φαύλου κύκλου των υποχωρήσεων.

Η πίσω όψη της ανάδειξης του ΣΥΡΙΖΑ σε ηγετικό τμήμα της Αριστεράς, ήταν η συστηματική επιμονή της ηγεσίας του ΚΚΕ ότι η ρήξη μπορεί να είναι θεωρητικά επιθυμητή, αλλά δεν βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη. Ανήκει στο μάξιμουμ πρόγραμμα που θα γίνει επίκαιρο αν και όταν αλλάξουν οι συσχετισμοί. Στο μεταξύ το μόνο που απομένει είναι η καταγγελία μέχρι να αλλάξουν οι συσχετισμοί. Ακραία κατάληξη αυτού του σεχταρισμού ήταν η θέση για άκυρο ή αποχή στο δημοψήφισμα.

Σήμερα, μέσα στις ραγδαίες εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος, έχουν αρχίσει να φαίνονται τα όρια και των δυο παραδοσιακών ηγεσιών της Αριστεράς. Ο σεχταρισμός δείχνει πόσο άχρηστο εργαλείο είναι για τα προχωρήματα του κινήματος. Απέναντι στις προσπάθειες του Αλέξη Τσίπρα να οδηγήσει τον κόσμο που έδωσε τη μάχη του ΟΧΙ πίσω στις ράγες των συμβιβασμών, χρειαζόμαστε την ενίσχυση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς» (https://socialismfrombelow.gr/article.php?id=781&issue=111#gsc.tab=0).