Κούβα 1959

Όμως εδώ και 55 χρόνια, από τη νίκη δηλαδή της Κουβανέζικης Επανάστασης το Γενάρη του 1959, οι ΗΠΑ έχουν επιβάλλει εμπάργκο στην Κούβα, ενώ εξακολουθούν να έχουν στο νησί δική τους ναυτική βάση-στρατόπεδο συγκέντρωσης «τρομοκρατών», το διαβόητο Γκουαντάναμο.

Άλλωστε, ποτέ δεν αποδέχτηκαν την ανεξαρτησία της Κούβας που ήρθε το 1898 μετά από τριετή πόλεμο. Κατάφεραν να περάσουν την επονομαζόμενη Τροπολογία Πλατ στο Σύνταγμα της Κούβας που ανέφερε ότι οι ΗΠΑ μπορούν να επέμβουν αν «θίγονταν τα συμφέροντα τους». Η τροπολογία μπορεί να ακυρώθηκε αργότερα, αλλά οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν την Κούβα σαν δική τους περιοχή, ενώ η αμερικάνικη Μαφία έκανε μπίζνες με καζίνα και μπουρδέλα.

Η αστική τάξη της Κούβας ήταν εξαρτημένη από την αμερικάνικη οπότε αυτό άφηνε χώρο στον στρατό να παίξει ρόλο. Το 1933 έγινε εξέγερση που ανέτρεψε το διεφθαρμένο καθεστώς του Ματσάδο, αλλά η νέα δημοκρατία άντεξε μερικούς μόνο μήνες. Ανατράπηκε από χαμηλόβαθμους αξιωματικούς με ηγέτη τον Φαουλχένσιο Μπατίστα που αμέσως δήλωσε την υποστήριξή του στις ΗΠΑ.

ΚΚ Κούβας

Ουσιαστικά από εκεί και μετά έκανε κουμάντο παρασκηνιακά, ενώ το 1940 ανέλαβε και πρόεδρος. Το ΚΚ Κούβας τον στήριξε γιατί πέρασε ένα προοδευτικό Σύνταγμα, αναγνώρισε τα συνδικάτα και έδωσε κάποιες μεταρρυθμίσεις, ενώ κομμουνιστές έγιναν μέλη στο Υπουργικό Συμβούλιο.

Το 1947 ο διάδοχος του Μπατίστα, Γκράου, έδιωξε από την κυβέρνηση το ΚΚ, ακολούθησε μια περίοδος με πρόεδρο τον διεφθαρμένο Πρίο Σοκαράς και το 1952 θα γίνονταν εκλογές. Αυτές δεν έγιναν ποτέ καθώς ο Μπατίστα έκανε νέο πραξικόπημα και εγκαθίδρυσε τη δικτατορία του.

Εν τω μεταξύ, ο Φιντέλ Κάστρο είχε αρχίσει να σχηματίζει την πολιτική του άποψη. Θεωρούσε διεφθαρμένο το ΚΚ αφού είχε συνεργαστεί με τον Μπατίστα, όπως πολλοί φοιτητές στους οποίους μεγάλη δύναμη είχε το Ντιρεκτόριο Ρεβολουσιονάριο. Πέρασε από τη νεολαία του κόμματος Παρτίτο Ορτοντόξο και τελικά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι δημοκρατικές διαδικασίες είναι αδύναμες μπροστά στα δικτατορικά καθεστώτα.

Μόνη λύση ήταν η συγκρότηση μιας αποφασισμένης ομάδας επαναστατών που θα ανέτρεπε με τη βία τον Μπατίστα για να κάνει την Κούβα εθνικά ανεξάρτητη. Τον Ιούλη του 1953 ο Φιντέλ μαζί με 150 συντρόφους του επιχειρούν να καταλάβουν το στρατόπεδο της Μονκάδα. Αυτό που ακολουθεί είναι μια καταστροφή. 70 πέφτουν νεκροί και η πλειοψηφία των υπόλοιπων, ανάμεσα τους και ο Κάστρο, συλλαμβάνονται. Στην τρίωρη απολογία του λέει «Καταδικάστε με. Δεν με νοιάζει. Η ιστορία θα με δικαιώσει».

Μετέτρεψε έτσι μια ήττα σε ηθική νίκη και όταν αφέθηκε ελεύθερος με αμνηστία δυο χρόνια μετά μαζί με τον Ραούλ πάνε στο Μεξικό για να ετοιμάσουν καλύτερα την νέα τους προσπάθεια. Προς τιμή της επίθεσης στην Μονκάδα, ο Φιντέλ ονομάζει την ομάδα του Κίνημα της 26 Ιούλη.

Εκεί γίνονται κάποιες επαφές με το ΚΚ (μέσω του Ραούλ που στο Πανεπιστήμιο είχε κάποια στοιχειώδη επαφή με τις μαρξιστικές ιδέες), αλλά και οι δύο πλευρές κρατούν αυστηρές επιφυλάξεις.

Στο Μεξικό εκείνη την περίοδο βρίσκεται και ο Ερνέστο Γκεβάρα. Μετά από τις περιπλανήσεις του σε όλη την Λατινική Αμερική και ειδικά μετά το ταξίδι του στην Γουατεμάλα όπου έζησε την ανατροπή της κυβέρνησης Άρμπενς, έχει φτάσει στα ίδια συμπεράσματα με τον Φιντέλ.

Μέσα από τις συζητήσεις με τον Ραούλ και τον Φιντέλ, τη σύντομη σύλληψή τους λόγω των στρατιωτικών ετοιμασιών που έκαναν, σε γράμμα στους γονείς του αναφέρει: «το μέλλον μου είναι πια δεμένο με την Κουβανέζικη Επανάσταση. Σε αυτή την προσπάθεια, ή θα θριαμβεύσω ή θα χαθώ». Ο μπόεμ φοιτητής Ιατρικής, έχει αρχίσει να γίνεται ο Τσε.

Στις 2 του Δεκέμβρη του 1956, οι 82 επιβαίνοντες στο πλοιάριο Γκράνμα φτάνουν με καθυστέρηση δύο ημερών σε λάθος σημείο, ενώ στις 30 του Νοέμβρη η εξέγερση που είχε οργανωθεί από τους υποστηρικτές του Κινήματος είχε κατασταλεί. Οι ακτές ήταν γεμάτες με στρατιώτες του Μπατίστα που τους περίμεναν. Από τους 82 μετά την επίθεση που δέχτηκαν, επιβίωσαν μόνο 19.

Θρίαμβος

Ο θρίαμβος για τον οποίο μιλούσε ο Τσε στους γονείς του, θα αργούσε τρία ακόμα χρόνια. Οι επαναστάτες μετά από πολλές περιπέτειες οχυρώθηκαν στην οροσειρά της Σιέρα Μαέστρα στα νοτιοανατολικά της Κούβας.

Αυτό το σημείο θα αποτελούσε την «εστία», το foco, από όπου η ένοπλη πάλη θα απλωνόταν και σε άλλα μέτωπα με τελικό στόχο την ανατροπή της δικτατορίας. Το καθεστώς του Μπατίστα γινόταν ολοένα και πιο μισητό, δεν υπήρχε σοβαρή αντιπολίτευση αφού τα κόμματα των Αουθέντικος και των Ορτοντόξος δεν είχαν κανένα κύρος και ο κόσμος τα θεωρούσε διεφθαρμένα.

Μέσα στο 1957, οι αντάρτες αρχίζουν να έχουν περισσότερη υποστήριξη από τους αγρότες, ενώ η ομάδα του Κάστρο αποκτά την ηγεσία στην ένοπλη αντίσταση καθώς το Επαναστατικό Διευθυντήριο αποδυναμώνεται σε προσπάθειά του να δολοφονήσει τον Μπατίστα χάνοντας και τον ηγέτη του, Ετσεβαρία που πέφτει νεκρός.

Οι επαφές με το ΚΚ γίνονται πιο πυκνές, αλλά οι σχέσεις τους παραμένουν επιφυλακτικές έως ανταγωνιστικές. Το 1958 το Κίνημα κάλεσε από το βουνό σε Γενική Απεργία ενάντια στον Μπατίστα, αλλά οι ανύπαρκτες του σχέσεις με την εργατική τάξη και η αδιαφορία του ΚΚ οδήγησαν σε παταγώδη αποτυχία την πρωτοβουλία.

Αντίθετα, το κάλεσμα για μποϊκοτάζ στις χουντικές εκλογές του Νοέμβρη της ίδιας χρονιάς ήταν πετυχημένο αφού συμμετείχε μόνο το 30%. Το καθεστώς του Μπατίστα όχι μόνο δεν είχε καμιά λαϊκή στήριξη, αλλά άρχισε να χάνει και την υποστήριξη των ΗΠΑ λόγω της στυγερής καταστολής που δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί.

Οι αντάρτες άντεξαν και την απέλπιδα προσπάθεια καταστολής τους από το καθεστώς όταν τους περικύκλωσαν 10 χιλιάδες κυβερνητικοί στρατιώτες. Μέσα σε αυτές τις μάχες ήταν που αναπτύχθηκε ο μύθος του κομαντάντε Τσε αφού οι ηγετικές του ικανότητες έφεραν αποτελέσματα που δεν θα τα περίμενε κανείς.

Το κύκνειο άσμα του κυβερνητικού στρατού που συνεχώς είχε λιποταξίες ήταν η μάχη της Σάντα Κλάρα, τέταρτη σε πληθυσμό πόλη της Κούβας και σιδηροδρομικός κόμβος. Κράτησε 3 μέρες, αλλά την τελευταία μέρα του 1958 οι δυνάμεις των ανταρτών με ηγέτες τον Τσε και τον Καμίλο Σιενφουέγος επικράτησαν.

Η Πρωτοχρονιά του 1959 βρήκε την Κούβα χωρίς τον δικτάτορα Μπατίστα που κατέφυγε αεροπορικά στην Δομινικανή Δημοκρατία. Στις 2 Γενάρη ο αντάρτικος στρατός των «μπαρμπούδος» (γενειοφόρων) μπήκε στην Αβάνα κάτω από χειροκροτήματα. Μία βδομάδα μετά έφτασε και ο Φιντέλ και οι σκηνές επαναλήφθηκαν με τον κόσμο να επευφημεί.

Εναλλακτική

Αυτή η εικόνα είναι και η ουσία της Κουβανέζικης Επανάστασης. Ένας αντάρτικος στρατός εκμεταλλεύτηκε το κενό εξουσίας που υπήρξε, η δικτατορία του Μπατίστα δεν μπορούσε να συνεχίσει να υπάρχει μετά την απόσυρση της στήριξης των ΗΠΑ και τις στρατιωτικές ήττες της. Άλλη πολιτική εναλλακτική λύση δεν υπήρχε, ενώ η εργατική τάξη δεν συμμετείχε ενεργά στην επανάσταση.

Η ανατροπή της δικτατορίας του Μπατίστα ήταν ένα μήνυμα για όλη τη Λατινική Αμερική, μία ήττα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού που δεν κατάφερε να ανατρέψει τους επαναστάτες ακόμα και με προσπάθειες όπως με την περίπτωση της επέμβασης στον Κόλπο των Χοίρων το 1961 ή προκαλώντας την Κρίση των Πυραύλων το 1962. Όμως, δεν ήταν μια σοσιαλιστική επανάσταση.

Η αντίληψη του Μαρξ ότι η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας ήταν παντελώς απούσα από την σκέψη του Φιντέλ ή του Τσε. Και οι δύο συμφωνούσαν ότι υποκείμενο της επανάστασης είναι οι ίδιοι οι επαναστάτες και κατ’ επέκταση το νέο επαναστατικό κράτος θα ήταν μια άλλη μορφή του αντάρτικου στρατού. Θα διοικούσαν με πειθαρχία, απαιτώντας την αυτοθυσία και την αυταπάρνηση, με όπλο το προσωπικό παράδειγμα και τη θέληση προς όφελος όλης της κοινωνίας.

Αυτή η στρατηγική πουθενά αλλού δεν βρήκε πρόσφορο έδαφος αφού έλειπαν οι ειδικές συνθήκες αλά Κούβα. Ούτε στο Κονγκό ούτε στη Βολιβία όπου προσπάθησε να οργανώσει αντάρτικα κινήματα ο ίδιος ο Τσε και δολοφονήθηκε το 1967.

Από αυτή την παράδοση χρειάζεται να κρατήσουμε την ασυμβίβαστη σύγκρουση με τον ιμπεριαλισμό και την στρατηγική της επανάστασης. Όμως, για να είναι σοσιαλιστική χρειάζεται να βάλουμε στο κέντρο της την εργατική τάξη ξεπερνώντας την υποκατάστασή της ακόμα και αν προέρχεται από ηρωικούς αντάρτες και όχι από κάποιους αριστερούς Υπουργούς με κοστούμια.